Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 (Διάλεξη σε φοιτητές, στο Α.Π.Θ. το 1978)
 

  Θα θεωρούσα πάρα πολύ ελλιπές, θα θεωρούσα ένα ακρωτηριασμό της συνεργασίας η οποία υπάρχει ανάμεσα σε μας, οι οποίοι προσπαθούμε να διδάξουμε, και σε σας, οι οποίοι έχετε την τόση προθυμία να μάθετε, εάν περιοριζόταν αυτή η συνεργασία μόνο πέριξ ορισμένων επιστημονικών γνώσεων. Νομίζω ότι αυτή η επικοινωνία, η τόσο στενή και ιδιάζουσα, η οποία δημιουργείται εις τους χώρους τους ακαδημαϊκούς, είναι φυσικό να επεκτείνεται και εις ευρύτερα πλαίσια. Και εις θέματα τα οποία απασχολούν την ψυχή γενικώτερα και εις τα οποία η ψυχή πρέπει να δώσει κάποια απάντηση.

  Κάθε διάλεξη η οποία γίνεται, είναι στην πραγματικότητα και ένας διάλογος. Υπ’ αυτή την έννοια ας θεωρηθεί παρακαλώ και η αποψινή μας συνάντηση. Καθ’ όλο το διάστημα που θα ακούτε, όσα θα έχετε την υπομονή να μου επιτρέψετε να πω, θα ήθελα να έχετε τη σκέψη σας απασχολημένη, με το εάν συμφωνεί ή εάν διαφωνεί. Ούτως ώστε, εκ των υστέρων, η συζήτηση να δώσει σε όλους μας, και πρώτα σε μένα, την ευκαιρία δια της επικοινωνίας και συνεργασίας να φθάσουμε σε ένα καρποφόρο συμπέρασμα.

  Θα ήθελα να αρχίσω την σημερινή μας συζήτηση, γύρω από το θέμα κυρίως της αναστάσεως του Ιησού Χριστού, με ένα επεισόδιο το οποίο αφηγείται ένας δημοσιογράφος, ο οποίος ευρίσκετο το 1917 στην Μόσχα, μετά την Οκτωβριανή επανάσταση, Μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων, δημιουργούνταν μεγάλες μαζικές συγκεντρώσεις στις πλατείες, στις οποίες μαζευόταν πολύς λαός και επί ώρες άκουγε τους διαφόρους ομιλητές να αναπτύσσουν τις ιδέες του μαρξισμού και του υλισμού. Επειδή αυτή η διδασκαλία ήταν πολύωρη και έδιδε την εντύπωση μιας μονομερούς μόνο αναπτύξεως, οι ιθύνοντες και οι οργανωτές είχαν αποφασίσει να δημιουργούν κάποια τεχνητή συζήτηση. Στο τέλος αυτών των μακρών μονολόγων, ρωτούσαν ποιος θα ήθελε να εκφράσει τη γνώμη του. Οι γνώμες βεβαίως, οι οποίες προσφερόταν, ήταν ήδη έτοιμες και δεν αποτελούσαν άλλο από ένα σχόλιο ή μια προσθήκη στα όσα είχαν λεχθεί προηγουμένως. Μια μέρα, που πολλές δεκάδες χιλιάδων είχαν ακούσει αυτές τις διαφωτιστικές ομιλίες μέσα στην κεντρική πλατεία της Μόσχας, στην εποχή της τρομοκρατίας, λέγει ο ομιλητής στο τέλος· «Ποιος θα ήθελε να πει τη γνώμη του πάνω σε όλα αυτά;». Και στην περίοδο εκείνη του διωγμού, που δεκάδες χιλιάδων ιερέων φονεύθηκαν, εμφανίζεται ένας γέρος κυρτός, ιερέας, με φθαρμένο ράσο, όπως μαρτυρεί ο δημοσιογράφος, και λέγει· «Εγώ θα ήθελα να μιλήσω». Μόλις τον αντικρίζει ο ομιλητής του λέγει· «Να μιλήσεις, αλλά δεν θα πεις πολλά». «Όχι, μην ανησυχείς αδελφέ μου», του απαντά εκείνος, «δεν θα πω πολλά». Ανεβαίνει επάνω στο βήμα και λέγει·

  «Αγαπητοί μου, ακούσαμε όσα είχε να μας πει ο ομιλητής για τις νέες αυτές ιδέες. Όμως, αδελφοί μου, ο Χριστός Ανέστη». Και όλος εκείνος ο λαός απάντησε· «Αληθώς Ανέστη». Ο ιερέας κατήλθε και δεν εμφανίσθηκε ξανά.

  Το μήνυμα αυτό, ότι «ο Χριστός Ανέστη» υπήρξε, εν τούτοις, ένα ριζικώτατο και πανίσχυρο κήρυγμα, το οποίο απαντούσε και αντίκρουε εκ βάθρων όλη την άρνηση η οποία είχε προβληθεί. Διότι μέσα στο γεγονός της αναστάσεως και στην πίστη για την ανάσταση περικλείεται όλο το βάθρο στο οποίο στηρίζεται η χριστιανική θρησκεία, η οποία διακηρύσσει ότι είναι η Αλήθεια και το οποίο αποτελεί και μια πλήρη ανατροπή όλων των αντίθετων αντιλήψεων και κοσμοθεωριών και ιδεολογιών. Και αυτό, διότι αν αναστήθηκε όντως ο Χριστός, αφού πέθανε, τότε πράγματι υπάρχει Θεός, Κύριος της ζωής και του θανάτου. Αλλιώς η ανάστασή του είναι αδύνατη. Διότι, αν αναστήθηκε αυτοδύναμα ο Ιησούς Χριστός, τότε είναι Θεός ο ίδιος, όπως το διακήρυξε. Διότι ο Ιησούς Χριστός είναι η σωτηρία των ανθρώπων. Δια της αναστάσεως νικά το θάνατο και επικυρώνει, έτσι, την δια της σταυρώσεως εξαγορά και εξάλειψη της αμαρτίας, παρέχων την μόνη και πλήρη σωτηρία.

  Γι’ αυτό η σταύρωση και η ανάσταση του Χριστού, ως ιστορικά γεγονότα, έχουν συγκεντρώσει τα πυρά κάθε ανθρώπου, ο οποίος δεν εννοεί να παραδεχθεί τις βασικές αυτές αλήθειες του Χριστιανισμού.

  Διότι, εάν είναι αληθινά γεγονότα η σταύρωση και η ανάσταση, τότε όλα τα κηρύγματα και όλες οι αρχές του Χριστιανισμού πρέπει να γίνουν παραδεκτές.

  Οι άνθρωποι, οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν θέλουν να είναι αληθινά, έχουν επιστρατεύσει και την ίδια την επιστήμη για να βρουν επιχειρήματα, να βρουν λογικοφανείς αντιρρήσεις στην αξιοπιστία των αφηγήσεων για την σταύρωση και την ανάσταση. Έτσι κακομεταχειρίζονται με διαφόρους τρόπους την επιστήμη, διότι δεν είναι δυνατό να ανεχθούν ότι όλα αυτά είναι αλήθεια. Διότι, αν αυτά είναι αλήθεια, τότε κάθε τι το αντίθετο είναι πλάνη και σφάλμα· και η ζωή όπως την ζούμε, και τα είδωλα που λατρεύουμε. Και επειδή συχνά δεν αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή η διαπίστωση ακριβώς αποτελεί την ευτυχία μας, γι’ αυτό με τόση επιμονή και τόση μανία έχουν επιστρατευθεί τα επιχειρήματα.

  Σ’ αυτό λοιπόν το θέμα θα περιστραφεί και η αποψινή συζήτηση και συγκεκριμένα θα αντιμετωπίσουμε τα τρία παρακάτω ερωτήματα·

Α΄. Πέθανε πραγματικά ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό; Διότι βεβαίως, αν δεν πέθανε δεν είναι δυνατό να διακηρύσσεται ότι και αναστήθηκε.

Β΄. Εμφανίσθηκε πράγματι στους μαθητές του; Διότι αυτή είναι μια από τις δυο πηγές για την πληροφορία ότι πραγματοποιήθηκε η ανάσταση. Οι εμφανίσεις του Χριστού στους μαθητές του.

Γ΄. Πως εξηγείται ότι βρέθηκε κενός ο τάφος, που θάφτηκε ο Ιησούς Χριστός μετά την σταύρωση, το δεύτερο τεκμήριο ότι όντως έγινε η ανάσταση;

  Στα τρία αυτά ερωτήματα συνοψίζονται όλες οι αμφιβολίες, όλες οι ενστάσεις, οι οποίες κατά καιρούς με διαφορετική μορφή και επιχειρηματολογία παρουσιάσθηκαν ως προς την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Ας τα δούμε στις λεπτομέρειες τους.

  Α΄. Το ερώτημα εάν όντως ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό είναι ενδιαφέρον ότι δεν τέθηκε από τους συγχρόνους του. Και αυτό διότι στους ανθρώπους που είχαν παρακολουθήσει το μαρτύριο του σταυρού, και μάλιστα στα πλήθη που παρακολούθησαν την σταύρωση του Ιησού Χριστού ήταν πράγματι τελείως παράλογο να έχουν τέτοια αμφιβολία. Και μολονότι και οι Εβραίοι, καθώς γνωρίζουμε, και πολλοί άλλοι θέλησαν να καταρρίψουν την πεποίθηση για την ανάσταση, κανείς δεν στήριξε επιχειρηματολογία, αμφισβητώντας τον θάνατο του Ιησού Χριστού, μέχρι τον 18ο αιώνα.

  Κατά τον 18ο αιώνα εν τούτοις, τον αιώνα όπου η διαφώτιση προσπαθεί με λογικοφανή επιχειρήματα να αμφισβητήσει κάθε τι που έχει σχέση με την χριστιανική θρησκεία, ένας Ιταλός, ο VENTURINI, έδωσε την ερμηνεία ότι δεν είχε φθάσει μέχρι τον θάνατο το σταυρικό μαρτύριο του Χριστού και ότι είχε ταφεί σε κατάσταση νεκροφάνειας. Έκτοτε και άλλοι προσπάθησαν να προσθέσουν επιχειρήματα, επιστρατεύοντας την ευεργετική επίδραση των αρωμάτων, της σμύρνας και της αλόης, με τα οποία επήλθε η διακοπή της νεκροφάνειας.

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

  Αλλά για να διαπιστώσουμε, εάν ήταν δυνατό να μην έχει πεθάνει πάνω στο σταυρό ο Ιησούς Χριστός, θα είναι χρήσιμο, και σ’ αυτό η ιατρική θα μας δώσει μεγάλη βοήθεια, να αντιληφθούμε σε τι συνίστατο σωματικά το πάθος και το μαρτύριο του Ιησού Χριστού. Το πάθος περιείχε αφ’ ενός όλους τους προδιαθετικούς παράγοντες οι οποίοι εξάντλησαν τον οργανισμό του και στην συνέχεια κατέληξε στην σταύρωση. Δεν είναι άσκοπο να αναφέρουμε και τις προκαταρκτικές δοκιμασίες, διότι δεν αποτελούσαν απλώς μια κούραση, μια ταλαιπωρία, μια εξάντληση, αλλά προκαλούσαν διαταραχές, οι οποίες αθροιζόμενες έφερναν τον οργανισμό πλησιέστερα στον θάνατο. Αλλά και τα πλήγματα, που δέχεται ο Ιησούς Χριστός κατά την διάρκεια του πάθους, είναι πολλά, ισχυρά και τα δέχεται σε διαδοχικά στάδια. Αμέσως μετά την πρώτη καταδίκη του από το Καϊάφα, εκτός από το ράπισμα του υπηρέτη του αρχιερέα, ο Ιησούς δέχεται πολλά και σκληρά κτυπήματα κατά πρόσωπο. Τον «εκολάφιζαν» τον «εράπιζαν» τον «έτυπτον» τον «έδερον» κύριοι και υπηρέτες «συνέχοντες αυτόν και περικαλύψαντες το πρόσωπον αυτού». Αλλά και προ της τελικής καταδίκης από τον Πιλάτο, οι τραχείς Ρωμαίοι στρατιώτες αυτή τη φορά επαναλαμβάνουν τα κτυπήματα στο πρόσωπο του Ιησού. Στο ευαγγέλιο ακούμε μια σύντομη φράση «και φραγγελώσας τον Ιησούν παρέδωκεν ίνα σταυρωθή» και ίσως δεν της δίνουμε αρκετή σημασία. Τότε δεν χρειαζόταν αναλυτική περιγραφή. Το μαρτύριο αυτό ήταν συχνό, προηγούταν δε πάντοτε της σταύρωσης. Εμείς όμως νομίζουμε συνήθως ότι πρόκειται για μια απλή μαστίγωση. Αυτό δεν είναι ακριβές. Ο κατάδικος δενόταν πάνω σε ένα στύλο και ο βασανιστής έπαιρνε το φραγγέλιο, το οποίο ήταν ένα μαστίγιο με πολλά λουριά, πάνω στα οποία είχαν δεθεί ή κοκαλάκια σαν τους αστραγάλους που παίζανε τα παιδιά ή σφαιρίδια μολύβδινα, και αυτά τα χτυπούσε με όση δύναμη είχε στην ράχη του κατάδικου, σε βαθμό ώστε με τα πρώτα ήδη κτυπήματα απογυμνωνόταν η πλάτη από δέρμα και, όταν τελείωνε το φραγγέλωμα, οι σάρκες της ράχης είχαν τραυματιστεί και φαινόταν τα οστά της. Αναφέρονται περιπτώσεις καταδίκων οι οποίοι πέθαναν κατά το φραγγέλωμα.

  Σ’ αυτή τη ράχη έφερε ο Ιησούς Χριστός τον Σταυρό ο οποίος ήταν από ξύλο βαρύ, ώστε να μπορεί να αντέχει το βάρος του κατάδικου. Είναι ευνόητο τι σήμαιναν οι μετακινήσεις αυτού του ξύλου πάνω στην ράχη κατά το περπάτημα στον ανηφορικό δρόμο προς τον Γολγοθά. Δεν είναι άξιο απορίας ότι ο κατάδικος βρέθηκε σε πλήρη εξάντληση και αδυναμία να προχωρήσει (κατά μια παράδοση έπεσε μπρούμυτα από το βάρος του), ώστε αναγκάσθηκαν να αγγαρεύσουν τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, διότι ήταν ενδεχόμενο να πεθάνει ο Ιησούς πριν φθάσει στον Γολγοθά και σταυρωθεί.

  Ας προσθέσουμε ακόμη και τον «ακάνθινον στέφανον», ο οποίος δεν ήταν μόνο πολύ επώδυνος, αλλά αποτελούσε και ένα πρόσθετο αίτιο αύξησης της αιμορραγίας, διότι τα αγκάθια, όπως τρυπούσαν το τριχωτό της κεφαλής, τραυμάτιζαν μια από τις περιοχές του σώματος οι οποίες αιμορραγούν περισσότερο, όπως θα είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν όσοι είδαν τραύματα του προσώπου και του τριχωτού της κεφαλής. Σημειωτέο στο κεφάλι με το ακάνθινο στεφάνι γινόταν και κτυπήματα με ράβδο τα οποία βύθιζαν τα αγκάθια πιο βαθειά.

  Αυτό λοιπόν το κατατραυματισμένο, αναιμικό, και με πολλούς πόνους σώμα σταυρώθηκε.

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ

  Ας μελετήσουμε τώρα την ίδια την σταύρωση. Όλοι σχεδόν έχουμε την εντύπωση ότι ο θάνατος πάνω στο σταυρό προέρχεται από τον πόνο που προκαλούν οι ήλοι και την αιμορραγία που ακολουθεί τον τραυματισμό των χεριών και των ποδιών. Οι παράγοντες αυτοί αποτελούν σοβαρά προδιαθετικά αίτια, αλλά δεν είναι, όπως θα δούμε, ο κύριος λόγος του θανάτου. Πράγματι ο πόνος από τα καρφιά είναι εξαιρετικά δυνατός. Ένας Γάλλος χειρούργος, ο BARBET, του οποίου το βιβλίο θα βρείτε στην βιβλιογραφία, έκανε πειράματα επί πτωμάτων για να διαπιστώσει από πού ακριβώς είναι δυνατόν να περάσουν τα καρφιά, ώστε να εκτελεστεί η σταύρωση. Αν οι ήλοι διαπεράσουν την περιοχή της παλάμης, το βάρος του σώματος αναγκάζει ο ήλος να σχίσει το δέρμα και τα μαλακά μόρια του μετακαρπίου, τα οποία βρίσκονται από το σημείο του τραύματος μέχρι τα δάχτυλα, που αν συνέβαινε αυτό -το γνώριζαν οι πολύπειροι εκτελεστές και δήμιοι της ρωμαϊκής εποχής- τότε ο κατάδικος θα έχανε την στήριξη του από τα χέρια και θα έπεφτε με το κεφάλι προς τα κάτω, ενώ θα τον κρατούσαν καρφωμένο μόνο οι ήλοι των ποδιών πάνω στον σταυρό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ήλοι περνούσαν από άλλο σημείο των χεριών, όχι από την παλάμη, αλλά από τον καρπό του εσταυρωμένου. Εκεί πράγματι οι σύνδεσμοι και τα οστά δημιουργούν ένα ισχυρότατο στήριγμα, ώστε να συγκρατείται όλο το βάρος του σώματος. Στον καρπό, ο ήλος κατευθύνεται προς τη ραχιαία επιφάνεια σχεδόν κατ’ ανάγκη -και ασχέτως του σημείου της αρχικής τοποθέτησής του- δια μέσου του χώρου του DESTOT, ο οποίος περιβάλλεται από οστάρια του καρπού.

  Αυτό αποδείχθηκε σε μια δωδεκάδα πειραμάτων σε ακρωτηριασμένα χέρια. Τα πειράματα όμως αυτά παρουσίασαν όλα και τα εξής χαρακτηριστικά.

  Πρώτον ότι ο ήλος πέρασε, χωρίς σε καμμιά περίπτωση να προκαλέσει κάταγμα οστού, (για να επιβεβαιωθεί το «οστούν ου συντριβήσεται αυτού»).

  Δεύτερον ότι σε όλες τις περιπτώσεις προκάλεσαν τραυματισμό ενός μεγάλου νεύρου του άνω άκρου, του μέσου νεύρου. Και τι σημαίνει η απλή στιγμιαία πλήξη ενός ξένου σώματος προς ένα νεύρο το έχουμε δοκιμάσει, αν όχι απ’ ευθείας, όμως δια μέσου του δέρματος, αν χτυπήσουμε για ένα δευτερόλεπτο στην άρθρωση του αγκώνα. Πρόκειται για το αφόρητο εκείνο αίσθημα, που μοιάζει με ηλεκτρική εκκένωση, η οποία μας δημιουργεί την εντύπωση ότι παραλύσαμε .Ας φανταστούμε τώρα αυτό το νεύρο να συμπιέζεται ασταμάτητα απ’ ευθείας και να τραυματίζεται από τον ήλο, σε κάθε μικρή μετακίνηση κατά την διάρκεια της σταύρωσης. Αυτό μας δίδει κάποιο μέτρο του πόνου του μαρτυρίου της σταύρωσης εξ αιτίας των ήλων. Ανάλογοι βέβαια είναι οι πόνοι από τους ήλους οι οποίοι διαπερνούν τα πόδια, όπου πειράματα ανάλογα προς τα προηγούμενα έδειξαν ότι ο μόνος κατάλληλος χώρος για το πέρασμα του ήλου είναι το διάστημα μεταξύ δευτέρου και τρίτου μεταταρσίου. Αλλά δεν φθάσαμε στην αρχή αλλά απλώς στη προεισαγωγή της διαδικασίας, μέσω της οποίας η σταύρωση οδηγεί στον θάνατο.

  Θα προσέξατε ίσως ότι σε πολλές εικόνες παρουσιάζονται οι δυο ληστές να είναι σταυρωμένοι όχι με ήλους αλλά δεμένοι με σχοινιά στο σταυρό. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Δεν γνωρίζουμε αν πράγματι οι ληστές σταυρώθηκαν κατ’ αυτό τον τρόπο. Αλλά είναι γεγονός, μαρτυρούμενο σε πολλά ιστορικά κείμενα, ότι όντως σε μεγάλο ποσοστό η σταύρωση γινόταν με απλή πρόσδεση των άκρων στο σταυρό. Άρα δεν ήταν ο ήλος που επέφερε τον θάνατο αλλά αυτή η ίδια η στάση της σταύρωσης, η οποία οδηγεί στον θάνατο.

  Στον γερμανικό στρατό του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, μια σωματική τιμωρία για βαρειά πειθαρχικά παραπτώματα ήταν το «AUFBINDEN», κατά το οποίο προσδενόταν ο τιμωρούμενος στρατιώτης σε ένα στύλο, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα χέρια δενόταν σε ψηλό σημείο και δεν άφηναν τα πόδια να στηριχθούν στην γη. Εξ αιτίας της στάσης αυτής το σώμα οδηγείτο μέσα σε δέκα λεπτά σε αφόρητη ασφυξία, η οποία κατέληγε σε θάνατο, αν δεν κόβανε έγκαιρα τα σχοινιά, για να πέσει στο έδαφος. Πράγματι, όταν ένας άνθρωπος κρεμαστεί από τα χέρια κι όλο το βάρος του σώματος μεταφερθεί στα χέρια σε πολύ έντονη έκταση προς τα πάνω, ακολουθεί μόνιμη έλξη των μυών του ώμου και κατ’ επέκταση του θώρακα, ο οποίος παραμένει σε συνεχή θέση εισπνοής, έτσι ώστε οι αναπνευστικές κινήσεις γίνονται ανεπαρκείς για τις ανάγκες του οργανισμού. Έτσι επέρχεται ασφυξία η οποία συνοδεύεται από τετανική σύσπαση των μυών, γνωστή σαν «κράμπα». Από την παρατεταμένη πίεση εντός του θώρακα, εμποδίζεται και η παροχέτευση του αίματος από το κεφάλι, το οποίο βρίσκεται σε μόνιμη υπεραιμία. Η κατάσταση αυτή έχει αρκετές αναλογίες με εκείνη της απαγχόνισης.

  Ο σταυρωμένος έχει ένα τρόπο να διακόψει για λίγο αυτή την ανεπάρκεια των αναπνευστικών κινήσεων, η οποία οδηγεί στην ασφυξία. Στηριζόμενος στους ήλους των ποδιών ανυψώνει το κορμί του και έτσι τα χέρια του παίρνουν θέση σχεδόν οριζόντια. Οι αναπνευστικές κινήσεις γίνονται βαθύτερες και πιο αποτελεσματικές και λιγοστεύει η έλξη των μυών του θώρακα. Το αίμα αποσυμφορείται από το κεφάλι και διοχετεύεται ευκολότερα στον θώρακα. Αλλά η μεγάλη αυτή μυϊκή προσπάθεια, σε ένα οργανισμό καταπονημένο, διακόπτεται τελικά από την κούραση και με το βάρος του επανέρχεται στην αρχική θέση, η οποία οδηγεί ξανά στην ασφυξία και την σύσπαση των μυών. Οι εναλλαγές αυτές επαναλαμβάνονται μέχρι να εξαντληθεί εντελώς η αντοχή του οργανισμού.

  Ήταν πράγματι μια σατανική επινόηση ο σταυρός.

  Οι Ρωμαίοι συγγραφείς, οι οποίοι ζούσαν σε μια εποχή, όπου η φριχτή τέχνη του βασανισμού είχε φθάσει στο αποκορύφωμά της, χαρακτήριζαν τον σταυρό σαν το σκληρώτερο και τρομερώτερο βασανιστήριο «CRUDELISSIMUM ET TETERRIMUM SUPLICIUM» γράφει ο Κικέρων. Αυτό ακριβώς ήταν το αίτιο που είχε καταστήσει την σταύρωση αφ’ ενός τόσο δημοφιλή στους αιμοδιψείς και εξαγριωμένους όχλους της εποχής εκείνης, και αφ’ ετέρου το καθιερωμένο μέσο εκτελέσεως των δούλων, των μεγάλων εγκληματιών και των προδοτών.

ΤΟ ΚΑΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΚΝΗΜΩΝ

  Σε περιπτώσεις ατόμων μεγάλης αντοχής, ή όταν ο επί κεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος έκρινε ότι το μαρτύριο έπρεπε να επισπευσθεί, υπήρχε ένας τρόπος για να επισπευσθεί η επέλευση του θανάτου. Γνωρίζοντας ότι εκείνο που έσωζε τον κατάδικο από την ασφυξία ήταν η στήριξη με τα κάτω άκρα στους ήλους των ποδιών, με ένα δυνατό κτύπημα προκαλούσαν κάταγμα της κνήμης (το «CRURIFRAGOUM») και έτσι ήταν πλέον αδύνατο στον κατάδικο να στηριχθεί και να αναπνεύσει και πέθαινε.

  Ήταν αυτό η χαριστική βολή για τους σταυρωμένους και εφαρμόσθηκε στους δυο ληστές που σταυρώθηκαν με τον Χριστό. Ο έμπειρος αρχηγός του αποσπάσματος, ο κεντηρίων, όταν είδε τον Χριστό να μην αναπνέει και να μη κινείται, πείσθηκε απόλυτα ότι πέθανε, διότι ο κατάδικος πάνω στο σταυρό είναι αδύνατο να υποστεί νεκροφάνεια. Δεν είναι δυνατό να αναπνέει κανείς χωρίς οι αναπνευστικές κινήσεις του να είναι αντιληπτές, επειδή η απεγνωσμένη αναπνευστική προσπάθεια είναι εργώδης, μάλιστα όταν βρίσκεται σε θέση όπου το σώμα, μη εκτελώντας μυϊκές κινήσεις, ασκεί όλο το βάρος του στους ήλους των χεριών. Η ακινησία πάνω στο σταυρό ισοδυναμεί με θάνατο.

Η ΛΟΓΧΗ

  Αλλά για να μη μείνει σε κανενός τη σκέψη και η παραμικρή αμφιβολία ότι όντως είχε πεθάνει και αν ακόμη δεν γνωρίζαμε με ποιόν τρόπο πέθαιναν οι σταυρωμένοι εκτέλεσε «εις των στρατιωτών» την από παράδοση χαριστική βολή την οποία εφάρμοζαν άσχετα με τον τρόπο θανατώσεως οι Ρωμαίοι· «Ενέπηξε την λόγχην εις τον θώρακα και αμέσως έρρευσεν αίμα και ύδωρ».

  Ποια μεγάλη σημασία έχει για την πίστη μας αυτό το αίμα και ύδωρ δεν είμαι ο κατάλληλος να το αναπτύξω. Έχει όμως σημασία και η μόνη ιατρική ερμηνεία για την προς τα έξω ροή αίματος. Ότι δηλαδή σε τραύμα θώρακα εξηγείται με τραυματισμό από την λόγχη -της καρδιάς ή μεγάλου αγγείου- και ότι, εφ’ όσον η καρδιά δεν έχει σταματήσει να χτυπάει, η ροή είναι με σφίξεις με μεγάλη πίεση και συνεχής και δεν είναι ανακατεμένη με νερό. Περιττό να θυμίσουμε ότι τραύματα δια μέσω του θωρακικού τοιχώματος προξενούν ανοιχτό πνευμοθώρακα ο οποίος είναι ασυμβίβαστος με την παράταση της ζωής.

  Το γεγονός λοιπόν, ότι καμιά άλλη κίνηση ή αντίδραση δεν επακολούθησε το τραύμα του θώρακα και ότι καμμιά αναπνευστική ή άλλη προσπάθεια δεν επιτελούνταν πλέον, έπεισε τον έμπειρο κεντηρίονα ότι ο θάνατος είχε επέλθει και την πεποίθηση του αυτή την δήλωσε επίσημα στον Πόντιο Πιλάτο, όταν αυτός τον κάλεσε να τον διαβεβαιώσει, ότι «πάλαι απέθανεν».

  Σημειωτέο ότι ο σταυρωμένος παρέμεινε προσηλωμένος πάνω στο σταυρό πολλή ώρα μετά τον λογχισμό. Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας κατεβαίνει στο παλάτι του Πιλάτου και ζητεί την άδεια να ενταφιάσει το σώμα. Ο Πιλάτος καλεί τον Κεντηρίονα και πληροφορείται απ’ αυτόν τον θάνατο του κατάδικου. Ανεβαίνει ξανά ο Ιωσήφ στο Γολγοθά, αφού προμηθευτεί και αυτός και ο Νικόδημος όλα τα απαραίτητα και πραγματοποιεί την αποκαθήλωση. Η ταφή γίνεται σύμφωνα με το Εβραϊκό τυπικό («καθώς έθος εστί τοις Ιουδαίοις ενταφιάζειν» λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης) το οποίο περιλάμβανε μεταξύ άλλων και την τοποθέτηση φτερού στην μύτη του ενταφιαζομένου επί δεκαπέντε λεπτά, για να διαπιστωθεί ότι αυτό δεν μετακινείται από εξερχόμενη πνοή.

  Αλλά η ίδια η διαδικασία του ενταφιασμού του Ιησού Χριστού περιέχει και μια πρόσθετη αιτία θανάτου, περιττή πλέον σαν αποδεικτικό στοιχείο, αλλά πάντων ικανή να οδηγήσει στο θάνατο από μόνη της έναν άνθρωπο υγιή. Και αυτή είναι το έθιμο να περιτυλίσσεται το σώμα του νεκρού από παντού (συμπεριλαμβανομένης της κεφαλής) με μια σινδόνη και να διαβρέχουν τελείως το ύφασμα αυτό με μίγμα δυο αρωματικών ουσιών της σμύρνας και της αλόης το οποίο, έχει υφή πυκνόρρευστη, ρητινώδη. Στην προκειμένη περίπτωση πληροφορούμαστε ότι ο Νικόδημος χρησιμοποίησε «ως λίτρα εκατό» ήτοι 32 κιλά, Έτσι όλο το σώμα περικλείεται μέσα σε περίβλημα το οποίο γίνεται στεγανό, αεροστεγές και πρόξενο ασφυξίας.

  Αλλά αν και το πλήθος των τεκμηρίων και των αιτίων θανάτου έχει καταστήσει την ένσταση ότι δεν είχε επέλθει ο θάνατος ανάξια προσοχής και συζήτησης, ας την παρακολουθήσουμε εν τούτοις με την άδεια σας λίγο ακόμη στην προέκταση και στις συνέπειές της.

  Αυτό το ημιθανές (εφ’ όσον δεν είναι νεκρό) σώμα, αφού παραμείνει για αρκετό χρόνο στο ασφυκτικό περιβάλλον του, χωρίς νερό, χωρίς καμμιά φροντίδα ή νοσηλεία, ξαφνικά σηκώνεται, απαλλάσσεται από το αεροστεγές περίβλημά του (χωρίς, όπως σαφώς περιγράφουν οι μαρτυρίες να ξετυλίξει τα υφάσματα), αποκυλίει την πέτρα την οποία δυο υγιείς γυναίκες θεωρούσαν τους εαυτούς τους αδύναμους να το κάνουν. Το σώμα αυτό βαδίζει με άνεση από τα Ιεροσόλυμα στους Εμμαούς με γρήγορο βήμα, ώστε να φθάσει τους δυο προπορευμένους και να συζητεί αμέριμνα και με άνεση μαζί τους. Από κει πηγαίνει πάλι πίσω στα Ιεροσόλυμα και εμφανίζεται στους μαθητές του. Είναι δε οι εμφανίσεις του της πρώτης μέρας εμφανίσεις σώματος υγιούς, το οποίο σφύζει από ζωή, ενώ θα ήταν ιατρικά αδιανόητο, ακόμη και αν επρόκειτο για απλές κακώσεις, ένα αναιμικό, αφυδατωμένο και πυορροούν σώμα να συμπεριφέρεται έτσι. Το πιο φυσιολογικό θα ήταν να σερνόταν μερικά μέτρα και να χρειαζόταν ιατρική περίθαλψη επί πολλούς μήνες για να επιβιώσει.

  Η αναζωογόνηση αυτή, λένε οι ορθολογιστές που υποστηρίζουν την ένσταση (χωρίς να γνωρίζουν τι σημαίνει το μαρτύριο του σταυρού και χωρίς στοιχειώδεις ιατρικές γνώσεις), οφείλεται στην ευεργετική επίδραση της σμύρνας και της αλόης. Αλλά αν αυτές οι ουσίες είχαν τέτοιες ανήκουστες και παράδοξες ενέργειες, τότε έπρεπε να σταματήσουμε την πολύπλευρη και κοπιαστική προσπάθεια των γιατρών για την διατήρηση στην ζωή αυτών που έπαθαν μεγάλους τραυματισμούς και σοβαρές διαταραχές του οργανισμού και να αρκούνται απλώς στην εισπνοή σμύρνα και αλόης.

  Ας προσθέσουμε ότι σύμφωνα προς την αδιανόητη και φαντασιώδη αυτή ένσταση θα πρέπει ο Ιησούς Χριστός, αφού διατύπωσε την τέλεια ηθική διδασκαλία και την τήρησε σε όλη του τη ζωή έτσι ώστε να προκαλεί όσους τον μισούσαν με το «τις ελέγχει με περί αμαρτίας;», να προέβη στην βλάσφημη απάτη να διαβεβαιώνει για την ανάστασή του (και να διερμηνεύει περί αυτής εις τας γραφάς). Τέλος δε να σκηνοθέτησε (με ποιο τρόπο άραγε;) και την ανάληψη.

  Όλα αυτά είναι τελείως ασύστατα και απαράδεκτα και κάθε άνθρωπος ο οποίος σέβεται την λογική πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός όντως πέθανε πάνω στο σταυρό. Εφ’ όσον αποδειχθεί ότι όντως εμφανίσθηκε στους μαθητές και ότι ο τάφος βρέθηκε άδειος, τότε πράγματι πρόκειται για επάνοδο της ζωής σε ένα νεκρό σώμα.

* * *

  Β΄. Εδώ μπαίνουμε πια στην περιοχή μιας άλλης επιστήμης, η οποία θα μας καθοδηγήσει, ως προς την αξιοπιστία αυτών των πληροφοριών και ενδείξεων, διότι έχει σαν έργο της τον καθορισμό με ακρίβεια και ορθότητα της αξιοπιστίας των αποδείξεων. Πρόκειται για την ΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, η οποία είναι υποχρεωμένη να βγάζει αποφάσεις, βάσει προσκομιζομένων ενδείξεων, αν όντως συνέβη ένα γεγονός ή όχι. Και όπως γνωρίζουν καλύτερα από μένα οι παριστάμενοι νομικοί, αυτή η λεπτότητα και απορητότητα της σχετικής επιχειρηματολογίας έχει αποκρυσταλλωθει μέσα σε σαφή όρια.

  Ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Λονδίνου και διευθυντής του ινστιτούτου προκεχωρημένων νομικών σπουδών του πανεπιστημίου αυτού J.ANDERSON έχει μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή το θέμα των ενδείξεων περί της αναστάσεως του Ιησού Χριστού, δυο περιλήψεις σχετικών πραγματειών του θα βρείτε στην βιβλιογραφία.

ΟΙ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΕΣ;

  Ας πάμε, έχοντας σαν βάση τις εργασίες αυτές καθώς και παρόμοιες μελέτες από άλλους διαπρεπείς νομικούς και ιστορικούς στο πρώτο μας ερώτημα· Ήσαν οι εμφανίσεις μετά την ανάσταση όπως περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη πραγματικές ή όχι; Δυο δυνατές ερμηνείες μπορούν να δοθούν για την υποστήριξη του αρνητικού ενδεχομένου· ή ότι πρόκειται περί αυταπάτης ή πρόκειται περί σκόπιμης απάτης.

  Το φαινόμενο των ψευδαισθήσεων είναι ένα θέμα για το οποίο δεν είναι ξένη η ιατρική επιστήμη και μάλιστα η ψυχιατρική. Οι ψευδαισθήσεις αυτές εμφανίζονται πράγματι υπό ορισμένες συνθήκες και σύμφωνα με ορισμένους κανόνες. Συγκεκριμένα·

(1) Τα άτομα τα οποία τις υφίστανται έχουν προδιάθεση γι’ αυτές, αποτελούν κατά κάποιο τρόπο προέκταση των ψυχικών τους διαθέσεων και αφορούν γεγονότα των οποίων η πραγματοποίηση αναμένεται έντονα.

(2) Επίσης τα άτομα αυτά ανήκουν σε συγκεκριμένο τύπο, επιρρεπή σε τέτοιες εκδηλώσεις.

(3) Εξ αιτίας του τελείως ατομικού χαρακτήρα των εκδηλώσεων αυτών, η προβολή των προσδοκιών ή των εμπειριών, είναι διαφορετικού περιεχομένου, όταν προέρχεται από διαφορετικά άτομα.

(4) Οι ψευδαισθήσεις παρουσιάζονται σε κατάλληλη ώρα και κατάλληλο τόπο.

(5) Τέλος εφ’ όσον έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται η επάνοδός του συνεχίζεται για πολύ διάστημα.

  Οι εμφανίσεις του αναστάντος Ιησού Χριστού ακολουθούν κάποιον από τους κανόνες αυτούς; Ας τους εξετάσουμε ένα προς ένα.

(1) Εκείνοι στους οποίους εμφανίσθηκε ο αναστηθείς βρισκόταν υπό το κράτος της αναμονής της αναστάσεως; Εντελώς αντίθετα. Ήταν πεπεισμένοι ότι με τον θάνατο πάνω στο σταυρό είχε τελειώσει με οικτρή αποτυχία η αποστολή του Διδασκάλου τους. Τίποτε δεν είχαν αντιληφθεί από τις προρρήσεις του για την ανάστασή του και επανειλημμένα, προβάλλουν διανοητικά άρνηση και “βραδύτητα καρδίας” για να πιστέψουν την αναγγελία εμφανίσεως σε άλλα πρόσωπα.

(2) Τα πρόσωπα τα οποία αναφέρουν εμφανίσεις του αναστηθέντος, μπροστά τους, είναι ετερογενή και μάλιστα ανήκουν σε τύπους χαρακτήρων τελείως ξένους με εμπειρίες φαντασιώσεων. Ο πραγματιστής τελώνης Ματθαίος, ο «δύσπιστος» Θωμάς, ο διώκτης διανοούμενος Παύλος, οι προσγειωμένοι αλιείς Πέτρος και Ιωάννης, των οποίων τα κείμενα εις την Καινή Διαθήκη μαρτυρούν λιτότητα εκφράσεως και αυστηρότητα λογικής, ο αμφιβάλλων Ιάκωβος και τέλος «πάνω από πεντακόσιοι εφ’ άπαξ» οι οποίοι είναι φυσικώς αδύνατο να ανήκουν εις τον αυτόν τύπο χαρακτήρα.

(3) Αντί να έχουν ατομικό χαρακτήρα και πλήρη διαφορά ως προς το περιεχόμενό τους, οι εμφανίσεις αυτές είναι τελείως πανομοιότυποι και ταυτόσημοι σε όλα τα πρόσωπα τα οποία τις αντιλαμβάνονται ταυτόχρονα. Και οι ομάδες αυτές δεν είναι ευκαταφρόνητες στον αριθμό. Πεντακόσιοι στη μια περίπτωση, δέκα, ένδεκα, επτά σε άλλες περιπτώσεις. Αλλά και όλες οι κατ’ ιδίαν ή καθ’ ομάδες εμφανίσεις (ένδεκα αναφέρονται ρητά στην Καινή Διαθήκη) παρουσιάζουν πλήρη ομοιότητα ως προς την μορφή και ως προς το μήνυμα το οποίο φέρουν. Έχουν όλοι αυτοί τον ίδιο ακριβώς ψυχικό κόσμο ώστε να συμφωνούν τόσο τα οράματα, όσο και οι ψευδαισθήσεις τις οποίες υφίστανται;

(4) Οι «εμφανίσεις» πραγματοποιούνται σε τελείως διαφορετικές τοποθεσίες και χώρους, οι περισσότερες στο φως της ημέρας. Δυο συμβαίνουν το πρωί του Πάσχα δίπλα στο μνημείο, μια το απόγευμα στον αγρό, μια ακόμη τη ίδια μέρα υπό το φως του ηλίου, δυο σε ένα δωμάτιο το βράδυ, μια στον λόφο της Γαλιλαίας, άλλη δίπλα στην θάλασσα της Τιβεριάδας και μια επί του Όρους των Ελαιών. Κανένας κοινός προδιαθετικός παράγοντας δεν είναι δυνατό να υπάρξει και ως προς την ώρα και ως προς τον τόπο των εμφανίσεων.

