Α´. Η Αθήνα τον καιρό της αγίας Φιλοθέης.
Ο Μωάμεθ επισκέφτηκε την Αθήνα μετά την άλωση. Την θαύμασε. Λένε ότι της έδωσε προνόμια. Στοιχεία που να το μαρτυρούν αυτό δεν υπάρχουν. Είχε πολύ νωρίς όμως κοινοτική και εκκλησιαστική αυτοδιοίκηση.
Γάλλος όμως περιηγητής στα 1530 την αναφέρει ως σκλάβα και ερειπωμένη. Βαρύτατοι φόροι υπήρχαν. Υπήρχε ο καπνικός φόρος. Κάθε τζάκι φορολογούνταν με ένα δουκάτο. Κάθε ζώο –µικρό ή μεγάλο – φορολογούνταν ένα «άσπρο» το οποίο ισοδυναμούσε με 10 δηνάρια. Φορολογούσαν τα μελίσσια, το μούστο, τα βελανίδια.
Στα 1546 ο γραμματέας του Γάλλου πρεσβευτή d’ Aramon γράφει για την Αθήνα· «Δεν είδα πουθενά φοβερώτερο τόπο. Ερημιά, ξεραΐλα αγκαθιές και βάλτοι». 10.000 ή κατ’ άλλους 6.000 είχε ως πληθυσμό. Ήταν δηλαδή η Αθήνα μία μικρή κωμόπολη με λίγα σπίτια στην περιοχή της Πλάκας και με ελάχιστες συνειδητές χριστιανικές οικογένειες. Των περισσοτέρων τα φρονήματα είχαν αλλοιωθεί και ο μόνος τους σκοπός ήταν να αποκτήσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα προνόμια και τσιφλίκια. Το ότι αναφέρονται Αθηναίοι μουσουλμάνοι που μιλούσαν ελληνικά φανερώνει ότι έγιναν εξισλαμισμοί είτε από αδυναμία πνευματική είτε από βίαιο εξισλαμισμό.
Λόγω του ελαχίστου πληθυσμού ήρθαν αρβανίτες ξωμάχοι και εγκαταστάθηκαν. Το μορφωτικό επίπεδο ήταν πολύ χαμηλό. Η γλώσσα κατάντησε ακαταλαβίστικη από τη συγκατοίκηση με τους αρβανίτες. Είχε πάρα πολλά αρβανίτικα, τούρκικα και λατινικά. Τα αρχοντόπουλα μορφωνότανε με οικοδιδασκάλους και τα παιδιά των αστών με κληρικούς ή κάποιους γραμματιζούμενους.
Κάθε 3 ή 4 χρόνια γινότανε παιδομάζωμα. Παιδιά ρωμαλέα και εμφανίσιμα 10-14 ετών τα παίρνανε.
Φοβερές επιδημίες, κυρίως χολέρας, αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό. Από τα 1480-1533=53 χρόνια 4 φορές είχαμε θανατικό (επιδημίες).
Πειρατεία λυμαινότανε παραθαλάσσιες περιοχές. Η κατάληψη της Ρόδου το 1522 και της Κύπρου το 1571 γέμισε σκλάβους τα διάφορα σκλαβοπάζαρα.
Β´. Η Αγία Φιλοθέη και το έργο της.
Οι γονείς της ήταν ο Άγγελος Μπενιζέλος, από τους δημογέροντες της Αθήνας και η Συρίγα Παλαιολόγου, απ’ την ιστορική βυζαντινή οικογένεια των Παλαιολόγων. Η ίδια υπήρξε καρπός προσευχής των γονέων της, οι οποίοι την απέκτησαν σε προχωρημένοι ηλικία. Γεννήθηκε το 1522 και μαρτύρησε το 1589, δηλαδή έζησε 67 χρόνια. Το κοσμικό της όνομα ήταν Ρηγούλα ή Ρεβούλα (Παρασκευούλα). Ήταν πολύ ελεήμων από μικρή. Αναφέρεται ότι κάποια μέρα γύρισε χωρίς το ακριβό πανωφόρι της, το οποίο είχε χαρίσει σε μία φτωχή γυναίκα που τουρτούριζε από το κρύο. Μορφώθηκε από ιδιωτικό διδάσκαλο.
