Ο ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

Description: F:\pmeletios\ar_meletios\agioi\26_dimitrios_small.jpg

Description: F:\pmeletios\ar_meletios\agioi\26_small.jpg

Στὶς 26  Ὀκτωβρίου,  ἡ  Ἐκκλησία  μας γιορτάζει  τὴ  μνήμη τοῦ  ἁγίου  Δημητρίου, πολιούχου  καὶ  προστάτου τῆς Θεσσαλονίκης.  Μαζὺ  μὲ τὸν ἅγιο  Γεώργιο,  ὁ  ἅγιος  Δημήτριος, εἶναι ὁ  ποιὸ γνωστὸς  καὶ  δημοφιλὴς  μάρτυς καὶ  ἐπιπλέον  εἶναι  ἕνας ἅγιος  στενὰ  δεμένος μὲ  τὴ  ζωὴ τοῦ  ἔθνους  μας.

Οἱ  αὐθεντικὲς  καὶ  γνήσιες ἱστορικὰ  πληροφορίες  γιὰ τὴ  ζωὴ  τοῦ ἁγίου  Δημητρίου  δὲν  εἶναι  πολλές. Ἀπ’  ὅτι  φαίνεται ἀπὸ  ἀποσπάσματα  ἀρχαίων συναξαρίων  καὶ  λόγων πατέρων  ἦταν  υἱὸς  ἐπισήμου  οἰκογενείας  τῆς  Θεσσαλονίκης καὶ  κατεῖχε  ὑψηλὴ  δημόσια θέση.  Ἔζησε  περὶ τὰ  τέλη  τοῦ 3ου  αἰῶνα  μ.Χ. καὶ  μαρτύρησε τὸ 303μ.χ.  ὅταν ὁ  αὐτοκράτωρ  Μαξιμιανός, ἐπιστρέφοντας  ἀπὸ  τὰ βόρεια  Βαλκάνια  ὅπου εἶχε νικήσει  τοὺς  Γότθους,  ἐπισκέφθηκε τὴ Θεσσαλονίκη.  Κατὰ  τὴν  ἐπίσκεψη ἐκείνη,  ὁ Δημήτριος  συνελήφθη  καὶ ἐφυλακίσθη  προσωρινά,  μέσα στὰ  ἀποδυτήρια  τῶν  λουτρὼν  τοῦ σταδίου  τῆς  Θεσσαλονίκης  –ὅπου  εἶναι  ὁ  σημερινὸς  ναός-  καὶ μετὰ  τὴ  νίκη τοῦ  μαθητοῦ  τοῦ Νέστορα,  φονεύθηκε  μέσα στὰ  λουτρὰ  διὰ  τῆς  λόγχης καὶ  τὸ  σῶμα  τοῦ ρίφθηκε  σ’  ἕνα πηγάδι  τῶν  λουτρών.  Ἀπὸ τὸ  πηγάδι  ἀνέβρυζε μύρο  παλαιότερα  γι’ αὐτὸ ὀνομάσθηκε  μυροβλύτης.  Αὐτὴ  ὑπῆρξε  σὲ γενικὲς γραμμὲς ἡ  ζωή του.  Θὰ  ἀσχοληθοῦμε  λεπτομερέστερα μὲ  κάποια  σημεῖα  τῆς  ζωῆς  τοῦ τὰ  ὁποία  εἶναι πολὺ  ἐπίκαιρα  καὶ διδακτικά.

Α)  Ὁ  ἅγιος Δημήτριος  δὲν  ὑπῆρξε  οὔτε  ἐπίσκοπος  οὔτε  ἱερεὺς  οὔτε  μοναχός. Ἔζησε  καὶ  πέθανε ὡς  λαϊκός.  Παρ’ ὅλο  ὅμως  ποὺ ἔμεινε  λαϊκὸς  δὲν  ἔδειξε  ἀδιαφορία γιὰ  τὸ  ἔργο τῆς Ἐκκλησίας,  δὲν  παρέμεινε  παθητικὸ μέλος  της,  δὲν  ἀρκέσθηκε νὰ  πηγαίνει στὸ  ναό,  νὰ κάθεται  στὸ  στασίδι μισῇ-  μιὰ  ὥρα, καὶ  στὸ  τέλος νὰ  παίρνει  τὸ ἀντίδωρο  καὶ  νὰ φεύγει  ὅπως  κάνουμε στὴν καλύτερη  περίπτωση  ὅλοι οἱ  Χριστιανοί.  Ἀνέλαβε κατήχηση  στοὺς  νέους  καὶ σὲ  ἄλλους  Χριστιανοὺς  στὴν  περίφημη χαλκευτικὴ  στοά, ποὺ  βρισκόταν  στὴ σημερινὴ  πλατεῖα  δικαστηρίων  τῆς  Θεσσαλονίκης, καὶ  τὴν  ὁποία  οἱ Χριστιανοὶ  συνθηματικὰ  ὀνόμαζαν Καταφυγή.  Γι’  αὐτὴ  τὴ κατηχητική  του  δράση καταδικάσθηκε ἀπὸ  τὸ  Μαξιμιανό, μ’  ἀφορμὴ  βέβαια τὸ  θάνατο  τοῦ Λυαίου  μετὰ  τὴ μονομαχία  του  μὲ τὸν  ἅγιο  Νέστορα.

Ἃς  τὸ  προσέξουμε  αὐτὸ  γιατί  ἂν  ἡ  ἀρχαία  Ἐκκλησία  γνώρισε  μέρες  δόξας  αὐτὸ  τὸ  ὀφείλει  στὴν ἐνεργητικὴ στάση τῶν  λαϊκῶν  μελῶν της.  Ἃς ἔχουμε  ὑπ’  ὄψη μας  ὅτι  δὲν  γνωρίζουμε ποιὸς ἵδρυσε  τὶς  ἀρχαῖες  Ἐκκλησίες  τῆς  Δαμασκοῦ, τῆς Ἀντιοχείας,  τῆς Κύπρου, τῆς Φοινίκης,  τῆς  Ἐφέσου,  τῆς  Ρώμης. Βέβαια  πῆγαν  οἱ  ἀπόστολοι μετὰ  τὶς  στερέωσαν  καὶ τὶς ὀργάνωσαν  ἀλλὰ  δὲν  εἶναι  αὐτοὶ  οἱ πρῶτοι κηρύξαντες.  Γιατί  μετὰ τὸν θάνατο  τοῦ  ἁγίου Στεφάνου  ποὺ  ἔγινε ὁ  πρῶτος  διωγμὸς  ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν(Πράξ.8,1)  οἳ  ἀπόστολοι ἔμειναν  στὴν  Παλαιστίνη  καὶ ἔφυγαν  οἱ  ἁπλοὶ Χριστιανοὶ  καὶ  ἄρχισαν νὰ  διαδίδουν  τὸν  χριστιανισμό. Ἔτσι  ὁ Παῦλος γράφει  τὴν  πρὸς  Ρωμαίους  ἐπιστολὴ τοῦ  χωρὶς  νὰ  ἔχει πάει  στὴ  Ρώμη. Τὸ  ἴδιο  ἔγινε ἀργότερα  στὴν  Αἰθιοπία  ὅπου  κήρυξε ὁ  εὐνοῦχος  τῆς  Κανδάκης(Πράξ.8,26-40), στὴ Ρωσία  ὅπου  ὁ  βασιλεὺς  Βλαδίμηρος,  ἐγγονὸς  τῆς  ἁγίας Ὄλγας  ποὺ  πρώτη βαπτίσθηκε  καὶ  σύζυγος τῆς βυζαντινῆς πριγκίπισσας  Ἄννας  ἀδελφῆς  τοῦ Βασιλείου  τοῦ  Β΄, τὴν ἔκανε  χριστιανική,  στὴν  Ἀλάσκα ὅπου  ἕνας  Ρῶσος  ἔμπορος γουναρικῶν ὁ  Σελέχωφ διέδωσε τὸν  χριστιανισμὸ  καὶ ἀλλοῦ  παρομοίως.

Β)  Ὁ  ἅγιος Δημήτριος  δὲν  παντρεύθηκε.  Ἔμεινε σ’  ὅλη  του τὴ  ζωὴ  παρθένος καὶ  ἁγνὸς  γιὰ  νὰ μπορεῖ  χωρὶς  περισπασμοὺς  ν’  ἀφιερωθεῖ στὴν ἐνεργὸ  συμπαράσταση  τῆς  Ἐκκλησίας. Κράτησε  καθαρὴ  τὴ σκέψη  καὶ  τὴ καρδιά του,  ἁγνὸ  τὸ σῶμα του  καὶ  ἅγια τὴν ψυχή  του.  Ὁ  ἅγιος  Γρηγόριος ὁ  Παλαμᾶς  τὸν  χαρακτηρίζει ὅσιο,  παρθένο  πάγκαλο, παναμώμητο.  Λόγω  αὐτῶν  τῶν  ἰδιοτήτων  τοῦ τὸν βρίσκει  ἀνώτερο  καὶ ἀπὸ  κορυφαῖες  προσωπικότητες  τῆς  Παλαιᾶς  Διαθήκης ποὺ  εἶχαν  μεγάλη  ἁγιότητα ἀλλὰ  ὑστεροῦσαν  στὸ  θέμα τῆς παρθενίας.  Ὁλόκληρη  ἡ  ζωὴ  τοῦ ὑπῆρξε μία  ‘‘εὐωδία  Χριστού’’.  Πρὶν  ἀκόμη μαρτυρήσει  καὶ μυροβλύσει εὐωδίαζε μὲ  τὴν  καθαρὴ  ζωή του.

Πρέπει νὰ  τὸ προσέξουμε  καὶ  αὐτὸ  καὶ νὰ  τὸ  μελετήσουμε. Σὲ  μία  ἐποχὴ ποὺ  λατρεύει  καὶ θεοποιεῖ τὸ  σέξ,  διαφημίζει τὴν ἀνηθικότητα,  προπαγανδίζει  τὴν  ἐλεύθερη ζωή,  ἀποποινικοποιεῖ  τὴν  μοιχεία, θεσπίζει  τὸ  αὐτόματο  διαζύγιο, τὸ  παράδειγμα  τοῦ ἁγίου Δημητρίου  ἔχει  νὰ πεῖ  πολλά.

Γ)  Ὁ  ἅγιος Δημήτριος  ἐκτὸς  τῶν  ἀνωτέρω  ἦταν καὶ  μάρτυς.  Ἡ  ἐποχή μας χρειάζεται  ὅσο  τίποτα ἄλλο  τοὺς  μάρτυρες.  Ἐὰν δὲν ὑπάρχει  τὸ  πρότυπό του  μαρτυρίου  ὁ  πολιτισμός  μας θὰ  καταρρεύσει  σὰν  χάρτινος πύργος.  Ἡ ἐποχή  μας  ἔγινε κόλαση  γιατί  καλλιεργήσαμε φιλαυτία,  φιληδονία,  καλοπέραση. Παλαιὰ  οἱ  ἄνθρωποι, λέγει  κάπου  ὁ  πατὴρ Παίσιος, φυτεύανε δένδρα γιὰ νὰ  ἔχουν  σκιὰ οἱ  μεταγενέστεροι'  σήμερα ἐπιδιώκουμε  τὴν  ἄμεση  προσωπικὴ ὠφέλεια  ἐδῶ  καὶ τώρα.  Ἀκόμη  καὶ οἱ  Χριστιανοὶ  καλλιεργήσαμε ἕνα  εὔκολο  χριστιανισμό,  ἄνετο, εὐρύχωρο, φωτεινό,  χωρὶς  προβλήματα.  Ξεχάσαμε τὸ  σταυρὸ  τοῦ Χριστοῦ. Ξεχάσαμε  ὅτι  γιὰ νὰ  φθάσουμε  στὴν  ἀνάσταση πρέπει  νὰ  περάσουμε ἀπὸ  τὸν  Γολγοθά.  Ξεχάσαμε τέλος  ὅτι  τὸ μαρτύριο  εἶναι  χάρισμα'  εἶναι  δῶρο  τοῦ Θεοῦ  ποὺ  δίνεται στοὺς πιὸ  ἐκλεκτούς.  «Ὑμὶν  ἐχαρίσθη,  τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ,  οὗ  μόνον τὸ  εἰς  αὐτὸν πιστεύειν  ἀλλὰ καὶ  τὸ  ὑπὲρ  αὐτοῦ  πάσχειν»(Φῖλ.1,29). Καὶ  στὴν  Ἃ Θέσ.3,4  λέγει  ὁ  Παῦλος  νὰ  μὴ τὰ  χάνει  κανεὶς  μπροστὰ στὶς θλίψεις  γιατί  «εἰς  τοῦτο  κείμεθα». Αὐτὸς  εἶναι  ὁ  προορισμός  μας, τὸ  ἔργο  μας, ἡ  κληρονομιά μας,  τὸ  περιεχόμενο τῆς ζωῆς μας.  Καὶ  μὴ νομίσουμε  ὅτι  μόνο οἱ  Χριστιανοὶ ἀνεβαίνουν  πάνω  στὸν  σταυρὸ καὶ  οἱ  ἄλλοι τὸν γλυτώνουν.  Στὸ  Γολγοθὰ σταυρώθηκαν  καὶ  λῃστές.  Συνεπῶς  ὅλοι κάποτε  θὰ  ἀνεβοῦμε  σὲ κάποιο  σταυρό'  πιστεύοντες καὶ  μὴ  πιστεύοντες. Μὲ  τὴ  διαφορὰ ὁ  σταυρὸς  τῶν  ἀπίστων εἶναι πιὸ  βαρὺς  καὶ  χωρὶς  ἀμοιβή, ἐνῷ  τὸ  σταυρὸ τῶν πιστῶν, τὸν κάνει  ἐλαφρὺ  ἡ  χάρη  καὶ ἡ  δύναμη ποὺ  προσφέρει  ὁ  Χριστός  μας σὲ  ὅσους  ἀγωνίζονται ὑπὸ  τὴ  σημαία του  καὶ  ἔχει ὡς  ἀνταμοιβὴ  τὴν  αἰώνια  ζωὴ καὶ  εὐτυχία.  Ἔτσι  ἡ  χριστιανικὴ  ζωὴ ἐνῷ  ἔχει  κι αὐτὴ πόνο,  θλίψη,  δοκιμασία ἐν  τούτοις εἶναι γλυκεῖα καὶ  ὄμορφη.  Εἶναι  δύσκολο νὰ  τὸ  καταλάβουμε αὐτὸ μὲ  τὴν  ἀνθρώπινη  νοοτροπία. Πρέπει  νὰ  ἔχουμε «νοῦν Χριστοῦ» καὶ  νὰ  βλέπουμε τὴ  ζωὴ  μὲ τὸ  πρῖσμα  τῆς  αἰωνιότητας  καὶ  κάτω ἀπὸ  τὸ  φῶς  τῆς  ἱστορίας. Τὸν Ἰωσὴφ στὴν Π.Δ.  τὸν  ἔκανε ἀντιβασιλέα  τῆς Αἰγύπτου καὶ  ἅγιο,  ἡ  κακία  τῶν  ἀδελφῶν  του, ἡ  συκοφαντία τῆς γυναίκας  τοῦ  Πετεφρῆ, ἡ  ἄδικη φυλάκισή  του.  Βέβαια σ’  ὅλους  τους ἁγίους  δὲν  ὑπάρχει  πάντα τὸ  εὐτυχισμένο  τέλος  τῆς  ἱστορίας τοῦ  Ἰωσήφ.  Τὸ αἷμα, ὁ  πόνος, τὸ  δάκρυ  καὶ ἡ  πίκρα εἶναι ἡ  κατάληξη τῆς ζωῆς  τους. Ἀκολουθεῖ  ὅμως  ἡ  τιμή,  ἡ  καταξίωση,  τὸ θαῦμα, οἱ  ἰάσεις,  τὸ μύρο  ποὺ  παρέχουν καὶ  ἄλλα  χαρίσματα καὶ  ἡ ἄρρητη  εὐτυχία  τοῦ  παραδείσου τὴν ὁποία  μακάρι  νὰ γευθοῦμε ὅλοι  μας.

 
 
 
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
Κορυφή