Ο ΛΥΧΝΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΛΥΧΝΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Λέγει ο Κύριος· «το λυχνάρι του σώματος είναι ο οφθαλμός» (Ματθ. 6,22). Το φως, το φανάρι που φωτίζει τον άνθρωπο υλικά είναι ο οφθαλμός του. Με αυτόν επι­κοινωνεί με τον υλικό κόσμο, κινείται, δρα, εργάζεται, απολαμβάνει τις ομορφιές της φύσεως, μελετά βιβλία, παρατηρεί τα πάντα, απολαμβάνει την τέχνη στις διάφορες οπτικές μορφές της. «Εάν λοιπόν ο οφθαλμός σου είναι υγιής, όλη σου η ύπαρξη φω­τίζεται, απολαμβάνει τον κόσμο, δημιουργεί, επικοινωνεί, μετέχει της ζωής. Αντίθε­τα, εάν το μάτι σου είναι ελαττωματικό και χαλασμένο, τότε βυθίζεσαι στο σκοτάδι, εί­σαι τυφλός, ανίκανος για οτιδήποτε. Κατά παρόμοιο τρόπο, εάν ο εσωτερικός σου οφθαλμός (ο νους, η συνείδηση) είναι χαλασμένος και ελαττωματικός, τότε πόσο με­γάλο είναι το εσωτερικό σκότος, που ζεις και κινείσαι;».

Μιλάμε με πόνο και συμπάθεια για τους σωματικά τυφλούς και λησμονούμε εντε­λώς τους πνευματικά τυφλούς. Κι όμως πολλοί τυφλοί ανακάλυψαν τον Χριστό και συνδέθηκαν μαζί του, ενώ οι ανοιχτομάτηδες γραμματείς, φαρισαίοι, αρχιερείς και ιερείς όχι μόνο δεν τον γνώρισαν σαν Θεάνθρωπο, αλλά τον θεώρησαν εχθρό του Θεού και φρόντισαν να τον φονεύσουν. Συνεπώς το φοβερό είναι η πνευματι­κή ανα­πηρία και όχι η σωματική.

Λίγο πιο πάνω (Ματθ. 6,19-21) ο Χριστός είχε μιλήσει για το λάθος που κάνουν οι άνθρωποι να φροντίζουν πάσει θυσία και με όλες τους τις δυνάμεις να αποκτούν θη­σαυρούς, που είτε το φυσικό κακό (πυρκαγιά, σεισμός, καταποντισμός, και άλλα πα­ρόμοια) είτε το ηθικό κακό (κλέφτες, πόλεμοι, καταστροφές που προκαλούν οι άν­θρωποι) τους καταστρέφει και τους εξαφανίζει. Είχε δε προτείνει στους ανθρώπους να ενδιαφέρονται για τους ουράνιους θησαυρούς (ελεημοσύνη, κοινωνική προσφορά, συμμετοχή στις ανάγκες των άλλων), που δεν μπορεί τίποτα να τους καταστρέψει και είναι ασφαλείς και αλώβητοι συνεχώς.

Επισήμανε δε ο Χριστός ότι όπου είναι ο θησαυρός μας εκεί είναι και η καρδιά μας, το ενδιαφέρον μας, η μέριμνά μας, ο προσανατολισμός μας. Η επιθυμία μας για θησαυρούς είναι αυτή που κατευθύνει όλη την ζωή μας. Συνεπώς είναι θέμα ζωής και θανάτου ποιοι θησαυροί μας ενδιαφέρουν και μας απασχολούν.

Το πόσο αληθινή και σωστή είναι η διδαχή αυτή του Χριστού φαίνεται στη σύγ­χρονη ζωή και ιστορία. Το ιδανικό όλων των κρατών υπήρξε τα τελευταία χρόνια το κατά κεφαλήν εισόδημα. Το να προσπαθείς όμως με κάθε να αυξήσεις το κατά κεφα­λήν εισόδημα, χωρίς να ενδιαφέρεσαι καθόλου και χωρίς να προτάσσεις την κατά κε­φαλή καλλιέργεια, είναι το άκρον άωτον της μωρίας. Για να το εννοήσουμε αυτό θα αναφέρω μια πραγματική σύγχρονη ιστορία. Σε μεγάλο κοσμικό κέντρο διασκεδάσε­ως των Αθηνών εργαζόταν κάποιος το 1992 ως σερβιτόρος. Η οικονομική ευχέρεια τότε καλά κρατούσε στην Ελλάδα και ο κόσμος διασκέδαζε κατά τρόπο συβαριτικό. Ο σερβιτόρος για καθημερινή εργασία από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 6 το πρωί ελάμ­βανε 70.000 δρχ και με τα φιλοδωρήματα των διαφόρων επωνύμων και μη έφθανε συνολικά τις 500.000 την βραδιά. Ενώ όμως οι απολαβές του ήταν αστρονομικές δεν έκανε ποτέ περιουσία, γιατί έπαιζε σε καζίνο, κάπνιζε ακριβά ναρκωτικά, είχε σχέσεις με γυναίκες ελευθερίων ηθών. Το ίδιο το σύστημα που τον ενίσχυε πλουσιο­πάροχα, το ίδιο τον ωθούσε σε μια ζωή πολυέξοδη και άσωτη με αποτέλεσμα να μην αποκτήσει ποτέ περιουσία.

Συνεπώς εκείνο που προέχει είναι η κατά κεφαλή καλλιέργεια. Η ανάπτυξη του χαρακτήρα, της κρίσεως, της ηθικής του κάθε ατόμου. Η συνειδητοποίηση ότι τα αγαθά μας αποκτούν αξία, όταν διαχέονται στην κοινωνία. Το να συσσωρεύεις αγαθά και να τα κρατάς μόνο για το άτομό σου αυτό σε φέρνει στην κατηγορία του σαρκο­φάγου ζώου, που αποθηκεύει το μέρος που περισσεύει από την λεία του μέσα στο χώμα, μη αντιλαμβανόμενο ότι, αν μείνει εκεί πολύ, σαπίζει και καταστρέφεται χω­ρίς να μπορεί να το επωφεληθεί άλλο. Αντίθετα η κοινωνική προσφορά και αλληλεγ­γύη δίνει αξία και σπουδαιότητα στα υπάρχοντα μας και τα ασφαλίζει κι αυτά κι εμάς. Αυτή μας καθιστά κατά χάρη θεούς, οι οποίοι φροντίζουμε για το όλο σώμα της ανθρωπότητας και γινόμαστε χορηγοί ζωής, χαράς, ευτυχίας, γαλήνης και κοινω­νικής ηρεμίας.

Πλούσιος χωρίς κοινωνική προσφορά, λέγει ο άγιος Χρυσόστομος, είναι·

γιατρός που δεν θεραπεύει τους άλλους, αλλά κρατά την επιστήμη του μόνο για τον εαυτό του,

στρατηγός που δεν νοιάζεται για το στράτευμά του, αλλά απλώς ενδιαφέρεται για τα γαλόνια και τις τιμές,

κυβερνήτης που τη θέση του την κρατά όχι για να υπηρετεί το κράτος, αλλά για να ικανοποιεί τον εγωισμό και την ιδιο­τέλειά του,

πηγή που δεν αφήνει το νερό της να ξεδιψάσει τους διψασμένους,

εστιατόριο που κρατά τα φαγητά στην κουζίνα και δεν τα παρέχει στους πελάτες,

ξενοδοχείο που έχει τα δωμάτια του άδεια και αχρησιμοποίητα, ενώ πλήθος αν­θρώπων ζητούν να φιλοξενηθούν.

Ο Κύριος συνεχίζοντας την διδαχή του λέγει ότι δεν μπορούμε να έχουμε δύο Κυρίους. Αναγκαστικά θα πρέπει να κρατήσουμε τον ένα και να διώξουμε τον άλλο. Ας διαλέξουμε ποιον θέλουμε για Κύριο· τον Χριστό ή τον μαμωνά (το χρήμα). Ο άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το χωρίο αυτό φρίττει, διότι κατεβάζουμε τον Χριστό στο επίπεδο του άψυχου και χωρίς ζωή παντοειδούς χρήματος. Διαλέγουμε μεταξύ Χριστού και μαμωνά και τις περισσότερες φορές προτιμούμε τον μαμωνά. Ο Χριστός μας δίδει την ζωή και εμείς πάνω στην τρέλλα μας μιλάμε για «ζωτικά συμ­φέροντα», «ζωτικές ανάγκες», «ζωτικά εδάφη» και εννοούμε πράγματα που έχουν υλική οικονομική αξία, την οποία μετράμε σε χρήμα. Η ειδωλολατρία στο ζενίθ και την αποκορύφωσή της.

Και ο Χριστός προχωρεί και επιτείνει την διδαχή του. Αφήνει τον πλούτο και τον θησαυρισμό και έρχεται στα εντελώς αναγκαία και απαραίτητα.

«Μη αγωνιάτε για την ζωή σας τι θα φάτε, τι θα πιείτε, ή για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι ανώτερη από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; Ο Θεός που έδωσε την ζωή και το σώμα θα μας δώσει κι αυτά που χρειάζονται».

«Δεν βλέπετε τα πουλιά, που είναι κατώτερα από σας και που δεν σπείρουν ούτε θερίζουν ούτε αποθηκεύουν ο πατέρας σας ο ουράνιος τα τρέφει. Εσείς που είσθε ανώτεροι από αυτά δεν θα ενδιαφερθεί πολύ περισσότερο»; Ο Κύριος εδώ θα μπο­ρούσε να αναφέρει ως παραδείγματα τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, τον Μωυ­σή, τον Ηλία, τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και άλλους αγίους της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν το κάνει όμως, γιατί η συνήθης απάντηση των πιστών είναι «μα αυτοί ήταν άγιοι». Τους παραπέμπει λοιπόν στα άλογα ζώα διά να τους φιλοτιμήσει. Αυτά που έχουν αυτά εκ φύσεως να τα αποκτήσουν αυτοί με την προαίρεση και την πίστη.

«Έπειτα τι κερδίζετε με την μέριμνα; Μπορείτε μεριμνώντας να αυξήσετε το ανάστημα σας κατά ένα πήχυ»; Η πρόνοια του Θεού είναι αυτή που αυξάνει το σώμα σας και όχι η μέριμνα.

«Δεν βλέπετε επίσης τα άνθη του αγρού πόσο όμορφα στολισμένα είναι. Δεν κο­πιάζουν ούτε γνέθουν κι όμως ούτε ο Σολομών δεν ήταν τόσο στολισμένος όπως αυτά. Αυτά τα εφήμερα και ελάχιστα, που σήμερα τα χαιρόμαστε κι αύριο –όταν ξη­ραθούν– τα ρίχνουμε στη φωτιά, ο Θεός τόσο ωραία τα ντύνει και θα αφήσει εσάς ολιγόπιστοι;

»Μη λοιπόν έχετε άγχος τι θα φάτε, τι θα πιείτε, τι θα ντυθείτε. Έτσι ενεργούν οι ειδωλολάτρες. Γνωρίζει ο πατέρας σας ο επουράνιος ότι έχετε αυτές τις ανάγκες σας και θα σας τις καλύψει. Εσείς να ζητείτε την βασιλεία του Θεού και τη δόξα του Θεού και όλα αυτά θα σας προστεθούν». Ερμηνεύει ο άγιος Χρυσόστομος σ' αυτό το σημείο ότι «δεν θα τα χάσετε αυτά, αλλά επιπλέον θα τα έχετε κι αυτά».

Ας διατηρήσουμε το λύχνο της ψυχής μας υγιή, εφαρμόζοντας τις παρακαταθήκες που μας άφησε ο Χριστός μας. Ας έχουμε παντού και πάντοτε «νουν Χριστού».

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή