«Συ ουν τέκνον μου ενδυναμού εν τη χάριτι τη εν Χριστώ Ιησού».
Στο πρώτο κεφάλαιο της Β´προς Τιμόθεον επιστολής ο απόστολος Παύλος αναφέρει στον Τιμόθεο τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και ότι οι περισσότεροι των συνεργατών του στην Ασία τον εγκατέλειψαν. Και τον προτρέπει να μη ντραπεί το μαρτύριο του Κυρίου ούτε τον δάσκαλο του τον Παύλο, που είναι δέσμιος χάριν του ευαγγελίου, αλλά να συγκακοπαθήσει κι αυτός χάριν του ευαγγελίου (1,8·15).
Στο κεφάλαιο αυτό τον προσφωνεί πατρικά «τέκνον μου» και τον συμβουλεύει να παίρνει δύναμη από τη χάρη του Χριστού. Είναι σαν να του λέγει μη τα χάνεις που αντιμετωπίζεις προβλήματα, που υποφέρεις και βασανίζεσαι· θυμήσου το μαρτύριο του Κυρίου μας, θυμήσου και μένα που είμαι δέσμιος για το Χριστό και που αντιμετώπισα και αντιμετωπίζω μύρια όσα. Αν ο Χριστός και ο πνευματικός σου πατέρας υπέφεραν τόσα, εσύ γιατί να θέλεις να είσαι η εξαίρεση; Λοιπόν μη τα χάνεις, μην απελπίζεσαι, μη ελαττώνεις την δραστηριότητα και την αγωνιστικότητά σου. Τα μαρτύρια, οι διωγμοί και οι ποικίλες αντιξοότητες δεν θα σταματήσουν· θα υπάρχουν και θα είναι οι μόνιμοι συνοδοί σου. Θα σε δημιουργούν προβλήματα αλλά και θα σε χαριτώνουν, θα σε ενδυναμώνουν, θα σε γεμίζουν με χαρά και ικανοποίηση. Η χάρη του Χριστού δίνεται απλόχερα και και χωρίς φειδώ σ’ αυτούς που δοκιμάζονται.
«Και α ήκουσας παρ’ εμού διά πολλών μαρτύρων». Στον χριστιανισμό δεν υπάρχει κάτι κρυφό, κάτι μυστικό. Όλα είναι φανερά και δημόσια εξαγγέλονται. Μόνο η χάρη κατεβαίνει μυστικά και αθόρυβα και μόνο που τα μυστήρια προσφέρονται σ’ αυτούς που πίστεψαν, βαπτίστηκαν και αγωνίζονται να ζήσουν το ευαγγέλιο.
«Ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις». Αυτά να τα παραδώσεις σε όσους πιστεύουν και δεν αμφιβάλλουν ούτε διερωτώνται. «Η πίστις εξ ακοής, η δε ακοή διά ρήματος Θεού» (Ρωμ. 10,17). Τα δόγματα της Εκκλησίας είναι αποκάλυψη του Θεού και όχι ανακάλυψη του ανθρώπου. Όσοι είναι άπιστοι ή αιρετικοί αυτοί αποκλείονται από το να παραλάβουν τον θησαυρό της πίστεως. Οι δε πιστοί εκτός από του να πιστεύουν αγωνίζονται να ευθυγραμμίσουν τη ζωή τους με τον κανόνα της Γραφής και τους κανόνες των Συνόδων. Οι επίσκοποι, οι ιερείς, οι χριστιανοί προσκυνούν το ευαγγέλιο στον όρθρο και μετά προχωρούν στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Με την προσκύνηση αυτή όπως και την απαγγελία του «Πιστεύω» που λέγεται ευκαίρως-ακαίρως στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας και μάλιστα στη λειτουργία επαναβεβαιώνουμε την πίστη μας και την ορθοδοξία μας συνεχώς και απαύστως. Είναι το κύριο μέλημμα μας και η κύρια φροντίδα μας.
«Οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι». Αλλά αυτοί που θα παραλάβουν τη πίστη της Εκκλησίας πρέπει να είναι όχι μόνο πιστοί αλλά και διδακτικοί. Να έχουν το χάρισμα της μεταδοτικότητας, της ιεραποστολής. Να λένε όπως και οι απόστολοι το «ευρήκαμεν» στους γνωστούς, τους φίλους και τους συνανθρώπους τους. Να μπορούν να διδάξουν εν λόγω αλλά και εν έργω τα της πίστεως. Να γνωρίζουν αλλά και να πάσχουν τα θεία. Άμα χριστιανός, άμα και ιεραπόστολος.
«Συ ουν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού».
«Πω! Πω! Πόσο μεγάλο αξίωμα είναι να είναι κανείς στρατιώτης του Ιησού Χριστού»! αναφωνεί ο άγιος Χρυσόστομος. Πόσο σπουδαίο θεωρείται να είναι κανείς στην προσωπική φρουρά του βασιλιά! Πόσο σπουδαιότερο να είναι κανείς στρατιώτης Ιησού Χριστού! Αν λοιπόν τα κακοπαθήματα είναι γνώρισμα του στρατιώτη του επιγείου βασιλιά, πόσο μάλλον δεν είναι γνώρισμα του στρατιώτη του Χριστού! Ώστε δεν πρέπει να δυσανασχετούμε, εάν κακοπαθούμε, αλλά εάν δεν κακοπαθούμε!
«Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται ταις του βίου πραγματείαις, ίνα τω στρατολογήσαντι αρέση». Κανένας στρατευόμενος δεν μπλέκεται με τα συνήθη κοσμικά διακονήματα και τις φροντίδες. Κανείς δεν ζει την άνεση και το αγύμναστο του μη στρατευομένου πολίτη. Ζει εντός του στρατοπέδου και σε ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, άσκηση και πειθαρχία. Κι αυτό για να αρέσει και να φανεί σπουδαίος στους στρατολόγους του βασιλιά. Αν αυτό το κάνουν οι κοσμικοί στρατιώτες πόσο μάλλον πρέπει να το κάνουν οι στρατιώτες του ουρανίου βασιλιά!
«Εάν δε και αθλή τις, ου στεφανούται εάν μη νομίμως αθλήση». Από το αξίωμα του στρατιώτη μεταβαίνει στο υπούργημα του αθλητή. Τονίζει ότι δεν αρκεί κανείς να αθλείται, αλλά θα πρέπει η άθληση να είναι σύμφωνη με τους κανόνες. Στο χώρο του χριστιανισμού η «εθελοθρησκεία» (Κολ. 2,23) είναι αίρεση. Το να ζει τον χριστιανισμό κανείς κατά το δοκούν και τις προσωπικές του ορέξεις και τάσεις, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τον κανόνα της Γραφής και τους κανόνες των Συνόδων, δεν τον καταξιώνει ούτε του εξασφαλίζει την είσοδο στη βασιλεία των ουρανών. Αν ο στρατιώτης και ο αθλητής δεν πρέπει να έχουν ίδιο θέλημα, αλλά να υποτάσσονται στους αξιωματικούς και τους προπονητές, οι οποίοι κινούνται βάσει των κανονισμών του στρατού και του αθλητισμού, πόσω μάλλον ο στρατιώτης και αθλητής του Χριστού.
«Τον κοπιώντα γεωργόν δει πρώτον των καρπών μεταλαμβάνει. Νόει α λέγω· δώη γαρ σοι ο Κύριος σύνεσιν εν πάσι». Μεταβαίνει τώρα στο επάγγελμα του γεωργού. Και αυτό έχει σχέση με τον εργάτη του ευαγγελίου, ο οποίος σπέρνει το λόγο του Θεού και γεωργεί τον αγρόν της Εκκλησίας, τις καρδιές των πιστών. Λοιπόν ο γεωργός πρέπει πρώτος να απολαμβάνει τους καρπούς της εργασίας του. Ποιοί είναι αυτοί. Είναι οι ίδιοι οι κόποι του! Η ανταπόδοση και η αμοιβή του βρίσκεται στο κόπο του και το ενδιαφέρον του για τον αγρό του. Κι αν ακόμη δεν πετύχει καλή συγκομιδή κι αν καταστραφεί η σοδειά από κακές συγκυρίες και καιρικές συνθήκες αυτός θα πάρει την αμοιβή του και τον στέφανό του.
