Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι –λιγοστοί δυστυχώς– που όταν τους συναναστραφείς βρίσκεις πως έχουν κάποιες ομοιότητες με το Χριστό μας. 'Οπως διαβάζουμε στο ιερό ευαγγέλιο, ο Κύριός μας “διήλθεν ευεργετών” (Πραξ. 10,38). Αυτός ο τρόπος ζωής χαρακτηρίζει και αυτό το σπάνιο είδος των συνανθρώπων μας.
Βλέποντας για πρώτη φορά κάποιος την Ελένη, θα μπορούσε ίσως να σχηματίσει λανθασμένη εντύπωση. Το νεανικό της ντύσιμο και η όλη συμπεριφορά της δεν αντιστοιχεί στα στερεότυπα που έχουμε λίγο–πολύ οι περισσότεροι στο μυαλό μας για μια γυναίκα λίγο μεγαλύτερη των εβδομήντα ετών. 'Ομως, αν της δώσει λίγο χρόνο για να τη γνωρίσει καλύτερα και να συζητήσει μαζί της, ανακαλύπτει πως διαθέτει ένα άδολο, αγνό και ανιδιοτελή χαρακτήρα, που ξαφνιάζει με την ειλικρίνεια, την αγάπη προς τους άλλους και τη συνεχή διάθεση προσφοράς προς όλους.
Παρά την ηλικία της, δεν μπορείς να τη δεις ως μια ηλικιωμένη γυναίκα, γιατί η σβελτάδα και η ενεργητικότητά της ξεπερνούν κι αυτές μιας νέας κοπέλλας. Το απροσποίητο ζεστό χαμόγελό της κάνει τον άλλο σύντομα να τη θεωρεί οικείο πρόσωπο και να της ανοίγει την καρδιά του. Γιατί η δική της καρδιά έχει μια παιδική απλότητα και μοιάζει σαν ανοικτό βιβλίο. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αφελής ούτε ανόητη. 'Εχει μάθει όμως να δέχεται τον άλλο όπως και αν είναι αυτός, με αγάπη και κατανόηση, χωρίς καμμιά διάθεση να τον κρίνει ή πόσο μάλλον να τον κατακρίνει. Αντίθετα προσπαθεί να τον κατανοήσει και αναλόγως να προσφέρει όποια βοήθεια χρειάζεται.
Γεννήθηκε σε ένα κεφαλοχώρι λίγο έξω από το Ηράκλειο της Κρήτης, σε μια σχετικά εύπορη οικογένεια και είχε έναν αδελφό και δυο ακόμα αδελφές, μια μεγαλύτερη και μια μικρότερη απ' αυτή. Αργότερα έμειναν μόνιμα στο Ηράκλειο. Στην οικογένειά της πήρε πολλή αγάπη και όπως φαίνεται κράτησε απόθεμα απ' αυτή για να την προσφέρει απλόχερα στους άλλους. Πήρε επίσης παράδειγμα προσφοράς από τους γονείς της που εφάρμοζαν την παραδοσιακή κρητική φιλοξενία σε όσους περνούσαν από το σπίτι τους, και ιδιαίτερα σ' αυτούς που είχαν ανάγκη και, αφού μοιράζονταν μ' αυτούς το φαγητό τους, αν χρειαζόταν τους διέθεταν και δωμάτιο για να μείνουν.
Νέα κοπέλλα, μαθητρια ακόμη του Γυμνασίου, γνώρισε το Γιώργο, ένα φτωχό νέο με εξαιρετικό χαρακτήρα, που υπηρετούσε τη θητεία του στο Ηράκλειο μαζί με τον εξάδελφό της, και υπήρξε μεταξύ τους αμοιβαίο αίσθημα. 'Εγινε σύντομα ο γάμος και, παρ' όλο που ο χωρισμός της από τους γονείς και τ' αδέλφια της δεν ήταν ευχάριστος για κανέναν, ακολούθησε το σύζυγό της στην Αθήνα όπου έπρεπε εκείνος να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Παρέβλεψε τις ανέσεις που άφησε πίσω της και προσαρμόστηκε στον περιορισμό ενός μικρού ημιυπόγειου, αλλά η αγάπη της για το Γιώργο και η διάθεσή της να ενισχύσει και τα οικονομικά τους, την έκαναν να αρχίσει να εργάζεται ως συνοδός σε ένα μεγάλο ιδιωτικό σχολείο και μάλιστα λίγο αργότερα για να συμπληρώνει το εισόδημά τους και τα απογεύματα ως πωλήτρια εμπορικού καταστήματος. Η αγάπη ανάμεσά τους της έδινε φτερά. Ο σύζυγός της, καλός και ευαίσθητος χαρακτήρας, πολύ εργατικός και δραστήριος, βρήκε στην καλόκαρδη Ελένη τη στοργή που του έλειπε, αφού μικρός είχε ορφανέψει από μητέρα. Αφού τελείωσε το Πανεπιστήμιο, εργάστηκε, προόδευσε και τελικά πήρε τη θέση διευθυντή μεγάλης εταιρείας.
Και οι δύο άφηναν τις καλύτερες εντυπώσεις στον εργασιακό τους χώρο και ήταν άψογοι στις σχέσεις τους με τους συναδέλφους. Η Ελένη, με την αγάπη, το ενδιαφέρον και την υπευθυνότητά της στο σχολείο, θεωρήθηκε αναντικατάστατη από τους εργοδότες της και από τους γονείς και μια δεύτερη μητέρα για τα παιδιά που την υπεραγαπούσαν. Και ο Γιώργος με τον καλό και δίκαιο χαρακτήρα του δημιουργούσε συμπάθειες και εκτίμηση προς το πρόσωπό του.
'Οταν απέκτησαν ένα αγοράκι, η ευτυχία τους συμπληρώθηκε. Με την εργασία τους κατόρθωσαν και απέκτησαν ένα δικό τους μικρό διαμέρισμα στο Ψυχικό, το οποίο ολοκλήρωσε ο Γιώργος με προσωπική του εργασία. Στο σπίτι τους ήταν πάντα καλοδεχούμενοι οι συγγενείς και φίλοι και ιδιαίτερα όσοι είχαν κάποιο πρόβλημα και χρειάζονταν βοήθεια. Η αγάπη της Ελένης αγκάλιασε την οικογένεια του πεθερού της που είχε ξαναπαντρευτεί και δεχόταν να φροντίζει πρόθυμα το δίδυμο αδελφό του Γιώργου που ατύχησε στο γάμο του και δεν ήθελαν να αισθάνεται μόνος του. Δεν έχανε ευκαιρία να δείχνει το ενδιαφέρον της προς τους φίλους του συζύγου της και να ενισχύει διακριτικά όσους είχαν οικονομικές ανάγκες. Το ίδιο και τις φίλες που γνώρισε στην περιοχή και είχε πάντα τη διάθεση να τους προσφέρει κάθε συμπαράσταση σε ό,τι χρειάζονται.
Διέκρινε πολύ νωρίς το ταλέντο του γιού της στη μουσική και του έδωσε την ευκαιρία να κάνει ανάλογες σπουδές στο Ωδείο, όπου αρίστευσε και σήμερα είναι καθηγητής στο φλάουτο και δίνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Είναι το καμάρι τους, μόνο που λόγω υποχρεώσεων δεν έχει τη δυνατότητα να τους βλέπει συχνά.
Η Ελένη έχει αυτό το ιδιαίτερο χάρισμα να νοιάζεται πραγματικά και να εκφράζει το ενδιαφέρον της με λεπτότητα και πράξεις αγάπης. Λυπάται, σαν να πρόκειται για την ίδια, όταν αρρωστήσει σοβαρά κάποιος από τον περίγυρό της και σπεύδει να του συμπαρασταθεί με κάθε τρόπο. Δεν υπολογίζει ώρες ύπνου και ξεκούρασης και δεν ησυχάζει μέχρι να διαπιστώσει ότι ο άρρωστος βρίσκεται σε φάση ανάρρωσης, χωρίς να του λείπει η απαραίτητη φροντίδα. Τώρα που έχουν πάρει σύνταξη και αυτή και ο Γιώργος, διαθέτουν ένα μεγάλο μέρος απ' αυτή για τους φίλους τους και προσπαθούν να βρίσκουν τρόπους να τους δίνουν χαρά, κυρίως όταν πρόκειται για μοναχικά άτομα που έχουν ανάγκη από συντροφιά. Τους καλούν στο σπίτι τους, τους παίρνουν μαζί τους σε εκδρομές που τόσο αρέσουν και στους ίδιους, τους προσφέρουν δώρα σε κάθε ευκαιρία γιορτής ή κάποιας επετείου. Πηγαίνει η Ελένη στο Δημόσιο Γηροκομείο και με το αυτοκίνητό της φέρνει στο σπίτι της για ένα καλό γεύμα όσους μπορούν να μετακινηθούν, για ν' αλλάξουν περιβάλλον και διάθεση.
Είναι πιστή με την πίστη ενός μικρού παιδιού. Πηγαίνει συχνά για προσκύνημα στην Παναγία της Τήνου και στον 'Αγιο Νεκτάριο στην Αίγινα. Εκεί αγόρασαν ένα μικρό παραθαλάσσιο διαμέρισμα αλλά, αντί να το χαρούν οι ίδιοι που πηγαίνουν μόνο ελάχιστες ημέρες, δίνουν το κλειδί σε φίλους που έχουν ανάγκη και τους παρακινούν να μένουν όσες μέρες τους ευχαριστεί.
Είναι αμέτρητες οι εκδηλώσεις της αγάπης της. Συμπαραστέκεται στην αδελφή της που ένα αναπάντεχο γεγονός αναστάτωσε την οικογένειά της, συμμετέχει στο πένθος της ηλικιωμένης κυρίας που μένει στο απέναντι διαμέρισμα και έχασε το μονάκριβο γιό της. Πολλά μεσημέρια βρίσκεται κοντά της με ένα πιάτο ζεστό φαγητό και με διάθεση ν' ανοίξει την αγκαλιά της και να ακούσει τον πόνο της. Καθημερινά ενδιαφέρεται να τη βοηθήσει σε ό,τι χρειάζεται.
Η στάση τους απέναντι σε συγκεκριμένο γεγονός είναι χαρακτηριστική του χαρακτήρα τους: 'Οταν κάποια στιγμή ο γιός τους τούς ενημέρωσε ότι για έντεκα μήνες δεν είχαν κατατεθεί στην Τράπεζα τα ενοίκια διαμερίσματος που του είχαν μεταβιβάσει, από τον ενοικιαστή, έναν νέο στρατιωτικό που έμενε εκεί και μέχρι τότε ήταν συνεπέστατος στις υποχρεώσεις του, ανησύχησαν μήπως κάτι του έχει συμβεί. Έμαθαν ότι βρίσκεται κλεισμένος στο διαμέρισμα χωρίς να θέλει να επικοινωνεί με κανένα. Φοβήθηκαν μήπως έχει κάτι σοβαρό και, με τη βοήθεια της αστυνομίας, άνοιξαν και βρήκαν το νέο σε άσχημη κατάσταση. 'Οταν αποκαλύφθηκε το πρόβλημά του, η Ελένη έκλαψε σαν μικρό παιδί. Ο νέος είχε πάρει άσχημο δρόμο και το αποτέλεσμα ήταν να κολλήσει AIDS και να είναι απελπισμένος. Τον πήραν στο σπίτι τους, του μίλησαν με αγάπη, του έδωσαν θάρρος και τον παρότρυναν να γυρίσει κοντά στη μητέρα του και ν' ακολουθήσει ιατρική αγωγή. Ανέλαβαν μάλιστα οι ίδιοι να προετοιμάσουν τη μητέρα του και να την παροτρύνουν να δεχθεί να τον βοηθήσει. Παράλληλα πήγαν στην υπηρεσία του και παρακάλεσαν να δικαιολογηθούν οι απουσίες του ώστε να έχει ιατρική περίθαλψη. 'Οταν τους κάλεσε ο διοικητής της αστυνομίας για να τους συμβουλεύσει σχετικά με τη διαδικασία διεκδίκησης από μέρους τους των ενοικίων που τους όφειλε, ο Γιώργος και η Ελένη του ζήτησαν να θεωρηθεί ότι δεν τίθεται θέμα διεκδίκησης και τον διαβεβαίωσαν ότι δεν τους ενδιέφεραν τα χρήματα αλλά μόνο να μπορέσει ο νέος να βοηθηθεί ουσιαστικά ώστε να σταθεί και πάλι στα πόδια του. Ο διοικητής συγκινήθηκε με τη στάση τους, τους έσφιξε το χέρι και τους είπε: “Μακάρι να υπήρχαν και άλλοι τέτοιοι άνθρωποι στην κοινωνία μας”.
Την ίδια αγάπη δείχνουν και σε φίλο τους που έχασε την περιουσία του στο καζίνο και αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες. Τον καλούν συχνά και ποτέ δεν τον κρίνουν για τις πράξεις του, αλλά του φέρονται με κατανόηση και τον βοηθούν έμπρακτα.
Σήμερα η καρδιά της Ελένης έχει κουραστεί και χρειάστηκε να κάνει τρείς φορές αγγειοπλαστική. Οι γιατροί της έχουν συστήσει ανάπαυση και αποφυγή μεγάλων συγκινήσεων. Ούτε αυτό όμως ούτε οι συχνές κρίσεις ισχυαλγίας και οσφυαλγίας φαίνεται να είναι ικανά ν' αλλάξουν τον τρόπο ζωής της. Πάντα γελαστή και αισιόδοξη, μπορεί να τη δει κανείς όλες τις ώρες της ημέρας να χτυπάει μια πόρτα για ν' αφήσει μια τσάντα που με αγάπη ετοίμασε και συγχρόνως να πει δυο λόγια παρηγορητικά και ενθαρρυντικά.
Αν και η ίδια ό,τι κάνει το θεωρεί τελείως φυσικό και ανάξιο λόγου, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο Κύριός μας θα έχει ετοιμάσει για την Ελένη και τον καλό της σύζυγο τόπο ανάπαυσης στη βασιλεία του κοντά στους αγίους του όταν έλθει η ώρα να τους καλέσει κοντά του. Βέβαια όσοι τους γνωρίζουν εύχονται να αργήσει όσο το δυνατό αυτή η ώρα και να παραμένουν κοντά τους, ώστε ν' απολαμβάνουν την αγάπη τους.
Κ.Ρ.