(5) Η επανάληψη των αληθινών ψευδαισθήσεων πραγματοποιείται είτε με αύξουσα συχνότητα, οπότε οδηγούν στην κρίση, είτε με προοδευτική αραίωση η οποία τελικά οδηγεί στην διακοπή. Τίποτε παρόμοιο δεν συμβαίνει στις εμφανίσεις του Αναστημένου οι οποίες διαρκούν μόνο σαράντα μέρες και διακόπτονται απότομα. Κανένας από τους υπερπεντακόσιους ανθρώπους στους οποίους έγιναν οι εμφανίσεις αυτές αναφέρει ότι έγινε νέα παρόμοια εμφάνιση μετά την ανάληψη του αναστάντος.

  Ας προσθέσουμε στα παραπάνω ότι οι εμφανίσεις του Ιησού Χριστού δεν γίνονται αντιληπτές μόνο με την όραση, αλλά και με την ακοή, ακόμη δε και με την αφή. Ότι συνοδεύονται και με λήψη τροφής, μετά την οποία παραμένει και υπόλειμμα το κερί και τα κόκαλα των ψαριών και μάλιστα σε μια περίπτωση τροφής της οποίας την ετοιμασία επί της ανθρακιάς δεν έκαναν οι μάρτυρες της εμφάνισης μαθητές, οι οποίοι δεν είχαν «προσφάγιον τι».

  Εφ’ όσον λοιπόν οι εμφανίσεις του αναστάντος δεν είναι αποτέλεσμα αυταπάτης, μήπως είναι αποτέλεσμα απάτης;

  Αλλά και εδώ η σοβαρή προβολή μιας τέτοιας υπόνοιας μπορεί να τεθεί υπό τον έλεγχο της νομικής μεθόδου για να διαπιστωθεί η αξιοπιστία των μαρτυριών.

  Ο πρώτος λόγος για τον οποίο η υπόνοια της απάτης είναι αστήρικτη συνίσταται στον μεγάλο αριθμό των προσώπων τα οποία αντίκρισαν τον αναστάντα Ιησού. Πεντακόσια και πλέον άτομα είναι αδύνατο να συμμετάσχουν ομόφωνα σε μια χονδροειδή απάτη, χωρίς ποτέ να αναγκασθούν εκ των πραγμάτων να την ανακαλέσουν, ούτε, επί τόσα χρόνια, έστω και ένα απ’ αυτά να συνέλθει και να αποκαλύψει την σκευωρία.

  Το δεύτερο στοιχείο το οποίο αποκλείει την υποψία της βλάσφημης απάτης είναι ότι η μαρτυρία περί της αναστάσεως ήταν άρρηκτα συνδεμένη με τη υψηλότερη και αυστηρότερη ηθική διδασκαλία η οποία έχει διατυπωθεί και ότι τα πρόσωπα, τα οποία μετέδωσαν το κήρυγμα της αλήθειας αυτής στην οικουμένη, έζησαν -κατά την ομολογία και των ίδιων των εχθρών τους- ζωή καθ’ όλα συνεπή με την διδασκαλία αυτή, η οποία δεν ελέγχει μόνο τις πράξεις αλλά και τις μύχιες διαθέσεις της ψυχής.

  Αλλά την υπόνοια της απάτης την αποδεικνύει λαθεμένη και η ψυχική κατάσταση και η συμπεριφορά των αποστόλων από την σταύρωση και την ταφή του Ιησού μέχρι την τρίτη μέρα. Καταπτοημένοι, περίφοβοι, φροντίζοντες αποκλειστικά για την προσωπική τους ασφάλεια αποφασίζουν ξαφνικά να εκθέσουν τους εαυτούς τους κατά τον προκλητικώτερο τρόπο στην οργή και τον κίνδυνο τον οποίον απέφευγαν, και αυτό μόνο και μόνο για να διακηρύξουν με ασυνήθη παρρησία και εμμονή μια ανίερη και κατάπτωτη απάτη την οποία χάλκευσαν την στιγμή που σκεπτόταν πως θα περισωθούν. Η τόλμη των Αποστόλων δεν έμεινε χωρίς συνέπειες. Γνώριζαν ότι βάδιζαν προς τον διωγμό, βάδισαν προς τον διωγμό και τον αντιμετώπισαν άκαμπτοι. «Είναι αδύνατο» όπως λέγει ο GOGOL «να υποβληθεί κανείς θεληματικά σε διωγμούς χάριν μιας απάτης» το ψεύδος το χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να αποφύγει τον διωγμό, όχι για να τον υποστεί.

  Είναι σκόπιμο να ανατρέξουμε στην χρονικά κοντινότερη γραπτή πηγή για το κήρυγμα της αναστάσεως, ένα χωρίο της πρώτης επιστολής του αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους, για να βεβαιωθούμε πόσο ήταν θεμελιωμένο παντού το κήρυγμα για την ανάσταση και πόση βεβαιότητα γι’ αυτή περιείχε. «Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον ό ευαγγελισάμην υμίν, ό και παρελάβετε, εν ώ και εστήκατε, δι ού και σώζεσθε, τίνι λόγω ευαγγελισάμην υμίν.. παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις ό και παρέλαβον ότι Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών κατά τας γραφάς και ότι ετάφη, και ότι εγήγερται τη τρίτη ημέρα κατά τας γραφάς, και ότι ώφθη Κηφά, είτα τους δώδεκα έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφ’ άπαξ, εξ ων οι πλείους μένουσιν έως άρτι, τινές δε και εκοιμήθησαν, έπειτα ώφθη Ιακώβω είτα τοις αποστόλοις πάσιν, έσχατον δε πάντων τω περικαθάρματι ώφθη καμοί… Εί δε Χριστός ούκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών έτι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών… Νυνί δε Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο».

* * *

  Γ΄. Ας έλθουμε τώρα στο θέμα του κενού τάφου. Ποιες ενστάσεις παρουσιάσθηκαν στο αναντίρρητο γεγονός ότι ο τάφος, στον οποίο ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας ενταφίασε τον Ιησού Χριστό, βρέθηκε κενός και παρέμεινε κενός, προς διαπίστωση κάθε αμφιβάλλοντα και ότι κανείς δεν έδωσε ποτέ άλλη απόδειξη για την τύχη του ταφέντος, που να διαψεύδει την πληροφορία περί της αναστάσεώς του;

1. Η πρώτη απόπειρα ερμηνείας του κενού τάφου συνίσταται στην συμφωνία που έκαναν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι με τους στρατιώτες της ρωμαϊκής κουστωδίας, όταν οι τελευταίοι τους ανήγγειλαν «πάντα τα γενόμενα». Τους έδωσαν «αργύρια ικανά» και τους είπαν να διαδώσουν ότι «οι μαθηταί αυτού νυκτός ελθόντες έκλεψαν αυτόν, ημών κοιμωμένων», επινόηση η οποία αποδεικνύεται παιδαριώδης με τον πιο απλό έλεγχο της λογικής. Είναι γνωστό το ερώτημα· «Εάν κοιμούνταν πως είδαν ότι οι μαθητές τον έκλεψαν και εάν τους είδαν γιατί δεν τους εμπόδισαν;» Κανείς σήμερα δεν παραδέχεται την ιστορία αυτή, η οποία έρχεται και σε αντίθεση με τη διδασκαλία και την ποιότητα της ζωής, την σταθερότητα, στους διωγμούς και τα βασανιστήρια, την οποία παρουσίασαν οι μαθητές.

2) Η άλλη απόπειρα συνίσταται στην σκέψη ότι το σώμα του Ιησού Χριστού θα το απομάκρυναν από τον τάφο οι αρχιερείς, για να μη γίνει ο τάφος σημείο προσκυνήματος των οπαδών του. Αλλά και η απόπειρα αυτή δεν χρειάζεται πολλή συζήτηση, για να αποδειχθεί σαν ασύστατη επινόηση. Διότι όταν μετά από λίγες μέρες οι μαθητές διακήρυτταν και κατηγορούσαν ότι ο αρχιερείς «απέκτειναν τον αρχηγόν της ζωής όν ο Θεός ήγειρε εκ νεκρών» και δημιουργούσαν χιλιάδες πιστών, γιατί οι αρχιερείς δεν δήλωσαν ότι αυτοί μετέφεραν το σώμα, γιατί δεν επικαλέστηκαν την μαρτυρία των προσώπων που χρησιμοποίησαν για το σκοπό αυτό; Γιατί δεν έδειξαν το σημείο που το είχαν θάψει; Γιατί δεν παρουσίασαν αυτό το ίδιο το σώμα; Θα ήταν έτσι σε θέση να διαλύσουν στη γέννησή της την νέα θρησκεία, Γιατί δεν έκαμαν καμία από τις ενέργειες αυτές; Απλούστατα, γιατί ούτε οι ίδιοι γνώριζαν που είναι το σώμα.

3) Για να συνοψίσουμε όλη τη συζήτηση περί της αξιοπιστίας των ενδείξεων για την ανάσταση του Ιησού Χριστού θα μεταφέρουμε τα λόγια του αρχιδικαστή της Αγγλίας Λόρδου DARLING· «Εμείς ως Χριστιανοί καλούμαστε να παραδεχθούμε πολλά μόνο με την πίστη. Το βασικό θέμα, εάν δηλαδή ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών ή όχι, πάνω στο οποίο στηρίζεται η πεποίθηση εάν ο Χριστός ήταν πράγματι εκείνο που διακήρυξε, δεν καλούμαστε να το παραδεχθούμε μόνο με την πίστη. Υπάρχουν, πάνω από την πεποίθηση ότι αυτό είναι μια ζωντανή αλήθεια, τόσο πολυάριθμες ενδείξεις, θετικές και αρνητικές, από τα γεγονότα και τις περιστάσεις, ώστε κανένα σώμα ενόρκων στον κόσμο με στοιχειώδη νοημοσύνη δεν θα έβγαζε άλλη απόφαση εκτός του ότι η ανάσταση είναι πράγματι αλήθεια».

  Αλλά πολλοί, όταν θέλουν να αποδείξουν την ανάσταση του Ιησού Χριστού, παρουσιάζουν εκείνο, το οποίο και εγώ πιστεύω ότι είναι η πιο συγκλονιστική απόδειξη, διότι είναι μια απόδειξη την οποία την ζει πλέον η εποχή μας, πολλούς αιώνες μετά την ανάσταση. Και είναι η απόδειξη αυτή η μεταβολή και η αναγέννηση και η ανάβλεψη των ανθρώπων, οι οποίοι δια της αναστάσεως πιστεύουν στον Ιησού και υφίστανται ψυχολογικά μια δυσεξήγητη μεταβολή στην ζωή τους. Υπάρχουν πολλές τέτοιες θεαματικές περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι αρνήθηκαν για πολλά χρόνια όλο το ευαγγέλιο και την χριστιανική πίστη, και ιδιαίτερα την ανάσταση, και οι οποίοι με την μελέτη της περιγραφής της αναστάσεως και της σταυρώσεως πείσθηκαν ότι η ανάσταση όντως συνέβη.

  Θα σας αναφέρω μερικές από τις πιο εντυπωσιακές περιπτώσεις.

  Ας αρχίσουμε από τον καθηγητή JOAD κηρυγμένο άθεο, γνωστό από τις εκπομπές του στις οποίες ανέλυε την απιστία του «O doctor JOAD και ο Θεός». Ο άνθρωπος αυτός με την μελέτη της Αγίας Γραφής και ιδιαίτερα της περιγραφής της αναστάσεως κατέληξε στην πεποίθηση ότι η ανάσταση δεν είναι δυνατό παρά να συνέβη. Αλλά δεν περιορίσθηκε η μεταβολή του στην αλλαγή της στάσης του ως προς την αξιοπιστία της αγίας Γραφής. Όπως ο Απόστολος Θωμάς δεν περιορίσθηκε να αναγνωρίσει ότι η δυσπιστία του ήταν αστήρικτη και άδικη, αλλά πρόσθεσε με συντριβή και αφοσίωση «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» και έζησε μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο μια ζωή σύμφωνη με την επιταγή και το φωτισμό του Κυρίου του, έτσι και ο καθηγητής JOAD μεταβλήθηκε σε αναγεννημένο άνθρωπο γεμάτο χαρά και παρρησία και πρόθυμο απολογητή της πίστης του.

  Κατά τον 18ον αιώνα, την εποχή που στην Αγγλία είχε τόσο πολύ επικρατήσει η αντίληψη ότι έφθασε το τέλος της χριστιανικής θρησκείας, ώστε ο MONTESQUIEU να αναφέρει ότι «στην Αγγλία δεν υπάρχει θρησκεία και εάν το θέμα αναφερθεί σε κοινωνική συγκέντρωση δεν προκαλεί τίποτε περισσότερο από γέλια» δυο νέοι προικισμένοι με εξυπνάδα και μόρφωση αποφάσισαν στην Οξφόρδη να αποδείξουν ότι η ίδια η βάση της χριστιανικής πίστεως αποτελεί μια πλάνη. Ήταν ο GILBERT WEST και ο λόρδος LYTLETTON. Ο τελευταίος ανάλαβε να αποδείξει ότι δεν είναι αλήθεια ότι ο Σαύλος ο Ταρσεύς είδε τον αναστάντα Χριστό και επέστρεψε στον Χριστιανισμό και ο WEST ότι ο Ιησούς ουδέποτε αναστήθηκε εκ του τάφου του.

  Μετά από ορισμένο χρόνο συναντήθηκαν για να συζητήσουν τα ευρήματά τους. Αυτά όμως ήταν εξ ίσου απρόβλεπτα. Ο LYTLETTON είχε διαπιστώσει ότι η συνάντηση του Παύλου με τον αναστάντα Ιησού είχε πράγματι συμβεί στο δρόμο προς την Δαμασκό και ότι τον είχε ριζικά μεταβάλλει σε ένα νέο άνθρωπο. Ο WEST βρήκε ότι όλες οι ενδείξεις οδηγούσαν ομόφωνα στο αλάθητο συμπέρασμα ότι η ανάσταση είναι γεγονός, όπως αναλύει και στο σύγγραμμά του «Παρατηρήσεις επί της ιστορίας των ενδείξεων της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού».


  Θα έχετε ίσως ακούσει ότι το πιο διάσημο σατυρικό περιοδικό παγκόσμια είναι το «PUNCH». Επί χρόνια εκδότης του «PUNCH» υπήρξε ο MUGGERIDGE, πνεύμα οξύ και σκωπτικό, ο οποίος δεν δίσταζε να διακηρύσσει την απιστία του. Μια επίσκεψη εν τούτοις στους Αγίους Τόπους κατέληξε σε αποτέλεσμα αντίθετο από κείνο που περίμενε και επιδίωκε ο MUGGERIDGE. Αντί να φέρει αποδείξεις ότι η πεποίθηση στον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού είναι ένας μύθος, επέστρεψε με την ακλόνητη πεποίθηση για την αλήθεια της χριστιανικής πίστης και με τέτοια ψυχική μεταστροφή, ώστε έγινε ένας από τους κυριότερους ηγέτες του χριστιανικού κινήματος στην Μεγάλη Βρετανία. Στο περίφημο «Φεστιβάλ του Φωτός» στην πολυάριθμη αυτή συγκέντρωση στην Πλατεία TRAFALGAR του Λονδίνου ο MUGGERIDGE ήταν εκείνος ο οποίος καυτηρίασε και κάλεσε σε αφύπνιση και αγώνα εναντίον της χυδαιότητας και της παρακμής στην οποία οδηγεί η απιστία.

  Αλλά η πιο εντυπωσιακή ίσως περίπτωση της εποχής μας για την δύναμη με την οποία οι αφηγήσεις των ευαγγελίων περί της αναστάσεως είναι σε θέση να οδηγήσουν μια ευθέως σκεπτόμενη διάνοια στην αλήθεια, όσο μακριά και αν βρίσκεται a priori τοποθετημένη, είναι του νομικού MORISON. Αυτός επηρεασμένος από μικρή ηλικία από την λεγόμενη υψηλή κριτική της αγίας Γραφής, των Γερμανών κριτικών του παρελθόντος αιώνος, άρχισε μετά από πολυετή προετοιμασία και μελέτη την συγγραφή ενός βιβλίου, το οποίο θα αποδείκνυε ότι με την αυστηρή και επιστημονική λογική οι διηγήσεις για την ανάσταση στα ευαγγέλια παρουσιάζονται σαν αναξιόπιστες. Αλλά καθώς επιδόθηκε στο έργο του, διαπίστωσε με έκπληξη ότι το βιβλίο που είχε σχεδιάσει ήταν αδύνατο να γραφεί και ότι η δύναμη των περιστάσεων τον ανάγκαζε να γράψει κάτι το εντελώς διαφορετικό. Όχι, τονίζει ο ίδιος, επειδή τα γεγονότα μεταβλήθηκαν, επειδή είναι μια για πάντα αποτυπωμένα στα μνημεία και τις σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας. Αλλά, διότι η ερμηνεία αυτών των γεγονότων είχε, σιγά-σιγά και ανεπαίσθητα, υποστεί μια μεταβολή, εξ αιτίας της επιμονής αυτών των ίδιων των γεγονότων. Ο συγγραφέας ανακάλυψε μια μέρα ότι όχι μόνο δεν μπορούσε να γράψει το βιβλίο που είχε σχεδιάσει, αλλά και να μπορούσε δεν θα το ήθελε. Πράγματι ο MORISON έγραψε ένα άλλο βιβλίο με το τίτλο «Ποιος εκύλισε τον λίθο», το οποίο έγινε κλασσικό και κυκλοφόρησε σε εκπληκτικό αριθμό αντιτύπων. Το βιβλίο αυτό αποδεικνύει με πλούτο συλλογισμών και επιχειρημάτων ότι η πεποίθηση στην ανάσταση είναι αναπόδραστη ανάγκη για την ανήσυχη και καλόπιστη λογική.

  Ίσως όμως να θέλουμε να πιέσουμε τον δάκτυλο στην αποτελεσματικότητα της ανάστασης να καταπολεμήσει το κράτος του θανάτου πάνω σε ανθρώπους της εποχής μας. Θα θυμάστε τον καθηγητή ANDERSON, τον οποίο ανάφερα προηγουμένως. Ο υιός του HUGH ANDERSON ήταν φοιτητής ηλικίας 21 ετών, πρόεδρος της ένωσης φοιτητών του CAMBRIDGE και ήδη στην ηλικία αυτή η ζωή παρουσιάζει πολλά επιτεύγματα. Χάρις στην ζώσα χριστιανική πίστη του έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα παιδιά των μεταναστών, που ερχόταν από διάφορα μέρη του κόσμου στην Μεγάλη Βρετανία και είχε ιδρύσει και οργανώσει κίνηση για την προστασία και εκπαίδευσή των. Στην ηλικία των 21 ετών ο HUGH ANDERSON πέθανε. Έπασχε από καρκίνο και το γνώριζε. Πέντε μέρες μετά τον θάνατό του ο πατέρας του μίλησε στο ραδιόφωνο και αφού τόνισε τους λόγους για τους οποίους στηρίζει την πίστη του στην ανάσταση πρόσθεσε· «Την πίστη αυτή είμαι έτοιμος να την πληρώσω με την ζωή μου. Σε αυτή την πίστη πέθανε ο γιος μου, αφού είπε· ‘Πηγαίνω προς τον Κύριό μου’. Είμαι πεπεισμένος ότι δεν έσφαλλε».

  Η έλλειψη χρόνου επιβάλλει να περιορισθώ στην επιλογή, από άπειρες παρόμοιες περιπτώσεις, της χαρακτηριστικής ιστορίας μιας φοιτήτριας από την Ελβετία. Είχε χριστιανική πίστη, αλλά η αλόγιστη αυτοπεποίθησή της την έσπρωξε να θελήσει να μεταδώσει την πίστη της σε ένα γνωστό για την διαφθορά του συμφοιτητή της. Με πολλή δεινότητα επιχειρημάτων κατόρθωσε εκείνος όχι μόνο να μην επηρεασθεί από τα κηρύγματά της, αλλά και να την παρασύρει αυτός από την πίστη στην απιστία και την διαφθορά. Και καταλήγει η δυστυχισμένη στα πρόθυρα της αυτοκτονίας στο γραφείο ενός γιατρού και ζητά την βοήθειά του. Αρχίζει μια ατέλειωτη συζήτηση στην οποία η φοιτήτρια, εφοδιασμένη με τις σκέψεις με τις οποίες είχε μαγνητισθεί ο νους της, προβάλλει αντιρρήσεις σε κάθε βοήθεια που της προσφέρει ο γιατρός, για να την απαλλάξει από την αγωνία στην οποία είχε περιέλθει. Στο τέλος αυτός διακόπτει την επιχειρηματολογία και της δηλώνει. «Από αυτό το αδιέξοδο, από την αφόρητη αποτυχία και ενοχή στην οποία βρίσκεσαι, ήρθε για να σε σώσει και σταυρώθηκε και πέθανε ο Ιησούς Χριστός και νίκησε την αγωνία και την ενοχή και αυτό το βεβαιωνόμαστε χάρις στην ανάστασή του. Αυτά όλα έγιναν από αγάπη για σένα και για όλο τον κόσμο». Δεν απάντησε η φοιτήτρια. Αντιλήφθηκε ότι το ευαγγέλιο είναι όχι ένα αντικείμενο διανοητικού ανταγωνισμού αλλά μια πραγματικότητα για τη ζωή μας. Είπε μόνο· «Και τώρα τι κάνω;». «Η λύση είναι μια και απλή», είπε ο γιατρός· «ο πνευματικός». Αφήνει το ιατρείο η φοιτήτρια και βαδίζει μέσα στην νύχτα χωρίς να διακρίνει καλά με δακρυσμένα τα μάτια της, χωρίς να γνωρίζει που βαδίζει. Κάποιος την πλησιάζει· «Τι σας συμβαίνει δεσποινίς», λέγει, «μήπως χρειάζεστε τίποτε;». «Θέλω ένα πνευματικό» φωνάζει εκείνη. «Εγώ είμαι ο πνευματικός του πανεπιστημίου σας», απαντά ο άνθρωπος που συνάντησε.

  Η ανάσταση έχει πράγματι συμβεί. Και η σταύρωση και η ανάσταση πραγματοποιήθηκαν για ότι έχει βαθύτατη ανάγκη η ψυχή μας. Η αξιοποίηση όμως της σταύρωσης και της ανάστασης για τον καθένα μας, στηρίζεται και εξαρτάται αυστηρά από το «όστις βούλεται». Καλούν την ψυχή μας, αλλά είμαστε ελεύθεροι να απαντήσουμε ή όχι στην Αγάπη, εκείνη η οποία στρέφει το βλέμμα προς την ψυχή μας αδιάκοπα.

* * *

  Κάποτε στην Αμερική ένας φονιάς είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Κατόπιν ενεργειών των δικηγόρων του, του δόθηκε από τον Πρόεδρο της χώρας χάρις. Τότε όμως συνέβηκε κάτι το απροσδόκητο, ο κατάδικος αρνήθηκε την χάρη. Ηγέρθη νομικό θέμα, γιατί η περίπτωση ήταν πρωτοφανής, να μη δεχθεί ένας μελλοθάνατος την χάρη που του δινόταν. Τελικά αποφάνθηκαν ότι, εφόσον δεν την αποδέχεται, η χάρη δεν είχε κύρος για αυτόν και εκτελέστηκε ο κατάδικος.

  Σε παρόμοια θέση βρισκόμαστε όλοι. Το βλέμμα της απέραντης αγάπης είναι στηριγμένο στην ψυχή μας και μας καλεί. Ένα βλέμμα θυσίας για μας και νίκης για χάρη μας. Και η Εκκλησία μας καλεί· «Ουκούν προσέλθετε πάντες εις την χαράν του αναστάντος Κυρίου». Τι θα απαντήσει τώρα η ψυχή μας;

 

ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΚΡΗΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ.

Κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 20-08-1978

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Π. Τρεμπέλα : Ιησούς από Ναζαρέτ, Αθήνα 1955.

2. Β. Θεοδώρου: Η αιώνια αλήθεια, Αθήνα 1960.

3. Ι.Αγαπίδη: Ο Ιησούς ενώπιον της ιουδαϊκής και ρωμαϊκής δικαιοσύνης, Θεσσαλονίκη 1969.

4. R. Guardini: Ο Κύριος, ελλ. μετάφραση, Αθήναι 1956, τόμος Γ΄.

5. P. Barbet: La passion de Jésus Christ …1950.

6. Του ιδίου: A doctor at Calvary, P.J. N. York ,1958

7. J. N. D. Anderson: Christianity· the witness of history. Tyndole Press, London, 1969

8. Του ιδίου: Evidence for the resurrection, intervarsity press, London, 1969

9. F. Morison: Who moved the stone, Barnes and noble N. York, 1962.

10. J/Youncg: The case against Christ, Falkon books, London, 1962.

11. K. N. Taylor: Is Christianity credible. Intervarsity Press, 1970

 

Επιμέλεια άρθρου:

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή