“Ἐν ὁδῶ ταύτη ἧ ἐπορευόμην,
ἔκρυψαν παγίδα μοι”
Ψαλ.141,4
Πριν από κάποιες δεκαετίες, εισέβαλε αιφνιδιαστικά στην κοινωνία μας ο όρος της κατανάλωσης και συντόμως επεβλήθη, μέσω της κατάχρησης από τους ίδιους τους υποτελείς‧ τους αδηφάγους καταναλωτές‧ τους ιδιόρρυθμους πολίτες του παρακράτους του υπερκαταναλωτισμού. Έκτοτε ο αρμόζων χαρακτηρισμός που προσάπτεται ευλόγως στην έννοια “κοινωνία”, είναι αυτός της καταναλωτικής. Ως αμιγές δε στοιχείο το τελευταίο, των λεγομένων “προηγμένων” χωρών, προβάλλει προκλητικά πάνω στο τραπέζι του “πλουσίου”, αφήνοντας τα ψυχία της υποκριτικής λεκτικής συμπόνοιας να “θρέφουν” τον φτωχό Λάζαρο των τριτοκοσμικών χωρών. Όμως η αντίφαση του σπάταλου πλούτου, έναντι της καταραμένης στέρησης αγαθών πρώτης ανάγκης, αποτελούσε ανέκαθεν τον διακριτικό έλεγχο του Θεού, έναντι στην φαρισαϊκή κοινωνία των “προοδευμένων”. Αυτών όμως που κατά τα άλλα δεν ήταν άρπαγες και άδικοι, καθότι νήστευαν τις τεταγμένες ημέρες και παραχωρούσαν από τα εισοδήματά τους μέρος τι προς τον ναό (Λουκ. 18,11).
Ο έλεγχος όμως, αν μελετήσουμε την πορεία του ανθρώπου επισταμένως πάνω στη γη, σπανίως μετέστρεφε τον άνθρωπο. Μόνο όταν έπεφτε “φωτιά και τσεκούρι”, εκ Θεού, στην πωρωμένη κοινωνία, οπότε καταντούσε και αυτή ενδεής, όπως έτερες τινές, τότε επερχόταν και ο κλαυθμός “ἐν τῶ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών” (Ψαλ. 136,1). Το φαινόμενο όμως που εξετάζομε, αποτελεί ίδιον γνώρισμα των “εσχάτων” καιρών. Γιατί υπήρχε και παλιότερα η λεγόμενη ευζωία σε αρκετές κοινωνίες, αλλά δεν είχε καμμία σχέση και συγγένεια με την τωρινή σπατάλη και περαιτέρω κατασπατάληση.
Αλλά ας διεισδύσουμε με προσοχή στο καλοστημένο καρτέλ της κατανάλωσης, λαμβάνοντας παράλληλα μέτρα προστασίας από τους πανούργους εμπνευστές της‧ τους μεγαλοϊδιοκτήτες των συγχρόνων “γαλερών”.
Οι τελευταίοι, στα χρόνια που αναφερόμαστε, έριξαν άφθονο «μάννα» στην έρημη ψυχικά κοινωνία και την κάλυψαν με μία αφθονία πραγμάτων, των οποίων η χρήση δεν ήταν και απαραίτητη. Ο λαίμαργος όμως άνθρωπος, ο μονίμως αντιτασσόμενος στο θεϊκό κέλευσμα της εγκρατείας, αλλά και της αυταρκείας, υπέπεσε και πάλι στον μόνιμο πειρασμό του απηγορευμένου ή και μη απαραίτητου καρπού, καθιστάμενος σαν καταναλωτής, ο “ήρωας” και το πρότυπο του νεωτέρου κόσμου‧ αυτού της υπερκατανάλωσης και της γενικευμένης ακρατείας. Κάπως έτσι όμως παράξενα και ύπουλα, άλλαξαν και τα ήθη μας και οι λοιπές ευγενείς συνήθειές μας.
Η πονηρή εισαγωγή του θέματος κατεγράφη πρωταρχικά στο επίπεδο του παιδιού. Του παιδιού των καιρών, του καταλλήλως διασκευασθέντος από τους ποικίλους “παιδοτρίβες”, ώστε, ό,τι βλέπει και ό,τι ακούει, να επιζητεί να το αποκτήσει παντί τρόπω, άσχετα αν σε λίγο χρόνο το εγκαταλείψει, αναζητώντας νέα εμπειρία...
Ενθυμούμαι μία περίπτωση, που άπτεται κατά τραγικό τρόπο στο εν λόγω θέμα μας, καθότι ένας γονέας είχε αγοράσει στο απαιτητικό παιδί του ένα κινητό τηλέφωνο αξίας 800 ευρώ και αμέσως μετά την αγορά ξεσπούσε λέγοντας‧ “Τώρα δεν έχουμε ούτε να φάμε”. Κάποιος ακούγοντάς το, θα αναφωνήσει ότι είναι υπερβολικό και ακραίο το συμβάν. Όμως δεν παύει να είναι πραγματικό.
