«Όσο υπάρχουν για να τον υπηρετούν
τέτοιοι μάρτυρες, το χριστιανικό
μήνυμα δεν μπορεί να
είναι μάταιο» Daniel Rops
Η αρχαία εκκλησία αποτελεί ένα πολύ κοντινό σημείο αναφοράς για όλους τους ανθρώπους, που εξακολουθούν να έχουν μέσα τους πνεύμα. Πνεύμα Άγιον! Είναι η γνήσια μάνα μας και το απόγειο της δόξης μας ως Χριστιανών και Ελλήνων. Είναι το μόνο ακριβές όργανο πλοηγήσεως μέσα στην ελώδη και άκρως τρικυμιώδη κοινωνία του 21ου αιώνος. Είναι ο μεγαλύτερος και μοναδικός πολιτισμός των αιώνων, που αρχίζει και ανθίζει μετά την σταύρωση του Κυρίου. Πολιτισμός αγάπης, αγνότητος, ηρωϊσμού και θυσίας.
Τα πάντα στην μετέπειτα ζωή της κοινωνίας και ειδικά της μαρτυρικής πατρίδος μας, εμπνέονται από την εκκλησία των πρώτων μαρτύρων. Οι καταχωνιασμένες, σκοτεινές κατακόμβες δεσπόζουν πλέον ψηλά, για να φωτίζουν πνευματικά τις μεταγενέστερες γενιές. Ως αντικείμενο νοητής ψηλαφήσεως επιδεικνύουν ένα κόσμο μεγαλείου, δυνάμεως και αρετής.
Ας επιχειρήσουμε ένα σύντομο οδοιπορικό μέσα στις αχανείς εκτάσεις της αρχαίας εκκλησίας. Εκτάσεις που καλύπτονται από την έντονη και ιδιότυπη μορφολογία ενός πλουσιοτάτου γονίμου ψυχικού εδάφους. Πανύψηλες κορυφές ηθικών αναστημάτων όλων των στρωμάτων της κοινωνίας και όλων των εθνών που πότισαν με το αστείρευτο αίμα τους την μάνα γη, απετέλεσαν τον υγιή σπόρο της ανθοφορίας της μετά σταύρωση του Κυρίου εποχής.
Τότε πραγματικά καταγράφεται η πρώτη ουσιαστική ηθική άνοιξη στην πορεία της ανθρωπότητος. Από τότε ξεκινάει η ισορροπημένη πνευματική εναλλαγή των τεσσάρων εποχών της ανθρωπίνης ζωής. Μπορεί και τότε να σίμωνε το μελαγχολικό φθινόπωρο και ο δριμύς χειμών της αμφιβολίας και της συνειδησιακής κρίσεως, όμως σύντομα σ’ ανύποπτο χρόνο εδραιωνόταν η γαλήνη και ελπίδα «της ανοίξεως», που πράγματι τα άνοιγε όλα κάτω από το θεϊκό φως του Γολγοθά. Υπήρχε ο νεοφανής αστερισμός της δευτέρας γεννήσεως του Χριστού, της αναστάσεώς του, που φώτιζε τα ερέβη και καταπράυνε τις ανησυχίες της ζωής των βροτών.
Αυτή είναι η ουσιώδης διαφορά του τότε με το σήμερα. Ενός «σήμερα» που σκιαγραφείται άθλια από κουρασμένους στρατοκόπους, μιας υπεργήρου υλιστικής κοινωνίας, στομωμένης από την σκόνη και τις αναθυμιάσεις των πολλαπλών αψύχων μηχανών, αλλά πολύ περισσότερο από την αποπνικτική ατμόσφαιρα και την αφόρητη δυσοσμία της ύλης.
Παρ’ όλα αυτά η δίψα για αγιότητα, αγάπη, ηρωισμό και αυτοθυσία μας έχει καταβάλλει ανεπανόρθωτα. Ψάχνουμε να βρούμε αυτά τα ιδανικά, ζωντανά στην πράξη και όχι αφηρημένα. Κι όμως στέκουν δίπλα μας. Ο Εσταυρωμένος συνεχίζει να βασιλεύει εν εκτάσει εκεί ψηλά στον περιώνυμο Γολγοθά και καρτερά υπομονετικά την αποκαθήλωσή του από τον καθένα μας ξεχωριστά.
Ας προσπαθήσουμε με δάκρυα μετανοίας να πλύνουμε τα μάτια του προσώπου μας –εξωτερικού και εσωτερικού –για να μπορέσουμε ν’ αντικρύσουμε το θαύμα. Αν δεν μπορούμε ν’ αντικρύσουμε λόγω ελέγχου συνειδήσεως τον Ένα, ας προσηλωθούμε στις ατέλειωτες μορφές αγίων που δεσπόζουν μπροστά μας. Την Εκκλησία του μαρτυρίου. 300 χρόνια ο Χριστιανισμός ματωμένος με ακατάσχετη αιμορραγία. Υπό διωγμόν, εκτός νόμου, δεινά καταδιωκόμενος με τους πλέον σατανικούς τρόπους. Κι όμως μεγαλουργεί. Το αίμα χύνεται ποταμηδόν, οικογένειες ξεριζώνονται, πόλεις χριστιανικές ολόκληρες κατακαίγονται, κι όμως, η θρησκεία του πλάνου «πλανάται» κατακτώντας τον κόσμο. Το Κολοσσαίο πολιορκημένο άγρια από την επιδρομή του χρόνου, παρ’ όλα αυτά δεσπόζει· δεσπόζει σαν κτίριο έρημο και θεϊκά τιμωρημένο για να στιγματίζει τις ανύπαρκτες συνειδήσεις των διαχρονικών φονιάδων και αγρίων εγκληματιών της οικουμένης και να αφυπνίζει τις σύγχρονες κοιμώμενες μέσα στον λήθαργο της ηθικής παραλυσίας. Δεσπόζει όμως και στις ψυχές «των τελευταίων» συντρόφων του Ναζωραίου, ως ιαματική θύμηση των μαρτύρων. Ομολογητών και «σφαγίων».
Αυτή είναι η πραγματική ιστορία της ανθρωπότητος. Ό,τι εκλεκτόν· ό,τι θαυμαστόν· ό,τι αθάνατον!
Όλα όμως αυτά επιμελώς κεκρυμμένα στην χώρα μας από την άρνηση, για να συγχρωτιζόμαστε μόνο με τα ευτελή και σάπια, που ενσαρκώνουν οι «υψηλά» ιστάμενοι. Οι οδωδότες. Οι ανύπαρκτοι και οικτρά λησμονημένοι. Ενώ αυτά έπρεπε να διδάσκονται στα σχολεία μας, για να φρονηματίζεται η ανήσυχη νεολαία κάθε εποχής. Όμως οι πολυπράγμονες της αθεΐας, σύγχρονοι προχειρολόγοι, αχυράνθρωποι και άκρως ανίκανοι υπουργοί παιδείας, καταδυναστεύουν χρόνια τον ανθό της ελληνικής κοινωνίας κάτω από την στέρηση της ελληνικής γλώσσης και απόλυτα μαραμένο κάτω από τον καύσωνα της πνευματικής στειρότητος ενός ελεεινού, τρισαθλίου και άκρως αθεϊστικού κράτους, που θυμίζει την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση.
Διορίζονται εδώ και δεκαετίες στο πιο νευραλγικό υπουργείο, το υπουργείο παιδείας, στοιχεία ερεβώδη και εθνικά αμόρφωτα, στοιχεία άκρως προδοτικά, που το αιτιολογεί η ανύπαρκτη εθνική προσφορά του παρελθόντος τους και έτσιθελικά κρατούν τα παιδιά μακριά από τον Χριστό.
Γιατί έτσι θέλουν… Οι δημοκράτες, που κατηγορούν τον «δικτάτορα» Καποδίστρια. Οι εύκολοι και ανυπόστατοι χαρακτηρισμοί είναι το παράνομο όπλο των ανάνδρων. Όμως ο Χριστός φωνάζει: «ἄφετε τά παιδία καί μή κωλύετε αὐτά ἐλθεῖν πρός με» (Ματ. 19,14). Αυτοί όμως συνεχίζουν να μην τον ακούνε και «να επιτιμούν τα παιδία» με τον τρόπο τους. Ο Χριστός όμως τους θέτει προ των ευθυνών τους λέγοντας «Δράξασθε παιδείας, μή … ὀργισθῶ».
Αλλά δυστυχώς όπως και τότε: «Ο κόσμος κατήντησε κράτος δαιμόνων» (ειδωλολάτρης Προφύριος), έτσι και τώρα…
Όπως και τότε «η αγνότης ήταν σπάνιο πράγμα όχι μόνο να την ακούσεις, αλλά και να την εύρεις» (Σενέκας), έτσι και τώρα…
Όπως και τότε κυριαρχούσε η αποφυγή του φυσικού νόμου της τεκνογονίας λόγω ραθυμίας και αλαζονείας και φιλαργυρίας, που είχε συνέπεια «την ολιγανθρωπία» (Πλούταρχος), έτσι και τώρα…
Όπως και τότε οι ειδωλολάτρισσες πετούσαν στον δρόμο τα παιδιά τους και έτρεφαν παπαγάλους αντί γι’ αυτά (Κλήμης ο Αλεξανδρεύς), έτσι και τώρα οι σύγχρονες τα πετάνε στις αποχετεύσεις των ιατρείων και τρέφουν άπειρα σκυλιά και γάτες.
Κι όμως ο ιδρυτής του Χριστιανισμού την βασιλεία του την ονόμασε «Βασιλεία των παιδιών» (Ματ. 19,15).
Παρ’ όλα όμως αυτά, Εκείνοι τότε, δίδουν το παράδειγμα παρουσιάζοντας μία θαυμαστή συμπεριφορά και παράδοξη. Ζώντες ως πάροικοι και ως ξένοι, έρχονται εις γάμου κοινωνίαν, χωρίς να πετούν τα γεννώμενα. «Ἐπί γῆς διατρίβουσι, ἀλλ’ ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται» (Προς Διόγνητον). «Η γλώσσα τους, τα μάτια τους, τ’ αυτιά τους δεν έχουν τίποτε το κοινό με την παραφροσύνη του ιπποδρόμου, με την αναίδεια του θεάτρου, με την ματαιότητα του αθλητισμού του σταδίου» (Τερτυλλιανός). Στέκουν σαν παράδειγμα της κοινωνίας πολλές φορές άφωνοι και σιωπηλοί και δροσίζουν την ξεραμένη στέπα της ειδωλολατρίας, κάνοντας ν’ ανθοφορεί σαν παράδειγμα. Την δροσίζουν με το αίμα τους που πρόθυμα χύνουν ελεύθεροι και δούλοι, άρχοντες και σκλάβοι. Πολιορκούν τον Θεό με την προσευχή και την νηστεία τους, επιφέροντες παραλλήλως στην ειδωλολατρική κοινωνία «παροξυσμό αγάπης και καλών έργων» (Εβρ. 10,24).
Την νύχτα προσεύχονται στις κατακόμβες, την ημέρα θηριομαχούν στο Κολοσσαίο. Εκεί μέσα συναντώνται η μεγάλη κακουργία αλλά και η μεγάλη αρετή. Η τελευταία όμως θα νικήσει. Μαζί μ’ αυτήν θα νικήσει ο πνευματικός πολιτισμός του χριστιανικού κόσμου. Γιατί; Γιατί θα έχει ως θεμέλιά του τα οστά των μαρτύρων. Αυτά που είναι κρυμμένα κάτω απ’ όλες τις Άγιες Τράπεζες. Τελικά οι μάρτυρες σαν όργανα του Θεού έδωσαν τη νίκη και τον θρίαμβο στην πίστη. Αποτελούν τις ηρωικές προφυλακές του στρατού της εκκλησίας μας. Δεσπόζουν στο πάνθεο των νέων Μαραθονομάχων και Σαλαμινομάχων, γιατί θυσιάστηκαν για να διατηρήσουν άσπιλη και αλώβητη την μεγάλη παρακαταθήκη της πίστεως. Στο πρόσωπό τους «η μωρία του Σταυρού» κατετρόπωσε τη σιδηρόφρακτη δύναμη των καισάρων.
«Υπάρχει όμως ακόμη μέλλον για τον Χριστό;»
Μέσα στο μέλλον υπάγονται οι μέρες που ζούμε εμείς οι σύγχρονοι. Ας αφήσουμε τον ίδιο τον Daniel Rops να απαντήσει με τον ξεχωριστό του τρόπο καλύπτοντας το φάσμα του δικού του ερωτήματος.
«Η σύγχρονη κοινωνία μας είναι τόσο σκληρή και άδικη, όσο σχεδόν και η κοινωνία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας την εποχή που ήλθε ο Χριστός στη γη. Όλοι ξέρουμε ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο άδικο. Ξέρουμε ότι η αγάπη, η ανιδιοτέλεια, η αληθινή φιλανθρωπία θα αρκούσαν για να εναρμονισθούν οι κοινωνικές μας σχέσεις. Ξέρουμε ότι δίπλα μας η αλήθεια και η δικαιοσύνη νοθεύονται, ότι είμεθα περιτριγυρισμένοι από την απάτη και σιωπούμε. Γι’ αυτό πρέπει να γίνουμε «μάρτυρες» στην εποχή μας με την ζωή μας και τον λόγο μας. Θα χρειασθεί κάτι άλλο, εκτός από Χριστιανούς της Κυριακής: ούτε λίγο, ούτε πολύ θα χρειασθούν άγιοι. Δεν αρκεί να είναι κανείς Χριστιανός, πρέπει να ζει σαν Χριστιανός. Να ζεις Χριστιανικά σημαίνει να κονταροχτυπιέσαι με το κακό έστω και αν φαινομενιακά δεν έχεις επιτυχία. Πάνω από τη νίκη βρίσκεται η τιμή και η χαρά του χριστιανικού αγώνος. Πέρα από το σκοτάδι που βρισκόμαστε τώρα, πρέπει να πιστεύσουμε με όλη μας την δύναμη στο ΦΩΣ. Το φως είναι κιόλας εδώ· η φλόγα λάμπει στα σκοτάδια, κι’ αύριο μπορεί να τα διαλύσει. Πρέπει τελικά να αποφασισθεί αν θα γίνει φλόγα, που ξεπηδά από τον τάφο της Αναστάσεως ή η φλόγα που ξεπηδά από τα βάθη της αβύσσου, αιώνια και εκείνη, αλλά που τροφοδοτείται από το πνεύμα του μίσους και της αρνήσεως».
Αυτόν τον χαρακτήρα και αυτή την διάσταση δίνει ο Rops στους μάρτυρες της εποχής μας. Μ’ αυτήν την ιδιότητα αποτελούν τις προφυλακές των κατακτήσεων του μέλλοντος και της νίκης του Σταυρού.
Γιατί ισοβίως μας βαρύνει μία κληρονομιά μαρτυρικού αίματος.
Αρίσταρχος