ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

(Εφεσ. 4,7-13)

 

«Αδελφοί, ενί εκάστω ημών εδόθη η χάρις κατά το μέτρον της δωρεάς του Χριστού». Στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, υπάρχει ποικιλία χαρισμάτων και ποικιλία διακονιών. Όπως και στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν διάφορα μέλη με ξεχωριστή αποστολή το καθένα. Τα ποικίλα αυτά χαρίσματα τα δώρισε ο ίδιος ο Χριστός κατά τον τρόπο που θέλησε αυτός. Είναι δωρεά του, δεν είναι οφειλή προς εμάς. Δεν μας χρωστά τίποτα ο Κύριος, απλώς τα χορηγεί· κατά το συμφέρον της Εκκλησίας, αλλά και κατά το συμφέρον καθενός από εμάς. Γι’ αυτό πρέπει να αρκούμαστε στο ότι αυτός έτσι το θέλησε και να μη ερευνούμε το γιατί.

Εκείνο που μας κάνει μεγάλους ή μικρούς ενώπιον Κυρίου, δεν είναι αυτό καθαυτό το χάρισμα αλλά ο τρόπος που θα το χρησιμοποιήσουμε· και πως θα αυξήσουμε με τη δική μας προθυμία την ευεργετική του αποστολή. Η παραβολή των ταλάντων (Ματθ. 25,14-30) είναι ενδεικτική για τα όσα λέμε. Κι αυτός που έφερε δέκα τάλαντα κι αυτός που έφερε τέσσερα παίρνουν τον ίδιο έπαινο και την ίδια αμοιβή, διότι, αν και το ποσό είναι διαφορετικό, ο καθένας τους το διπλασίασε. Συνεπώς δεν αμείβονται κατά το μέγεθος του χαρίσματός τους αλλά κατά το μέτρον της προθυμίας και του κόπου τους.

 

Εκτός τούτου τα μεγάλα και όντως ζηλευτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος – αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια (Γαλ. 5,22)– όπως και αυτά που περιλαμβάνονται στους μακαρισμούς του Κυρίου (Ματθ. 5,1-12) είναι στη διάθεση του καθενός χριστιανού κι από εμάς εξαρτάται ο βαθμός κατοχής τους ανάλογα με την προθυμία και το ζήλο και το ενδιαφέρον που θα επιδείξουμε για να τα αποκτήσουμε.

Συνήθως οι ανώριμοι χριστιανοί δείχνουν ενδιαφέρον και ζήλο για τα εξωτερικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος –τέρατα, σημεία, δυνάμεις– που ούτε τη σωτηρία μας εγγυώνται ούτε πάντοτε είναι σημεία πνευματικότητας κατά Θεόν. Ο Ιούδας έκανε θαύματα (Ματθ. 10,1·8), ο Καϊάφας προφήτευσε (Ιω. 11,49) και πλήθος άλλοι χαρισματούχοι θαυματούργησαν ποικιλοτρόπως (Ματθ. 7,22-23), αλλά δεν απόλαυσαν την σωτηρία και την εν Χριστώ δικαίωση.

Εκτός τούτου οι άγιοι, που είχαν και εξωτερικά σημεία και ιδιαίτερες αποκαλύψεις και οράματα είχαν πλήθος πειρασμών και ασθενειών και βασανισμών, για να μη υπερηφανευθούν και καταντήσουν σαν τον Εωσφόρο (Β´Κορ. 12, 7-9) και η καύχησή τους, εν Κυρίω βέβαια, ήταν για τις «ασθένειές» τους και όχι για τα χαρίσματά τους. Εμείς γογγύζουμε και μεμψιμοιρούμε για τις τυχόν «ασθένειές μας», επιζητούμε την άνεση και την ευφορία, ενώ συγχρόνως επιζητούμε χαρίσματα με προβολή και δημοσιότητα.

 

Ο Χριστός λοιπόν, αφού ανέβηκε στους ουρανούς («αναβάς εις ύψος») μετά την ανάστασή του και αφού αιχμαλώτισε τον Διάβολο και τον θάνατο («ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν») έδωσε «δόματα τοις ανθρώποις» δηλαδή χαρίσματα. Ο Παύλος αναφέρεται στον ψαλμό 67,19 που λέγει· «Ανέβης εις ύψος, ηχμαλώτευσας αιχμαλωσίαν, έλαβες δόματα εν ανθρώποις, και γαρ απειθούντας του κατασκηνώσαι». Ο Δαυίδ αναφέρεται στον νικηφόρο πόλεμο που έκανε ο Ιεχωβά και πήρε από τους απειθείς και αντιλέγοντας λάφυρα. Η διαφορά είναι ότι ενώ ο ψαλμός λέγει «έλαβες δόματα εν ανθρώποις», ο Παύλος λέγει «έδωκε δόματα τοις ανθρώποις».

Μπορούμε να συμβιβάσουμε την αντίθεση αν εννοήσουμε ότι πήρε ο Χριστός την πίστη από τους ανθρώπους και τους έδωσε τα χαρίσματα. Δηλαδή το εβραϊκό ρήμα λαχάκ έχει στο παρόν χωρίο την έννοια του λαμβάνειν με απώτερο σκοπό να δώσει αργότερα. Ή αν υποθέσουμε ότι ο Παύλος δεν το παραθέτει αυτολεξεί ούτε το ερμηνεύει, αλλά το χρησιμοποιεί στην ρύμη του λόγου παραφράζοντάς το κάπως.

 

«Το δε ανέβη τι εστίν ει μη και ότι κατέβη». Ο Παύλος προσαρμόζει το χωρίο του ψαλμού στον Χριστό (πρβλ. και Ιω. 3,13 «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου»). Εδώ η Γραφή μας υπενθυμίζει την αφανή και ταπεινή ενανθρώπηση του Χριστού που έληξε στον σταυρό και που είχε ως κατάληξη την ανάσταση και την ένδοξή του ανάληψη εις τους ουρανούς. Δεν υπήρξε τοπική μετάβαση αλλά τροπική κένωση του θείου Λόγου. Ο Ύψιστος για το χατίρι μας ανέχθηκε μια άνευ προηγουμένου ταπείνωση και εξαθλίωση με απώτερο σκοπό να ανυψώσει και δοξάσει στο πρόσωπό του την ανθρώπινη φύση. Που είναι οι αιρετικοί που λέγουν ότι άλλος είναι ο Υιός του Θεού και άλλος ο Υιός της Παρθένου;

 

«Εις τα κατώτερα μέρη της γης». Τον Άδη εννοεί κατά την συνήθεια και υπόληψη των ανθρώπων να φαντάζονται την μετά θάνατο κατάσταση ως «κάτω κόσμο». Νεώτεροι ερμηνευτές υποστηρίζουν ότι κατώτερα εννοεί απλώς την γη· διαφορετικά θα έλεγε κατώτατα. Δηλαδή απλώς ομιλεί για τη σάρκωσή του και όχι την κάθοδο στον Άδη. Η σάρκωση όμως είχε κατάληξη τον Άδη. Και μετά επακολούθησε ο θρίαμβος της αναστάσεως και της αναλήψεως. Εδώ διδασκόμαστε ότι ο οποιοσδήποτε θρίαμβος περνά πρώτα από τη ταπείνωση και τη φαινομενική μας ήττα και συντριβή. Ας μη απελπιζόμαστε λοιπόν όταν περνάμε εξευτελιστικές και εξουθενωτικές δοκιμασίες.

 

«Ο καταβάς αυτός εστιν και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών». Αυτός ο ίδιος που κατέβηκε ταπεινωτικά και εξαθλιωτικά ανέβηκε στους ουρανούς ένδοξος και μεγαλοπρεπής. Δεν ανέβηκε άλλος αλλά άλλως· με άλλο τρόπο δηλαδή. Κατέβηκε ως Θεός και ανέβηκε ως Θεάνθρωπος. «Ίνα πληρώσει τα πάντα» με την ενέργεια και τη χάρη του.

 

«Και αυτός έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους». Ο ίδιος ο Κύριος ο οποίος τόσο ενδιαφέρθηκε και αγωνίστηκε για μας, που κατέβηκε μέχρι τα κατώτερα μέρη της γης, ώστε να μας ειρηνεύσει και να μας συμφιλιώσει με τον ουράνιο πατέρα του, προνόησε, όχι εική και ως έτυχεν αλλά με πανσοφία και κατά το συμφέρον μας, να μας αφήσει εδώ στη γη διαφόρους διακόνους του, οι οποίοι είτε κατ’ ευδοκία, είτε κατά παραχώρηση, ανάλογα με την πνευματικότητα και το ενδιαφέρον και το ζήλο των χριστιανών, θα συνέχιζαν το έργο του. Αυτοί είναι οι απόστολοι, οι οποίοι είχαν όλα τα χαρίσματα, οι προφήτες, οι ευαγγελιστές και τέλος οι ποιμένες και διδάσκαλοι.

 

Ας δούμε τι σημαίνουν τα χαρίσματα αυτά.

Οι απόστολοι είχαν όλα τα χαρίσματα και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Κήρυτταν, προφητεύανε, έκαναν θαύματα, θεράπευαν αρρώστους, κυβερνούσαν την Εκκλησία, και μιλούσαν γλώσσες διάφορες.

Οι προφήτες, οι οποίοι κυριαρχούσαν στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά δεν έπαυσαν να υπάρχουν σε κάθε εποχή· κατά την γνώμη του αγίου Χρυσοστόμου, στην Καινή Διαθήκη ήταν περισσότεροι από την Παλαιά Διαθήκη. Είχαν αποκαλύψεις από το Θεό τι συμβαίνει στην εποχή τους και που δεν το αντιλαμβανόταν οι άλλοι, τι θα συμβεί στο κοντινό μέλλον και τι θα συμβεί στο απώτερο και μακρινό.

Οι ευαγγελιστές είναι αυτοί που έγραψαν ευαγγέλια, αλλά και αυτοί που ευαγγελιζόταν το μήνυμα του ευαγγελίου, οπως ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα, όπως ο Φίλιππος (Πρξ. 21,8), όπως ο Τιμόθεος (Β´Τιμ. 4,5). Ορισμένοι από αυτούς ήταν περιφερόμενοι σε διαφόρους τόπους, άλλοι δε ήταν σε ορισμένες πόλεις και μέρη όπως ο Τιμόθεος. Δηλαδή και οι ποιμένες μπορούμε να πούμε ότι είναι ευαγγελιστές.

Οι ποιμένες και οι διδάσκαλοι κήρυτταν, βασιζόμενοι στη μελέτη των Γραφών και των θεολόγων, είτε προγενεστέρων είτε συγχρόνων. Δηλαδή, ενώ στους προφήτες το κήρυγμα τους προερχόταν εξ ολοκλήρου από το Θεό, σ’ αυτούς ήταν προϊόν και του δικού τους κόπου· φυσικά και της εμπνεύσεως του Θεού και καρπός των προσευχών τους και της εκζητήσεως της θείας βοηθείας.

 

«Προς τον καταρτισμόν των αγίων, εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού». Να ο σκοπός των χαρισμάτων· να καταρτίζονται οι άγιοι, δηλαδή οι χριστιανοί, να πραγματοποιούνται τα διακονήματα της Εκκλησίας, να οικοδομείται το σώμα της Εκκλησίας.

«Μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του υιού του Θεού». Οι χαρισματούχοι, και μάλιστα οι έχοντες ποιμαντικά χαρίσματα, πρέπει να εργάζονται συνεχώς μέχρι να φθάσουν τα μέλη της Εκκλησίας στην δογματική ενότητα και την καλή γνώση του Χριστού. «Του γνώναι αυτόν και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού και την κοινωνίαν των παθημάτων αυτού» όπως θα πεί αλλού ο Παύλος (Φιλιπ. 3,10). Η «κοινωνία των παθημάτων»· το ύψιστο χάρισμα αλλά και το θέμα που δυστυχώς σκανδαλίζει τους χριστιανούς, οι οποίοι δεν φθάσανε «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Δηλαδή δεν φθάσανε στην τέλεια γνώση του Χριστού και της δυνάμεως της αναστάσεως, αλλά και στο αμετάπτωτο φρόνημα και την τελεία πίστη, που είχαν οι μάρτυρες

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή