ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ

Με τη σημερινή Κυριακή, Κυριακή της Τυρινής όπως επικράτησε να λέγεται, φθάνουμε στην τελευταία μέρα πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή. Από αύριο, Καθαρά Δευτέρα, αρχίζουν οι εβδομάδες των νηστειών, αρχίζουν τα Μεγάλα Απόδειπνα, οι Προηγιασμένες, οι Χαιρετισμοί, οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί και εισερχόμαστε  στη Σαρακοστή, όπου καλούμαστε να εντείνουμε τον αγώνα των πνευματικών μας προσπαθειών, ώστε ν’ αξιωθούμε  να γιορτάσουμε το Πάσχα ως νικητές των παθών μας και να λάβουμε τα δώρα της αναστάσεως του Κυρίου μας.

Κι όπως όλοι οι αθλητές δεν αρχίζουν αμέσως γενική και πολύπλευρη άσκηση, αλλά προπονούνται σιγά-σιγά και σταδιακά, έτσι και η Εκκλησία μας προνόησε να προγυμνασθούμε με την είσοδό μας στο Τριώδιο προοδευτικά σε μερικές βασικές αρετές.

Έτσι η Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μας δίδαξε την ταπείνωση, η Κυριακή του Ασώτου μας δίδαξε την μετάνοια, η Κυριακή της Κρίσεως μας δίδαξε την αγάπη προς όλους, ακόμη και τους ανθρώπους του υποκόσμου, και η σημερινή Κυριακή της Τυρινής, ή όπως λέγεται στα λειτουργικά μας βιβλία Κυριακή της αναμνήσεως της εξορίας του πρωτόπλαστου Αδάμ από τον παράδεισο, μας υπενθυμίζει ότι είμαστε εξόριστοι από τον παράδεισο και πρέπει ν’ αγωνιστούμε να εισέλθουμε ξανά προς αυτόν.

Τους όρους που θα πετύχουμε την επανένταξη μας στον παράδεισο τους θέτει, ή μάλλον τους προσθέτει στους προηγούμενους που αναφέραμε, το ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής.

 

Πρώτος όρος η συγγνώμη, που είναι η ολοκλήρωση της αγάπης.

 

«Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος· εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ ημών». Ξεκάθαρα και σταράτα λόγια. Είναι τα λόγια που έχουμε επαναλάβει αμέτρητες φορές όταν λέμε το «Πάτερ ημών». «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Πατέρα μας φιλεύσπλαχνε και ελεήμων ξέχασε σβήσε από τους λογαριασμούς σου αυτά που σου χρωστάμε, όπως κι εμείς σβήνουμε, ή τουλάχιστον προσπαθούμε να σβήσουμε, αυτά που μας χρωστούν οι άλλοι.

Μεγάλη αρετή η συγγνώμη. Προϋποθέτει μεγάλη καρδιά. Είναι δε κατά τον απόστολο Παύλο το κύριο γνώρισμα της αγάπης. «Η αγάπη μακροθυμεί... πάντα στέγει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει» (Α´Κορ. 13, 4·7). Με τη συγγνώμη ο άνθρωπος καθίσταται μιμητής του Χριστού. Θανατώνει το συμφέρον του και διασπά το άτομό του. Αν στον υλικό τομέα η διάσπαση του ατόμου δημιούργησε την πυρηνική ενέργεια, ας φαντασθούμε τι μπορεί να δημιουργήσει στον πνευματικό τομέα. Ο δεσμοφύλακας των Φιλίππων έγινε σε μια στιγμή χριστιανός, όταν είδε τον απόστολο Παύλο –που τόσο αυτός βασάνισε– να ενδιαφέρεται να μη αυτοκτονήσει (Πρξ. 16,17-34). Και ο Παύλος, κατά την άποψη κάποιου θεολόγου, μετεστράφη στον χριστιανισμό από την προσευχή του αγίου Στεφάνου (Πρξ. 7,60). Ο άγιος Στέφανος ερέθισε τη θεία χάρη που αιχμαλώτισε στα ζωοποιά και ζωηφόρα δίχτυα της τον μεγάλο διώκτη του χριστιανισμού και τον έκανε απόστολο.

Πως όμως θα αποκτήσουμε τη μεγάλη αρετή της συγγνώμης; Πολύ θα μας βοηθήσει να το πετύχουμε η ανάγνωση της περικοπής του δούλου που χρωστούσε μύρια τάλαντα (Ματθ. 18,21-35).

 

Δεύτερος όρος η νηστεία.

