ΒΙΑ ΚΑΙ ΑΓΙΟΤΗΤΑ - του πατρός Μελετίου Βαδραχάνη

Μόλις εμφανίσθηκε ο Ιωάννης ο Πρόδρομος στο προσκήνιο της ιστορίας άρχισε να κηρύττει· «μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών».

Το ίδιο έκανε και ο Χριστός μετά τη σύλληψη του Προδρόμου από τον Ηρώδη, τον Αντίπα. «Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν· μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4,17).

 

     Ο Χριστός στο κήρυγμα του για τη βασιλεία των ουρανών ή τη βασιλεία του Θεού, όπως την ονομάζει σε άλλα χωρία η αγία Γραφή, προσέθεσε και κάτι άλλο. Μιλώντας για το πρόσωπο του Προδρόμου και το έργο του είπε· «Από δε των ημερών Ιωάννου του βαπτιστού έως άρτι η βασιλεία του Θεού βιάζεται, και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11,12).

     Η βασιλεία του Θεού δεν βιάζει κανέναν, δεν επιβάλλεται δια της βίας σε κανέναν. Αλλά η ίδια βιάζεται. Πως βιάζεται η βασιλεία του Θεού; Βιάζοντας τον εαυτό μας, που μετά την πτώση αρρώστησε και έχει φύγει από το φυσικό και υγιές στο αμαρτωλό και άρρωστο. Αυτός είναι που πρέπει να εξαναγκασθεί για να εισέλθει εις την βασιλεία του Θεού· ή για να εκφρασθούμε καλύτερα, ν’ αφήσει να εισέλθει ο Χριστός μέσα του και να εγκατασταθεί μονίμως, διώχνοντας τον διάβολο, που μας καταδυναστεύει συνεχώς δια των αμαρτωλών έξεων και επιθυμιών. O Κύριος λοιπόν απαιτεί από τους πιστούς του να ασκήσουν κάθε δυνατή βία στο αμαρτωλό εγώ  τους, να καταβάλουν κάθε κόπο, να εργάζονται έως ότου έχουν το φως, να προσεύχονται δίχως διακοπή, να απαιτούν, να ζητούν από το Θεό δια της προσευχής, να κρούουν επίμονα τη θύρα του ελέους του, να νηστεύουν, να επιτελούν πολυάριθμα έργα ελεημοσύνης, όλα τούτα με σκοπό να τους ανοιχτεί η βασιλεία των ουρανών, δηλαδή η μεγάλη, φοβερή και ζωοποιός παρουσία του Θεού.

 

     Τα λόγια αυτά του Χριστού ότι η βασιλεία του Θεού είναι ουρανίων προδιαγραφών και όχι επιγείων και ότι για να την κερδίσουμε πρέπει εμείς οι ίδιοι με τη θέλησή μας να βιάσουμε τον χοϊκό και πεπτωκότα εαυτό μας συγκίνησαν τους αγίους της Εκκλησίας μας και μάλιστα τους μοναχούς. Ο Ιωάννης της Κλίμακος, ασκητικός συγγραφεύς του 6ου αιώνα γράφει στις υποθήκες του για τους μοναχούς ότι «ο μοναχός είναι βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής».

     Όλοι οι σωστοί μοναχοί έζησαν, και ζουν, έχοντας σαν αξίωμα της ζωής τους τα λόγια του Χριστού που προαναφέραμε και έχοντας ως πρότυπα τους τον Χριστό και τον Τίμιο Πρόδρομο, οι οποίοι ενσάρκωσαν στο πρόσωπό τους τα όσα κήρυξαν με το στόμα τους. Έζησαν οι μοναχοί σαν επουράνιοι άνθρωποι και σαν επίγειοι άγγελοι· «περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγίοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος, εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11,37-38).  

 

     Ανάμεσα στους αγίους που προέρχονται από το χώρο του μοναχισμού είναι και ο άγιος Θεοδόσιος τη μνήμη του οποίου γιορτάζουμε στις 11 Ιανουαρίου, που γεννήθηκε σε ένα χωριό της Καππαδοκίας την Μωγαρισσό και έζησε τον 5ο και στις αρχές του 6ου αιώνα. Ο άγιος Θεοδόσιος απεκλήθη «Μέγας» για τη δράση του και «Κοινοβιάρχης» εξ αιτίας του έργου του.

