Έξι επίθετα
Την 21η Μαΐου, η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη «των αγίων, ενδόξων, θεοστέπτων, μεγάλων, βασιλέων και ισαποστόλων Κων/νου και Ελένης». Έξι επίθετα κοσμούν τον Κων/νο και την Ελένη, κατά το συναξάρι που αναγιγνώσκεται στην Εκκλησία. Έξι επίθετα που συνδυάζουν αγιότητα, δόξα και μεγαλωσύνη, βασιλεία και ιεραποστολή, κρατικό αξίωμα και θεία κλήση. Έξι επίθετα που ξεκαθαρίζουν ότι για να πετύχει κάποιος ηγεμόνας στην πολιτική δεν θα πρέπει να έχει ως οδηγό του τον «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλλι αλλά το ευαγγέλιο του Χριστού.
Βασιλιάς άγιος
Ειδικώτερα, για να ασχοληθούμε μόνο με τον Μ. Κων/νο (280-337), δεν γιορτάζουμε ένα άγιο που υπήρξε κληρικός, ασκητής, ιεραπόστολος με ειδική έννοια, μάρτυς, πατέρας ή διδάσκαλός της Εκκλησίας. Γιορτάζουμε όμως έναν άγιο που υπήρξε στρατηγός, βασιλιάς, ανώτατος δικαστής. Έναν άνθρωπο που υπέγραφε διατάγματα, έβγαζε νόμους, διοικούσε, καταγινόταν συνεχώς με κρατικά θέματα. Έναν ηγέτη του οποίου «το πολιτικό μανιφέστο ήταν ‘πως μπορεί ένας άρχοντας να πετύχει το καλό, αν δεν γνωρίζει την αιτία των καλών που είναι ο Θεός’». Ένα ηγέτη που πίστευε ότι «η ενότητα της Εκκλησίας είναι προϋπόθεση της ευημερίας του λαού».
Κλήση από Θεό
Ένα ηγέτη που έλαβε κλήση κατ’ ευθείαν από τον Θεό. Διότι, όπως διδάσκει η Γραφή και η εκκλησιαστική ιστορία, όχι μόνο προφήτες και απόστολοι και όσιοι δέχονται κλήση από το Θεό, αλλά και άνθρωποι που ασχολούνται με άλλα επαγγέλματα και μάλιστα με τη διοίκηση. Αν μελετήσουμε το βιβλίο των Κριτών στην Παλαιά Διαθήκη θα δούμε πολλά παραδείγματα. Σε κάθε λοιπόν επάγγελμα ο Θεός έχει τους αποστόλους του. Έτσι το απολυτίκιο του αγίου μας λέγει ότι ο Μ. Κων/νος ήταν «ο εν βασιλεύσιν απόστολος σου Κύριε». Και επίσης λέγει ότι την κλήση την έλαβε όπως ο απόστολος Παύλος «ουκ εξ ανθρώπων», αφού είδε τον τύπο του σταυρού στον ουρανό, με τις λέξεις «Τούτω νίκα» κατά τον Ευσέβιο ή αφού είδε σε ενύπνιο το σημείο του σταυρού με τις λέξεις «In hoc vincas=εν τούτω νίκα» κατά τον Λακτάντιο. Απ’ ότι λένε άλλες πηγές και ο στρατός και ο άγιος Αρτέμιος είδαν το σύμβολο του σταυρού.
Πήρε την κλήση από το Θεό ο Μ. Κων/νος να γίνει ο απόστολος του μεταξύ των βασιλέων, γιατί στην πίστη μας έχουν μεγάλη σημασία το κήρυγμα των αποστόλων και των διαδόχων τους, το μελάνι των εκκλησιαστικών συγγραφέων, το αίμα των μαρτύρων, το δάκρυ και η προσευχή των ασκητών, αλλά και η προσφορά προς την Εκκλησία βασιλέων και αυτοκρατόρων, οι οποίοι με τα μέτρα που έλαβαν, εκχριστιάνισαν τις δομές και την νομοθεσία της κοινωνίας, άφησαν ελεύθερη την Εκκλησία να κάνει το έργο της κι έδωσαν έτσι στη πίστη μας τη δυνατότητα ν’ αναπτυχθεί.