 

Η νηστεία είναι αρχαίος θεσμός. Αρχίζει από τη δημιουργία του ανθρώπου. Άμα άνθρωπος άμα νηστεία. Η έκπτωση των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο και η εξορία, που θυμάται σήμερα η Εκκλησία μας, συνδέεται και με την γαστριμαργία των πρωτοπλάστων. Οι πρωτόπλαστοι δεν νήστευσαν και η βρώση του απαγορευμένου καρπού απέβη μοιραία. Βέβαια η νηστεία είναι καρπός και επέκταση της υπακοής και της πίστεως στο Θεό. Γι’ αυτό οι ευσεβείς άνθρωποι, όταν ήθελαν ν’ ασκηθούν περισσότερο στην υπακοή του Θεού και στην πίστη νήστευαν. Ή όταν επρόκειτο να κάνουν κάποιο μεγάλο έργο· όπως ο Μωυσής που μίλησε με το Θεό και πήρε το θείο νόμο ή όπως ο Χριστός μας πριν βγει στη δημόσια δράση. Νήστευσαν σαράντα μερόνυχτα. Το ίδιο και ο Ηλίας. Ο δε ισραηλιτικός λαός, για ν’ ασκηθεί στην υπακοή και στην πίστη προς το Θεό, δοκιμάστηκε ποικιλότροπα και νήστευσε από πολλές ανέσεις και αγαθά για σαράντα χρόνια.

Η νηστεία ήταν επίσης συνδεδεμένη με τη συντριβή, με τη μετάνοια, με το πένθος για τις αμαρτίες. Γι’ αυτό οι άνθρωποι που νήστευαν έμειναν άπλυτοι, απεριποίητοι, ακούρευτοι και έριχναν στάχτη στο κεφάλι τους, συνήθειες που κατά την εποχή εκείνη δείχναν την μετάνοια και το πένθος. Σιγά-σιγά όμως αυτοί οι εξωτερικοί τύποι πήραν την πρώτη θέση και πολλοί τους τηρούσαν για να τους θαυμάσουν οι άνθρωποι. Δηλαδή η νηστεία μαζί με τις συνήθειες που γινόταν κατά την εφαρμογή της, από θεοκεντρική έγινε ανθρωποκεντρική. Γι’ αυτό και η σημερινή περικοπή μας λέγει, όταν νηστεύουμε να μη κάνουμε τη νηστεία προς το θεαθήναι, για να μας επαινέσουν οι άνθρωποι, αλλά σαν εσωτερική ανάγκη, σαν προσπάθεια να απελευθερωθούμε από τη δικτατορία της σάρκας και της ύλης πάνω στο πνεύμα. Με απώτερο σκοπό να αφιερωθούμε στη προσευχή και τη μετάνοια· να νιώσουμε ότι «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι  εκπορευομένω διά στόματος Θεού» (Ματθ. 4,4). Ότι δεν είναι τα φαγητά που μας δίνουν ζωή και μας κρατούν στη ζωή, αλλά ο Θεός και η κοινωνία μας μ’ αυτόν. Έτσι η νηστεία από πείνα για φαγητό μετατρέπεται σε πείνα για το Θεό. Αυτό είναι νηστεία!

Επίσης η νηστεία είναι συνδεδεμένη με την ελεημοσύνη. Να νηστέψουμε για να ελεήσουμε λέγανε οι πατέρες. Να συντηρηθούμε απλά και λιτά, ώστε η οικονομία που θα γίνει να μας δώσει τη δυνατότητα να κάνουμε ελεημοσύνη με μεγαλύτερη άνεση.

Αυτοί είναι οι λόγοι που νηστεύουμε και όχι απλά για την υγεία ή για να κάνουμε σιλουέτα, όπως νομίζουν οι πολλοί. Η υγεία βεβαίως και η λεπτότητα του σώματος έρχεται σαν αποτέλεσμα. Δεν είναι όμως ο πρωταρχικός σκοπός.

 

Τρίτος όρος η αφιλαργυρία.

 

Ο πλούτος, αυτός καθεαυτός, δεν είναι κακό πράγμα. Γίνεται καλός ή κακός ανάλογα με το πως θα τον χρησιμοποιήσουμε. Πάντως ο Κύριος συνιστά να μη έχουμε έντονη την προσπάθεια για να αποκτήσουμε πλούτη. Και αυτό για δύο κυρίως λόγους.

Πρώτον διότι ο πλούτος δεν παρέχει ασφάλεια, όπως πολύ λανθασμένα νομίζουμε. Άλλοτε φυσικές καταστροφές (ναυάγιο, πυρκαγιά, σαπίλα, σεισμοί, πλημμύρες) και άλλοτε η ανθρώπινη μοχθηρία (κλοπή κατάχρηση, πόλεμος, πληθωρισμός, οικονομική κρίση) γίνονται αιτία να χάσουμε τα πλούτη.

Δεύτερον ο πλούτος αποσυνδέει τον άνθρωπο από το Θεό και τον κάνει ειδωλολάτρη. «Όπου γαρ έστιν ο θησαυρός υμών εκεί και η καρδία υμών». Και είναι μεγαλύτερος ο κίνδυνος ο επίγειος θησαυρός να κλέψει την καρδιά μας, παρά να τον κλέψουν οι κλέφτες.

 

Αυτοί είναι οι όροι που θα μας επιτρέψουν να ξανακερδίσουμε τον χαμένο παράδεισο και μάλιστα όχι τον υλικό αλλά τον επουράνιο. Ας τους προσέξουμε συνολικά και ας αγωνιστούμε να τους  πετύχουμε.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή