«ΕΝ ΦΥΛΑΚΗ ΗΜΗΝ»

Τοῦ κ. Μιχαὴλ Ε. Μιχαηλίδη, Θεολόγου

 

Ήταν αρκετό το βαθύ περιεχόμενο της φράσης αυτής, γιά να προκαλέσει τήν αιφνίδια μεταστροφή τοῦ Φραγκίσκου Καρνελούτι: «Εν φυλακή ήμην, και επεσκέψασθέ με» (Ματθ. ΚΕ΄ 39).

Ὁ λαμπρός αυτός νομικός αφηγήθηκε, ότι ενώ ξεφύλλιζε το Ευαγγέλιο, πού έπεσε συμπτωματικά στα χέρια του, διάβασε μια φράση πού έλεγε: «Ήμουνα στη φυλακή και με επισκεφθήκατε». Τότε, όπως διηγείται ὁ ίδιος, ξανάρθαν στη μνήμη μου οι πολυάριθμοι φυλακισμένοι, τούς οποίους γνώρισα ως ποινικολόγος. Ξανάδα τούς δολοφόνους, τούς βιαστές, τούς πατροκτόνους, τούς απαγωγείς, όλους εκείνους τούς ανθρώπους, πού ζούν σε κτηνώδη κατάσταση. Και να πού ὁ Θεός των Χριστιανών κατέβαινε στο επίπεδό τους. Δεν ταυτιζόταν, τουλάχιστον, με τον αξιοθαύμαστο πολιτικό κρατούμενο ἤ με το θύμα μιάς άδικης κατηγορίας. Ὄχι. Ἡ φράση «στη φυλακή ήμουνα» περιλάμβανε οποιονδήποτε απατεώνα· όλους τούς κοινούς εγκληματίες.

 

Τότε κατάλαβα, συμπεραίνει ὁ Καρνελούτι, ότι καμιά θρησκευτική φαντασία δε μπορεί να έχει επινοήσει έναν παρόμοιο Θεό. Μόνο ὁ Δημιουργός αυτών των ασήμαντων και απελπισμένων ανθρώπων είχε τη δύναμη να ταυτιστεί μαζί τους. Ναι. Αυτή ἡ ταύτιση τοῦ Θεανθρώπου με το φυλακισμένο—τον κάθε παράνομο και παραβάτη— αποτελεί και το μεγαλείο τοῦ Χριστιανισμού. Ένα μεγαλείο πρωτόγνωρο και πρωτάκουστο. Ὁ Θεός να ονομάζει «αδελφούς» Του, ὄχι μόνο τούς δίκαιους, αλλά και τούς αμαρτωλούς.

 

Το μεγάλο ηθικό και κοινωνικό μας λάθος, είναι, να διαχωρίζουμε τούς ανθρώπους σε δίκαιους και αμαρτωλούς· σε ανώτερης και κατώτερης τάξης ανθρώπους· σε πρόσωπα φιλικά και σε πρόσωπα απωθημένα στη σκέψη και, προπάντων, στήν καρδιά μας.

 

Σε μια του ερμηνευτική ομιλία στις Πράξεις των αποστόλων, ὁ ιερός Χρυσόστομος, ελέγχει μ’ έντονο τρόπο αυτούς πού περιφρονούν τούς φυλακισμένους, ὅταν τούς παρατηρεί, λέγοντας:

«Αισχυνέσθωσαν οι λέγοντες, “μη ευ ποίει τούς ἐν ταις φυλακαίς”». Ας ντρέπονται εκείνοι πού λένε «μη ευεργετείς και μη κάνεις καλό στούς φυλακισμένους»! Και συνεχίζοντας, αναφέρει γιά παράδειγμα τούς «βαρβάρους» —δηλαδή, τούς ιθαγενείς της Μάλτας—, οι οποίοι, όλους εκείνους τούς φυλακισμένους, πού ναυάγησαν με τον απόστολο Παύλο, τούς θεώρησαν άξιους φιλανθρωπίας και φιλοξενίας. Γι’ αυτό και ὁ μέγας κήρυκας τοῦ άμβωνα, ὁ Ἰωάννης, διακηρύττει προς όλους: «Αισχυνθώμεν τούς βαρβάρους». Ας ντραπούμε τούς «βαρβάρους», δηλαδή τούς ἄγνωστους εκείνους ιθαγενείς, πού έδειξαν τήν ανωτερότητά τους.

«Πάντες γάρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης τοῦ Θεού » (Ρωμ. Γ΄23).

Εφόσον όλοι είμαστε αμαρτωλοί, τότε με ποιό δικαίωμα θα κρίνουμε τούς άλλους γιά τα λάθη και τις αμαρτίες και τα εγκλήματά τους; «Συ τiς εί ὁ κρίνων αλλότριον ικέτην»; (Ρωμ. 4).

 

Οι συνάνθρωποί μας έχουν ανάγκη απ’ τήν αγάπη μας και ὄχι απ’ τήν κρίση και τήν κατάκρισή μας. Χρειάζονται τη βοήθειά μας και ὄχι τήν ετυμηγορία μας. Ἡ απρόσωπη δικαιοσύνη τούς καταδίκασε γιά τα ποινικά τους αδικήματα. Βρέθηκαν ένοχοι απέναντι τοῦ νόμου, και ὁ νόμος είναι ὁ μόνος κριτής των πράξεων εκείνων, πού διασαλεύουν τήν κοινωνική ευρυθμία. Από κει και πέρα, το λόγο τον έχει ἡ αγάπη και ἡ συμπόνια, ἡ στοργή και ἡ αλληλεγγύη, ἡ προσωπική μας βοήθεια καί συμπαράσταση στη δύσκολη ζωή τοῦ περιορισμού της φυλακής. Προπάντων ἡ πνευματική μας προσφορά, ώστε με κάθε τρόπο να τούς χαρίσουμε παραμυθία και τρόπους γιά εσωτερική αυτογνωσία και μετάνοια.

 

Ὁ μέγας απόστολος των εθνών, ὁ Παύλος, γνώρισε πολλές φορές τη φυλακή γιά χάρι τοῦ Χριστοῦ και τοῦ Ευαγγελίου. Ασφαλώς και συνδεσμίους θα συνάντησε πολλούς, με τούς οποίους και θα συνωμίλησε. Είχε πείρα της φυλακής. Ανάμεσα στα πολλά παθήματα υπέρ Χριστοῦ, συγκαταλέγει και τίς φυλακίσεις: «Ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαίς υπερβαλλόντως, εν φυλακαίς περισσοτέρως...» (Β΄Κορ. ΙΑ΄ 23). Γι αυτό και συμβουλεύει τούς χριστιανούς να θυμούνται τούς φυλακισμένους και να συμπάσχουν, σαν νάναι κι αυτοί φυλακισμένοι: «Μιμνήσκεσθε των δεσμίων ως συνδεδεμένοι» (Ἑβρ. ΙΓ΄ 3).

Μιλώντας γιά τήν έννοια τοῦ “αγαθού”, δηλαδή, γιά το καλό, πού θα πρέπει πάντα να επιτελούν οι χριστιανοί, ὁ ιερός Χρυσόστομος, ανάμεσα στ’ άλλα, αναφέρει και τίς επισκέψεις στις φυλακές. «Ώστε και εις δεσμωτήριον εισιέναι και τούς δεδεμένους επισκέπτεσθαι και αρρωστούντας επισκοπείν και θλιβομένους παραμυθείσθαι...».

 

Ἡ ἐπίσκεψη στις φυλακές —αρχή τήν οποία έχει πάντοτε ἡ χριστιανική και εκκλησιαστική “Πρόνοια”— προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στούς φυλακισμένους αδελφούς μας. Τους ανακουφίζει και παρηγορεί στις τόσο τραγικές στιγμές τῆς ζωής τους.

Πόσες ψυχές βρήκαν το δρόμο προς τον Χριστό, μέσα στη φυλακή! Πόσοι ξανάρχισαν μια καινούργια ζωή! Υπήρξε περίπτωση, πού κάποιος φυλακισμένος, μετά τήν ἐπιστροφή του στο Χριστό, δημιούργησε ολόκληρο κύκλο συναγωνιστῶν του —ὄχι, βέβαια, γιά συνομωσίες και ληστεῖες— αλλά γιά συμμελέτη τῆς Ἁγ. Γραφῆς και προσευχή.

Ἐδῶ στήν Αθήνα, ανώτερος δικαστικός λειτουργός μετά την ἀφυπηρέτησή του, δημιούργησε με δική του πρωτοβουλία, εἰδική ὑπηρεσία γιά χριστιανική συμπαράσταση στούς κρατουμένους.

Ἡ δική μας ἐπίσκεψη ἄς γίνεται με τήν προσευχή μας.

 

Κορυφή