Ιδού ο Νόμος!

Ιδού ο Νόμος!

«Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περί

ἁμαρτίας;» (Ιω. 8,46)

 

Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να διορθώσουν τον κόσμο ή, τουλάχιστον, καθένας επιθυμεί να φτιάξει έναν κόσμο μέσα του, μεγάλο ή μικρό. Ο κάθε άνθρωπος όμως, θέλει να φτιάξει τον κόσμο κατά τον δικό του τρόπο. Έναν κόσμο που θα αποτελεί τον κανόνα του, τον «παράδεισό» του, ολόκληρη την ζωή του. Το είναι του. Κάπως έτσι από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο στην ηλικία, από τον φτωχότερο ως τον πλουσιότερο, από τον αμόρφωτο ως τον παραμορφωμένο, από τον επιστήμονα μέχρι τον ψευτο-επιστήμονα, όλοι τρέχουν σ’ έναν δρόμο φυγής, όπου η φαντασία δημιουργεί αυτό που θέλει σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά πάντοτε σαν θεία δίκη καταρρέει ένας ακόμη πύργος, επιστρέφοντας έτσι στα ίδια.

Γιατί τελικά αυτό που παρουσιάζεται, δεν είναι τίποτα νέο, απλώς μία αλλαγή του διάκοσμου. Έτσι ξεκινάει ένα δράμα. Αυτός που εισβάλλει στον κόσμο του, επιβάλλει τον νόμο του· την δικαιοσύνη του. Σαν ένοχος ο ίδιος, κατηγορεί για λάθη, για έγκλημα, για αδικία, όποιον δεν είναι από τον «κόσμο» του, όποιον δεν είναι σαν αυτόν, «ὡς οὗτος ὁ τελώνης» (Λουκ. 18,12). Έτσι παίρνει μαζί του μόνο τους δικούς του, αυτούς που είναι «της δικαιοσύνης» του. Έτσι όμως συντελείται ένας νεώτερος καταποντισμός της κοινωνικής Ατλαντίδος. Μία ακόμη κοινωνία βυθισμένη σε ένα απόλυτο χάος, από κόσμους προικισμένους με δικαιώματα, νόμους, λάθη, ενοχές, τεχνηέντως όμως ασαφείς και άκρως ύποπτους στο σύνολό τους. Γιατί ο άνθρωπος «κτίζει» έναν κόσμο σύμφωνα με την δική του δικαιοσύνη και τον δικό του νόμο, αναγνωρίζοντας στον εαυτό του το δικαίωμα, να τον επιβάλλει κατά το προσωπικό του δοκούν και να ενοχοποιεί εύκολα αυτούς που δεν υποτάσσονται. Απόδειξη του προτέρου «οι δίκαιες μέρες» των ημερών μας. Όπως άδει ένα λαϊκό άσμα: «όλο νόμοι και αστυνόμοι και σπανίως υπονόμοι το κακό παραμονεύει και την χώρα υπονομεύει». Ποιοι όμως υπονομεύουν; Πολύ απλά· οι άρχοντες του κοσμικού και θρησκευτικού στερεώματος και ο συνακόλουθος όχλος τους, κοινοί αυλοκόλακες, οι οποίοι τυγχάνουν εχθροί του θεϊκού νόμου και πιστοί συνεργάτες του Σατανά, ο οποίος ψάχνει εναγωνίως για συνενόχους, οπότε και αυτοί με την σειρά τους για να μην αισθάνονται μόνοι τους, παρασύρουν τον λαό ποικίλοις τρόποις και κυρίως με την πειθώ της βίας τους, στα κακόφημα στέκια τους, για να έχουν παρέα. Να είναι όλοι οι άνομοι συντροφιά στον ιδεολογικό τους τεκέ.

 

Κι όμως ιδού ο Νόμος!

Υπάρχει ο θεϊκός νόμος που δόθηκε στον Μωυσή θέτοντας μία τάξη δικαιοσύνης ανάμεσα στους ανθρώπους και υποδεικνύοντας τον αρεστό τρόπο ζωής σύμφωνα με τις θεϊκές απαιτήσεις. Συν τοις άλλοις έρχεται ο Χριστός με την επί του Όρους ομιλία του και συμπληρώνει τον ήδη υπάρχοντα νόμο, αποκαλύπτοντάς τον στην ανθρωπότητα. Αποκαλύπτοντας την πραγματική δικαιοσύνη. «Δικαιοσύνη γάρ ἀθάνατος ἐστιν» (Σοφ. Σολ. 1,15).

Έρχεται λοιπόν και ανοίγει εκ νέου τον μέχρι τούδε κλειστό παράδεισο, δίνοντας την ευκαιρία στον άνθρωπο να αναγεννηθεί. Να προσεγγίσει την αληθινή ζωή μέσω όμως της δικαιοσύνης του Θεού πατέρα. Έτσι θα χορτάσει ο άνθρωπος την πείνα του, την πνευματική κατά κύριο λόγο, αλλά και την υλική. Έτσι λοιπόν η δικαιοσύνη του Θεού εγγυάται, ότι ο άνθρωπος δεν είναι εγκαταλελειμμένος στους τυράννους, στους δεσπότες, στους καίσαρες, που φτιάχνουν τον νόμο σύμφωνα με τις δικές τους τις αντιλήψεις, τα πολύτροπα γούστα τους, τα αλλόκοτα βίτσια τους, τις γενικότερες ιδιοτροπίες τους και προπάντων τις επιρροές και την παθολογική εξάρτηση από τον δαιμονικό εθισμό τους.

Κάποτε ο άνθρωπος ήταν το παίγνιο των αρχαίων θεών. Με αυτόν «διεσκέδαζαν» οι θεοί. Για μεγάλο διάστημα, οι υπηρέτες, ήταν τα όργανα της νοσηρής φαντασίας των ευγενών. Αυτό το ίδιο πράγμα, κάποιοι στις μέρες μας, αυτοί που ανήκουν «στην καλή κοινωνική τάξη» πάνε να επαναφέρουν οικειοποιούμενοι για λογαριασμό τους, μέσω ποικίλων καλοσχεδιασμένων επανεκκινήσεων του προγραμματισμένου ανθρωπίνου ρομπότ, νομίζοντας ότι έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν τον νόμο τους, τον άνομο, στους υπηκόους τους. Νομίζουν ότι έχουν το δικαίωμα. Ποτέ δεν αναρωτήθηκαν όμως ως πού φτάνει αυτό το δικαίωμα.

Αλλά πρώτος από όλους, και πιο επώδυνα, ο ίδιος ο Χριστός βρέθηκε αντιμέτωπος με την κάστα των ανόμων. Ο Δίκαιος συναντάει την αντίσταση των αδίκων. Κοντράρεται με αυτούς που αρνούνται την σωτηρία. Βλέπουμε την θλίψη του μπροστά στην απιστία των Ιουδαίων, ακόμη και των μαθητών του, πολύ περισσότερο «των ισχυρών». Βλέπει τους ανθρώπους να κλωτσάνε την ευτυχία τους. Βλέπει αυτούς να εμμένουν «στην σοφία του κόσμου τούτου», του κόσμου που αντιτίθεται στον Θεό. Βλέπει το «κατεστημένο» του Ναού να τον πολεμάει κατά τον χυδαιότερο τρόπο. Οπότε αναγκάζεται και διακηρύττει ότι ο ναός θα καταστραφεί και η θρησκεία τους θ’ αλλάξει. Προαναγγέλλει δε ότι θα θεμελιώσει δική του Εκκλησία, πάνω στις δικές του βάσεις που ήδη έχει ξεκινήσει και τις τοποθετεί. Έτσι λοιπόν ο θεωρούμενος από τους φαρισαίους και το διεφθαρμένο ιερατείο, ως ασεβής, βλάσφημος, φανατικός, πλάνος, τρομοκράτης, έρχεται και χτυπάει κατάμουτρα αυτούς, τους πλανεμένους, συμβουλεύοντας τους μαθητές του: «…ἐάν μή περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καί φαρισαίων, οὑ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματ. 5,20). Όποιος, λέγει, ακολουθήσει το παράδειγμα του φαρισαίου «σταθείς πρός ἑαυτόν ταῦτα προσηύχετο» (Λουκ. 18,11), ταπεινωθήσεται. Η δικαιοσύνη του Χριστού διεκδικεί ένα ανώτατο επίπεδο, διαχωριζόμενη απόλυτα από το εκχυνόμενο δηλητήριο του φαρισαϊσμού της εξουσίας των δυνατών, ειδικά στις πονηρές μέρες μας.

Παρόμοια ο Χριστός σήμερα διαχωρίζεται από όλους αυτούς που είναι ικανοποιημένοι και βολεμένοι μέσα στη δικαιοσύνη τους, την ευσέβειά τους ή στη γνώση τους, στη δύναμή τους, στην απληστία τους. Απ’ όλους αυτούς που έπλασαν έναν κόσμο πλούσιο και ποικίλο, ώστε να μην αισθάνονται την ανάγκη της αιωνιότητος. Ως εκ τούτου ζουν για τον εαυτό τους αποκλειστικά και τους ομοίους τους. Στηριγμένοι στην αυτάρκειά τους αποφεύγουν να σκεφθούν εκείνον που τους δημιούργησε. Οπότε η θρησκεία είναι καταφρονητέα ποσότης. Έχασε την χρησιμότητά της και έτσι το σύνθημα που ποδηγετεί τους αντίθεους είναι: «Προς Θεού, όχι άλλο θρησκεία».

Γι’ αυτό λέγει ο Χριστός στις μέρες μας με πόνο, επειδή βλέπει ότι η ζωή παραθεωρείται και εκμηδενίζεται «Οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωήν ἔχητε» (Ιω. 5,40). Τρέχετε προς άλλους. Κι όμως ο δίκαιος Χριστός κρατάει στα χέρια του το δώρο της ζωής. Ανανεώνει τη ζωή, θεραπεύοντας σώμα και ψυχή και γίνεται ο ίδιος Άρτος ζωής. Προσφέρει την ίδια του την ζωή, ενώ εμείς αναζητάμε την ζωή μέσα στον θάνατο.

Στις φαρισαϊκοδιακηρύξεις και υποσχέσεις των αρχόντων του αιώνος τούτου, των ποικίλων «ιατρών», που έρχονται να προσφέρουν ίαση με ανορθόδοξους καθ’ όλα τρόπους ο Χριστός συμβουλεύει· «ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν». Εσύ που το παίζεις γιατρός γιάτρεψε πρώτα την χολεριασμένη σου ψυχή και μετά έλα να προσφέρεις ίαση και στον άρρωστο λαό. Αυτόν που κατ’ ουσίαν τον αρρώστησες εσύ ο ίδιος. Έτσι θα έχεις κύρος σαν αληθινός ιατρός.

Αλλά αυτός είναι ο κύριος λόγος της βιαίας εξορίας του Χριστού από τα δρώμενα της ζωής μας και το ζωτικό επίκεντρο. Γιατί έρχεται ως δίκαιος κριτής ως άγιος νομοθέτης και διαλύει τα ψεύτικα σχήματα των ανθρώπων, τους λανθασμένους νόμους και τα υπόλοιπα παρασκηνιακά σκευάσματά τους. Αυτό το κάνει, όχι με μεγάλες θεωρίες και σπάνια ρητορικά σχήματα, που το μόνο που διασφαλίζουν είναι ο εντυπωσιασμός του όχλου. Αυτά ούτως ή άλλως είναι τα χαϊμαλιά των παλιάτσων πολιτικάντηδων που σκεπάζουν την ασχήμια τους. Αυτός προσεγγίζει τον λαό με παραβολές και με εκφραστικούς τρόπους. «Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι». Αλλά αυτό επισημοποιεί την θεϊκή του ταυτότητα, οπότε τρέμουν οι άνομοι μέσα στο κρησφύγετο της ληστρικής ψυχής τους. Προπάντων δηλώνει επισήμως, ότι όλο το κακό ξεκινάει από τα βάθη της ύπαρξής μας «ἐκ γάρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοί πονηροί φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι.» (Ματ. 15,19). Διδάσκει σ’ όλους μας, ότι μέσα μας κυοφορούνται δύο όψεις του εαυτού μας. Το φως και το σκότος. Οπότε «ὅστις θέλει… ἀκολουθείτω». Ακολουθείτω το φως. Γι’ αυτό ο Χριστός λυπάται για τον πλούσιο νεανίσκο, που ενώ είχε την διάθεση, αρνήθηκε να προχωρήσει προς την τελειότητα. «ἦν γάρ πλούσιος».

