Μὲ ἀφορμὴν τὴν ἐπέτειον τῆς Ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπὸ τῶν Τούρκων κατὰ τὴν 29ην Μαΐου 1453, πολλοὶ «θολοκουλτουριάρηδες», ἀνιστόρητοι καὶ ἐχθροὶ τοῦ Ἑλληνορθόδοξου Πολιτισμοῦ ἤρχισαν νὰ κτυποῦν καὶ πάλι τὴν προσφορὰν τοῦ Βυζαντίου εἰς τὸν Ἑλληνικὸν Πολιτισμόν. Δι᾽ ὅλους αὐτοὺς τὸ Βυζάντιον ἦτο καταστροφικὸν διὰ τὸν Ἑλληνισμὸν καὶ κατέπνιξε διὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τὴν κλασσικὴν παιδείαν καὶ τὸν πολιτισμὸν τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος. Οἱ πολέμιοι τοῦ Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ εἶναι κατὰ σύμπτωσιν οἱ γνωστοὶ «Ἐκκλησιομάχοι» καὶ οἱ ὀπαδοὶ τῆς ἀνασυστάσεως τῆς νεκρᾶς ἀρχαὶας θρησκείας καὶ ἐν γένει οἱ «ἀρχαιολάτραι», οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἁλώσει τὰ ΜΜΕ καὶ ἔχουν μεγάλην πρόσβασιν εἰς ἐφημερίδας, ἱστορικὰ καὶ λαογραφικὰ περιοδικά, καὶ διαβάλλουν μὲ ἄνεσιν τὸν Βυζαντινὸν πολιτισμόν.
Πιστεύομεν ὅτι εἰς ὅλους αὐτοὺς πρέπει νὰ δοθῆ μία ἀπάντησις. Καὶ τὴν καλυτέραν ἀπάντησιν τὴν δίδει ἡ κ. Γλύκατζη – Ἀρβελέρ, ἡ ὁποία ἐξέδωσε προσφάτως καὶ βιβλίον ἀφιερωμένον εἰς τὸ Βυζάντιον. Ἡ κ. Γλύκατζη – Ἀρβελέρ ἔδωσε μία ἐνδιαφέρουσαν συνέντευξιν εἰς τὴν ἐφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», ὑπὸ ἡμερομηνίαν 3 Ἀπριλίου 2010, εἰς τὴν ὁποίαν ἐπισημαίνει, διά τί «εἴμεθα ὅλοι βυζαντινοὶ» καὶ ἀναδεικνύει τὴν προσφορὰν τοῦ Βυζαντίου εἰς τὸν Ἑλληνισμόν. Τὴν συνέντευξιν ἡ κ. Γλύκατζη – Ἀρβελέρ ἔδωσεν εἰς τὸν δημοσιογράφον κ. Νικόλαον Μπακουνάκην καὶ ἔχει ὡς ἑξῆς:
«— Κυρία Ἀρβελέρ, γιατὶ μᾶς ἐνδιαφέρει σήμερα τόσο πολὺ τὸ Βυζάντιο;
— Γιατί τὸ Βυζάντιο εἶναι ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ ἡ ὀρθοδοξία, δηλαδὴ τὰ δύο βασικὰ συστατικὰ τῆς ἑλληνοσύνης. Βέβαια τὸ Βυζάντιο ἦταν μία πολυεθνικὴ αὐτοκρατορία, ἀλλὰ ἦταν μιὰ αὐτοκρατορία ἑλληνόφωνη. Τὸ ὅτι τὸ Βυζάντιο ἦταν ἑλληνόφωνο ἔσωσε ὅλον τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό. Ὅταν ὁ μεγάλος γάλλος ἱστορικὸς Φερνὰν Μπροντὲλ ἔγραφε ὅτι δὲν ὑπάρχουν Γάλλοι, ὑπάρχουν μόνο γαλλόφωνοι, καὶ ὅποιος μιλάει γαλλικὰ εἶναι Γάλλος ἐννοοῦσε ὅτι ἡ γλώσσα εἶναι ἡ σύμπτυξη ὅλου τοῦ πολιτισμοῦ καὶ ὅλης τῆς παράδοσης. Καὶ τὸ Βυζάντιο εἶναι ἑλληνόφωνο ἀπὸ τὸν 7ο αἰώνα.
