ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΟΥΝ ΥΜΑΣ ΕΓΩ Ο ΔΕΣΜΙΟΣ ΕΝ ΚΥΡΙΩ

 

  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γράφει ἀπὸ τὴν φυλακή, στοὺς Ἐφεσίους καὶ τοὺς συμβουλεύει γιὰ θέματα δογματικὰ καὶ ἠθικά. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ζητώντας τοὺς «ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθησαν»(Ἔφ.4,1) δὲν προστάζει, δὲν αὐθεντεῖ, ἀλλὰ μιλᾷ συνεσταλμένα· «Παρακαλῶ οὒν ὑμᾶς…». Ἐρμηνεύοντας ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολὴ παρατηρεῖ ὅτι· «Ἀρετὴ τῶν διδασκάλων εἶναι νὰ ζητοῦν τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν, ὄχι τὴν τιμὴ καὶ τὴ δόξα. Ἂν κάνουν τὸ δεύτεροεἶναι τύραννοι καὶ ὄχι διδάσκαλοι». Μιλώντας λοιπὸν εὐγενικὰ καὶ ταπεινά, χωρὶς ἔπαρση καὶ ἀλαζονεία, χωρὶς ὕφος καὶ ἐπιβλητικότητα, ἀναφέρει καὶ τὴν ἰδιότητά του. παρουσιάζει τὴν ταυτότητά του. τὰ διάσημα καὶ τὰ παράσημα ποὺ κατέχει. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Μήπως ὅτι εἶναι ἀπόστολος, θεόπτης, οὐρανοβάμων, θαυματουργός, διώκτης τῶν δαιμόνων, ἐπόπτης τοῦ παραδείσου καὶ τῆς μακαριότητας τῶν δικαίων, ἐνῷ ἀκόμη φορᾷ σάρκα καὶ οἰκεῖ τὸν κόσμο; Ὄχι δὲν ἀναφέρει τίποτα ἀπ’ αὐτά. Ἀναφέρει μόνο ὅτι εἶναι δέσμιος, δηλαδὴ φυλακισμένος, καὶ μάλιστα γιὰ τὸν Χριστό. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή του· «Παῦλος δέσμιος Χριστοῦ».

  Γιατί ἐνεργεῖ ἔτσι ὁ Παῦλος; Διότι ὅπως λέγει ὁ κλασσικὸς ἑρμηνευτῆς του καὶ ἰδανικὸς ἀναλυτὴς τῆς θεολογίας του, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τὸ μεγαλύτερο ἀξίωμα ποὺ μπορεῖ νὰ κατέχει κανείς, στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι νὰ διώκεται καὶ νὰ κακοπαθεῖ χάριν τοῦ Χριστοῦ. «Τίποτα δὲν εἶναι τόσο λαμπρὸ ὅσο ἡ φυλακὴ γιὰ τὸν Χριστό. Ὅσο οἱ ἁλυσίδες ποὺ κρατοῦν δέσμια τὰ ἅγια χέρια. Οὔτε τὸ νὰ εἶσαι ἀπόστολος, ἢ διδάσκαλος, ἢ εὐαγγελιστής, οὔτε τὸ νὰ κατοικεῖς στοὺς οὐρανούς, οὔτε τὸ νὰ καθίσεις δεξιά του Χριστοῦ, οὔτε τὸ νὰ καθίσεις στοὺς12 θρόνους καὶ νὰ κρίνεις τὸν κόσμο, οὔτε τὸ νὰ τιμᾶσαι παντοειδῶς ἀπὸ τὸν Χριστό, εἶναι μεγαλύτερα ἀπὸ τὸ νὰ εἶσαι φυλακισμένος καὶ διωκόμενος γιὰ τὸν Χριστό. Τὸ νὰ ὑποφέρεις γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι μεγαλύτερό του νὰ θαυματουργεῖς. Τὸ νὰ ἔχεις τὰ στίγματα τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κάνεις θαύματα. Ἐὰν μὲ ἔβαζαν νὰ διαλέξω μεταξὺ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς ἁλυσίδας τοῦ Παύλου, τὴν ἁλυσίδα ἐγὼ θὰ προτιμοῦσα. Ἐὰν μὲ ἔβαζαν ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους ἢ μὲ τὸν Παῦλο στὴ φυλακή, τὴ φυλακὴ θὰ προτιμοῦσα. Ἐὰν ἦταν δυνατὸ νὰ γίνω ἄγγελος ἢ φυλακισμένος γιὰ τὸν Χριστό, τὸ δεύτερο θὰ προτιμοῦσα. Δὲν μακαρίζω τὸν Παῦλο γιατί ἀνηρπάγη στὸν Παράδεισο, ἀλλὰ τὸν μακαρίζω γιατί τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Δὲν τὸν μακαρίζω γιατί ἄκουσε ἄρρητα ρήματα, ἀλλὰ τὸν μακαρίζω γιατί ὑπέμεινε τὰ δεσμά».

  Πράγματι στοὺς μακαρισμοὺς ὁ Χριστὸς δὲν λέγει ὅτι εἶσθε μακάριοι ὅταν κάνετε θαύματα, ἢ ἔχετε οὐράνιες ἀποκαλύψεις, ἢ ὅταν σας τιμᾷ ὁ κόσμος, ἀλλά· « Ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς, καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ’ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ»(Μάτθ.5,11). Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος λέγει γιὰ τὴν περίπτωσή του· «Νῦν χαίρω ἐν τοὶς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν, καὶ αὐταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τὴ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὁ ἐστὶν ἡ ἐκκλησία.»(Κολασ.1,2) καὶ ἀλλοῦ λέγει· « Ἤδιστα καυχήσομαι ἐν ταὶς ἀσθενείαις μου» (Β΄Κόρ.12,9). Ἐμεῖς καυχώμεθα γιὰ τὴν ὀμορφιά μας, τὸν πλοῦτομας, τὴν ἐξυπνάδα μας, τὴν δόξα μας, ὁ Παῦλος καυχᾶται γιὰ τὶς ἀσθένειές του. Δηλαδὴ γιὰ τὶς φυλακίσεις του, τοὺς διωγμούς του, τοὺς λιθοβολισμούς του, τὰ μαστιγώματά του, τὴν ἀκτημοσύνη του, τὴν δωρεὰν προσφορὰ τοῦ εὐαγγελίου του, τὶς ἀγρυπνίες του, τὶς ὑποχρεωτικὲς νηστεῖες του καὶ ὅλα τὰ συναφῆ.


* * *


  ‘‘Η δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειούται’’(Β΄Κόρ.12,9)
  Τὸ πόσο μεγάλο εἶναι νὰ κακοπάθει κανεὶς γιὰ τὸν Χριστό, καὶ πόσο δύναμη καὶ κατὰ Θεὸ γόητρο δίνουν οἱ κακοπάθειες καὶ τὰ μαρτύρια γιὰ τὸ Χριστό, τὸ βλέπει κανεὶς στὴ φυλάκιση τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Σίλα στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας(Πράξ.6,19-34).

  Ὁ Παῦλος διώχνει τὸ πονηρὸ πνεῦμα ποὺ εἶχε μία ὑπηρέτρια, ἡ ὁποία ἔκανε μαντεῖες καὶ ἀπέφερε ἔτσι πολλὰ κέρδη στὰ ἀφεντικά της, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ κύριοί της – βλέποντας ὅτι ἔχασαν τὰ κέρδη τους – νὰ φέρουν τὸν Παῦλο καὶ τὸν Σίλα στὶς ἀρχὲς τῆς πόλεως καὶ νὰ τοὺς συκοφαντήσουν ὅτι διαστρέφουν τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τῶν Ρωμαίων. Οἱ στρατηγοὶ τότε τῆς πόλεως τοὺς ράβδισαν ἀνηλεῶς καὶ τοὺς φυλάκισαν. Γεμάτοι πληγὲς καὶ αἵματα, πεινασμένοι καὶ πονεμένοι, ὁ Παῦλος καὶ ὁ Σίλας, δὲν χάνουν τὸ ἠθικό τους, οὔτε τὴν πίστη τους, ἀλλὰ ἀντιθέτως προσεύχονται καὶ ψάλλουν ὕμνους στὸν Θεὸ καὶ μάλιστα κατὰ τὸ μεσονύκτιο. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ ᾖρθε γρήγορη καὶ ἐντυπωσιακή. Ἔγινε σεισμὸς μεγάλος, σαλεύθηκαν τὰ θεμέλια της φυλακῆς, ἄνοιξαν οἱ πόρτες καὶ ὅλων τὰ δεσμὰ λύθηκαν. Ὅταν ξύπνησε ὁ δεσμοφύλακας καὶ εἶδε τὸ γεγονὸς ἀποπειράθηκε ν’ αὐτοκτονήσει. Οἱ ἀπόστολοι δὲν τὸν ἄφησαν λέγοντάς του ὅτι ὅλοι εἶναι στὴ θέση τους καὶ δὲν πρόκειται νὰ τιμωρηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρους του. Τότε ἕνας νέος, πνευματικὸς σεισμός, συνέβη. Ὁ δεσμοφύλακας βλέποντας τὴν καλωσύνη καὶ τὴν ἀγάπη τους, ἀκόμη καὶ στοὺς διῶκτες τους, σείεται ἡ ὕπαρξη τοῦ ἐκ βαθέων, ἀπορρίπτει τὴν εἰδωλολατρία καὶ γίνεται Χριστιανός. Ἃς ἀφήσουμε τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο ν’ ἀναλύσει τὸ γεγονός· «Εἶδες τὰ δεσμὰ νὰ καταλύονται ἀπὸ τὴ φυλάκιση τοῦ Παύλου. Ὅπως ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου θανάτωσε τὸν θάνατο, ἔτσι καὶ τὰ δεσμὰ τοῦ Παύλου ἔλυσαν τὰ δεσμὰ τῶν φυλακισμένων, ἔσεισαν τὴ φυλακή, ἄνοιξαν τὶς πόρτες της. Βέβαια ἡ φύση τῶν δεσμῶν εἶναι νὰ κρατοῦν τοὺς ἀνθρώπους φυλακισμένους. Ἀλλὰ ὅταν τὰ δεσμὰ εἶναι χάριν τοῦ Χριστοῦ, τότε ἀλλάζει καὶ ἡ φύση τους. Καὶ ἔτσι λύνουν τὰ δεσμὰ τῶν φυλακισμένων, καὶ φυλακίζουν τοὺς δεσμοφύλακες, καὶ γκρεμίζουν τὶςφυλακές. Οἱ ἀπόστολοι ἔχουν τὴ δύναμη ν’ ἀνοίγουν τοὺς οὐρανούς, νὰ λύνουν τὴν ἐξουσία τῶν δαιμόνων καὶ δὲν θ’ ἄνοιγαν τὴ φυλακή; Τὰ δεσμὰ τῶν δαιμόνων δένουν τὴ ψυχὴ καὶ ὅμως οἱ ἀπόστολοι τὰ λύνουν καὶ δὲν θὰ λύσουν τὰ δεσμὰ τοῦ σώματος; Οἱ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ κι ὅταν δεθοῦν, ἔχουν μεγαλύτερη δύναμη ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν δεθεῖ».


* * *


  Πόσο διαφορετικὸς θὰ ἦταν ὁ κόσμος μας ἂν ὑπῆρχαν περισσότεροι ‘‘δέσμιοι ἐν Κυρίω’’!

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή