Μαζάνθρωπος· ο υπονομευτής της ελευθερίας

«Αληθινή ελευθερία δεν είναι

να κάνει κανείς ό,τι θέλει, αλλά

ό,τι έχει δικαίωμα να κάνει»

ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΩ

 

Ο σύγχρονος άνθρωπος εδώ και πολλά χρόνια, προχωρεί χωρίς καμιά πνευματική δύναμη μέσα σε μία εποχή ανατροπών, που ο ίδιος τις προκαλεί, και αυτό που παράγει μόνο με μεγάλη επιμέλεια, είναι η καταστροφή του. Η καταστροφή του σύμπαντος κόσμου, κατ’ επέκταση η καταστροφή του εαυτού του. Είναι λοιπόν πολύ εύκολο να προβλέψουμε την γενική δομή του μέλλοντος, μία δομή που ήδη άρχισε θεμελιούμενη από τις μέρες που σπάταλα βιούμε, μη εξαγοραζόμενοι τον καιρό. Μέρες πονηρές που αποκαλύπτουν το εύθραυστο και απόλυτα ευτελές περίβλημα μιας κοινωνίας απολίτιστης, «εκσυγχρονισμένης» στο άνομο και απόλυτα τεχνοκρατούμενης και ως εκ τούτου άζωης. Μιας κοινωνίας μόνο με περίβλημα, χωρίς εσωτερικό καρπό, λόγω του αθεϊστικού χαρακτήρος που προσεταιρίστηκε. Με άλλα λόγια ένας περικαλλής τάφος εξωτερικά, όμως ανεωγμένος, δεικνύων, την πραγματικότητα της σιχαμάρας. Μιας κοινωνίας που εξόρισε παντελώς τον Θεό από την ζωή της, γιατί δεν τον «χρειάζεται» λόγω παρωχημένου σχήματος και λόγω «καταδυναστείας» αγάπης προς το πλάσμα του και την ελευθερία του. Αυτή την ελευθερία όμως την καταδιώκει αμείλικτα ο ίδιος ο άνθρωπος, ο ενταγμένος στην απνευμάτιστη μάζα. Ο μαζάνθρωπος και σε πολλές εκφάνσεις του κτηνάνθρωπος.

Αν αναλύσουμε τις τωρινές μέρες εξετάζοντάς τες προσεκτικά, μπορούμε να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα και το βασικότερο να αξιολογήσουμε τον άνθρωπο πέρα από την ύλη στο πνεύμα. Έτσι στις μέρες μας, μέρες ιού, μέρες σωματικής ασθενείας, ξεσκεπάστηκαν ολοτελώς και πάμπολλες ψυχικές ασθένειες που υπέβοσκαν τόσα χρόνια στο κρυφό κανάλι των ψυχασθενών υπάρξεων, αλλά, λόγω ελλείψεως ουσίας, «φυτοζωούσαν» μη γνωρίζοντας έξαρση.

Ξάφνου λοιπόν η ζωή κάποιας μερίδος ανθρώπων, απέκτησε νόημα, σκοπό, ενδιαφέρον. Πώς; Απλούστατα, υποδυόμενη τον ρόλο του καταδότη, του κοινού ρουφιάνου. Δυστυχώς η πατρίδα μας μέσα στα αρνητικά ρεκόρ που διεκδικεί, περικλείει και το εθνικό πρωτείο της ρουφιανιάς. Ενός μεγάλου αθλήματος που μάλλον θα συμπεριληφθεί, εν μέσω των υπαρχόντων, στους μελλοντικούς ολυμπιακούς αγώνες. Ως εκ τούτου κάποια σκοτεινά στοιχεία κηφηνοειδούς ιδιότητος και αρρωστημένου ψυχισμού, εξήλθαν από την χειμερία νάρκη, που τα επέβαλε το αδιάφορο παρελθόν, και δραστηριοποιούμενα στο παρόν της αισχρής τρομοκρατίας και της δεινής καταπίεσης, ανέλαβαν πιστά τον ρόλο τους, καταδίδοντας στην αστυνομία άτομα που εκκλησιάζονται και ναούς που «δεν τηρούν» το πρωτόκολλο του α-Χρίστου καίσαρος. Καταδίδουν άτομα που «εγκληματούν αποτρόπαια» κατά τη γνώμη τους, προσευχόμενα στους ναούς υπέρ της του κόσμου σωτηρίας και προπάντων αφέσεως και συγχωρήσεως και αυτών των ωτακουστών και βλεπόντων φτηνών ρουφιάνων. Και φυσικά η εν λόγω διάτρητη ηθικά κοινωνία, τους αποδέχεται, τους υποθάλπει και τους υποδαυλίζει ζωηρά να επιτελούν το σατανοφελές έργο τους. Μία κοινωνία –η υποκρυπτόμενη διεφθαρμένη πολιτεία– που έχει «λύσει» όλα τα άλλα προβλήματα που εμφορούν δεινά στην ζωή της και στο μέλλον της. Οπότε τώρα ξένοιαστη, διώκει εντέχνως την ελευθερία ακόμη και αυτών των προαναφερθέντων παρασίτων, που ζουν στην θολερή σκλαβιά του καρφώματος. Τους χρησιμοποιεί και τους «θανατώνει», γιατί αυτός είναι ο δρόμος των δοσίλογων.

 

Καθότι όμως δεκαετίες τώρα η καθοδήγηση των σκέψεων και των συναισθημάτων δρομολογείται με τα μέσα επικοινωνίας και άλλα μέσα επιρροής, διαμορφώνεται μία προσωπική σκέψη και ένας τρόπος συμπεριφοράς, που είναι συνδεδεμένος άρρηκτα με την πληροφοριοδότηση τεχνικής υποβολής, που αποτελεί πρωτότυπο τρόπο χειρισμού και λειτουργίας ενός αψύχου ρομπότ, τον μαζάνθρωπο, κατάλληλο όμως να εξυπηρετήσει τα σχέδια των νοσηρών μυαλών ακόμη και τηλεχειριζόμενος.

 

Ας θυμηθούμε τον πόλεμο του Κουβέιτ. Ξετυλίσσεται μπροστά μας ένα σκηνικό ανάλογο των ρωμαϊκών αμφιθεάτρων. Μία «ανθρώπινη;» κοινωνία καθήμενη «εν σκότει» στα καφενεία, στις καφετέριες, στα σαλόνια των σπιτιών, καπνίζοντας, πίνοντας, τρώγοντας, χασκογελώντας, πουλώντας πνεύμα, χάζευαν το διαολοκούτι, όλη μέρα, απολαμβάνοντας θέαμα φρίκης και θανάτου. Θέαμα εξοντώσεως της εικόνος του Θεού. Του συνανθρώπου μας. Η τηλεόραση παρουσίαζε συνεχώς μία ωμή, αληθινή, ζωντανή, σύγχρονη πολεμική ταινία, επιδεικνύοντας σύγχρονα όπλα καταστροφής στην πράξη. Ζωντανή διαφήμιση για τους επίδοξους εμπόρους όπλων, εμπόρους θανάτου, σαγηνεύοντάς τους. Εκείνη την ώρα λοιπόν καθόταν ο κτηνάνθρωπος και ευφραινόταν με… τον θάνατο του αδελφού, του συνανθρώπου, θαυμάζοντας την εξέλιξη και «πρόοδο» της τεχνολογίας. Πρόοδο αλληλοεξόντωσης. Όλοι είχαν καταστεί στρατιωτικοί αναλυτές εκφέροντες απόψεις, χωρίς να σκέπτονται την … μοίρα τους. Την κοινή τύχη και το αόρατο μέλλον τους. Αυτό που απλά κοινοποιούσε ο σοφός λαός μας παλιά· «αν πάρει φωτιά το σπίτι του γείτονα, κινδυνεύει και το δικό σου».

 

Αλλά ας παρακάμψουμε την ανωτέρω ειδικευμένη αναφορά. Μήπως η πρώτη γνώση του κόσμου στα παιδιά μας, δεν μεταδίδεται μέσω της οθόνης, αντί μέσω του διαλόγου με τους γονείς; Την εικόνα και ομοίωσή τους; Αυτή η δεινή ψυχολογική δουλεία, δεν αφαιρεί τις αυθόρμητες ενέργειες του παιδιού; Δεν το καταδυναστεύει με μία πνευματική παθητικότητα; Με μία απρόσωπη εξωκοινωνικότητα; Μήπως αυτή η κατάσταση δεν ξεσκεπάζει την ψυχική αιχμαλωσία της κοινωνίας και την πνευματική ανελευθερία; Αλλά «τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων» όταν έχουμε την συγκλονιστική μαρτυρία του Βλαδιμίρ Σβόρκιν, που θεωρείται ο πατέρας της τηλεόρασης, ο οποίος μιλώντας για το επίτευγμά του, μεταξύ άλλων είπε: «Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι η τεχνική της τηλεόρασης θα έφθανε σε τέτοια τελειότητα. Τις εκπομπές δεν τις παρακολουθώ, γιατί είναι απαίσιες στο περιεχόμενό τους. Αν είχα παιδιά, ποτέ δεν θα άφηνα να παρακολουθήσουν τα προγράμματά της».

 

Αλλά όλα τα προηγούμενα στο σύνολό τους είναι μία απόρροια της καθολικής υλικής ευημερίας που υπήρχε μέχρι τώρα. Κάτι άγνωστο για τους παλιότερους, που η ζωή γι’ αυτούς ήταν ένα ανυπόφορο πεπρωμένο, τόσο από άποψη οικονομική όσο και φυσική. Ζωή γι’ αυτούς σήμαινε κυρίως περιορισμό, υποχρέωση, εξάρτηση, με μία λέξη πίεση, ίσως και καταπίεση.

Κάτι άγνωστο μέχρι τώρα τουλάχιστον για τον σύγχρονο άνθρωπο. Τον άνθρωπο που πίστευε μέχρι χθες ότι όπως ο ήλιος θα ανατείλει την άλλη μέρα, έτσι και η ζωή του θα συνεχίσει στον ίδιο ρυθμό. Γιατί όλα ο σύγχρονος άνθρωπος τα θεωρούσε δεδομένα και φυσικά δικαιώματα. Χωρίς υποχρεώσεις το βασικότερο.

Θεώρησε δεδομένα δύο βασικά χαρακτηριστικά: την ελεύθερη επέκταση των ζωτικών του επιθυμιών και συνεπώς της προσωπικότητός του και την ριζική αγνωμοσύνη του έναντι όλων αυτών που κατέστησαν δυνατή την άνεση της ζωής του.

Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά μαζί συνθέτουν την γνωστή ψυχολογία του κακομαθημένου παιδιού. Ενός παιδιού στο οποίο δεν θέτουμε όρια στα καπρίτσια του, αντιθέτως του δίνουμε την άνεση να πιστεύει ότι τα πάντα του επιτρέπονται και προπάντων δεν έχει υποχρέωση για τίποτα. Ενός παιδιού που αγνόησε την αρχή. «Εδώ τελειώνω εγώ και εδώ αρχίζει ένας πιο δυνατός από εμένα». Εδώ τελειώνω εγώ ο εαυτός μου ο χοϊκός και εδώ συνεχίζει ο ανώτερος μου ο ΨΥΧΙΚΟΣ! Όμως δεν του δόθηκε αυτή η ψυχική ανάταση, είτε σαν σκέψη, είτε σαν επιλογή…

Αυτή είναι η διαφορά μας από τον μέσο άνθρωπο του παρελθόντος ο οποίος καθημερινά διδασκόταν την στοιχειώδη σοφία από τον κόσμο που τον περιέβαλλε. Έναν κόσμο σκληρά οργανωμένο, όπου οι καταστροφές ήταν συχνές και τίποτε σ’ αυτόν δεν υπήρχε βέβαιο, άφθονο, και προπάντων σταθερό. Δεδομένο. Όμως ο σύγχρονος μαζάνθρωπος βρέθηκε μέσα στον πλούτο των δυνατοτήτων, της ασφαλείας, της απολαύσεως και προπάντων μεστός αγνωμοσύνης και αχαριστίας.

Κανένας άνθρωπος λοιπόν δεν ευχαριστεί τον άλλο για τον αέρα που αναπνέει, γιατί κανένας δεν παρήγαγε τον αέρα γι’ αυτόν.

Γιατί ανήκει στην φυσική σφαίρα και δεν έλειψε ποτέ. Κι όμως και αυτόν τον αέρα οι σύγχρονοι νοσηροί νόες τον ενοχοποίησαν. Είναι μολυσμένος, μεταδίδει κορωνοϊό. Όπως αντιλαμβανόμαστε όλες οι θεϊκές δωρεές είναι βλαβερές· ακόμη και το τίμιον αίμα του και το σώμα του.

Έτσι βολεύει στα σατανικά μυαλά, που εμφορούνται παράφορα από μίσος, κακία, δεινή ζηλοτυπία, αρχομανία, φιλοχρηματία και όλα τα στοιχεία του πατρός διαβόλου, που έχουν την τιμή να υπηρετούν πιστά. Οι σύγχρονοι αντίχριστοι.

Ο αέρας λοιπόν «σπέρνει» μόλυνση, χωρίς κανείς να τονίζει την ηθική μόλυνση που διαχέει η εκάστοτε άρχουσα τάξη.

Και το έχαψαν οι αφελείς δουλοπάροικοι, συνεχίζοντας να παίζουν άριστα το παιχνίδι «ό,τι κάνει η μάνα». Η μάνα, μάλλον η μητρυιά, που έπαιξε υποκριτικά το παιχνίδι στην αρχή μέχρι να το εμπεδώσουν τα παιδιά και μετά το άφησε να το συνεχίσουν εκείνα, λακίζοντας η ίδια και σώζοντας το «πολυχρηστικό» τομάρι της. Έτσι η μάνα άρχισε ταξίδια αναψυχής, λόγω θολούρας των ημερών, πότε σε ψηλές κορφές για να εισπνεύσει καθαρό αέρα των υψομέτρων που είναι επιβλαβής για τα παιδιά της, πότε σε νησιά για να θωπευθεί από την θαλάσσια αύρα καθότι είναι συναισθηματική και τέλος στις γιορτές σε εξωτικά πανάκριβα κέντρα του εξωτερικού. Αεροπορικώς φυσικά η μετακίνηση, καθότι το εν λόγω υψόμετρο είναι απαγορευτικό στην μετάδοση του ιού. Άλλωστε αρέσκονται να κινούνται σε σφαίρα θεϊκή μακράν της χοϊκής τύρβης που τους εξουθενώνει. Οπότε αυτό μελετούν οι ισχυροί της γης στις μέρες μας. Τον εποικισμό από πλευράς τους της σελήνης. Επιθυμούν να γίνουν σεληνιακοί καθότι αστέρες και οι ίδιοι. Αμήν και πότε μήπως και γλυτώσουμε…

Οπότε επανερχόμενοι στην ενοχοποίηση του αέρος του δώρου του Θεού, οι ανωτέρω ταξιδευτές είπαν. Φορέστε μάσκα αναπνέοντες φιλτραρισμένο οξυγόνο, εκπνέοντες δε διοξείδιο του άνθρακος μη το χαρίζετε στην φύση που το έχει ανάγκη, αλλά πάρτε το πάλι εσείς πίσω, οπότε ψοφήστε, όχι από κορωνοϊό, αλλά από δηλητηρίαση και η φύση ας τερματίσει από «ασιτία». Μας έβαλαν δηλαδή ένα μαγκάλι γεμάτο κάρβουνα αναμμένα σε κλειστό δωμάτιο, με την προϋπόθεση να μας ζεστάνουν, αλλά με ενδότερο σκοπό να μας προβοδίσουν, λόγω διοξειδίου του άνθρακος.

Τι μυαλά έχουν αυτοί οι κυβερνώντες; Αξιοθαύμαστα και αξιέπαινα. Μπράβο τους.

Ας πάνε στον τσομπάνο ψηλά στ’ Άγραφα που έχει 1.000 γίδια με 30 τσομπανοσκυλάρες να του εκθέσουν το παραμύθι τους, αντικρίζοντας τα ροδοκόκκινα μάγουλά του. Θα εισπράξουν την… μεγαλύτερη ευχή του αιώνος. Τα χασαπόσκυλα των Αθηνών. Οι εφευρέτες της απάτης και της παντοειδούς ανομίας.

 

Έτσι λοιπόν επιστρέφοντες στο κυρίως θέμα, ο παραλογισμός που παρουσίαζε ο μαζάνθρωπος μέχρι χθες, ενδιαφερόμενος για άρτο και θεάματα, τέλος. Έρχεται η σύνεση και η σωφροσύνη, η προσγείωση έστω και ανώμαλη να μας κρατήσει όρθιους. Όμως· «Ὁ δοκῶν ἑστᾶναι βλεπέτω μή πέσει». Υπονομεύσαμε την ελευθερία μας οικτρά χρόνια ολόκληρα και τώρα κινδυνεύει. Κινδυνεύουμε εμείς.

Ας την σώσουμε… μήπως σωθούμε και εμείς.

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή