ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

pantokrator.jpg

 

 

  Ἀδύνατο νὰ  ἐφαρμοσθεῖ τὸ εὐαγγέλιο.  Ἀδύνατο νὰ ζήσει  ὁ  ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία.  Ἀδύνατο νὰ ζήσει  ἁγνὸς καὶ  ἐγκρατής' νὰ μὴ λέγει ψέματα' νὰ μὴ κάνει κομπίνες καὶ  ἀπατεωνίες.  Ἀδύνατο νὰ μὴ νοθεύει τὰ προϊόντα του  ὃ  ἔμπορος' νὰ μὴ φθάνει στὸ διαζύγιο  ἡ οἰκογένεια ποὺ κλονίζεται' νὰ μὴ φθάνει στὴν  ἔκτρωση  ἡ νέα ποὺ  ἀπέκτησε μωρὸ  ἐκτὸς γάμου  ἢ  ἡ παντρεμένη ποὺ δὲν τὸ θέλει.  Ἀδύνατο ν’  ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου  ὡς  ἐαυτὸν  ἢ νὰ συγχωρεῖς καὶ ν’  ἀγαπᾷς τὸν  ἐχθρό σου.  Ἀδύνατο τὸ  ἕνα  ἀδύνατο τὸ  ἄλλο. Δὲν  ὑπάρχει τίποτα δυνατό' τίποτα κατορθωτό' τίποτα  ἐφαρμόσιμο. Τὸ εὐαγγέλιο εἶναι μία οὐτοπία.  Ἔπειτα τὸ λέει καὶ  ἡ παροιμία' «μὲ τὸ σταυρὸ δὲν πᾷς μπροστά».

  Αὐτὰ καὶ πολλὰ  ἄλλα λένε στὶς συζητήσεις τοὺς οἳ  ἄπιστοι εὐκαίρως  ἀκαίρως.  Ἀλλὰ τὰ  ἴδια καὶ παρόμοια λέμε πολλὲς φορὲς καὶ  ὅσοι θεωροῦμε τὸν  ἑαυτό μας πιστό. Μπορεῖ νὰ πηγαίνουμε στὴν  Ἐκκλησία, νὰ προσκυνᾶμε τὶς εἰκόνες, ν’  ἀνάβουμε τὸ κερί, νὰ κάνουμε τάματα στοὺς  ἁγίους,  ἀλλὰ  ἐὰν κάποιος μας πεῖ νὰ ζήσουμε  ὅπως ζητᾷ τὸ εὐαγγέλιο, θὰ τὸν θεωρήσουμε τρελλὸ  ἢ θὰ νομίσουμε  ὅτι μας δουλεύει κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο.  Ἢ θὰ ποῦμε εὐσεβοφρόνως'  ὡραῖο τὸ εὐαγγέλιο σὰν θεωρία  ἀλλὰ στὴ ζοῦγκλα τῆς κοινωνίας μας θ’  ἀναγκασθεῖς νὰ ζήσεις  ὅπως οἱ  ἄλλοι.

  Τώρα κατὰ πόσο  ἔχουμε δίκαιο καὶ οἱ  ἄπιστοι καὶ οἱ πιστοὶ φαίνεται  ἀπὸ τὴν  ὕπαρξη τῶν  ἁγίων μας καὶ  ἀπὸ τὴ ζωή τους. Πλῆθος,  ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ  ἅγιοί της  Ἐκκλησίας μας. Γέροι-νέοι,  ἄνδρες-γυναῖκες, μορφωμένοι-ἀγράμματοι, παιδιὰ καὶ βρέφη  ἀκόμη.  Ἃς θυμηθοῦμε τὰ νήπια ποὺ  ἔσφαξε  ὁ  Ἡρῴδης σ’  ὅλη τὴν περιοχὴ τῆς Βηθλεὲμ γιὰ νὰ σκοτώσει τὸ νιογέννητο βασιλιὰ ποὺ  ᾖρθαν νὰ προσκυνήσουν οἱ μάγοι. Βρέφη  ἦταν'  ἀπὸ τὴν  ἀγκαλιὰ τῆς μάνας τοὺς τ’  ἅρπαξαν καὶ εἶναι οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Κι αὐτὰ βέβαια μποροῦμε νὰ ποῦμε  ὅτι τὰ πῆρε  ὁ  Ἡρῴδης  ἤθελαν δὲν  ἤθελαν καὶ τὰ  ἔσφαξε.  Ὑπάρχουν  ὅμως πλῆθος  ἅγιοι ποὺ μαρτύρησαν στὰ παιδικά τους χρόνια  ἐπειδὴ τὸ  ἤθελαν.  Ἡ  ἁγία Μαρίνα μαρτύρησε 15  ἐτῶν,  ἡ  ἁγία Ραϊς 12  ἐτῶν,  ἡ  ἁγία  Ἀκυλίνα 10  ἐτῶν κόκ.