 

Κι όμως ο νόμος είναι ένας.

Ιδού ο νόμος! Είναι αυτός που ερμηνεύει την ορθή δομή της ζωής και αποτελεί τον υγιή σπόρο, που θα αποδώσει άφθονη σοδιά. «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περί ἁμαρτίας;». Κατ’ επέκταση, ποιος από εσάς είναι ο αναμάρτητος που θα σηκώσει λίθο για να λιθοβολήσει «την ανομία»; Και στο κάτω κάτω της γραφής, ποια είναι η ανομία; «τό ἀνίπτοις χερσί φαγεῖν;».

Αυτές οι καθαρές δηλώσεις του Χριστού ήταν ο καταπέλτης στον φαρισαϊσμό της εποχής του που ανέκοπτε την προέλασή του. Γι’ αυτό και τον σταύρωσαν· προκειμένου να «ησυχάσουν». Έτσι στις μέρες μας οι σύγχρονοι φαρισαίοι, πιο επικίνδυνοι, πιο εγκληματικοί, μη κρυπτόμενοι όπισθεν του όχλου, αντιθέτως προκλητικά εμφανείς οι ίδιοι, με σταυρωμένο τον Χριστό στη συνείδησή τους προχωρούν ακάθεκτοι στις ιδεολογικές ιμπεριαλιστικές επινοήσεις τους, προελαύνοντας βλάσφημα ενώπιον Θεού και πιστών ανθρώπων. Οι δε εισαγγελείς της εποχής μας έχουν καταστεί μαρμαρωμένοι βασιλιάδες και στέκονται άπραγοι εμπρός στο πολύτροπο έγκλημα. Μάλλον πολλοί απ’ αυτούς υπαναχωρούν στην θέσπιση της ανομίας κατά της έννομης τάξης, γιατί έτσι τους προστάζουν. Κι όμως η θεϊκή πρόταση άλλα επιτάσσει· «ἀγαπήσατε δικαιοσύνην οἱ κρίνοντες τήν γῆν» (Σοφ. Σολ. 1,1).

Έμπροσθεν λοιπών των πρωτοφανών αυτών διώξεων που συνθέτουν το α-Χριστο σκηνικό των ημερών μας, κανείς δεν ενδιαφέρεται να ανοικοδομήσει τον κόσμο και να δώσει ένα νέο ξεκίνημα στην ιστορία. Ξεκίνημα προς την ευτυχία όμως όχι προς την δυστυχία, που χόρτασε η κοινωνία. Έναν κόσμο δομημένο πάνω στην τάξη, στον νόμο, στην αλήθεια. Έναν κόσμο διάφανο και καθαρό και όχι βρώμικο και ψευδή όπως τον βιώνουμε στις μέρες μας μέσα στην απάτη των ισχυρών. Ο Μπετόβεν είχε πει ότι με την 9η συμφωνία του είχε ανοικοδομήσει τον κόσμο μες την χαρά, παρ’ όλο που τότε που την έγραφε ήταν κουφός. Γι’ αυτό λοιπόν στις μέρες μας δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη, γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος που να θέλει να ανοικοδομήσει τον κόσμο κατά κάποιο τρόπο ευγενή. Οπότε δεν εφαρμόζεται και ο νόμος του Αγίου Πνεύματος να οδηγήσει τον άνθρωπο στη ζωή. Οπότε δεν υπάρχει και πνευματικότητα στην κοινωνία. Όμως ο Χριστός πρώτιστα μας ζητάει να στραφούμε στο εσωτερικό μας, όχι να αλλάξουμε τις δομές της κοινωνίας και των ανθρώπων. Αλλά να αλλάξει ο καθείς μας την καρδιά του, τις αρχές του, τις αξίες του, σύμφωνα με το αξίωμα της δικαιοσύνης, της αγιότητος και της ζωής όπως την έθεσε ο Θεός. Με αυτό τον τρόπο θα έλθει και η αλλαγή στην ευρύτερη κοινωνία.

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή