Εκείνοι που μετέχοντας στη διακυβέρνηση του πλοίου, –αν και έχουν καταθέσει ψυχή και αίμα για το γενικό καλό–, κατασυκοφαντούνται αδίκως, έχουν τρεις πολύ καλούς συνηγόρους και μια άριστη άμυνα:
Την ίδια την αλήθεια, την προσωπική τους υπομονή και το χρόνο.
Η αλήθεια, στέκεται πάντα, πάνω από τα πράγματα και κινδυνεύει τόσο από τη συκοφαντία του κάθε κακοπροαίρετου όσο και η αχτίδα του ήλιου που πέφτει στη λάσπη. Όσο και να συρθεί εκεί μέσα, δεν είναι μακριά η στιγμή, που θα σηκωθεί ψηλά και θα λάμψει πάλι.
Και μετά υπάρχει ο χρόνος.
«Ο χρόνος, που ακόμη κι αν αργήσει πολύ, θα τα εξηγήσει όλα. Είναι μεγάλος ομιλητής και δεν θέλει να του κάνεις ερωτήσεις».
Αυτά έλεγε ο Ευριπίδης, γνώριμος, σοφός και παλιός ταξιδιώτης πάνω στο Μεθυσμένο καράβι, πολλά χρόνια πριν.
Όμως εξίσου σωστό είναι, ότι ο έντιμος άνθρωπος που θα πέσει στο στόχαστρο τη κακεντρέχειας των συνανθρώπων του θα ταλαιπωρηθεί αδίκως, γιατί το στίγμα της λάσπης τους, θα τον ακολουθήσει για κάποιο διάστημα.
Και γιατί πέραν των επιδόσεων του εκάστοτε κακοπροαίρετου στη συκοφαντία, υπάρχει πάντα (για το θύμα) και μια ανθρώπινη διάσταση.
Μα διάσταση ηθικού και συναισθηματικού περιχεομένου, αφού συνθλίβεται, η τιμή και η υπόληψη, ενός έντιμου δίκαιου και σωστού ανθρώπου, κάτω από την μπότα μιας «ψευδαίσθησης» «ψυχολογικής» εξουσίας, που αισθάνεται να κατέχει πάνω στον οποιονδήποτε ιθύνοντα, ο εκάστοτε κακεντρεχής
Ο άμεμπτος ιθύνων, δεν έχει εκ των πραγμάτων τη δυνατότητα να παλέψει τους κακοήθεις και την τέταρτη εξουσία με τα ίδια όπλα, που τον πολεμάει εκείνη.
Είναι σαν κάποιος να αμύνεται με πέτρες, την ώρα που ο αντίπαλος, του πετάει πυρηνικά.
Κι έτσι η ψυχή του καλείται να τραγουδήσει το πιο λυπημένο άσμα της μέσα στο σκοτάδι της δοκιμασίας, όπως το αηδόνι που τα καλύτερα τραγούδια του, τα κελαηδάει μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.
Πώς αντιμετωπίζει το διασυρμό του;
Αν το Θύμα, διακατέχεται από σπάνιο αλτρουισμό και καρτερικότητα, κι αν δεν επιθυμεί να γίνει αυτόχειρας, τότε μπορεί με μεγαλοψυχία που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια και περιμένοντας το χρόνο να τον δικαιώσει, να ενστερνιστεί μια παροιμία που λένε οι επιβάτες:
«Εκεί που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι.
Ή ακόμη καλύτερα
«Κάνε το καλό και ρίχτο στο γιαλό»
Βέβαια, ο γιαλός είναι μίλια μακριά, όταν το καράβι ταξιδεύει καταμεσής του πελάγου, Κι έτσι μέχρι να βρεθεί στεριά, δοκιμάζεται σκληρά η υπομονή και η αντοχή του θύματος.
Πάντως, όταν με το καλό πλησιάσουν σε καμιά παραλία, ο άνθρωπος αυτός κάνει συνήθως το εξής·
1. Ξεφορτώνεται βιαστικά το καλό, πετώντας το στο γιαλό, όπως συμβουλεύει η πονετική παροιμία (και μάλιστα με ανακούφιση).
2. Ρίχνει πίσω του μια μούντζα και δέκα φάσκελα (για να μην τα ρίξει στον εαυτό του)
3. Αν του βρίσκεται πρόχειρη και καμιά μαύρη πέτρα την ρίχνει κι αυτή πίσω του. (Για να εκπαιδεύσει τον εαυτό του να ενδιαφέρεται στο εξής μόνο για τα δικά του προβλήματα και να για μην του περάσει ποτέ πια ξανά από το μυαλό η ιδέα να ασχοληθεί με τα προβλήματα των άλλων).
Μετά ακουμπισμένος στην κουπαστή και αγναντεύοντας τη θάλασσα προσπαθεί θρηνώντας –αφού η ανταμοιβή του ήταν το «δίχως κέρδος κέρατα»– τουλάχιστον να αφομοιώσει το μάθημα:
«Το καθήκον να διατηρηθεί το Μεθυσμένο καράβι, εκτός ακτίνας δράσης του κακού, πέρα από τη χυδαιότητα και τα κροκοδείλια δάκρια μιας κοινωνίας που κλαίει για την ίδια της τη μετριότητα, δεν είναι προσωπικός αγώνας δρόμου, για έναν, ή δυο ή πέντε, ανθρώπους».
Διαπιστώνει –ευτυχώς–..., ότι χρειάζονται πολλοί περισσότεροι.
Επειδή τελικά, φαίνεται πως δεν υπάρχουν επιβάτες πάνω στο Μεθυσμένο Καράβι. Όλοι πλήρωμα είναι.
Και οι περαιτέρω επιπτώσεις για τους επιβάτες
Κι έτσι το μεν καράβι χάνει το πλεονέκτημα ενός καλού και ηθικού τιμονιέρη, ο ίδιος όμως ο άνθρωπος, κερδίζει την ησυχία του.
Ασφαλώς και υπάρχουν αρκετοί επιβάτες που αγωνίζονται απ’ το δικό τους μετερίζι για το καλό μέσα στο πλοίο, αλλά σε ότι αφορά τη συμμετοχή τους στη διακυβέρνησή του, δυστυχώς ελάχιστοι είναι πλέον οι έντιμοι που διατίθενται να παίξουν το ρόλο του εξιλαστήριου θύματος, συμμετέχοντας στα κοινά.
Συμπέρασμα: Αν η διάθεση προσφοράς κατατρέχει βασανιστικά, κάποιους ανθρώπους με ιδιόμορφη ψυχοσύνθεση, όλο και κάτι άλλο εκτός από το να συμμετέχουν σε «διακυβερνήσεις Μεθυσμένων πλοίων» θα βρουν να κάνουν και να ικανοποιήσουν αυτό τους το βίτσιο.
Θα πρέπει λοιπόν να αντέξουν και να διατηρήσουν τον εαυτό του για κάτι καλύτερο.
Ποιο είναι τώρα το δυσάρεστο που δεν συμφέρει κανέναν (ούτε καν τους κακοήθεις):
Η φύση απεχθάνεται το κενό. Το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αναλαμβάνουν να γεμίσουν οι φαύλοι.
Γιατί, –όσο κι αν οι επιβάτες απαξιώνουν και απεχθάνονται τους πολιτικούς της νιτσεράδας– κάποιοι θα πρέπει νομοτελειακά, να παίξουν και το ρόλο αυτό.
(Μάλιστα Οι φαύλοι ιθύνοντες της συμπολίτευσης η της αντιπολίτευσης, πολύ χαίρονται όταν βλέπουν να διασύρεται και να διαπομπεύεται αδίκως ένας ηθικός ανάμεσά τους, επειδή θεωρούν ότι έτσι βγαίνει από τη μέση, ένα ακόμη εμπόδιο στον προσωπικό τους δρόμο προς τη φαυλότητα).
Με αυτά τα δεδομένα, οι άξιοι άνθρωποι και οι αφιλοκερδώς προσφερόμενοι υποψήφιοι να συμμετάσχουν στην διακυβέρνηση του πλεούμενου, βοηθούντων των κακοπροαίρετων (που αφθονούν), της «κακώς εννοούμενης αντιπολίτευσης» Και της Τέταρτης Εξουσίας (που απλά κάνει τη δουλειά της, όπως την ξέρει), τείνουν να εξαφανιστούν από προσώπου του Μεθυσμένου πλοίου.
Όχι ότι οι άξιοι «δεν υπάρχουν», αλλά απλά «δεν διατίθενται».
Σε λίγο καιρό όπως πάνε τα πράγματα, δεν θα κυκλοφορεί πια, ούτε φωτογραφία τους, μέσα στο πλεούμενο.
Κι έτσι σιγά-σιγά, (καθώς το Μεθυσμένο καράβι γέρνει όλο και περισσότερο από τη μια πάντα), χάνει και τις τελευταίες ισχνές του ελπίδες, να κυβερνηθεί από άξιους, εργατικούς, τίμιους, νοήμονες, μετριοπαθείς και αποτελεσματικού ανθρώπους.
Γι’ αυτό καθόλου ας μη μας φανεί περίεργο, αν έτσι όπως παρακολουθούμε με ενδιαφέρον την πορεία του από μακριά, το δούμε να καταλήγει σε καμιά ξέρα.
Έφη Χαραλαμποπούλου-Χονδροκούκη
Καθηγήτρια Γαλλικής Φιλολογίας
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ SOS ΠΕΙΡΑΙΑΣ Πέμπτη 22 Απριλίου 2010
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