Η δολοφονία του Αριστοτέλη Γκούμα στη Χειμάρα από φανατισμένους Αλβανούς, επειδή το θύμα ομιλούσε ελληνικά, μαρτυρεί την έξαρση του αλβανικού εθνικισμού, ενός εθνικισμού, για την κατανόηση του οποίου απαιτείται ανάλυση.
Οι Αλβανοί συνιστούν τον νεώτερο ιστορικά λαό της Βαλκανικής, αφού μαρτυρούνται μόλις κατά τον 11ο αιώνα. Οι Αλβανοί σήμερα υποστηρίζουν ότι είναι απόγονοι των αρχαίων Ιλλυριών. Πέραν του ότι αυτό δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί δεδομένου του εκρωμαϊσμού αυτών σε βραχύ χρονικό διάστημα μετά την κατάκτηση και την έλλειψη γραπτών πηγών, που θα ενίσχυαν τη γλωσσολογική έρευνα, αξίζει να τονιστεί ότι ο πανιλλυρισμός είναι ιδεολόγημα της γερμανικής ιστορικής σχολής, η οποία υπηρετούσα τον παγγερμανισμό κατά τον 19ο αιώνα προσέβλεπε προς τους Αλβανούς ως προς υπηρέτες και υποστηρικτές της καθόδου των Αυστριακών προς Νότον. Σπεύδουμε λοιπόν να τονίσουμε ότι ο αλβανικός μεγαλοϊδεατισμός δεν είναι εγγενής, αλλά καλλιεργήθηκε και εξακολουθεί να καλλιεργείται από εκείνους, οι οποίοι θεωρούν τον λαό αυτό κατάλληλο προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους.
Οι Αλβανοί ζουν την τραγική αντίφαση στο έπακρο. Στην κεντρική πλατεία των Τιράνων δεσπόζει το άγαλμα του Γεωργίου Καστριώτη (Σκεντέρμπεη) εφίππου. Υπήρξε αυτός ο τελευταίος χριστιανός βαλκάνιος ηγεμόνας, ο οποίος αντιστάθηκε στην επεκτατική θύελλα των Οθωμανών Τούρκων. Δεν είναι κακό να τον θεωρούν οι Αλβανοί εθνικό ήρωα, απλά δεν είναι σύμφωνη η κάπως μεγαλοϊδεατική αυτή άποψη με τις ιστορικές μαρτυρίες. Ο Marini Barletii, πρώτος του Βιογράφος από την Σκόδρα (αρχές 16ου μ.Χ. αι.), τον αποκαλεί «Ηπειρώτη πρίγκιπα» και «Ηγεμόνα των Ηπειρωτών», ενώ ολόκληρη η βιογραφία αναφέρεται μόνο σε Ηπειρώτες και καθόλου σε Αλβανούς. Επίσης, ο ίδιος ο Σκεντέρμπεης απευθυνόμενος προς τον ηγεμόνα του Τάραντα Ιωάννη Αντώνιο και προδίδοντας έτσι την καταγωγή και τα αληθινά του αισθήματα, γράφει: «οι προπάτορες ημών ήσαν Ηπειρώτες, εκ των οποίων ηγέρθη εκείνος ο Πύρρος του οποίου την ορμήν μόλις οι Ρωμαίοι ηδυνήθησαν να αντικρούσουν». Παρομοίως ως απόγονος των Ηπειρωτών και όχι των Ιλλυριών αναφέρεται σε επιστολή του προς τον Ιταλό Ursini το 1460. Η σημαία του Καστριώτη (ο δικέφαλος αετός) είναι η σημαία της σημερινής Αλβανίας.
Και ενώ εμείς έχουμε πλήρως αδιαφορήσει για τους ύστατους αυτούς ηγεμόνες, εκ των οποίων ο Κωνσταντίνος, παππούς του Σκεντέρμπεη, ήταν ηγεμόνας της Καστοριάς, απ’ όπου και το επώνυμο, οι Αλβανοί καθοδηγούμενοι από τους σημερινούς “προστάτες” τους διεκδικούν τους Αρβανίτες της Αττικοβοιωτίας, της Αργολίδας και του Σαρωνικού, καθώς και τους Σουλιώτες! Και είναι μεν γεγονός η αθρόα κάθοδος Αλβανών προς Νότον κατά τον 14ο αιώνα, ελάχιστα όμως γνωρίζουμε περί του αν αυτοί ήσαν Αλβανοί ή αλβανόφωνοι Έλληνες (αρκετοί δίγλωσσοι), δεδομένου του πλήθους των μαρτυριών για ελληνικότητα της περιοχής που εμείς αποκαλούμε Βόρεια Ήπειρο ως το ύψος του ποταμού Γενούσου (Σκούμπι). Πέρα από το ότι στα πλαίσια της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, της οποίας πολίτες διετέλεσαν και οι Αλβανοί ως την εποχή που αυτή ακόμη ήλεγχε κάποια έκταση στη Βαλκανική, οι κατά τόπους ηγεμόνες που άσκησαν εφήμερη εξουσία σε κάποια περιοχή, ώσπου ήρθε ο κατακτητής και τους αφάνισε, διοίκησαν με βάση τα πρότυπα της αυλής της Κωνσταντινούπολης, ως Ρωμηοί δηλαδή. Ο αρρωστημένος εθνικισμός, που τόσο προπαγάνδισαν οι τυφλωμένοι από το “φως” της Εσπερίας Γραικύλοι και που με ιδιαίτερη τέχνη επέτυχαν να ταυτίσουν στις ημέρες μας με τον πατριωτισμό, ήταν άγνωστος και τότε, αλλά και αργότερα στην καθ’ ημάς Ανατολή.
Οι Αλβανοί, όπως και οι Έλληνες του Βορειοελλαδικού χώρου, αλλά και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι δέχθηκαν έντονη την πίεση των κατακτητών και αρκετοί εξισλαμίστηκαν. Αν φαίνεται οι Αλβανοί να υπήρξαν ιδιαίτερα ενδοτικοί, δεδομένης της μεγάλης πλειονοψηφίας των μουσουλμάνων στη σύγχρονη Αλβανία, αυτό τους αδικεί, δεδομένης της ομαδικής φυγής του πληθυσμού τόσο προς τη νότια Ελλάδα, όσο και προς την Ιταλία. Πάντως είναι αναμφισβήτητο ότι οι Αλβανοί έχοντας τεθεί στη υπηρεσία του κατακτητού (ακόμη και οι καθολικοί Μιδρίτες του Βορρά υπό τις ευλογίες του Βατικανού) απώλεσαν την αξιοπρέπειά τους, αν και δεν τους έλειπαν αρετές, όπως τόλμη και ηρωισμός. Φανατικοί μουσουλμάνοι δεν έγιναν ποτέ ούτε όμως και αισθάνθηκαν την ανάγκη να αγωνιστούν για την απόκτηση της ελευθερίας τους. Κάποιες κινήσεις, περί τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, υπαγορεύτηκαν από την αυστριακή, πρωτίστως, και την ιταλική, στη συνέχεια, διπλωματίες. Το αλβανικό κράτος δημιουργήθηκε στα διπλωματικά παρασκήνια σε βάρος της Ελλάδος, του Μαυροβουνίου και της Σερβίας. Οι Έλληνες, τους οποίους οι “Μεγάλοι” προσέφεραν δώρο στην Αλβανία, προς εξυπηρέτηση βεβαίως των ιδίων συμφερόντων, αντιστάθηκαν στις αποφάσεις των αθλίων της διπλωματίας και κήρυξαν τη Βόρεια Ήπειρο αυτόνομη. Τελικά υπετάγησαν, όταν διαπίστωσαν ότι η μητέρα (μητριά) πατρίδα τους είχε εγκαταλείψει. Είχαν δεί τότε και ελληνικά πολεμικά να αποκλείουν το λιμάνι των Αγίων Σαράντα (Σαράντε, λέξη χωρίς νόημα στα αλβανικά). Αν και οι Χειμαριώτες με πρώτη την οικογένεια Σπυρομήλιου, είχαν πρωταγωνιστήσει στους εθνικούς αγώνες, δεν χάρηκαν την ελευθερία παρά για σύντομο χρονικό διάστημα. Σύντομα τους λησμονήσαμε και υπέστησαν πλείστα όσα από τον διεγειρόμενο εκ της Ιταλίας αλβανικό εθνικισμό, μετά τη λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, αλλά και από το στυγνό καθεστώς του Χότζα, όπως και, πρέπει, να τονίσουμε, όλοι οι Αλβανοί που δεν επωφελήθηκαν από το δέλεαρ του να γίνουν μέλη του κόμματος.
Τα χρόνια κύλισαν το καθεστώς κατέρρευσε και τότε υποδεχθήκαμε τη στρατιά των ταλαιπωρημένων γειτόνων μας. Αρκετοί δήλωναν Βορειοηπειρώτες, ελπίζοντας πως θα τους αντιμετωπίσουμε ως αδελφούς. Πώς να γνώριζαν ότι εμείς είχαμε πάψει να είμαστε Έλληνες, είχαμε γίνει Ευρωπαίοι. Έτσι εκμεταλλευτήκαμε και αυτούς και τους άλλους, που παρασυρμένοι ενίοτε δήλωναν και αυτοί Βορειοηπειρώτες.
Η χώρα μας για να δείξει καλό πρόσωπο στους ωμοφάγους εταίρους μας, εγκαινίασε πολιτική βοήθειας και στήριξης των γειτόνων μας στη βάση της πολιτικής “δεν ζητούμε τίποτε”. Δηλαδή εμείς να σας βοηθούμε και εσείς να προσφέρετε βάσεις στην Τουρκία, να διευρύνετε τις σχέσεις σας τόσο τις στρατιωτικές, όσο και τις εμπορικές. Να διεκδικείτε από την Ελλάδα την περιοχή ώς την Πρέβεζα και την Άρτα μέσω προπαγάνδας που ασκείται από την Ακαδημία επιστημών. Να στηρίζετε εμφανώς πλέον τους ακραίους εθνικιστικούς κύκλους που απαιτούν να τεθεί επισήμως το θέμα των Τσάμηδων (εφετινή εκδήλωση υπό την αιγίδα της συζύγου του Αλβανού πρωθυπουργού!) και εμείς να παρουσιάζουμε ως δεκάτη είδηση τη δολοφονία ενός Έλληνα της Χειμάρας, την ελληνικότητα του οποίου δεν αναγνωρίζει η Αλβανία, παρά τις συνθήκες που υπέγραψε.
Ο άλλος κίνδυνος για τη χώρα μας, πέρα από εκείνο της επίσημης πολιτικής που στοχεύει στον εθνικό αποχρωματισμό, είναι να επωφεληθούν δικοί μας εθνικιστικοί κύκλοι από το κενό πατριωτισμού και να κηρύξουν εκστρατεία κατά των Αλβανών της χώρας μας. Αν και δεν τους θεωρώ ικανούς να πείσουν πολλούς, δεν μπορώ να αποκλείσω την έξαρση του εθνικισμού και εδώ, όπως και σε όλη την ιδεολογικά αρρωστημένη από αιώνες Δυτική Ευρώπη. Το ΔΝΤ που το έφεραν οι δικοί μας, για να μας σώσει από την οικονομική κρίση, θα ωθήσει κάποιους στην απόγνωσή τους να προστρέξουν προς επίδοξους εθνοσωτήρες.
Ας ευχηθούμε να είναι περισσότεροι οι συμπολίτες μας, που θα συνειδητοποιήσουν την αξία της αγάπης προς την πατρίδα. Γιατί χωρίς αυτήν, εμείς που έχουμε πατρίδα θα την χάσουμε. Όμως θα παραμείνουν Έλληνες οι Χειμαριώτες, που δεν έχουν πατρίδα!
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