«Μνημόνευε Ιησού Χριστόν εγηγερμένον εκ νεκρών, εκ σπέρματος Δαυείδ». Να θυμάσαι τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, ο οποίος με το πάθος του νίκησε τον θάνατο. Συνεπώς μη φοβάσαι το μαρτύριο, αφού μας οδηγεί στην αιώνια και ένδοξη ανάσταση. Να θυμάσαι αυτόν που ενανθρώπησε και κατάγεται από καθορισμένους προγόνους όπως ο Δαυίδ. Μην ακούς τους αιρετικούς που αρνούνται τη σάρκωσή του. Σαρκώθηκε και υπέφερε για μας.
«Κατά το ευαγγέλιον μου· εν ω κακοπαθώ μέχρι δεσμών ως κακούργος». Σε όλες τις επιστολές του ο Παύλος μιλά για το ευαγγέλιο του, για να το διαστείλει από άλλα ευαγγέλια που δεν μιλούσαν για πάθος και για μαρτύριο. Ευαγγέλια ψευδοπροφητών και ψευδοαποστόλων. Ο ίδιος δε είναι το ευαγγέλιο εν τη πράξει· κακοπαθεί γι’ αυτό και φθάνει μέχρι και φυλακίσεως λες και είναι κακούργος.
«Αλλ’ ο λόγος του Θεού ου δέδεται». Τη γλώσσα του αποστόλου μόνο η δειλία και η απιστία τη δένει. Αν αυτά δεν υπάρχουν οι αλυσίδες δεν μπορούν να δεσουν τον λόγο. Δεν είναι υλική σπορά, που αν δέσεις τον γεωργό δεν μπορεί να σπείρει.
«Δια τούτο πάντα υπομένω δια τους εκλεκτούς». Μπορούσα να ζω ακίνδυνα, μπορούσα να μην υποφέρω, αν σκεπτόμουνα μόνο τον εαυτό μου. Αλλά συνεχίζω να κηρύττω, διότι πρέπει να σωθούν και οι άλλοι. Για τους άλλους λοιπόν κακοπαθώ. Όπως ο Θεός έπαθε για μας, έτσι πρέπει και εμείς να κακοπαθούμε για τους άλλους. Συνεπώς με το να κακοπαθούμε, δεν κάνουμε χάρη στο Θεό, αλλά ανταποδίδουμε την ευεργεσία. Ο Θεός έκανε χάρη για μας, διότι μας ευηργέτησε χωρίς ο ίδιος να έχει ευεργετηθεί από μας.
«Ίνα και αυτοί σωτηρίας τύχωσιν της εν Χριστώ Ιησού μετά δόξης αιωνίου». Για ποιά σωτηρία μιλάς, εσύ που δεν μπορείς να σώσεις ουτε τον εαυτό σου και είσαι φυλακισμένος αυτή τη στιγμή; Για τη σωτηρία που χαρίζει ο Χριστός από την αμαρτία, τη φθορά, το θάνατο και τον διάβολο. Που είναι αιώνια και ένδοξη. Τα επίγεια δεινά θα υπάρχουν και πολλές φορές θα τα υφιστάμεθα, αλλά είναι εφήμερα και προσωρινά. Λοιπόν αν θέλει κανείς άνεση ας θλίβεται, αν θέλει ελευθερία ας φυλακίζεται, αν θέλει αιώνια ζωή ας μαρτυρεί κι ας πεθαίνει εν μέσω βασάνων. Η ατιμία αυτής της ζωής είναι η δόξα η αιώνια.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