14 ετών την παντρέψανε με τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Ανδρέα Χειλά, ο οποίος ανήκε σε αρχοντική οικογένεια της Αθήνας, από φόβο μη την πάρουνε οι Τούρκοι στα χαρέμια τους. Ο άντρας της ήταν δύστροπος υπερβολικά τσιγγούνης και της έκανε τη ζωή μαρτύριο. Λέγεται ότι μια φορά που γύρισε από ταξίδι στη Κων/πολη ο σύζυγός της, μόλις μπήκε στο σπίτι, αμέσως μπήκε στο κελάρι του σπιτιού να δει αν έλειπε το λάδι, γιατί γνώριζε ότι η Ρεβούλα το έδινε και στους φτωχούς. Σε τρία χρόνια ευτυχώς πέθανε κι έτσι η Ρεβούλα μένει στα 17 της χήρα.
Τώρα είναι αριστοκράτισσα, όμορφη, πάμπλουτη, μορφωμένη και ελεύθερη. Συνεπώς είναι περιζήτητη νύφη και το οι γονείς της την πιέζουν να ξαναπαντρευτεί. Αρνείται κατηγορηματικά και δηλώνει ότι επιθυμεί ν’ ακολουθήσει την μοναχική ζωή. Μετά 10 έτη από τη χηρεία της πεθαίνουν και οι γονείς της.
Το 1571 στον περίγυρο της εκκλησίας του αγίου Ανδρέα, που βρισκόταν στο πατρικό της αρχοντικό, λίγο πιο πάνω από τη σημερινή μητρόπολη των Αθηνών, χτίζει παρθενώνα-μοναστήρι, που το αφιερώνει στον άγιο Ανδρέα. Το καθολικό του αγίου Ανδρέα και το πηγάδι της μονής σώζονται μέχρι σήμερα στον περίβολο της αρχιεπισκοπής Αθηνών. Γίνεται μοναχή με το όνομα Φιλοθέη. Γύρω της συγκεντρώνεται πυρήνας μοναζουσών που αργότερα έφθασε τα 150-200 άτομα. Αλλά και φτωχές απροστάτευτες κοπέλες που μαθαίνουν υφαντική, κέντημα, ράψιμο και άλλα. Όταν μεγάλωναν, αν ήθελαν γινότανε μοναχές, αν όχι της πάντρευαν.
Η σκλαβιά όμως δεν είναι μόνο πείνα, ανέχεια, κατατρεγμός, αλλά και αμορφωσιά και αγραμματωσύνη, που είναι πείνα ψυχής. Κάνει λοιπόν σχολείο θηλέων το πρώτο στη νεώτερη ιστορία της Ελλάδος και το πρώτο στην Ευρώπη. Ακολουθεί γηροκομείο, νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, ξενώνας. Μία καινούργια Βασιλειάδα ξεφυτρώνει· η Βασιλειάδα της Τουρκοκρατίας. Δέχεται στο μοναστήρι γυναίκες αμαρτωλές και εγκυμονούσες. Αδιαφορεί για ψιθυρισμούς και κοινωνικές επικρίσεις ή μήπως προκύψει σκανδαλισμός στις μονάζουσες. Η αγάπη προέχει.
Επειδή οι καλόγριες έγιναν περισσότερες και οι ανάγκες του επισιτισμού μεγαλύτερες, η Φιλοθέη ιδρύει και άλλα δύο παραρτήματα του κεντρικού μοναστηριού.
Το πρώτο ήταν στα Πατήσια και σώζεται σήμερα μόνο η Εκκλησία του, στη σημερινή οδό Λευκωσίας, πίσω από την πλατεία Αμερικής.
Το δεύτερο ήταν βόρεια από τα Τουρκοβούνια (σήμερα Αττικό άλσος), σε ένα τόπο με ποτιστικά περιβόλια, βοσκότοπους και δασωμένους λόφους. Τρία ποτάμια που πάντα έτρεχαν νερό τον διέσχιζαν, ενώ οι στήλες του Αδριάνειου υδραγωγείου τον διέσχιζαν κι αυτές. Το κεντρικό κτίσμα του μοναστηριού αυτού με την εκκλησία του κτίστηκαν στην σημερινή συνοικία Αγία Φιλοθέη του Αμαρουσίου, οδός Ελευθερίας, έναντι του αριθμού 1 και είναι υπό ιδιοκτησιακό καθεστώς και υπό κατάρρευση. Πέραν όμως του κεντρικού συγκροτήματος το μετόχι αυτό περιελάμβανε τεράστια έκταση την οποία σήμερα κατέχουν το Ολυμπιακό Στάδιο, οι συνοικίες Αλσούπολη και Καλογρέζα του δήμου Νέας Ιωνίας, ο δήμος Φιλοθέης και βέβαια η συνοικία στην οποία βρίσκεται το κεντρικό κτίσμα.
Δημιουργεί μετόχια και εκτός Αθηνών· στη Κέα ή Τζια, στην Άνδρο, στο Μαραθώνα και τα Παραδείσια.
Ανοίγει πηγάδι στα βορεινά της Αθήνας για να υδρεύεται η περιοχή και οι κήποι και να βρίσκουν αναψυχή οι κατάκοποι αγρότες, που δούλευαν ώρες κάτω από τον ζεστό ήλιο. Λέγεται ότι από το ψυχικό της μοναχής Φιλοθέης, πήρε η περιοχή το όνομά της, που παραμένει και σήμερα. Και η περιοχή της Καλογρέζας οφείλει το όνομά της από τη μονή (μετόχι) που ίδρυσε εκεί η Φιλοθέη ως προαναφέραμε, τη μονή της Καλογραίας όπως λέγανε οι Αθηναίοι και από παραφθορά Καλογρέζα. Κατ’ άλλη ετυμολογία «καλογρέζα» σημαίνει «μοναχή» στην αρβανίτικη διάλεκτο.
Σε μεγάλη πείνα αδειάζει τις αποθήκες της μονής. Οι μοναχές γογγύζουν. Προσκυνητές όμως από Βραΐλα Ρουμανίας αφήνουν μεγάλη δωρεά. Αγοράζει σκλάβες και βοηθεί γυναίκες από χαρέμια να δραπετεύσουν. Τις φυγαδεύει στην Άνδρο και Τζια και από κει στον τόπο τους. Ακόμη και Τουρκάλες καταφεύγουν στο μοναστήρι. Μερικές γίνονται χριστιανές.
Οι Τούρκοι το αντιλαμβάνονται αυτό και πολλές φορές την κυνηγούν και κάνουν καταστροφές στη μονή. Για να διασωθούν βάζει ενέχυρο τα σκεύη της εκκλησίας και τα υπάρχοντα του μοναστηριού και παίρνει 80.000 άσπρα. Έτσι μπόρεσε δίδοντάς τα στους Τούρκους να γλιτώσει. Το χρέος όμως τώρα είναι βαρύ κι ασήκωτο. Για να το αντιμετωπίσει αναπτύσσει όχι απλώς δημόσιες αλλά διεθνείς σχέσεις. Στέλνει επιστολή στο Δόγη της Βενετίας και ζητά ενίσχυση. Του λέγει ότι το υπόλοιπο που πρέπει να δώσει για να γλιτώσει τα σκεύη είναι 60.000 άσπρα. Παίρνει από Βενετούς 200 χρυσά. Ο πνευματικός της μονής Σεραφείμ Πάγκαλος πηγαίνει στην Κων/πολη και τα παίρνει από τον πρέσβυ της Βενετίας. Έτσι σώζονται.
Έρχεται σε ρήξη με γείτονες μετοχίων για καταπάτηση κτημάτων και οικειοποίηση πηγών αλλά και με τη μονή Πεντέλης. Έρχεται για τη λύση των διενέξεων από Κων/πολη ο Μέγας Λογοθέτης Ιέραξ για ανακρίσεις και δικαιώνει την μονή.
Η ποικίλη κι ασταμάτητη κοινωνική της προσφορά συνεχίζει να ερεθίζει τους Τούρκους αλλά και αρκετούς των πλουσίων Αθηναίων...
Έτσι στις 2 προς 3 Οκτωβρίου του 1588, κατά την διάρκεια ολονυχτίας προς τιμή του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, εισβάλλουν οι Τούρκοι στο μετόχι του αγίου Ανδρέα στα Πατήσια, ξυλοκοπούν την αγία Φιλοθέη και την αφήνουν ημιθανή. Έξω από το ναό, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολώνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. Οι μοναχές την μετέφεραν στο μετόχι της μονής στην Καλογρέζα. Ποτέ δε συνήλθε από τα τραύματα. Έζησε μαρτυρικά υποφέροντας από τα τραύματά της για πέντε μήνες περίπου, μέχρι 19 Φεβρουαρίου του 1589. Είκοσι μέρες μετά το θάνατό της ευωδίασε ο τόπος που την είχαν αποθέσει. Το 1599, 10 χρόνια μετά το θάνατό της, ανακηρύχτηκε αγία. Η κυρά τ’ Αγγέλου, η Δασκάλα, η Μαΐστρα, έγινε νεομάρτυς. Απέδειξε ότι μάρτυρες δεν υπήρχαν μόνο «τω καιρώ εκείνω».
Γ´. Εθνική απελευθέρωση και πνευματική υποδούλωση.