Συνεπώς και η κατά Χριστόν διοίκηση και νομοθεσία και η δικαιοσύνη, η κάθε είδους εργασία και οι παντοειδείς ευθύνες όταν γίνονται κατά Χριστόν και αυτές μας αγιάζουν. Κι αν θέλουμε την αληθινή πρόοδο της κοινωνίας, το κάθε επάγγελμα και το κάθε κοινωνικό διακόνημα θέλει κι αυτό αγίους. Ανθρώπους που πιστεύουν στο Θεό και προσπαθούν να μεταρρυθμίσουν και να μεταμορφώσουν τη κοινωνία βάσει του ευαγγελίου. Που προσπαθούν το ευαγγέλιο να μπει παντού. Μόνο έτσι θα πάμε μπροστά. Λέμε π.χ. για να σωθεί η οικονομία πρέπει να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις ή κρατικοποιήσεις, ή να παρθούν μέτρα λιτότητας. Η οικονομία όμως σώζεται αν υπάρξουν ιθύνοντες σωστοί· ιθύνοντες με φόβο Θεού και οράματα και ιδανικά που εμπνέονται από το ευαγγέλιο. Σήμερα όλοι οι εθνοσωτήρες και οι διεθνοσωτήρες θεωρούν ότι ο χώρος της κοινωνίας και της πολιτικής κείται εκτός «ιερού». Και, ενώ θέλουν τον άνθρωπο αυτονομημένο από το Θεό του ουρανού και υποταγμένο στην ύλη και το ιδιωτικό συμφέρον, πιστεύουν ότι θα υπάρξει πρόοδος.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ Μ. ΚΩΝ/ΝΟΥ
Εν τούτοις πολλοί –παγανιστές, νεοειδωλολάτρες, διαφωτιστές, δυτικοί και δυτικόφρονες, όπως και παπικοί–, για ευνοήτους λόγους, κατηγορούν τον Μ. Κων/νο, αναμασώντας τα όσα έγραψε ο φανατικός ειδωλολάτρης ιστορικός Ζώσιμος (450-520), ενάμισι περίπου αιώνα μετά, στο έργο του «Ιστορία νέα». Ο Ζώσιμος τον κατηγορεί κυρίως για την εξόντωση των αντιπάλων του. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
α´. Ο εξαναγκασμός δήθεν σε αυτοκτονία του Μαξιμιανού. Ο Μαξιμιανός ήταν πεθερός του· Ο Κων/νος πήρε σε δεύτερο γάμο την κόρη του Φαύστα, αφού υποχρεώθηκε να χωρίσει την πρώτη του γυναίκα την Μινερβίνα για λόγους πολιτικούς. Ο Μαξιμιανός επιχείρησε δύο φορές την ανατροπή του Κων/νου. Στην πρώτη ο Κων/νος τον συγχώρησε. Στην δεύτερη που αναμίχθηκε και η γυναίκα του Κων/νου Φαύστα, όταν απέτυχε η προσπάθεια, ενοχοποίησε τον πατέρα της για να γλιτώσει, κι έτσι εκείνος αναγκάσθηκε ν’ αυτοαπαγχονιστεί.
