«Μεγάλου εστίν αθλητού το δέρεσθαι και νικάν» άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος
Ο άγιος Πολύκαρπος (80-167 μ. Χ.) υπήρξε επίσκοπος Σμύρνης μετά τον Βουκόλο. Γνώριζε τον άγιο Ιγνάτιο Αντιοχείας, τον οποίο φιλοξένησε και περιποιήθηκε, όταν πέρασε από τη Σμύρνη, και ο οποίος του απηύθυνε επιστολή, στην οποία τον εγκωμιάζει και τον συμβουλεύει. Ο ίδιος έγραψε την προς Φιλιππισίους, όπου τους επαινεί για την φιλοξενία που προσέφεραν στον άγιο Ιγνάτιο, όταν περνούσε από κει, και τους στέλνει τις επιστολές του αγίου Ιγνατίου, μαζί με τη δική του φυσικά.
Η ιστορία μας διασώζει δύο ενδιαφέροντα γεγονότα σχετικά με τη στάση μας προς τους αιρετικούς, αλλά και με την ανοχή ορισμένων εκκλησιαστικών ιδιορρυθμιών και διαφορών μεταξύ των Εκκλησιών, ώστε να υπάρχει ενότητα και αγάπη.
Το πρώτο γεγονός αναφέρεται στην παράκληση του αιρετικού Μαρκίωνος, να έχει σχέσεις μαζί του και να τον αναγνωρίζει τρόπον τινά –«επιγίνωσκε ημάς» τον παρακάλεσε– και ο Πολύκαρπος του απάντησε· «Επιγινώσκω σε ως πρωτότοκον του Σατανά». Καμμία ευγένεια, καμμία διπλωματία, καμμία σχέση. Τα σύκα-σύκα και η σκάφη-σκάφη. Ο Μαρκίων ήταν γνωστικός από την Σινώπη του Πόντου, υιός του επισκόπου Σινώπης και διώχθηκε από κει από τον επίσκοπο πατέρα του αλλά και από την Σμύρνη από τον άγιο Πολύκαρπο.
Το δεύτερο αναφέρεται στην επίσκεψη του Πολυκάρπου στη Ρώμη μετά το 155, και μάλιστα σε γεροντική ηλικία, προς τον επίσκοπό της Ανίκητο, για να συζητήσουν και να βρουν λύση στο θέμα του διαφορετικού εορτασμού του Πάσχα, μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Η διαφορά δεν μπόρεσε να επιλυθεί, αλλά οι δύο επίσκοποι συλλειτούργησαν και χωρίστηκαν με αγάπη, συνεχίζοντας να έχουν ενότητα μεταξύ τους.
Τα δύο αυτά επεισόδια δείχνουν ότι πρέπει να είμαστε αυστηροί και ανυποχώρητοι στις δογματικές διαφορές, αλλά επιεικείς και συγκαταβατικοί σε διάφορες εκκλησιαστικές διαφορές και ιδιορρυθμίες.
Το «μαρτύριο του αγίου Πολυκάρπου» είναι από τα πιο αρχαία μαρτυρολόγια. Πριν αναφέρουμε τι λέγει το «Μαρτύριο», ας θυμηθούμε αυτά που λέγει για τον επίσκοπο Σμύρνης ο Ιωάννης ο Θεολόγος στην Αποκάλυψη (2,8-11) ότι έχει θλίψη και φτώχεια, αλλά είναι πλούσιος πνευματικά. Και να γνωρίζει ότι δεν φθάνει που ζει μαρτυρικά, αλλά θα τον βάλλουν και στην φυλακή για να τον βασανίσουν· και να προσέξει να είναι πιστός «άχρι θανάτου», γιατί έτσι θα κερδίσει το στεφάνι της αιώνιας ζωής.
Ας προσέξουμε το γεγονός ότι η θλίψη και η φτώχεια μας κάνουν πλουσίους πνευματικά. Αντιμετωπίζουμε δύσκολες στιγμές σήμερα λόγω της ανεργίας και της οικονομικής κρίσεως, αλλά –«την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι»– ας γίνουμε πλούσιοι πνευματικά, όσο κι αν μας στοιχίζει αυτό. Πόσα τράβηξαν οι χρυσοθήρες στην Αμερική. Πόσο υπέφεραν από τη ζέστα στις ερήμους της ή από το κρύο και τον πάγο στην Αλάσκα! Κι όμως πεινασμένοι, ρακένδυτοι, υποφέροντας χίλιες δυο αντίξοες συνθήκες και περιστάσεις, τρέχαν συνεχώς να βρουν χρυσάφι. Τόσα τραβήξανε που τους ονομάσαν «οι μάρτυρες του χρυσού». Ας γίνουμε και εμείς μάρτυρες του Χριστού, όσο κι αν μας στοιχίζει αυτό.
Το μαρτύριο του αγίου Πολυκάρπου διηγείται τη γενναιότητα, το θάρρος, την υπομονή και την καρτερία των μαρτύρων. Την γαλήνη και την ηρεμία με την οποία το αντιμετώπιζαν. Αναφέρει δε ότι το πετύχαιναν αυτό όχι με τη δική τους δύναμη, αλλά με τη δύναμη του Χριστού. «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντί με Χριστώ» (Φιλιπ. 4,13) όπως λέγει ο Παύλος. Ο ίδιος ο Κύριος παρευρισκόταν και συνομιλούσε μαζί τους. Τους παρουσίαζε τα αγαθά που μάτι ανθρώπου δεν είδε ούτε ανθρώπινο μυαλό μπόρεσε να διανοηθεί. Κι έτσι οι μάρτυρες γινόταν εκείνη τη στιγμή άγγελοι, που δεν είχαν τίποτα το ανθρώπινο και τίποτα δεν μπορούσε να τους καταβάλλει.
Στο μαρτύριο παρουσιάζεται ένας ζηλωτής χριστιανός, που ήρθε στη Σμύρνη από την Φρυγία, ο Κόιντος, που παρακίνησε μια ομάδα ένδεκα χριστιανών να προσέλθουν στον ανθύπατο και να δηλώσουν την ιδιότητά τους, χωρίς να υπάρχει λόγος. Αργότερα όμως κι ενώ οι άλλοι μαρτύρησαν, εκείνος μόλις είδε τα θηρία, λιποψύχησε και αρνήθηκε τον Χριστό. Το πλήθος των ειδωλολατρών εξ αιτίας του επεισοδίου ζήτησε να ευρεθούν και οι άλλοι χριστιανοί και μάλιστα ο Πολύκαρπος που ήταν ηγετική φυσιογνωμία. Ο άγιος Πολύκαρπος πιέσθηκε από τους δικούς του και αναχώρησε σε ένα αγρόκτημα. Εκεί κρυβόταν στην αρχή και δεν παραδόθηκε αμέσως. Εδώ θυμάται κανείς το έργο του Μ. Αθανασίου «Περί των διαβαλλόντων την εν τω διωγμώ φυγήν», όπου παρουσιάζει και τον Χριστό να κρύβεται, αφού δεν είχε έρθει η ώρα του να μαρτυρήσει. Έτσι και ο άγιος Πολύκαρπος κρύφθηκε αλλά, όταν τον συνέλαβαν, άντεξε και ομολόγησε. Τον συνέλαβαν, διότι τον πρόδωσαν στους διώκτες γνωστοί του... Αυτό είναι το αιώνιο μαρτύριο των αγίων, πριν το καθαυτό μαρτύριο. Ο Ιούδας προδίδει τον Χριστό, ο Πέτρος τον αρνείται και οι άλλοι μαθητές του τον εγκαταλείπουν, εκτός του Ιωάννη. Οι μεγαλύτεροι εχθροί οι στενοί συνεργάτες και ακόλουθοι. «Και εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. 10,36).
Ο άγιος Πολύκαρπος τρεις μέρες πριν την σύλληψή του βλέπει οπτασία την ώρα της προσευχής, το προσκέφαλο του να καίγεται. Και λέγει ότι θα καεί ζωντανός.
Μετά από διάφορα κρυψίματα τον βρίσκουν. Μπορούσε βέβαια να φύγει κι από κει. Αρνήθηκε όμως λέγοντας «το θέλημα του Θεού ας γίνει» (Πρξ. 21,14). Θέμα διακρίσεως και φωτισμού το πότε θα παραδοθούμε. Έχουμε διαφορετικές τακτικές στους αγίους.
Όταν τον βρήκαν οι στρατιώτες το βράδυ Μ. Παρασκευής, πρόσταξε να τους περιποιηθούν, να τους δώσουν τροφή και ποτό και τους παρακάλεσε στο διάστημα αυτό να τον αφήσουν να προσευχηθεί. Πόσο ωραίος ο άγιος μας! Νοιάζεται για τους διώκτες του λες και ήταν φιλοξενούμενοί του. Δεν έχει κανένα φόβο καμμία ταραχή. Σαν να ετοιμάζεται για πανηγύρι. Μοναδική του έγνοια να προσευχηθεί για τους άλλους. Για όλους όσους γνώρισε στο μακρό διάστημα της ζωής του. Μικρούς και μεγάλους, ενδόξους και ασήμους και για όλη την Καθολική Εκκλησία, που απλώνεται σε όλη την οικουμένη.
Οι στρατιώτες του το επιτρέπουν και όταν τον είδαν να προσεύχεται δύο ώρες πλημμυρισμένος από τη χάρη του Θεού, μερικοί μετάνιωσαν για την πράξη τους. Στην περίπτωση του αγίου Ιγνατίου, οι στρατιώτες, που τον συνόδευαν στην Ρώμη, ήταν σκληροτράχηλοι και όσο τους φερότανε καλά, τόσο εκείνοι αγρίευαν. Ο άγιος Ιγνάτιος γράφει στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους «ότι θηριομαχεί νύχτα και ημέρα, διαβαίνοντας γη και θάλασσα, με δέκα λεοπαρδάλεις». Έτσι ονομάζει τους στρατιώτες-φρουρούς, οι οποίοι όσο ευεργετούνταν, τόσο χειρότεροι γίνονταν. Διαφορετικές περιπτώσεις και αντιδράσεις, που μόνο η πρόνοια του Θεού γνωρίζει γιατί και πως συμβαίνουν.
Ξημέρωμα μεγάλου Σαββάτου πάνω σε ένα όνο τον φέρνουν στην πόλη. Στον δρόμο τον συναντά ο Ηρώδης ο ειδωλολάτρης αστυνόμος με τον πατέρα του τον Νικήτην· τον παίρνουν τον βάζουν στο αμάξι τους και αρχίζουν τα γλυκόλογα. Στην αρχή ο Πολύκαρπος σωπαίνει, μετά όμως αρνείται διαρρήδην. Τον περιλούζουν με βρισιές και τον ρίχνουν από το αμάξι, με αποτέλεσμα πέφτοντας να πληγωθεί στο πόδι. Χωρίς να πει τίποτα σηκώνεται και κατευθύνεται στο αμφιθέατρο.
Εκεί ο όχλος ούρλιαζε τόσο, που δεν μπορούσες να ακούσεις τίποτα. Τότε ο Πολύκαρπος ακούει μια φωνή· «Ίσχυε Πολύκαρπε και ανδρίζου». Ο όχλος δεν άκουσε τίποτα. Μόνο οι χριστιανοί. Παρόμοιο γεγονός συνέβη και με τον Χριστό· «Πάτερ, δόξασόν σου το όνομα. Ήλθεν ουν φωνή εκ του ουρανού· και εδόξασα και πάλιν δοξάσω. Ο ουν όχλος ο εστώς και ακούσας έλεγε βροντήν γεγονέναι· άλλοι έλεγον· άγγελος αυτώ λελάληκεν. Απεκρίθη ο Ιησούς και είπεν· ου δι’ εμέ αύτη η φωνή γέγονεν, αλλά δι’ υμάς. Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου» (Ιω. 12,28-31).
Μόλις λοιπόν προσήχθη, τον ρώτησε ο ανθύπατος, αν αυτός είναι ο Πολύκαρπος. Αφού δε το ομολόγησε, προσπαθούσε να τον πείσει να αρνηθεί λέγων·
– «Λυπήσου την ηλικία σου», και άλλα παρόμοια μ' αυτά, όπως συνηθίζουν αυτοί να λέγουν·
– «Ορκίσου στην τύχη του Καίσαρα, μετανόησε, πες "έξω οι άθεοι"».
Ο δε Πολύκαρπος κοιτάζοντας με σοβαρό πρόσωπο προς όλο το πλήθος των άνομων ειδωλολατρών, οι οποίοι βρισκόντουσαν στο στάδιο, και σηκώνοντας προς αυτούς το χέρι, στενάξας και παρατηρήσας προς τον ουρανό είπε:
– «Έξω οι άθεοι».
Όταν δε ο ανθύπατος επέμενε λέγων «ορκίσου και θα σε απολύσω, καταράσου τον Χριστόν», είπε ο Πολύκαρπος·
–«Ογδόντα έξι χρόνια τον υπηρετώ και δεν με αδίκησε σε τίποτα. Πως λοιπόν μπορώ να βλασφημήσω τον βασιλέα και σωτήρα μου»;
Όταν δε πάλι εκείνος επέμενε, λέγων «ορκίσου στην τύχη του Καίσαρα», ο Πολύκαρπος αποκρινόταν·
–Εάν αυταπατάσαι νομίζοντας ότι θα ορκισθώ στην τύχη του Καίσαρα, όπως λέγεις, και προσποιείσαι ότι αγνοείς ποιος είμαι, άκουσε τον θαρραλέο λόγο μου «είμαι Χριστιανός». Εάν δε θέλεις να μάθεις τη διδασκαλία του Χριστιανισμού, όρισε ημέρα συνεντεύξεως και θα ακούσεις.
Ο ανθύπατος είπε·
–Πείσε γι' αυτά τον λαό.
Ο δε Πολύκαρπος είπε·
–Σε μεν θεώρησα άξιο να σου απευθύνω τον λόγο, διότι έχουμε διδαχθεί να απονέμουμε στις αρχές και τις εξουσίες τις διορισμένες υπό του Θεού, την αρμόζουσα τιμή, εφ' όσον δεν ζημιώνεται η πίστη μας. Εκείνους όμως δεν τους θεωρώ άξιους να ακούσουν την απολογία μου.
Ο δε ανθύπατος είπε·
–Θηρία έχω θα σε ρίξω σ' αυτά, εάν δεν μετανοήσεις.
Αυτός δε είπε·
–Κάλεσέ τα. Διότι για μας είναι αδιανόητη η μετάνοια από τα καλύτερα προς τα χειρότερα, καλό δε είναι η μετάνοια από τα άδικα προς τα δίκαια.
Εκείνος δε είπε πάλι προς αυτόν·
–Εάν περιφρονείς τα θηρία, θα ορίσω να φαγωθείς από πυρ, εφ' όσον δεν μετανοήσεις.
Ο δε Πολύκαρπος είπε·
–Με απειλείς με πυρ το οποίο καίγεται πρόσκαιρα και μετ' ολίγο σβήνεται. Διότι αγνοείς το πυρ της μελλούσης κρίσεως και αιωνίου κολάσεως, το οποίο επιφυλάσσεται για τους ασεβείς. Αλλά γιατί βραδύνεις; Φέρε ό,τι θέλεις.
Τον ρίξανε στη φωτιά δεμένο με σχάρα. Ο «άρτος του Θεού» έπρεπε να ψηθεί. Προσεύχεται κι ευχαριστεί τον Θεό που τον καταξιώνει να γίνει μάρτυς. Οι φλόγες δημιούργησαν ένα είδος καμάρας. Περιτείχισαν κυκλοτερώς το σώμα του μάρτυρος. Όπως πυρώνουν το χρυσάφι και το ασήμι έτσι πυρώσανε και το σώμα του μάρτυρος. Κι αυτό, σαν να ήταν θυμίαμα, άρχισε να ευωδιάζει σαν λιβάνι ακριβό. Σαν είδαν ότι δεν καιγότανε τον αποκεφάλισαν. Έτρεξε τόσο αίμα που έσβησε την φωτιά. Πόσο δύναμη έχει το αίμα των μαρτύρων!
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
www.pmeletios.com