Έτσι λοιπόν αφού η Ηρώδιος επιδρομή “κατέσφαξε” ύπουλα τα νήπια, κατόπιν εστράφη και κατά του γυναικείου στοιχείου. Ο επιδρομέας, ως γνήσιος καταδρομέας, επέλεξε να πλήξει τις πιο ευπαθείς ομάδες του υπό κατοχήν εδάφους, ώστε να γονατίσει τον αντίπαλο εκ των ένδον. Η πέμπτη φάλαγγα της κατανάλωσης, με όπλα τα ποικίλα είδη μόδας, στην ένδυση, στην υπόδυση και εξωτερική λοιπή καλαισθησία, έσπασε ρεκόρ στον αριθμό των θυμάτων. Γιατί οι γυναίκες ως λάτρεις της φιλαρέσκειας, ασπάσθηκαν άμεσα την θεότητα της μόδας και υπετάχθησαν άνευ όρων στις όποιες επιταγές της.
Σιγά–σιγά όμως, κοντά στις “ώριμες” γυναίκες ακολούθησαν και ενετάχθησαν στις φάλαγγες και οι μικρότερες δεσποινίδες, κορίτσια γυμνασίου, γιατί όχι και δημοτικού. Τα εν λόγω ζήλεψαν από τις δασκάλες μανάδες τους και πόθησαν πρόωρα, χτένισμα εξεζητημένο και έξαλλο, ντύσιμο παρεμφερές με ιδιάζουσα πρόκληση και στόλισμα περισσό. Τα σκουλαρίκια πλέον δεν περιορίζονται μόνο στα αυτιά, αλλά εφαρμόζονται ακόμη και στο πιο απόκρυφο μέρος του σώματος, το οποίο όμως καθίσταται πλέον εμφανές, προς επίδειξη του μοναδικού κάλλους μέσω της καμουφλαρισμένης γύμνιας. Ένα ερώτημα γεννάται στη σκέψη των αγνοούντων την εν λόγω παράξενη διάλεκτο. Ποιά η σκοπιμότης της εφαρμογής του σκουλαρικιού στη μύτη και στα χείλη; Αν ενθυμούμαι καλώς, χοντρό σκουλαρίκι, κρικέλα, έθεταν οι κτηνοτρόφοι στη μύτη των ταύρων, προκειμένου να τους κουμαντάρουν εύκολα περνώντας διά μέσου αυτών και την ανάλογη αλυσίδα. Μήπως και το πρότερο γεγονός, αποτελεί εθελούσια προσφορά και διευκόλυνση στο έργο της χειραγώγησης των ευφυών “ταυρομάχων”;
Όμως τα κορίτσια στα οποία αναφερόμαστε, προχώρησαν ακάθεκτα ασπαζόμενα τη νέα ηθική, συνάπτοντας σχέσεις με αγόρια από την προεφηβική ηλικία. Η ψώρα του boyfriend και η χολέρα του girlfriend της απόλυτα λεπριασμένης αμερικάνικης Βαβυλώνος, μετεδόθη ακαριαία μέχρι και στο πιο απόμακρο χωριό της πατρίδος μας.
Επιπροσθέτως η επιθυμία για περαιτέρω γεύσεις και απολαύσεις σε συνάφεια με την υπερκατανάλωση και λοιπή ποικιλία, οδήγησε και στις εξωσυζυγικές σχέσεις των γονέων με συνέπεια την κατάλυση της μονογαμικής συμβίωσης, της τεταγμένης υπό του Θεού.
Τώρα όσον αφορά την τάξη των ηλικιωμένων, εδώ δεν βρήκε ανταπόκριση η πρόταση της κατανάλωσης, καθότι το ισχνό κομπόδεμά τους, δέχτηκε ληστρική επιδρομή από τον κρατικό αρχιλήσταρχο, μέσω πολλαπλών περικοπών και ό,τι εναπέμεινε το απέσπασαν οι κατά τόπους οικογενειακοί ληστές με τα μικρά κλεφτόπουλα προς ιδία χρήση. Κάπως έτσι, οι απόμαχοι της βιοτικής πάλης, τα περήφανα γηρατειά, όπως τα αποκαλούν οι είρωνες κυβερνώντες, ζούνε πλέον μόνο με την περηφάνεια τους σαν τον Νικήτα τον Τουρκοφάγο, χωρίς να επιθυμούν να εκθέσουν ούτε κράτος και ούτε εναπομείνασα οικογένεια. Ζούνε απολαμβάνοντας “ελεύθερη” την πατρίδα και υποδεικνύοντας τους ελεήμονες κεφαλαιοκράτες να συμμάσουν τα πουγκιά τους, όταν τα ρίχνουν επιδεικτικά στο καλντερίμι του υποκριτικού οίκτου. Αν και αλυσοδεμένοι, παραμένουν αξιοπρεπείς.
Βάσει όμως των όσων προείπαμε, η κατανάλωση καλώς κρατεί,
όχι μόνο στα ποικίλα υλικά και προϊόντα, αλλά και στον κόσμο των ιδεών.
Οι παλιές ιδέες, οι υγιείς και απόλυτα δοκιμασμένες, αχρηστεύθηκαν στο περιθώριο της αδιαφορίας και ένας νέος τρόπος ζωής ξεφύτρωσε με θύμα την ίδια την ανθρωπιά. Το μόνο που απασχολεί τον άνθρωπο της νέας εποχής είναι η επικερδής εργασία. Όμως άνευ μόχθου, ιδρώτος και λοιπών βασάνων. Όνειρο δε, η καθημερινή διασκέδαση και οι σχεδιαζόμενες διακοπές. Όλα αυτά όμως απαιτούν την κινητήριο δύναμη του χρήματος και άνευ αυτού ουδέν δύναται γενέσθαι. Με αυτό τον τρόπο “ανέρχεται” κατά την γνώμη των “δανειστών” το βιοτικό επίπεδο του ανθρώπου, άσχετα αν μέσω της εκμετάλλευσης κατέρχεται το επίπεδο κάποιων άλλων λαών. Γιατί μέσω της εκμετάλλευσης επέρχεται η καταστροφή, καθότι δεν υπάρχει η αναπλήρωση στο σπάταλο ξόδεμα. Μέσα όμως στον εν λόγω πανικό ο καθένας μας, ως αρπαχτικό, καταβροχθίζει με βουλιμία τον συνάνθρωπό του, αλλά και την ίδια την φύση, προκειμένου να σώσει το τομάρι του.
Μία επανάληψη της ιστορίας επιτελείται και στις μέρες μας, φέρνοντας στην θύμησή μας τον έκλυτο βίο και την παρακμή των Ρωμαίων, καθώς και την ασυδοσία των κυβερνώντων εκείνα τα χρόνια. Προκειμένου δε οι τελευταίοι, να αποτρέψουν την προσοχή του εξαθλιωμένου λαού από την κακή των πραγμάτων της πολιτείας κατάσταση, προσέφεραν άρτον και θεάματα. Αυτό γίνεται και στις μέρες μας, εδώ και χρόνια, από πλευράς ανήθικης άρχουσας τάξης, με στόχο να αποσπάσουν την προσοχή των πολιτών από τα φλέγοντα ζητήματα. Το εν λόγω όμως αποτελεί μία ηθική αποπλάνηση για τους νεώτερους, οι οποίοι εθίζονται στο απόλυτο της ανηθικότητος, επιζητώντας καθημερινά νέα είδωλα, καθότι τα χθεσινά εξέπνευσαν, λόγω ψευτιάς και απάτης. Κι όμως όλα αυτά δρομολογούν μία υποδούλωση, αφού πίσω τους κρύβεται το αναποδογύρισμα των πραγματικών αξιών και μπροστά ανοίγεται ο δρόμος προς τις “γαλέρες”. Τα καταναγκαστικά έργα, με τις πιο άθλιες συνθήκες και κελευστές τους υποχείριους άρχοντες, που συνεχώς εκτείνουν την εργασία άνευ αποδοχών, με περικοπή επομένως και της κατανάλωσης, καθώς επιταχύνουν τους ρυθμούς της επιβαλλομένης εργασίας μέσω του “σφυρίγματος” των νέων ψηφιζομένων ανόμων νόμων.
Ήδη ο άρτος άρχισε να λιγοστεύει και οι μαυραγορίτες να πληθύνονται. Έμεινε το θέαμα επί του παρόντος για να αποπλανά προς στιγμή τους αφελείς θεατές. Κάποια στιγμή όμως θα εκλείψει και αυτό και θα γίνουμε όλοι εμείς οι πρώην θεατές, οι ίδιοι, θέαμα στους ιδιόρρυθμους και επιλεκτικούς δυνάστες.
Αλλά τόσα χρόνια, παρέμεινε εν αχρηστία η οδός η αληθινή από όλους εμάς, προτιμώντας τις κακόφημες συνοικίες του αθεϊστικού πνεύματος και τα στενοσόκακα των οίκων ανοχής των ανωμάλων αρχόντων μας. Εφ' όσον μας βολεύουν οι πλάνοι και οι γόητες, ας τους απολαύσουμε απόλυτα γοητευμένοι. Όσοι ενδιαφέρονται για πνευματική παλινόστηση, θα ωφεληθούν από την ανάγνωση των θρήνων του Ιερεμία. Γιατί ό,τι αρχίζει “ωραίο” τελειώνει με πόνο, προσθέτει ο ποιητής. Ο δε πόνος αγαλλιάζει με τον θρήνο.
Αρίσταρχος