— Καὶ γιατί ἐπὶ δύο αἰῶνες στὸ σύγχρονο ἑλληνικὸ κράτος ἀπωθήσαμε ἐντελῶς τὸ Βυζάντιο;
Εἴμαστε οἱ μόνοι ποὺ δὲν ἐλευθερώσαμε τὴν κοιτίδα τοῦ γένους, τὴν Κωνσταντινούπολη, καὶ κάναμε πρωτεύουσα ἕνα λασποχώρι, ὅπως ἦταν τὸ 1830 ἡ Ἀθήνα, ἕνα λασποχώρι μὲ μερικὲς χιλιάδες σπίτια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα πάρα πολλὰ ἦταν χωρὶς στέγη.
Γιὰ νὰ μὴ ποῦμε ὅτι ἡ Ἀθήνα ἦταν τότε ἀλβανοκρατούμενη, πράγμα ποὺ δὲν ἔχει καμία σημασία, ἀλλὰ τὸ λέω ἐπίτηδες γιὰ τοὺς ἐθνικίζοντες.
Τὸ ὅτι ἀπὸ μιὰ ἑλληνόφωνη αὐτοκρατορία φτάσαμε ὕστερα ἀπὸ 400 χρόνια σκλαβιᾶς σὲ ἕνα πολιτικὸ μόρφωμα, τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, τὸ ὁποῖο εἶναι “δευτερεῦον”, γιὰ νὰ μὴ πῶ τίποτε χειρότερο, αὐτὸ δημιουργεῖ ἕνα εἶδος συμπλέγματος.
— Δηλαδὴ ἀπωθήσαμε τὸ Βυζάντιο ψυχαναλυτικά;
— Ἅμα θέλετε, τὸ λέτε κι ἔτσι. Σημασία ἔχει ὅτι ἀπὸ τὸ λασποχώρι φτάσαμε ἀπευθείας στὸν Περικλῆ, βάζοντας σὲ παρένθεση χίλια χρόνια τῆς μόνης ἑλληνόφωνης αὐτοκρατορίας.
— Σήμερα εἶναι ζωντανὸ τὸ Βυζάντιο;
— Βεβαίως. Πᾶμε στὴν ἐκκλησία. Τί ἀκοῦμε; “Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια” ἢ “ἀλλὰ ρύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ”. Γυρνᾶμε στὸ σπίτι. Ὁ μπαμπὰς λέγεται Παναγιώτης, ἡ μάνα Βασιλική, ὑπάρχει τὸ εἰκονοστάσι. Χρησιμοποιοῦμε βυζαντινὲς παροιμίες. Λέμε “ἔφαγε τὸν περίδρομο”, ἐπειδὴ τὸ πινάκιο, τὸ βαθὺ πιάτο τῶν Βυζαντινῶν, εἶχε γύρω γύρω ἕνα περιθώριο ὅπου ξεχείλιζε τὸ φαγητό. Ἢ λέμε “τὰ παίζει στὰ δάχτυλα”, ἐπειδὴ ἀκριβῶς οἱ Βυζαντινοὶ μετροῦσαν τὰ πάντα.
— Ἑπομένως εἶναι μιὰ συνέχεια ὀργανική…
— Εἶναι μιὰ ὀργανικὴ συνέχεια, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴ λέξη ρωμιοσύνη. Αὐτὴ ἡ ὀργανικὴ συνέχεια δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴ ρωμιοσύνη...
— Λέξη ποὺ σήμερα ἔχει κάτι τὸ ἀπαξιωτικό...
— Πράγμα σκανδαλῶδες, γιατί ἡ λέξη “ρωμιός” εἶναι ἡ μόνη, ποὺ εἶναι αὐτοκρατορική. Τὸ Βυζάντιο ποτὲ δὲν ἀποκαλοῦσε τὸν ἑαυτό του Βυζάντιο. Ὅταν ὁ Ψελλὸς ἢ ἀκόμη καὶ ὁ Μιχαὴλ Χωνιάτης λένε “οἱ Βυζαντίου πολίτες” ἐννοοῦν τοὺς Κωνσταντινοπολίτες. Δὲν ἐννοοῦν τίποτε ἄλλο. “Ἐσεῖς οἱ Βυζαντίου πολίτες”, γράφει ὁ Μιχαὴλ Χωνιάτης ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ὅπου ἦρθε ὡς Μητροπολίτης, στὸν ἀδελφό του στὴν Κωνσταντινούπολη. Διαμαρτύρεται ὁ Χωνιάτης στὸν ἀδελφό του, ποὺ ἦταν πρωθυπουργός, γιατί οἱ τρυφεροὶ πολίτες τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸν ἔστειλαν σὲ ἕναν τόπο, ὅπου δὲν ἔβρισκε ἕνα βιβλίο. Κι ἔπρεπε νὰ πηγαίνει στὸ μοναστήρι τῆς Κέας, γιὰ νὰ βρεῖ.
— Τοὺς Εὐρωπαίους τοὺς ἀφορᾶ ἢ πρέπει νὰ τοὺς ἀφορᾶ τὸ Βυζάντιο;
— Ἀκόμη περισσότερο. Γιατὶ τί εἶναι ὁ Εὐρωπαῖος; Ὅπως ἔλεγε ὁ Πὸλ Βαλερὺ, εἶναι αὐτός, ποὺ ἔχει ὑποστεῖ φιλοσοφικὰ τὴν ἐπίδραση τῆς ἀρχαίας ὀρθολογιστικῆς σκέψης, ποὺ ἔχει ζήσει μὲ τὴν ἰουδαϊκοχριστιανικὴ πνευματικότητα κι ἔχει ὑποστεῖ τὴν ἐπίδραση τῆς ρωμαϊκῆς διοίκησης καὶ τῶν ρωμαϊκῶν θεσμῶν. Ἀθήνα, Ἱερουσαλὴμ καὶ Ρώμη. Χωρὶς αὐτὰ δὲν ὑπάρχει Εὐρώπη. Κι ὅλα αὐτὰ τὰ τρία, συμπυκνωμένα μαζί, εἶναι τὸ Βυζάντιο. Ἑπομένως τὸ Βυζάντιο εἶναι Εὐρώπη, γιατί εἶναι ἑλληνόφωνο ὅπως ἡ Ἀθήνα, χριστιανικὸ ὅπως ἡ Ἱερουσαλὴμ κι ἔχει υἱοθετήσει ὅλη τὴ ρωμαϊκὴ διοίκηση.
— Τότε γιατί ἀποκλειόταν τὸ Βυζάντιο ἀπὸ τὴν Εὐρώπη καὶ γενικώτερα ἡ ἀνατολικὴ ὀρθόδοξη Εὐρώπη;
— Ὅταν δημιουργεῖται ἡ νεώτερη ἔννοια τῆς Εὐρώπης, οἱ Ἕλληνες ἔχουν διαγραφεῖ ἀπὸ τὴ σκέψη τῶν Εὐρωπαίων, λόγω τῆς ὀθωμανικῆς κατάκτησης. Ὅταν ὁ Ρακίνας γράφει τὴ “Φαίδρα” ρωτάει τὸν γάλλο πρεσβευτὴ στὴν Ὑψηλὴ Πύλη κατὰ ποῦ πέφτει ἡ Ἑλλάδα. Ὁ πρῶτος ποὺ λέει “we Εuropeans” εἶναι ὁ φιλόσοφος Μπέϊκον, τὸν 16ον αἰώνα. Ὁ πρῶτος πίνακας ποὺ παρουσιάζει τοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης εἶναι ἕνας πίνακας γερμανικός, στὸν ὁποῖο φυσικὰ δὲν ὑπάρχουν Ἕλληνες. Ἔπειτα αὐτὴ ἡ Εὐρώπη εἶναι ὅλη ἀντιορθόδοξη. Θεωρεῖ τοὺς ἀνατολικοὺς σχισματικούς.
— Πῶς ἐξηγεῖτε τὸ ὅτι σήμερα ὑπάρχει μεγάλη ζήτηση γιὰ βυζαντινὴ τέχνη ἀπὸ ὅλα τὰ μεγάλα μουσεῖα τῆς Νέας Ὑόρκης, τοῦ Λονδίνου, τοῦ Παρισιοῦ; Μήπως ψάχνουν γιὰ ἐξωτισμό; Μήπως ὡς βυζαντινολόγος εἶστε ἐξωτική;
— Ὄχι, δὲν εἶμαι καθόλου ἐξωτική. Ἀπόδειξη ὅτι στὴ Γαλλία μὲ εἶχαν βάλει πρόεδρο τοῦ μεγαλύτερου ὀργανισμοῦ σύγχρονης τέχνης, τοῦ Μπομπούρ... Αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ἡ Εὐρώπη σήμερα θέλει νὰ δεῖ ὁλόκληρη τὴν ὀντότητά της. Ποῦ συγκλίνει ὁλόκληρη ἡ Ἀνατολικὴ Εὐρώπη; Στὴν ὀρθοδοξία, στὸ Βυζάντιο. Ἡ Μόσχα ὀνομαζόταν “τρίτη Ρώμη”. Ἑπομένως ὅλη ἡ Ἀνατολικὴ Εὐρώπη ποὺ δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ ἀποκλειστεῖ ἀπὸ τὴν Εὐρώπη ἔχει μιὰ συνοχή, τὴν ὀρθοδοξία. Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ ἐκφραστεῖ αὐτὴ ἡ ὀρθοδοξία γιὰ ὅσους δὲν ξέρουν ἱστορία καὶ ἑλληνικά; Μέσα ἀπὸ τὴν εἰκόνα, τὴ βυζαντινὴ ἁγιογραφία. Ὅπως λέει ὁ Ζιροντού, μόνο μέσα σὲ ἕνα μουσεῖο δὲν ὑπάρχουν ἀγράμματοι.
— Δηλαδὴ γιὰ πολιτικοὺς λόγους γίνονται αὐτὲς οἱ ἐκθέσεις; Τὸ θέμα τῆς τέχνης δὲν εἶναι σοβαρό;
— Πάρα πολὺ σοβαρό. Γιατὶ ἡ βυζαντινὴ ἁγιογραφία ἐκφράζει πολὺ σύγχρονα πράγματα. Εἶναι πρὶν ἀπ’ ὅλα μιὰ ζωγραφικὴ ἰδιοτήτων καὶ ὄχι προσώπων, εἶναι ζωγραφικὴ τῆς ἁγιοσύνης καὶ ὄχι τοῦ ἁγίου. Γι’ αὐτὸ ὁ ἁγιογράφος βάζει τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου ἀπὸ κάτω. Ἡ λέξη σοῦ λέει ποιὸς εἶναι ὁ ἅγιος καὶ ὄχι ἡ ζωγραφική. Ἡ ἀπεικόνιση στὴ βυζαντινὴ ἁγιογραφία εἶναι ἡ ἀπεικόνιση τοῦ μοντερνισμοῦ. Οἱ σουρεαλιστὲς εἶναι πολὺ συγγενεῖς μὲ τὴ βυζαντινὴ ἁγιογραφία. Ἂν πάρετε, γιὰ παράδειγμα, ἕναν Μαγκρὶτ καὶ ἀφαιρέσετε ἂς ποῦμε τὸ σεξουαλικὸ στοιχεῖο, θὰ ἔχετε μιὰ βυζαντινὴ εἰκόνα. Τὸ ἴδιο καὶ μὲ ἕναν Νταλί. Οἱ σουρεαλιστὲς ἔκαναν τέχνη τὴν ὀνειρική τους ἀναγκαιότητα, δὲν ἔβαλαν σὲ πρῶτο πλάνο τὸ πρόσωπο ἀλλὰ τὴν ἔκφραση, τὴν ἰδιότητα τοῦ προσώπου.
— Ἤξεραν οἱ σουρεαλιστὲς τὴν τέχνη αὐτή;
— Νομίζω πὼς ὄχι, ἀλλὰ δὲν ἔχει σημασία. Γιὰ παράδειγμα, ὁ Μπρετὸν σίγουρα δὲν τὸ ἤξερε. Καὶ θὰ σᾶς πῶ κάτι πολὺ χαρακτηριστικό. Τὸ 1959 πῆγα μαζὶ μὲ τὸν Κλὸντ Ρουὰ νὰ δῶ τὸν Μπρετόν. Κάθονταν στὸ ἴδιο σπίτι, ὁ ἕνας πάνω, ὁ ἄλλος κάτω. Κάποια στιγμὴ ρώτησα βλακωδῶς τὸν Μπρετόν: Γιατί δὲν ἔχετε πάει ποτὲ καὶ σεῖς στὴν Ἑλλάδα, ἕναν τόσο ὡραῖο τόπο; Μοῦ ἀπάντησε: Εἴμαστε ὑπὸ τὴν κατοχὴ τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος ἐδῶ καὶ 2.500 χρόνια καὶ θέλετε νὰ πάω ἐγὼ στὴν Ἑλλάδα. Τοῦ εἶπα: Οὐδέποτε Ἕλληνας θὰ ἔκανε καλύτερο ὕμνο γιὰ τὴν ἑλληνικὴ συνέχεια.
— Οἱ φοιτητές σας θεωροῦν τὸ Βυζάντιο κομμάτι τῆς ἱστορίας τους;
— Γιὰ ἕνα πράγμα θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου εὐτυχισμένο, ὅτι ἀπὸ τὸ 1967 μέχρι χθὲς δίδασκα Βυζάντιο σὲ 2.000 φοιτητὲς τοῦ πρώτου ἔτους. Ὅταν μοῦ ἔλεγαν μὰ τί πᾶτε καὶ διδάσκετε στὸ πρῶτο ἔτος, ἐγὼ ἔλεγα πηγαίνω γιατὶ ἐκεῖ χτίζονται τὰ πράγματα. Ἔλεγα στὰ παιδιά ποιὸς ἔδινε τὶς πέτρες, ὅταν λιθοβολοῦσαν τὸν Ἅγιο Στέφανο. Ὁ Σαούλ. Ποιὸς ἦταν ὁ Σαούλ; Ὁ Παῦλος. Μετὰ τοὺς ἔλεγα τί ἔγραφε ὁ Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος στὸν Πατριάρχη γιὰ τοὺς Λατίνους. Καταλάβαιναν ἀμέσως ὅτι τὸ Βυζάντιο ἦταν δική τους ἱστορία. Ὅτι εἶναι ἕνα κομμάτι τῆς εὐρωπαϊκῆς Ἱστορίας.
— Σκεφτήκατε ποτὲ νὰ γράψετε ἕνα σχολικὸ ἐγχειρίδιο Βυζαντινῆς Ἱστορίας γιὰ τοὺς Ἕλληνες μαθητές;
— Μοῦ τὸ εἶχε προτείνει κάποτε ὁ Ἀρσένης, ὅταν ἦταν ὑπουργὸς Παιδείας. Τέλος πάντων, αὐτὸ εἶναι πικραμένη ἱστορία. Ὅταν μοῦ ζήτησαν λοιπὸν νὰ γράψω γιὰ τὸ Βυζάντιο, λέω πῶς θὰ πῶ στὰ παιδιὰ πὼς ὅταν ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος σκοτώνεται πάνω στὶς ἐπάλξεις τῆς πύλης τοῦ Ρωμανοῦ, ὁ Πατριάρχης Σχολάριος ἔχει τοιχοκολλήσει ἀνάθεμα ἐναντίον του… Δὲν γίνεται νὰ τὰ πεῖς εὔκολα αὐτὰ τὰ πράγματα. Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ ἔγραψα μιὰ σειρὰ ποιημάτων, τὰ ὁποῖα μοιάζουν μὲ μαθήματα.
“Η ΓΛΩΣΣΑ ΠΡΕΠΕΙ
ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΕΤΑΙ
ΜΕ ΕΝΙΑΙΟ ΤΡΟΠΟ”
— Κυρία Ἀρβελέρ, ἀφοῦ ἡ ἑλληνοφωνία μᾶς ἔρχεται ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, γιατί στὴν ἐκπαίδευση δὲν ὑπάρχουν βυζαντινὰ κείμενα;
— Αὐτὸ εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα. Σήμερα ἐπικρατεῖ σχιζοφρένεια στὴ διδασκαλία τῆς γλώσσας. Τὰ πράγματα διχοτομοῦνται σὲ νέα καὶ ἀρχαῖα ἑλληνικά. Κανονικὰ ἡ γλώσσα θὰ ἔπρεπε νὰ διδάσκεται μὲ ἕναν ἑνιαῖο τρόπο. Νὰ ξεκινούσαμε ἀπὸ τὸ σήμερα, νὰ πηγαίναμε πρὸς τὰ πίσω στὰ κείμενα τῆς Τουρκοκρατίας, μετὰ στὰ βυζαντινά, μετὰ στὰ πρῶτα χριστιανικὰ κείμενα, ποὺ εἶναι οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου καὶ ἡ Ἀποκάλυψη καὶ στὰ ἀρχαῖα κείμενα.
Νὰ μὴ ξεκινᾶμε ἀνάποδα. Τὰ παιδιὰ θὰ καταλαβαίνουν τί γίνεται προχωρώντας πρὸς τὰ πίσω, θὰ βλέπουν ὅτι ἡ ἐτυμολογία εἶναι ἡ ἴδια. Θὰ βλέπουν, γιὰ παράδειγμα, στὰ νοταριακὰ ἔγγραφα τῆς Τουρκοκρατίας τὶς λέξεις πούλησα, ἀγόρασα, ἔκανα, ἔδειξα κ.λπ..
— Στὰ βυζαντινὰ κείμενα τί θὰ βροῦν;
— Ἐκεῖ θὰ βροῦν γιὰ πρώτη φορὰ τὸν γλωσσικὸ διχασμό. Θὰ βροῦν τὴν ὁμιλούμενη γλώσσα, στὴν ὁποία εἶναι γραμμένοι οἱ βίοι τῶν ἁγίων. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἁγιολογικὰ κείμενα, ἐπειδὴ ἀποτελοῦν τροφὴ γιὰ τοὺς πιστούς, εἶναι γραμμένα σὲ γλώσσα λιτή. Εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ προφορικὴ γλώσσα.
Καὶ θὰ βροῦν καὶ τὴν ἀττικίζουσα γλώσσα, ποὺ στὴν ἐξέλιξή της ὁδηγεῖ στὴ δική μας καθαρεύουσα. Θὰ συνειδητοποιήσουν λοιπὸν ὅτι αὐτὴ ἡ γλωσσικὴ συνύπαρξη εἶναι πολὺ παλιὰ καὶ ἐπιπλέον εἶναι μιὰ καθημερινὴ ἱστορία, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ τώρα… Μιὰ φορὰ ἕνας πολιτικὸς μοῦ εἶχε πεῖ: κ. Ἀρβελέρ, δὲν λέμε “σὰν”. Τὸ “σὰν” σημαίνει δὲν εἶσαι καὶ κάνεις σάν. Πρέπει νὰ λέμε “ὡς”. Ἀκοῦστε, τοῦ λέω. Καμμιὰ μάνα δὲν εἶπε στὸ παιδί της: σοῦ μιλῶ ὡς μάνα σου. Μιλῶ σὰν μάνα σου.
“Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ
ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ
Η ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ”
— Θὰ θέλατε νὰ εἴσαστε ἱστορικὸς ἄλλης περιόδου;
— Ποτέ. Βέβαια ὅταν ἤμουν νέα ἑτοιμαζόμουν γιὰ σπουδὲς στὸ Πολυτεχνεῖο, μηχανολόγος. Τώρα ποὺ ἔρχονται διάφοροι γάλλοι συνάδελφοί σας καὶ μὲ ρωτοῦν τί ἄλλο θὰ ἤθελα νὰ κάνω, τοὺς ἀπαντῶ “ποντίφεξ”, αὐτὸς ποὺ φτιάχνει γέφυρες. Ὁ γεφυροποιὸς εἶναι ὁ βυζαντινολόγος. Δὲν εἶναι ἄλλη ἐπιστήμη.
— Γιατί;
— Εἶναι γεφυροποιὸς καὶ χρονικὰ καὶ γεωγραφικὰ καὶ πολιτιστικά. Δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι βυζαντινολόγος σήμερα, ἂν δὲν ξέρεις τί ἔκαναν οἱ Ἄραβες, τί ἔκαναν οἱ Ρῶσοι, τί ἔκαναν οἱ Δυτικοί. Τὸ Βυζάντιο εἶναι ἡ γέφυρα μεταξὺ Ἀσίας καὶ Εὐρώπης. Ἐπίσης εἶναι ἡ γέφυρα τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς καὶ τῶν νεότερων χρόνων.
— Τὸ Βυζάντιο εἶναι μεσαίωνας;
— Καθόλου. Μεσαίωνας εἶναι ἡ ἐποχὴ τοῦ ἀνταλλακτικοῦ ἐμπορίου. Στὸ Βυζάντιο δὲν ὑπῆρχε ποτὲ τέτοιο ἐμπόριο. Εἶχε τὸ νόμισμα, ἔκανε ἀμέσως τὴ ρήτρα χρυσοῦ. Ἐπιπλέον εἶχε διοικητικοὺς θεσμούς. Ἂν ὁ αὐτοκράτορας δὲν ἔκανε συναυτοκράτορα κάποιον, δὲν γινόταν τίποτε. Μποροῦσε νὰ κάνει συναυτοκράτορα ὅποιον ἤθελε, ἀσχέτως ἂν τὶς περισσότερες φορὲς ἔκανε τὸν γιό του.
Δὲν ὑπάρχει κἂν δυναστεία στὸ Βυζάντιο.
Ἐμεῖς λέμε, γιὰ παράδειγμα, ἡ δυναστεία τῶν Κομνηνῶν, ἀλλὰ αὐτὰ εἶναι βλακώδη. Ὁ ἑλληνικὸς μεσαίωνας εἶναι ἡ Τουρκοκρατία.
Τὰ 400 χρόνια Τουρκοκρατίας».
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ αρ. φύλλου 1835
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