Οι δωρεές του Θεού είναι τόσο μεγάλες, που φαίνονται απίστευτες. Μας χάρισε αγαθά, που ούτε τα σκεφθήκαμε, ενώ ήμασταν ένοχοι και καταδικασμένοι για αμαρτήματα πλείστα και ποικίλα. Αν μας καλούσε κάποιος και μας έλεγε, ενώ ήμασταν στη φυλακή ως παραβάτες του νόμου, ότι μας ελευθερώνει, αλλά και επί πλέον μας δωρίζει εκατόν εκατομμύρια ευρώ, θα σκεπτόμασταν ότι ονειρευόμαστε. Το ίδιο και με τις δωρεές του Θεού.
Γι᾽αυτό οι απόστολοι πολλές φορές στο κήρυγμά τους προσπαθούν να πιστεύσουμε στις δωρεές του Θεού. Δηλαδή ότι, αν και εχθροί του Θεού και αμαρτωλοί κι ενώ δεν μπορούσαμε να δικαιωθούμε με τα έργα μας ούτε με τον νόμο, έρχεται ο Κύριος και μας σώζει με το να πιστεύσουμε σ' αυτόν. Με το να τον αναγνωρίσουμε ως Θεό και Κύριο μας και να ζητήσουμε το έλεός του και την φιλανθρωπία του.
«Είναι αξιόπιστος ο λόγος και άξιος κάθε αποδοχής ότι ο Χριστός ήλθε εις τον κόσμο να σώσει τους αμαρτωλούς, μέσα στους οποίους πρώτος είμαι εγώ. Γι' αυτό με ελέησε ο Χριστός για να δείξει όλη την μακροθυμία του πρώτα σε εμένα κι έτσι να χρησιμεύσω σαν πρότυπο σε εκείνους που πρόκειται να πιστεύσουν σ' αυτόν για να απολαύσουν την αιώνια ζωή» (Α´ Τιμ. 1, 15-16).
Γι' αυτό ο Παύλος και στην προς Ρωμαίους επιστολή του (5,20) λέγει· «όπου πλεόνασε η αμαρτία υπερπερίσσευσε η χάρη». Έστειλε πλούσια τη χάρη του ο Χριστός, για να αντιμετωπίσει την υπερβολική αμαρτία. Δεν ήταν τυχαία η ενέργειά του ούτε και αδικαιολόγητη. Εκεί που ο εχθρός στέλνει πολλά στρατεύματα, εκεί αποστέλλονται και οι περισσότερες ενισχύσεις. Εκεί όπου υπάρχουν πολλά μικρόβια, εκεί χορηγούνται και τα περισσότερα φάρμακα.
Και στο ευαγγέλιο ο Χριστός, όταν τον κατηγόρησαν οι φαρισαίοι ότι συναναστρέφεται τελώνες και αμαρτωλούς, εκείνος τους απάντησε ότι δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς τον γιατρό αλλά οι άρρωστοι και προσπαθήστε να κατανοήσετε τι σημαίνει «θέλω φιλανθρωπία και όχι θυσίες», διότι εγώ ήλθα να καλέσω σε μετάνοια τους αμαρτωλούς και όχι τους δικαίους (Ματθ. 9,11-13).
Ο Παύλος παρουσιάζει και ως παράδειγμα, γι' αυτά που εκθέτει θεωρητικά, τον εαυτό του. Ήταν διώκτης των χριστιανών, τους κυνήγησε με πάθος και σκληρότητα μέσα στα Ιεροσόλυμα αλλά και εκτός Ιεροσολύμων. Ήταν ο επικεφαλής της ομάδας των Εβραίων, που λιθοβόλησε τον άγιο Στέφανο. Ήταν το άγριο λιοντάρι του ιουδαϊσμού, που ωρυόταν συνεχώς και διψούσε για αίμα. Πόσοι χριστιανοί καταστράφηκαν και βασανίστηκαν εξαιτίας του. Θα μπορούσε ο Θεός να τον εξουδετερώσει με κάποιο τρόπο σκληρό και να γίνει παράδειγμα για όλους τους μετέπειτα διώκτες του χριστιανισμού. Όμως, επειδή από άγνοια και από πίστη ότι η αληθινή θρησκεία είναι ο ιουδαϊσμός, έκανε όσα έκανε, ο Θεός τον ελέησε και με έκτακτο κάλεσμα τον έκανε απόστολό του.
Λοιπόν να το απίστευτο ότι ο Χριστός ήλθε στον κόσμο για τους αμαρτωλούς, γι' αυτούς που δεν έχουν αρετή και ψυχικά είναι σάπιοι και βρωμεροί! Εμείς επιζητούμε τον πιστό φίλο, τον έντιμο συνεργάτη, τον καλό σύζυγο, τον χαρισματούχο πνευματικό. Ο Χριστός όμως ήλθε για τους παρίες της κοινωνίας, για τους απόκληρους και εξοστρακισμένους, για τους μισητούς και σιχαμένους. Και ήλθε όχι μόνο για να τους απαλλάξει από την τιμωρία, αλλά να τους χαρίσει την υιοθεσία και την κληρονομιά. Δεν τους ελεεί μόνο, αλλά και τους αγαπά τρελλά. Κανένας ερωτευμένος δεν αγάπησε έτσι όπως ο Χριστός, λέγει ο άγιος Χρυσόστομος.
Ο άγιος Χρυσόστομος τονίζει σε πολλά σημεία των έργων του ότι δεν πρέπει να απελπιζόμαστε που είμαστε αμαρτωλοί. Ο Θεός ειδικά στους μεγάλους αμαρτωλούς, εάν πιστεύσουν και μετανοήσουν, φέρεται πιο σπλαχνικά και από τους δικαίους. Επειδή τα αμαρτήματα είναι χρέη, του ανθρώπου προς τον Θεό στους αμαρτωλούς που μετανοούν χαρίζει και το κεφάλαιο, ενώ από τους δικαίους απαιτεί και τους τόκους. Έτσι ο δούλος που χρωστούσε μύρια τάλαντα, μόλις είπε «Κύριε μακροθύμησον επ’ εμοί και πάντα αποδώσω», ο Κύριος δεν περίμενε να τον εξοφλήσει, αλλά θεώρησε την εξομολόγηση εξόφληση του χρέους. Ενώ στην παραβολή των ταλάντων από τους δικαίους απαιτεί και τόκους. «Δια τι γαρ ουκ εδώκατε το αργύριόν μου τοις τραπεζίταις, καγώ ελθών συν τόκοις απήτησα;». Όπως εμείς απαιτούμε από τους πλουσίους πολλά και δεν τους χαρίζουμε τίποτα, ενώ τους φτωχούς τους λυπούμαστε και τους ελεούμε, έτσι και ο Θεός. Θεωρεί τον δίκαιο πλούσιο και τον αμαρτωλό πτωχό.
«Κανείς λοιπόν ας μην απελπίζεται για την σωτηρία του. Δεν είναι φυσική η κακία, για να μη μπορούμε να την υπερβούμε. Όλα εξαρτώνται από την προαίρεση μας.
Είσαι μάγος; Μπορείς να προσκυνήσεις τον Κύριο, όπως οι τρεις μάγοι.
Είσαι ειδωλολάτρης; Μπορείς να μοιάσεις τον εκατόνταρχο και την Χαναναία.
Είσαι άσωτος; Μπορείς να ξανακερδίσεις την θέση σου στο πατρικό σπίτι.
Είσαι τελώνης σαν τον Ματθαίο; Μπορείς να γίνεις ευαγγελιστής.
Είσαι αρνητής σαν τον Πέτρο· Μπορείς να γίνεις ομολογητής.
Είσαι βλάσφημος και διώκτης σαν τον Παύλο; Μπορείς να γίνεις απόστολος.
Είσαι ληστής; Μπορείς να λεηλατήσεις τον παράδεισο.
Δεν υπάρχει καμμία αμαρτία, που να μη σβήνεται με την μετάνοια. Γι’ αυτό ο Κύριος διάλεξε τους πιο καλούς καρπούς της πονηρίας, για να μη μπορεί κανείς στο τέλος ν’ απαλλαγεί από τη κατηγορία».
Πολύ συχνά στις ομιλίες του ο ι. Χρυσόστομος τόνιζε· «Κι αν ακόμη κάθε μέρα αμαρτάνεις, κάθε μέρα μετανόει».
Και απαντούσαν οι ακροατές του· «Ούτως εχόντων των πραγμάτων, είναι δυνατόν να μετανοήσει κανείς και να σωθεί;».
Και ερχόταν η παρήγορη απάντηση του ι. πατρός· «Ασφαλώς ναι. Από πού είναι φανερό; Από την φιλανθρωπία του Κυρίου σου. Μόνη η μετάνοιά σου δεν αρκούσε. Επειδή όμως με τη μετάνοια αναμιγνύεται και η φιλανθρωπία του Θεού, έχε θάρρος. Μέτρο στη φιλανθρωπία του Θεού δεν υπάρχει. Η δική σου κακία έχει μέτρο. Σκέψου ένα σπινθήρα που έπεσε στο πέλαγος· μήπως μπορεί να μείνει εκεί ή να φανεί; Έτσι είναι και φιλανθρωπία του Θεού απέναντι στην αμαρτία. Ή καλύτερα ούτε τόσο, αλλά πολύ περισσότερο. Γιατί το πέλαγος, κι αν ακόμη είναι μεγάλο, έχει όρια, ενώ η φιλανθρωπία του Θεού είναι απεριόριστη».
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