     Έζησε ως ασκητής στην απαράκλητη έρημο της Παλαιστίνης, στην αρχή μαζί μ’ ένα γέροντα που ονομαζόταν Λογγίνος, βιώνοντας το μαρτύριο της υπακοής και βιάζοντας τον εαυτό του να το υπομείνει. Ο μοναχός υποτακτικός δεν θυσιάζει στο Θεό μόνο τις αμαρτωλές επιθυμίες του, όχι μόνο τα βασικά και ζωτικά ένστικτα του ανθρώπου, αλλά και τους πιο αγίους πόθους του και τις πιο ευλαβείς εφέσεις του και τις πιο πνευματικές προτιμήσεις του ασκώντας υπακοή στον γέροντά του.  

     Έπειτα έζησε εντελώς μόνος, «εαυτώ και Θεώ συστρεφόμενος», χωρίς ανέσεις, χωρίς ευκολίες, χωρίς επικοινωνία με ανθρώπους, αδιαλείπτως προσευχόμενος και νηστεύοντας υπερφυσικά. Έτρωγε μια φορά την εβδομάδα ότι πιο απλό υπήρχε –όπως φρούτα, όσπρια που απλώς τα έβρεχε και διάφορα χόρτα– και σε διάστημα 30 ετών δεν έφαγε καθόλου ψωμί.  

 

     Αργότερα αναγκάσθηκε από το πλήθος των προσερχομένων και έκτισε μοναστήρι το οποίο διηύθηνε και το οποίο έφθασε να έχει περίπου 700 μοναχούς. Αργότερα ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σαλλούσιος (486-494) τον ανύψωσε σε γενικό ηγούμενο όλων των κοινοβιακών κέντρων της Παλαιστίνης. Τεράστιο λοιπόν το ποιμαντικό έργο που του ανέθεσαν και τεράστιο το βάρος το οποίο επωμίσθηκε. Βίασε όμως τον εαυτό του και το ανέλαβε, ενθυμούμενος την στιχομυθία μεταξύ του Χριστού και του Πέτρου· «Σίμων Ιωνά, αγαπάς με πλείον τούτων· λέγει αυτώ· ναι, Κύριε συ οίδας ότι φιλώ σε. Λέγει αυτώ· βόσκε τα αρνία μου» (Ιω. 21,15).

 

     Ενώ αγαπούσε την ησυχία, την ηρεμία, την απάθεια, επειδή τα χρόνια εκείνα ο αυτοκράτορας Κων/πόλεως Αναστάσιος ο Δίκορος (491-518) υποστήριζε την αίρεση του μονοφυσιτισμού, ότι ο Χριστός είχε μόνο θεία φύση, ο άγιος βίασε τον εαυτό του, βγήκε από την εν Χριστώ αδράνεια και ησυχία του και συγκαλώντας όλους τους μοναχούς της ερήμου της Παλαιστίνης τους προέτρεψε ν’ αγωνισθούν εναντίον του μονοφυσιτισμού.

     Συνέταξε επιστολή προς τον αυτοκράτορα, την οποία υπογράψανε και πολλοί από τους μοναχούς, στην οποίαν τον έλεγχε για τη στάση απέναντι στους αιρετικούς και του ξεκαθάριζε ότι είναι αντίθετοι εντελώς με όσα κάνει και δεν πρόκειται να υποκύψουν. Ακόμη κι αν δουν τα μοναστήρια τους να καίγονται, τα σώματά τους να κατακόβονται, τα πάντα να καταστρέφονται δεν πρόκειται να οπισθοχωρήσουμε και ν’ αλλάξουμε γνώμη.

     Κι όταν είδε ότι ο αυτοκράτορας συνέχιζε την τακτική του ανέβηκε στον άμβωνα και είπε· «Όποιος εναντιώνεται στις τέσσερις ιερές συνόδους και δεν τις τιμάει όπως και τα τέσσερα ευαγγέλια ας είναι ανάθεμα». Ο αυτοκράτορας μετά απ’ αυτή τη στάση του τον εξόρισε, αλλά σε λίγο απέθανε, και έτσι ο όσιος επέστρεψε και πάλι στη μονή του.

    

     Θα πει κάποιος· ο Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης ήταν άγαμος, ήταν μοναχός και βίασε τον εαυτό του. Μπορεί τα λόγια του Χριστού για την βία που χρειάζεται ν’ ασκήσει κανείς για να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών να τα εφαρμόσει και ο έγγαμος που ζει στον κόσμο. Και  βεβαίως μπορεί. Μάλιστα ήρθαν στιγμές που έγγαμοι βίασαν τον εαυτό τους φοβερά και αφάνταστα σκληρά.

 

     Ζήτησε ο Θεός από τον Αβραάμ να εξέλθει από τη χώρα του, από τους συγγενείς του, από τα ήθη και έθιμα και τον πολιτισμό της και να πάει στη χώρα που θα του δείξει αυτός. Τι σκληρή δοκιμασία, και μάλιστα για έναν έγγαμο. Περίμενε ο Αβραάμ 25 χρόνια ν’ αποκτήσει παιδί, όπως του υποσχέθηκε ο Θεός· και, αφού το απέκτησε και μεγάλωσε αρκετά, λαμβάνει από το Θεό την εντολή να το θυσιάσει. Πόσο χρειάσθηκε να βιάσει ο Αβραάμ τον εαυτό του για να κερδίσει την εύνοια του Θεού. Προαναφέραμε ότι οι μοναχοί θυσιάζουν στο Θεό όχι μόνο τις αμαρτωλές επιθυμίες τους, όχι μόνο τα βασικά και ζωτικά ένστικτα του ανθρώπου, αλλά και τους πιο αγίους πόθους τους ασκώντας υπακοή στον γέροντά τους. Το ίδιο όμως ζητά ο Θεός κι από τους εγγάμους μέσα από δυσμενείς δοκιμασίες και συνθήκες ζωής, που καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν.

 

     Ας επιτραπεί ν’ αναφέρουμε και την περίπτωση του Μωυσή. Μένει 40 χρόνια στο παλάτι του Φαραώ· ζει σαν πριγκιπόπουλο με όλες τις ανέσεις, τη χλιδή και τη δόξα που προσφέρουν τα ανάκτορα της Αιγύπτου. Το μέλλον του λαμπρό και φανταστικό. Θα γίνει μονάρχης μιας χώρας, που ήταν τον καιρό εκείνο ότι είναι σήμερα η Αμερική. Κι όμως, όταν βλέπει ότι το παλάτι εφαρμόζει πολιτική γενοκτονίας για το λαό του, το εγκαταλείπει και φεύγει στην έρημο, «μάλλον ελόμενος συγκακουχείσθαι τω λαώ του Θεού ή πρόσκαιρον έχειν αμαρτίας απόλαυσιν, μείζονα πλούτον ηγησάμενος των Αιγύπτου θησαυρών τον ονειδισμόν του Χριστού» (Εβρ. 11,25-26)· και ζει εκεί άλλα 40 χρόνια, βόσκοντας τα πρόβατα του πεθερού του Ιοθόρ. Τι μεγάλη δοκιμασία για ένα βασιλόπουλο, για ένα ικανό άνδρα, που μπορούσε να διοικεί έναν από τους πιο δύσκολους λαούς του κόσμου, να ζει σε πλήρη αδράνεια και αφάνεια. Και μετά επωμίζεται το μεγάλο έργο να ελευθερώσει το λαό του Θεού από τους Αιγυπτίους και να περάσει άλλα 40 χρόνια στην έρημο, μέσα σε αφάνταστες δυσκολίες και περιπέτειες, αντιμετωπίζοντας συνεχώς και τον γογγυσμό και τις αντιδράσεις των συμπατριωτών του, οι οποίοι λύγισαν μπρος στις αφάνταστες περιπέτειες που αντιμετώπισαν, φθάνοντας στο σημείο να νοσταλγούν τη γη της αιχμαλωσίας!

     Τι να πούμε δε για τις 40 μέρες νηστείας που πέρασε, για να παραλάβει το νόμο στο Σινά, για το ότι υπήρξε θεόπτης και φοβερά θαυματουργός. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Μεταμόρφωσή του παρουσιάζεται ο Χριστός εν μέσω του Μωυσέως και του Ηλία. Η τυπολογία της εικόνας της Μεταμορφώσεως είναι καταπληκτική. Εκτός των σημείων που αφορούν το γεγονός της Μεταμορφώσεως δείχνει επιπλέον ότι ο έγγαμος και ο άγαμος βίος είναι δύο δρόμοι προς το μαρτύριο αλλά και δύο δρόμοι προς τη θέωση. Δύο δρόμοι προς το Γολγοθά αλλά και δύο δρόμοι προς το Θαβώρ.

     Το αψευδές στόμα του Κυρίου που είπε «η βασιλεία του Θεού βιάζεται, και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11,12) είπε και «α δε υμίν λέγω, πάσι λέγω· γρηγορείτε» (Μαρκ. 13,37).

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή