“Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου,
καί ὁ Θεός ἐδοξάσθη ἐν αὐτῶ”
Ιω. 13,31
Θαβώρ και Γολγοθάς! Δύο όρη μέσα στην Καινή Διαθήκη επωμίζονται το βαρυσήμαντο έργο της υπόμνησης στην ανθρώπινη ύπαρξη, δύο μεγάλων γεγονότων. Της Μεταμόρφωσης και του Σταυρού! Της δόξας του Θαβώρ και του πάθους του Γολγοθά. Το Θαβώρ προπορευόμενο προετοιμάζει τους μαθητές, μέσω της δόξας του Χριστού, για το επικείμενο εκούσιο πάθος του. Εν προκειμένω, με ένα μεγαλειώδη τρόπο ο Χριστός διδάσκει έμπρακτα, ότι η δόξα συμπλέκεται με το πάθος. Ότι το πάθος είναι μέρος της δόξας, όπως και η δόξα εμπερικλείει πάθος.
Η αποτύπωση της ανωτέρω διδασκαλίας, μετακυλιόμενη στον άνθρωπο, επισημαίνει ότι οποιαδήποτε δόξα και αν μας επισκεφθεί, θα ανακοπεί κάποια στιγμή από μία πρόσκληση στον τόπο της “Γεθσημανή” μέσα στο χαρακτηριστικό κλίμα της αγωνίας. Λίγο πιο πέρα δε παραφυλάγει και ένας σταυρός...
Αν ξεφυλλίσουμε την ιστορία, θα συνηγορήσει άμεσα και αυτή, ότι το βάθρο του “θρόνου” τις πλείστες φορές αντικατεστάθη από κάποιο ικρίωμα. Όμως και αυτό το ικρίωμα οδηγεί στη δόξα. Ο ίδιος ο θάνατος περικλείει μία ανείπωτη δόξα, ειδικά, αν αυτός που τον πλευρίζει “αγωνίσθηκε τον καλόν αγώνα και τελείωσε τον επί γης δρόμο του, τετηρηκώς την πίστη, οπότε τον αναμένει και ο στέφανος της δικαιοσύνης”.
Γιατί όμως τα λέμε όλα αυτά; Γιατί αν εξετάσουμε επιτακτικά την δόξα του Θαβώρ, κάποια στιγμή θα εντοπίσουμε τον Σταυρό φυτευμένο στο κέντρο του φωτός του Θαβώρ. Περί αυτού “συλλαλοῦν” εκείνη την ώρα ο Μωυσής και ο Ηλίας με τον “ἐν δόξη” Χριστό, στην μεταμόρφωση. Μιλούν για την “ἔξοδο” του στα Ιεροσόλυμα (Λουκ. 9,31).
Αλλά και την ώρα που βλέπουμε τον Χριστό σταυρωμένο, κατ' ουσίαν, αντικρίζουμε την δόξα και το φως της μεταμόρφωσής του. Γιατί; “τόν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν” (Α΄ Κορ. 2,8).
Τι αποκομίζουμε, από τα πρότερα μοναδικά γεγονότα αλλά και τις παράλληλες διδαχές, εμείς οι ελεύθεροι σκοπευτές της δόξας; Οι ποικιλόμορφοι φυγόπονοι και οι λάτρεις της διάβασης “της ερυθράς θαλάσσης”, όμως αβρόχοις ποσίν;
Ότι ο Θεός ποτέ δεν είναι τόσο δυνατός, όσο όταν είναι τέλεια ασθενής, (Β΄ Κορ. 12,9) και ποτέ τόσο μεγαλόπρεπα δοξασμένος, όσο όταν είναι τελείως νικημένος. Αυτό εμφαίνεται ιδιαζόντως, όταν ο Ιούδας έχει χωθεί στο σκοτάδι για να προδώσει τον Χριστό. Τότε η αλληλουχία των γεγονότων μας σύρουν στην δόξα του Γολγοθά. Γιατί; “Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου” (Ιω.13,31). Πότε; Την στιγμή που σταυρώθηκε. Ο Χριστός είναι ο βασιλιάς της δόξας, εξ' αιτίας του Σταυρού. Τα Θεοφάνεια επίσης δεν είναι μόνο κατά την ώρα της βάπτισης του Χριστού, αλλά και στο Θαβώρ. Προπάντων όμως στον Γολγοθά. Την ώρα που ο φονιάς άνθρωπος σκοτώνει τον ευεργέτη του, αυτοκτονώντας παράλληλα και ο ίδιος.
Την ώρα που απαγγέλλεται και το “δριμύ κατηγορητήριο” του “ἄφες αὐτοῖς”.
Αυτόν τον τρόπο επέλεξε ο Θεός και καλεί τον χριστιανό κάθε εποχής να βαδίσει προς την δόξα, έχοντας όμως κατά νου και το πάθος που τον περιμένει. Ιστάμενοι λοιπόν στους πρόποδες του “Θαβώρ”, πριν εκκινήσουμε την μεγάλη ανάβασή μας, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι κάποια στιγμή επιβάλλεται να κατέλθουμε. Ποτέ ένας ορειβάτης δεν παραμένει στην κορυφή που κατέκτησε, γιατί η μοναξιά της δόξας είναι ανυπόφορη. Η ηθική ικανοποίηση και η ψυχική πληρότης επέρχεται, όταν επιτευχθεί και η ανάβαση στον “Γολγοθά” .
Η πνευματική ευφορία του ύψους του Θαβώρ αποκτά την τέλεια διάστασή της, μόνο όταν μεταφερθεί και χαμηλά στην κοιλάδα του κλαυθμώνος. Σύμφωνα με την προτροπή του Χριστού η κάθοδος από το όρος επιβάλλει συνάντηση με την οδύνη.
Τους τρεις μαθητές, μετά την κάθοδό τους, τους περίμενε ένα επιληπτικό παιδί σε κρίση σπαραγμού‧ η αγωνία του πατέρα του‧ η ανημπόρια και αμηχανία των λοιπών μαθητών (Μαρκ. 9,14-18).
Αυτός ήταν ο λόγος που δεν έδωσε άδεια στον Πέτρο να στήσει τρεις σκηνές πάνω στο όρος ο Χριστός. Γιατί ήταν ήδη στημένες “χαμηλά”, προσμένοντας εναγωνίως και περιπαθώς την κάθοδο της δόξας του.
Αλλά και στον ουρανοβάμονα Παύλο, ο Θεός είπε κάτι ανάλογο. “Σε ανέβασα ψηλά στους ουρανούς, για να γνωρίσεις από κοντά την δόξα μου, αλλά τώρα πρέπει να κατεβείς στη γη, για να παλέψεις γι' αυτήν. Ο “σκόλοπας”, θα σε κρατάει αξιόμαχο...” .
Κάπως ανάλογα σκιαγραφείται ιερά το ταξίδι κάθε Χριστιανού από τον μέγα σχεδιαστή Χριστό, με αλλεπάλληλες στάσεις, πότε στο Θαβώρ και πότε στον Γολγοθά. Κάπως ανάλογα στεφανούται ο ιερός αθλητής από τον Θεό, πότε με στεφάνια χαράς και πότε με στεφάνια μαρτυρίου. Αυτό το αντάμωμα Θαβώρ και Γολγοθά, μπορούμε να το αντικρύσουμε ολοκάθαρα μέσα στο ιερό μυστήριο του γάμου. Γιατί την ίδια ώρα που φοράμε τα στέφανα του γάμου –στέφανα χαράς και νίκης– πρέπει να αντιληφθούμε ότι είναι και στέφανα μαρτυρίου. Μέσω του μυστηρίου αυτού, πάμε να βρούμε και τον ανάλογο σταυρό, όπως τον... βρήκε η Αγία Ελένη. Μετά φυσικά ακολουθούν και οι ουράνιοι στέφανοι, όπως δόθηκαν και στους 40 μάρτυρες, για όσους “φιλοδοξούν” υπέρμετρα. Για τους παθιασμένους κυνηγούς της θείας δόξας.
Για να δούμε όμως, κατά πόσο αυτή η θεία δόξα,
ελκύει τον σύγχρονο φιλόδοξο άνθρωπο;
Στην έρευνα μας, το πρώτο στοιχείο που θα περισυλλεγεί άνευ κόπου, είναι η παντελής αδιαφορία από πλευράς της κοινωνίας για κάθε τι θείο. Τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων εντοπίζονται και κορυφώνονται στις ποικίλες επίγειες δόξες και τιμές. Την δόξα του Θεού στρέφεται να την κοιτάξει ο άνθρωπος, όταν ο πρώτος του κτυπήσει την πόρτα της καρδιάς του, με σκοπό να τον επισκεφθεί. Δυστυχώς όμως και εκείνη την ώρα, ώρα δόξας μέσα στην ώρα του ανθρωπίνου πάθους, ο Θεός “διώκεται”. Διώκεται όμως με ιδιάζουσα ευγένεια· “ἰδόντες αὐτόν παρεκάλεσαν, ὅπως μεταβῆ ἀπό τῶν ὁρίων αὐτῶν”, γιατί “τί ἡμῖν καί σοί;” (Ματ. 8,28). Γιατί ο άνθρωπος, καθότι δαιμονοκρατούμενος, δεν θέλει να βασανίζεται μέσω των υψηλών νοημάτων. ῾῾Ἦλθες ὧδε πρό καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;” (Ματ. 8,29). Απαξιοί να αγωνισθεί στον στίβο του πνεύματος και να παραστεί ως προσκεκλημένος στο θεϊκό τραπέζι. Προτιμάει τα χαρούπια της αμαρτίας μέσα στα κοινά πορνοστάσια, εκτελώντας χρέη ιεροδούλου κατ' εντολή των επιτηδείων πορνοβοσκών, που διαφεντεύουν τα ιδιόρρυθμα χοιροστάσια. Τους κοινούς οίκους ανοχής της διεστραμμένης και απόλυτα νοσηρής διανόησης.
Μήπως τελικά η δόξα του σταυρικού πάθους θα μπορούσε να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα της ανθρώπινης αναλγησίας, ανασύροντας τον βουτηγμένο μέσα στα αφόρητα πάθη της αμαρτίας του, άνθρωπο;
“Εκείνος, που ήταν ζωντανός, είναι τώρα πεθαμένος· εμείς που ζούσαμε, τώρα πεθαίνουμε”( Έλιοτ 1888-1965).
Τότε μέσα στον παράδεισο αναζητούσε ο Θεός τον Αδάμ απεγνωσμένα. “Ἀδάμ ποῦ εἶ;” Τώρα ήλθε η σειρά του ανθρώπου να αναζητήσει τον Θεό.
“Πού είναι ο Θεός; Θα σας το πω. Όλοι μας τον έχομε σκοτώσει, κι εσείς κι εγώ! Ναι είμαστε όλοι οι φονιάδες του! Μα πώς μπορέσαμε να το κάνουμε αυτό; Τι κάναμε αποσπώντας από αυτή τη γη τον ήλιό της! Πού πάει το πράγμα τώρα; Πού πάμε εμείς; Δεν κατρακυλάμε από τότε σ' ένα ξεπεσμό χωρίς τελειωμό; Δεν περιπλανώμεθα μέσα σ' ένα ατέλειωτο χάος; Η νύχτα δεν γίνεται ολοένα και πιο μαύρη; Ο Θεός πέθανε, ο Θεός πέθανε! Και τον σκοτώσαμε εμείς!”
Τα λόγια αυτά πιστοποιούν την ανυπέρβλητη αγωνία του Φρειδερίκου Νίτσε (1844-1900), που σε λίγο διάστημα τον οδήγησε στην τρέλλα και τελικά στον θάνατο. Αυτή τη δόξα πόθησε ο εν λόγω πατέρας του νεωτέρου αθεϊσμού. Πάντοτε μία αγωνία, όταν δεν καταφεύγει στον κήπο της Γεθσημανή να ανταμώσει την αγωνία του Χριστού, καταλήγει στο “ἀπελθών ἀπήγξατο” του Ιούδα.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στις μέρες μας.
Η αγωνία που διαφεντεύει, ένεκα της απουσίας του Θεού από την ζωή μας, οδηγεί την ακατασχέτως αιμορροούσα κοινωνία, στην αγχόνη της αυτοκαταστροφής. Γιατί; Γιατί ο σέξι μαραγκός, ο χίπης Χριστός, ο Χριστός σούπερ σταρ, έστω ο μυθικός και ο ανύπαρκτος, για τους εσχάτους “ομολογητές”, πέθανε! Ο Ουρανός είναι κενός. Ας θρηνήσει η τάλαινα κοινωνία. Έχει μείνει ορφανή, δεν έχει πια πατέρα. Ο Henri Heine (1797-1856) είχε φωνάξει με σαρκασμό: “Δεν ακούτε που αντηχεί το κουδουνάκι; Γονατίστε! ... φέρνουν την Θεία Ευχαριστία σ' ένα Θεό που είναι νεκρός!”
Βάσει των προτέρων, αφού ο σύγχρονος άνθρωπος εξουδετέρωσε τον μοναδικό αντίπαλο που είχε, τον Θεό, τώρα, ας βαδίσει στην δόξα της απόγνωσής του. Στον κατήφορο των ενστίκτων του και των ελεεινών παθών του. Ας βυθισθεί ολοσχερώς στην χαβούζα της παραμόρφωσής του.
Τον αναμένουν εναγωνίως τα πρωτότυπα στρατόπεδα που οργανώνουν επιμελώς οι ένδοξοι αφεντάδες του, όπου φιλοξενούμενος θα αναπολεί τα μεγαλεία και τις δόξες του παρελθόντος.
Το είχε τονίσει ο σαρκαστικός Bernard Shaw, (1856-1950) ότι ο ίδιος ο άνθρωπος δεν θα μπορεί να ξεφύγει από τον νόμο του. “Μετά την εποχή των άντρων, η εποχή των στρατώνων”. Εμείς συμπληρώνουμε: Μετά τα άντρα της ακολασίας η σύγχρονη κοινωνία στον τάραχο των παθών της.
Καιρός να ατενίσουμε την δόξα του Σταυρού!
Αρίσταρχος