Το μοναστήρι συνέχισε τη ζωή του μέχρι και την επανάσταση του 1821. Το 1834 έγινε στρατώνας και αργότερα κατεδαφίστηκε! Θα θέλαμε να θέσουμε το ερώτημα· Θα κάναμε ποτέ την Ακρόπολη στρατώνα; Θα γκρεμίζαμε ποτέ τον Παρθενώνα για να κτίσουμε καινούργια κτίρια; Φυσικά όχι. Και κάποτε, που οι Τούρκοι θέλησαν να βγάλουν το μολύβι που συνέδεε τα μάρμαρα για να κάνουν βόλια και να μας πολεμήσουν, εμείς τους δώσαμε έτοιμο μολύβι για να μη χαλάσουν τον Παρθενώνα. Κι όμως τον Παρθενώνα της αγίας Φιλοθέης πού έσωσε το γένος μας και την παράδοσή μας εκείνη τη δύσκολη στιγμή τον κάναμε στρατώνα και μετά τον κατεδαφίσαμε! Αυτό το τελευταίο αποκαλύπτει πολλά. Απελευθερωθήκαμε από τον τουρκικό ζυγό κι αντί να ζωντανέψουμε πλήρως τον Έλληνα και την παράδοσή του, προσπαθήσαμε μανιωδώς να γίνουμε Ευρωπαίοι αποκομμένοι εντελώς από το παρελθόν μας.
Μόλις γίναμε κράτος το πρώτο κτύπημα που επιφέραμε εμείς οι ίδιοι στο γένος μας ήταν η καταστροφή 412 μονών από τις 500 που είχαμε. Τρία μόνο γυναικεία μοναστήρια μείνανε. Της Καισαριανής, του αγίου Νικολάου της Σαντορίνης και Λουκούς Κυνουρίας. Επίσης στην Αθήνα 70 ναοί καταστράφηκαν κατά τη διάνοιξη διαφόρων οδών.
Η ελευθερία μας συνδυάστηκε με την πνευματική αμνησία. Η απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό κατέληξε σε «απελευθέρωση» από το θρησκευτικό και εθνικό παρελθόν. Και μάλιστα από την ορθόδοξη παράδοση. Προσπάθησαν μανιωδώς να κόψουν τη σχέση έθνους και θρησκείας.
Κι όμως η πρώτη μαρτυρία για ύπαρξη κλεφτών βρίσκεται στον βίο του αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω. Τον κατηγόρησαν σπιούνοι στους Τούρκους ότι παρέχει βοήθεια στους κλέφτες.
Κι όμως μέσα στο ναό και από ιερωμένους μάθαινε τα γράμματα τα ελληνικά. Στα μοναστήρια έτρεχε για να σώσει την περιουσία του παίρνοντας δάνειο, αλλά και για να τραφεί. Εκεί ήταν τα κέντρα επισιτισμού, μετά την επανάσταση, όπως και τα κέντρα νοσηλείας. Δύο αιώνες τώρα πασχίζουμε να καταστρέψουμε την βυζαντινή κληρονομιά. Πιστέψαμε ότι το Βυζάντιο είναι παρακμή και η τουρκοκρατία ένα σκοτισμένο τούνελ. Αρκεί που μπορέσαμε και βγήκαμε ζωντανοί. Ποιός όμως μας διατήρησε τόσο καιρό; Μόνο ο Καποδίστριας προσπάθησε να διατηρήσει την παράδοση, αναθέτοντας στον Μουστοξύδη να κυκλοφορήσει βιβλία λογίων της τουρκοκρατίας, που μπορούσαν να στηρίξουν το γένος.
Σήμερα κλαίμε, γιατί διαπιστώνουμε ότι οι Ευρωπαίοι μας υποδουλώσαν οικονομικά και ότι υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε και την εδαφική μας ακεραιότητα. Πλην όμως δεν κλάψαμε ποτέ ούτε μετανιώσαμε αληθινά, για την πνευματική μας υποδούλωση σ’ αυτούς που μόνοι μας την ζητήσαμε και την ζητούμε. Φωνάζουμε για τα Ελγίνεια μάρμαρα του Παρθενώνος που μας αρπάξανε και δεν διαμαρτυρόμαστε για τη σύληση και την καταστροφή του πνευματικού μας πλούτου, αλλά απεναντίας και συνευδοκούμε σ’ αυτό. Ω της υποκρισίας μας και του φαρισαϊσμού μας!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
α´). Η επανάσταση μιας γυναίκας. Αγία Φιλοθέη Μπενιζέλου. Υπό Ζωής Γκενάκου, Δρ. Φ., Καθηγητρίας Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας, περιοδικό της Π.Ε.Θ. «Κοινωνία», 1986, τεύχος Γ´, σσ. 281-301.
β´) Το μετόχι της αγίας Φιλοθέης, ο τόπος όπου εκοιμήθη και ετάφη η αγία Φιλοθέη, Αθήνα 2004, ανατύπωση 2007.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