β´. Εξετέλεσε τους γαμβρούς του Λικίνιο και Βασσιανό (από την οικογένεια του Λικινίου), οι οποίοι πήραν ετεροθαλείς αδελφές του Κων/νου, την Κωνσταντία (το 312) και την Αναστασία (το 313) αντίστοιχα, που ήταν κόρες του Κωνστάντιου και της δεύτερης γυναίκας του της Θεοδώρας. Αυτοί όμως αργότερα, αφού κατέστησαν συγγενείς του Κων/νου, ο μεν Βασσιανός επαναστάτησε εναντίον του (314 ή 315) και εκτελέστηκε, ο δε Λικίνιος συγκρούστηκε στρατιωτικά δύο φορές μαζί του. Κι ενώ ο Κων/νος του χάρισε τη ζωή, αφού τον νίκησε και τις δύο φορές, εκείνος συνέχισε να συνωμοτεί και να ραδιουργεί εναντίον του, μ’ αποτέλεσμα να εκτελεστεί. Κατ’ άλλους όμως, σύγχρονους Ιταλούς ερευνητές, εστάλη στην εξορία και αυτοκτόνησε.
γ´. Σκότωσε τον Μαξέντιο (αδερφό της 2ης γυναίκας του Φαύστας) με τον οποίο συγκρούστηκε στην Μιλβία ή Μουλβία γέφυρα. Η αλήθεια είναι ότι δεν τον σκότωσε, αλλά σκοτώθηκε μαχόμενος εναντίον του Μ. Κων/νου, όταν έπεσε μια ξύλινη γέφυρα του Τιβερίου ποταμού, λόγω του βάρους των στρατιωτών.
δ´. Φόνευσε τον υιό του Κρίσπο από την πρώτη γυναίκα του την Μινερβίνα, την οποία υποχρεώθηκε να χωρίσει για πολιτικούς λόγους, όπως προαναφέραμε. Ο Κρίσπος κατηγορήθηκε (μάλλον ψευδώς) από τη μητρυιά του Φαύστα για συνωμοσία και ότι της επετέθη με ανήθικους σκοπούς. Κι αυτό, διότι ο Κρίσπος ήταν ένα πολύ ικανό και άξιο άτομο που όλοι το αγαπούσαν κι έτσι μάλλον θα διαδεχόταν τον πατέρα του. Έτσι δεν υπήρχε περίπτωση να βασιλεύσει κάποιο από τα παιδιά της. Ο Μ. Κων/νος ένα μήνα πριν είχε εκδώσει νόμο, που έλεγε ότι ο κατηγορούμενος για μοιχεία τιμωρούνταν με τη ποινή του θανάτου. Συνεπώς νομικά έπρεπε να επιληφθεί της υποθέσεως και μάλιστα να φανεί αμερόληπτος. Ο Μ. Κων/νος λοιπόν, αφού άκουσε την κατηγορία, τον φυλάκισε και αργότερα βρέθηκε δολοφονημένος. Διάταγμα του Κων/νου σχετικό δεν υπάρχει ως όφειλε. Η μόνη που μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη σφραγίδα του και να πετύχει το σκοπό της ήταν η γυναίκα του Φαύστα. Αργότερα όταν Μ. Κων/νος έμαθε τις μηχανορραφίες της γυναίκας του την φυλάκισε. Ο Ζώσιμος τον κατηγόρησε ότι την έπνιξε με ζεματιστό νερό στο λουτρό της. Ο Ιερώνυμος όμως λέγει ότι ο θάνατος της Φαύστας επήλθε 3 ή 4 χρόνια μετά. Πως συνδέονται λοιπόν αυτά τα γεγονότα. Ο δυτικός ιστορικός Γίββων και ο δικός μας Παπαρηγόπουλος αμφισβητούν τις πληροφορίες. Ο Γίββων μάλιστα παραθέτει μαρτυρία ότι η Φαύστα ζούσε το 340, όταν σφαγιάστηκε ο υιός της Κων/νος, τρία χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του, και έκλαψε για το τραγικό πεπρωμένο του υιού της. Ο δε μεταγενέστερος χρονικογράφος Κωδινός αναφέρει ότι ο Κων/νος έστησε χρυσό άγαλμα του Κρίσπου που το εξαφάνισαν οι αρειανοί. Σ’ αυτό το άγαλμα υπήρχε η επιγραφή· «Στον αδικοχαμένο υιό μου».
Οι ανωτέρω εκτελέσεις, όσες δεν βρίσκονται στην περιοχή του θρύλου και του μύθου, έγιναν, ως επακολούθημα της ρωμαϊκής νομοθεσίας και της στρατιωτικής και κρατικής αναγκαιότητας να επικρατήσει ασφάλεια και σταθερότητα στο κράτος. Ο Κων/νος ήταν υποχρεωμένος ως ανώτατος δικαστής να υπογράψει τα σχετικά διατάγματα, όπως είναι υποχρεωμένος σήμερα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας να υπογράφει τις αποφάσεις της βουλής. Ουδέν το μεμπτόν και το κατηγορητέον.
Ο ιστορικός Κων/νος Παπαρηγόπουλος λέγει «Κι αν ακόμα διέπραξε και κάποια ανομήματα ο Μ. Κων/νος, αυτό δεν οφείλεται σε αγριότητα της ψυχής, αλλά γιατί ο ίδιος γεννήθηκε και έζησε μέσα σε καθιερωμένες από αιώνες ολέθριες έξεις και παραδόσεις. Οι προκάτοχοι του και οι συνάρχοντές του κανένα δεν σεβάστηκαν θείο ή ανθρώπινο νόμο. Είναι απορίας άξιο όμως και θαυμασμού, ότι κατανικώντας τόσο μεγάλους πειρασμούς, κατόρθωσε να κατανοήσει και να ομολογήσει τις αρχές του ευαγγελίου».
Το μόνο αρνητικό, που μπορεί να καταλογίσει κανείς στον Μ. Κων/νο, είναι η εξορία του Μ. Αθανασίου το 336 στη γαλλική πόλη Αυγούστα Τρεβήρων. Αυτό έγινε, διότι ο φίλος του αυτοκράτορα Ευσέβιος Νικομηδείας, που ήταν αρειανός και φίλος του Αρείου, τον έπεισε να επαναφέρει από την εξορία τον Άρειο και να ζητήσει από τον Μ. Αθανάσιο να τον δεχτεί ξανά στην Αλεξάνδρεια. Ο Μ. Αθανάσιος αρνήθηκε κατηγορηματικά και τις τρεις φορές, που ζήτησε ο Κων/νος με επιστολή του την επάνοδο του Αρείου, πιστεύοντας έτσι ότι θα επικρατήσει ηρεμία στην Εκκλησία και το κράτος. Τι να γίνει όμως και ο ήλιος έχει τις κηλίδες του.
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ Μ. ΚΩΝ/ΝΟΥ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
α´. Το 311και εν συνεχεία το 313-314 έχουμε το σχίσμα των Δονατιστών. Οι Δονατιστές ήταν αυστηροί στο θέμα της ομολογίας ενώπιον των ειδωλολατρών, δεν δεχότανε αυτούς που είχαν αρνηθεί το Χριστό και εξαρτούσαν την εγκυρότητα των μυστηρίων από την ηθική υπόσταση των κληρικών. Όταν λοιπόν το σχίσμα παγιώθηκε και μάλωναν στη Ρώμη οι δονατιστές με την κανονική Εκκλησία σε ποιον ανήκουν οι ναοί και οι τίτλοι ιδιοκτησίας, ο Μ. Κων/νος είπε στον επίσκοπο Ρώμης, τον Μιλτιάδη, «έχετε συνοδικό σύλλογο, δικάστε την υπόθεση μέσα σ’ αυτόν». Δηλαδή ο Κων/νος αυτοκαταργήθηκε από το αξίωμα του ύπατου δικαστή και έδωσε την εξουσία στην Εκκλησία να κρίνει τα εσωτερικά της προβλήματα.
β´. Συγκαλεί την Α´Οικουμενική Σύνοδο το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας, κατόπιν συμβουλής βέβαια εκκλησιαστικών ανδρών (Οσίου, επισκόπου Κορδούης στην Ισπανία και ίσως και του Αλεξάνδρου, πατριάρχου Αλεξανδρείας). Κι εδώ ο αυτοκράτορας αυτοπεριορίζεται και αφήνει την Εκκλησία να βρει τη λύση. Συγκαλεί μεν τη Σύνοδο, διότι μόνο ο αυτοκράτορας είχε το δικαίωμα αυτό, το να κινηθούν οι επίσκοποι προς την πρωτεύουσα ή τα προάστια της, αλλά δεν είναι πρόεδρος της. Πρόεδρος σύμφωνα με σύγχρονο ερευνητή (Βλάσιος Φειδάς) ήταν ο Ευστάθιος Αντιοχείας.
γ´. Προσδιόρισε τα όρια του έργου των επισκόπων και του αυτοκράτορα. «Υμείς μεν των είσω της Εκκλησίας, εγώ δε των εκτός υπό Θεού κατεστημένος επίσκοπος αν είη». Θα μπορούσα, εάν το θέλετε και σεις, να είμαι επίσκοπος στα έργα και τις υποθέσεις που δεν είναι στενά εκκλησιαστικές. Το «αν είη» είναι δυνητικό και ευκτικό και όχι αναγκαστικό και υποχρεωτικό (π. Γ. Μεταλληνός). Δεν εκφράζει καισαροπαπικές αντιλήψεις ούτε περιορίζει το ρόλο της Εκκλησίας, αλλά προσφέρει διακονία, ώστε οι επίσκοποι να είναι ελεύθεροι ν’ ασχολούνται με το κύριο έργο τους, που είναι η προσευχή και το κήρυγμα.
δ´. Ο Κων/νος κτίζει τη Νέα Ρώμη, ή την Κωνσταντινούπολη όπως την ονόμασε πολύ σωστά ο λαός, και την αφιερώνει όχι στον εαυτό του –όπως μπορούσε άνετα να το κάνει και όπως το έκαναν άλλοι αυτοκρατορες– αλλά στον Χριστό και στην Υπεραγία Θεοτόκο. Στην ιδρυτική στήλη έγραψε· «Σοι Χριστέ, κόσμου Βασιλεύς και Δεσπότης, Σοι προστίθημι τήνδε την δούλην πόλιν και σκήπτρα τήσδε και το παν Ρώμης κράτος φύλαττε ταύτην, σώζε δ’ εκ πάσης βλάβης». Μετά τα εγκαίνια της στις 11-5-330 εγκαθίσταται εκεί οριστικά. Η αποδέσμευση των αυτοκρατόρων από τη Ρώμη, που είχε συντελεστεί 100 χρόνια πριν, έλαβε τώρα και επίσημο χαρακτήρα.
ε´. Το 326 έρχεται στη Ρώμη για να γιορτάσει τα εικοσάχρονα της βασιλείας του. Έπρεπε να συμμετάσχει σε στρατιωτική ειδωλολατρική εορτή στο Καπιτώλιο και να προσφέρει τις καθιερωμένες θυσίες. Αντίθετα όμως με το καθιερωμένο πρωτόκολλο αρνήθηκε. Μια λεπτομέρεια· δεν είχαν αντίρρηση οι Ρωμαίοι οι χριστιανοί να εισάγουν μια νέα θεότητα στη Ρώμη. Αυτό γινόταν συνεχώς και ο Οράτιος είχε πει ότι «υπήρχαν περισσότεροι θεοί παρά άνθρωποι». Αλλά έπρεπε να δεχθούν πρώτα την θεότητα του Καίσαρα και τη θεότητα της Ρώμης. Κι όμως ο Μ. Κων/νος, ο θεός των ειδωλολατρών, αρνήθηκε το ειδωλολατρικό τυπικό. Τι χτύπημα για τους ειδωλολατρικούς θεσμούς!
Ο Μ. Κων/νος επίσης είναι αυτός που τον αυτοκράτορα της Ρώμης από θεό τον έκανε «ελέω Θεού» αυτοκράτορα, όπως επικράτησε να λέγεται αργότερα. Τι σημαίνει «ελέω Θεού»; Σημαίνει όχι κατ’ ευλογίαν Θεού αλλά κατά παραχώρηση και ανοχή Θεού. Σημαίνει ότι ο αυτοκράτορας είναι, πρέπει να είναι, δούλος του Θεού αλλά και δούλος των ανθρώπων κατά την διδασκαλία του ευαγγελίου.
στ´. Οι ειδωλολάτρες, έξω φρενών για τα φερσίματα του Μ. Κων/νου, βεβήλωσαν τους ανδριάντες του. Όταν ανήγγειλαν οι συνεργάτες του στον Κων/νο τα νέα και ζήτησαν τιμωρία των βεβήλων, εκείνος ψαύοντας το πρόσωπό του είπε ότι δεν βλέπει κανένα τραύμα και αρνήθηκε να τιμωρήσει τους δράστες. Το γεγονός αυτό υπενθύμισε ο επίσκοπος Αντιοχείας Φλαβιανός στον Μ. Θεοδόσιο σε ανάλογη περίπτωση, όταν οι κάτοικοι της Αντιοχείας, διαμαρτυρόμενοι για τους υπερβολικούς φόρους που επέβαλε ο Θεοδόσιος, σπάσανε τους ανδριάντες της αυτοκρατορικής οικογενείας και ο Θεοδόσιος ήταν έτοιμος να τους τιμωρήσει σκληρότατα. Δεν καταδίωξε τους ειδωλολάτρες λοιπόν ο Μ. Κων/νος, αλλά δεν τήρησε και φιλική σχέση μαζί τους.
Βεβαίως δεν τους στέρησε τα πολιτικά τους δικαιώματα, επέβλεψε και χρηματοδότησε την ανοικοδόμηση κάποιων ναών τους, όπως το ίδιο έκανε και για πλήθος ναών των χριστιανών.
ζ´. Εξασφάλισε με το διάταγμα των Μεδιολάνων (σημερινό Μιλάνο) το 313, που το συνυπέγραψε με τον Λικίνιο, την ανεξιθρησκεία, δηλαδή να μπορεί κανείς να λατρεύει το Θεό του ελεύθερα, κι αυτό φυσικά ωφέλησε τους χριστιανούς οι οποίοι ήταν μειοψηφία (8-10%). Δεν έκανε όμως το χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του κράτους. Αυτό το έκανε αργότερα ο Μ. Θεοδόσιος στις 28 Φεβρουαρίου του 380. Πρέπει να πούμε εδώ για λόγους ιστορικής αντικειμενικότητας ότι το πρώτο διάταγμα υπέρ των χριστιανών εκδόθηκε από τον Γαλέριο (311 μ. Χ.), που ήταν ένας από τους πιο φοβερούς διώκτες του Χριστιανισμού και ότι ο Λικίνιος αργότερα αθέτησε το διάταγμα των Μεδιολάνων και κήρυξε ξανά διωγμό. Σ’ αυτό τον τελευταίο διωγμό μαρτύρησαν και οι Σαράντα Μάρτυρες στη λίμνη της Σεβαστείας το 320 μ. Χ. Ο διωγμός αυτός έληξε οριστικά με την σύγκρουση του Μ. Κων/νου με τον Λικίνιο (320-323 μ. Χ.) και την οριστική συντριβή του τελευταίου.
η´. Κατάργησε την ποινή του σταυρικού θανάτου, τον στιγματισμό στα πρόσωπα των δούλων και το θάνατο τους, περιόρισε τη βία και την σωματική τιμωρία, ανανέωσε το οικογενειακό δίκαιο, καταδίκασε τη μοιχεία, ανύψωσε τη θέση της μητέρας, προστάτεψε την οικογένεια και τα παιδιά από την κατάχρηση της πατρικής εξουσίας και άλλα πολλά.
θ´. Τιμούσε τους μάρτυρες και τα λείψανά τους. Ήθελε να συγκεντρώσει σε ναό όλα τα λείψανα των αποστόλων. Βαπτίστηκε μεγάλος όχι από σκοπιμότητα αλλά κατά τη συνήθεια της εποχής, που αργούσαν να βαπτιστούν. Βοήθησε τη μητέρα του την αγία Ελένη να επισκεφτεί τους αγίους τόπους και να βρει τον Τίμιο Σταυρό, το σημείο του οποίου είχε δει και το οποίο σημείο έβαλε στο λάβαρο του στρατού και στις ασπίδες των στρατιωτών του. Καθιέρωσε την αργία της Κυριακής, τύπωσε άγιες Γραφές που τότε ήταν πανάκριβες, επειδή γραφόταν με το χέρι, και της χάρισε στην Εκκλησία.
ι´. Αντικατέστησε μεγαλοπρεπές αυτοκρατορικό στέμμα, μ’ ένα απλό διάδημα με λίγους πολύτιμους λίθους. Ανάμεσα σ’ αυτούς είχε προσθέσει ένα από τα καρφιά του Χριστού, γνωρίζοντας ότι στον χριστιανισμό το μεγαλύτερο στολίδι και το μεγαλύτερο παράσημο είναι το μαρτύριο. Ο ίδιος ο Χριστός μας είχε στέφανο εξ ακανθών, τον οποίο βέβαια του τον φόρεσαν οι εχθροί του, μη γνωρίζοντας ότι μ’ αυτό του προσδίδουν τη μεγαλύτερη τιμή που μπορούσαν να του προσφέρουν.
ια´. Είχε θεϊκές αποκαλύψεις, όπως προαναφέραμε, και θεία κλήση· αν και ειδωλολάτρης ακόμα. Όπως είχε και ο διώκτης της Εκκλησίας Παύλος ή ο ειδωλολάτρης εκατόνταρχος Κορνήλιος. «Τις έγνω νουν Κυρίου...».
Επιπροσθέτως υπάρχει η μαρτυρία της Εκκλησίας για την αγιότητά του. Στο δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού αναφέρεται ότι· «ου και η λάρναξ ιάσεις βρύει». Η λάρνακα που περιείχε το λείψανό του κάνει θαύματα. Κι όχι μόνο η λάρνακά του αναβρύζει ιάσεις, αλλά και η χάρη του Θεού που τον χαρίτωσε τελεί άπειρα θαύματα, διαχρονικά, σε άπειρους ναούς αφιερωμένους σ’ αυτόν, για να τον δοξάσει. Γι’ αυτό η Εκκλησία στο δαξαστικό του εσπερινού βεβαία για την αγιότητά του ψάλλει· «Διό ικετεύων μη παύση Χριστώ τω Θεώ, δωρηθήναι άπασι, τοις τελούσι την μνήμην σου,ως παρρησίαν έχων, αμαρτιών συγχώρησιν, και το μέγα έλεος».
ιβ´. Αλλά και η επικράτηση του ονόματός του στην Ανατολή, ως ένα από τα πλέον δημοφιλή ονόματα των ορθοδόξων και ως το πιο συνηθισμένο όνομα ηγετών, αποδεικνύει και κοσμικά το μεγαλείο και την αξία του ανδρός. Είναι γνωστό, για ν’ αναφέρουμε ένα αρνητικό παράδειγμα, ότι το όνομα Ιούδας εξαφανίσθηκε από τον κόσμο μετά την προδοσία του Ιούδα, αν και είχαμε αγίους με το όνομα αυτό, όπως ο Ιούδας ο αδελφόθεος, ο οποίος έγραψε και επιστολή που συγκατελέγη στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