  Ὅλοι  αὐτοὶ  οἱ  ἅγιοι  οἱ  ὁποῖοι  ἔζησαν  ὑπὸ  τὶς  πλέον  δυσμενεῖς  συνθῆκες  καὶ  οἱ  ὁποῖοι  ἔδρασαν  μὲ  λόγια  καὶ  ἔργα,  ἀποδεικνύουν  ὅτι  οἱ  ἰσχυρισμοὶ  καὶ  τῶν  ἀπίστων  καὶ  τῶν «πιστῶν»  ποὺ  ἀναφέραμε  εἶναι «προφάσεις  ἐν  ἁμαρτίες».  Στὰ «δὲν μποροῦμε» τὰ δικά μας οἱ  ἅγιοι μ’  ἕνα στόμα  ἀπαντοῦν' «τὰ πάντα  ἰσχύομεν  ἐν τῷ  ἐνδυναμούντι  ἠμᾶς Χριστῷ» (Φῖλ.4,13), καὶ μὲ τὴ ζωή τους καὶ τὸ παράδειγμα τούς μας φωνάζουν «μιμηταὶ  ἠμῶν γίνεσθε καθὼς  ἠμεῖς Χριστοῦ»(ΑΚορ.11,1).

  Ἴσως πεῖ κάποιος' αὐτὰ σωστὰ  ἀλλὰ  ὅμως γινόταν τὰ παλιὰ χρόνια. «Τῷ καιρῷ  ἐκείνω» ποὺ οἱ χριστιανοὶ  ἦταν καλοὶ καὶ σωστοί. Στὰ πρῶτα χρόνια πού μας διηγοῦνται οἱ «Πράξεις τῶν  ἀποστόλων» ποὺ  ὅλα  ἦταν τέλεια. Τώρα  ὅμως  ἀλλάξανε οἱ  ἐποχὲς καὶ  ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ σὰν σύνολο σκαρτέψαμε.

  Τί  ἔχουμε νὰ ποῦμε  ὡς πρὸς αὐτὰ τὰ τελευταῖα; Τὸ πρώτον. Εἶναι λάθος νὰ θεωροῦμε  ὅτι  ἡ ζωὴ τῶν πρώτων χριστιανῶν  ἦταν τέλεια, χωρὶς  ἐλαττώματα καὶ πάθη.  Ἐὰν  ἀνοίξουμε τὶς Πράξεις τῶν  ἀποστόλων -τὸ βιβλίο ποὺ εἶναι μετὰ τὰ εὐαγγέλια καὶ διηγεῖται τὴ ζωὴ τῶν πρώτων χριστιανῶν- θὰ δοῦμε  ὅτι  ἐκεῖ πού μας λέει  ὅτι  ὅλα  ἦταν παραδεισένια καὶ  ἡ καρδιὰ καὶ  ἡ ψυχὴ τοῦ πλήθους ποὺ πίστευσε στὸν Χριστὸ  ἦταν μία καὶ κανεὶς δὲν  ἔλεγε  ὅτι αὐτὸ εἶναι δικό μου καὶ οἱ χριστιανοὶ τὰ εἶχαν  ὅλα κοινά, ξαφνικὰ παρουσιάζεται  ἕνα ζεῦγος  ὁ  Ἀνανίας καὶ  ἡ Σαπφείρα, οἱ  ὁποῖοι  ἀφοῦ πούλησαν  ἕνα κτῆμα τους, κράτησαν κρυφὰ  ἕνα μέρος  ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ πῆραν καὶ εἶπαν ψέματα στοὺς  ἀποστόλους  ὅτι τοὺς τὰ  ἔδωσαν  ὅλα.  Ἔτσι καὶ τοὺς  ἁγίους κάνανε καὶ κομπόδεμα  ἰδιαίτερο  ἀποκτῆσαν. Πιὸ κάτω οἱ Πράξεις μας μιλᾶνε γιὰ τὸν γογγυσμὸ τῶν  Ἑλληνιστῶν πρὸς τοὺς  Ἑβραίους,  ὅτι παραθεωροῦσαν οἱ δεύτεροι τὶς χῆρες τῶν πρώτων στὸ μοίρασμα τοῦ φαγητοῦ.  Ὁ Παῦλος, στὴν  Ἅ΄ πρὸς Κορινθίους  ἐπιστολὴ τού μας μιλάει γιὰ τὰ σχίσματα ποὺ παρουσιασθήκανε  ἐκεῖ καὶ γιὰ  ἕνα αἱμομίκτη χριστιανό, καὶ στὴν πρὸς Φιλιππησίους μας λέγει γιὰ τὶς διενέξεις καὶ τὶς φιλονικίες καὶ τὶς περηφάνιες ποὺ εἶχαν τὰ μέλη τῆς πιὸ  ἁγίας  Ἐκκλησίας τῆς Κ.Δ. Θὰ μπορούσαμε νὰ συνεχίσουμε παραθέτοντας καὶ  ἄλλα παραδείγματα καὶ  ἀπὸ τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρόνια καὶ  ἀπὸ τὰ κατοπινὰ  ἀλλὰ  ἀρκοῦν αὐτά.

  Ἀλλὰ  ὅπως ψέματα εἶναι  ὅτι παλιὰ  ὅλα  ἦταν τέλεια, ψέματα εἶναι  ὅτι καὶ σήμερα καὶ σὲ κάθε  ἐποχὴ δὲν  ὑπάρχουν  ἅγιοι.  Ὁ  ἅγιος Νεκτάριος,  ὁ τόσο γνωστὸς καὶ τόσο λαοφιλής, κοιμήθηκε τὸ 1920. Δὲν  ὑπῆρξε  ἅγιος τῶν παλαιῶν χρόνων καὶ  ἔζησε τὰ περισσότερα χρόνια τῆς ζωῆς του στὴ κοινωνία. Γεννήθηκε στὴ Σηλυβρία τῆς  ἀνατολικῆς Θρᾴκης,  ὑπηρέτησε  ὡς δάσκαλος στὴ Χῖο,  ἐκάρη μοναχὸς στὴ Νέα μονὴ τῆς Χίου, σπούδασε θεολογία στὸ πανεπιστήμιο τῶν  Ἀθηνῶν καὶ  ὑπηρέτησε  ὡς κληρικὸς καὶ  ἐπίσκοπος στὸ Πατριαρχεῖο τῆς  Ἀλεξανδρείας μὲ  ἕδρα τὸ Κάιρο.  Ἡ Αἴγυπτος  ἦταν καὶ εἶναι τόπος  ἐντόνου κοσμικῆς ζωῆς. Ζοῦνε  ἐκεῖ λαοὶ  ἐπιρρεπεῖς στὰ σαρκικὰ πάθη  ἢ Εὐρωπαῖοι παραδομένοι στὸ χρῆμα καὶ στὶς ζάλες τοῦ βίου. Κι  ὅμως μέσα σ’ αὐτὸ τὸν  ἁμαρτωλὸ κόσμο τοῦ  ἐξωτερικοῦ  ἔζησε  ὁ  ἅγιος Νεκτάριος. Μετὰ συκοφαντήθηκε, διώχθηκε, κυνηγήθηκε  ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ  ᾖρθε στὴν  Ἑλλάδα.  Ὑπηρέτησε  ὡς  ἱεροκήρυκας στὴν Εὔβοια,  ἀργότερα  ὡς διευθυντὴς στὴ Ριζάρειο  ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ στὴν  Ἀθῆνα καὶ τέλος  ἀποσύρθηκε στὴν Αἴγινα  ὅπου  ἵδρυσε τὸ γνωστὸ γυναικεῖο μοναστῆρι.

  Σήμερα  ἔχουμε  ἀπομακρυνθεῖ  ἀπὸ τὴν  ἐποχὴ τοῦ  ἁγίου Νεκταρίου καὶ οἱ νεώτεροι μπορεῖ νὰ ποῦν «τῷ καιρῷ  ἐκείνω»  ἔζησε κι αὐτὸς  ὁ  ἅγιος. Νέα  ὀνόματα  ἁγίων  ὅμως παρουσιάζονται ποὺ μπορεῖ  ἐπίσημα νὰ μὴ  ἀναγνωρίστηκαν  ὡς  ἅγιοι  ἀλλὰ στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ εἶναι  ἅγιοι.  Ὁ πατὴρ Πορφύριος ποὺ  ἔζησε κυρίως μέσα στὴ  Ἀθῆνα,  ὁ πατὴρ  Ἰάκωβος Τσαλίκης στὴ μονὴ τοῦ  ὁσίου Δαυὶδ στὴν Εὔβοια,  ὁ πατὴρ Παίσιος ποὺ  ἔζησε κυρίως στὸ  Ἅγιο  Ὅρος  ἀλλὰ καὶ στὴ Κόνιτσα στὴ μονὴ Στομίου καὶ στὴ μονὴ τῆς  ἁγίας Αἰκατερίνης στὸ Σινά, καὶ  ἄλλοι πολλοί.

  Πῶς λοιπὸν λέμε  ὅτι τὸ εὐαγγέλιο δὲν  ἐφαρμόζεται καὶ  ὅτι  ἅγιοι δὲν  ὑπάρχουν σήμερα μόνο τὰ παλιὰ τὰ χρόνια; Καὶ τὸ περίεργο εἶναι  ὅτι σὲ κάθε  ἐποχὴ  ἔτσι πίστευαν. Στὸν 11ο αἰῶνα π.χ., στὸ Βυζάντιο,  ὅταν ζοῦσε  ὁ  ἅγιος Συμεὼν  ὁ νέος θεολόγος(956-1051), γινόταν μεγάλη συζήτηση καὶ μεγάλη διαμάχη  ἂν καὶ στὴν  ἐποχὴ τοὺς  ὑπῆρχαν  ἅγιοι. Καὶ  ὁ  ἅγιος Συμεὼν  ἀπάντησε' «Ναὶ  ὑπάρχουν καὶ στὴ δική μας  ἐποχὴ καὶ στὴ κάθε  ἐποχή».

  Ἃς παύσουμε λοιπὸν τοὺς  ἁγίους νὰ τοὺς περιορίζουμε χρονικὰ  ἀλλὰ  ἂς παύσουμε νὰ τοὺς περιορίζουμε καὶ τοπικά. Δηλαδὴ πηγαίνουμε στὴν  Ἐκκλησία, τοὺς προσκυνᾶμε, τοὺς  ἀνάβουμε κερί, προσφέρουμε θυμίαμα, λάδι καὶ πρόσφορο  ἢ τοὺς κάνουμε εἰκόνα καὶ τὴν κρεμᾶμε στὸ σπίτι μας καὶ  ὡς  ἐκεῖ φθάνει  ἡ τιμή μας πρὸς αὐτούς. Δὲν τοὺς μιμούμαστε, δὲν τοὺς ζηλεύουμε, δὲν προσπαθοῦμε νὰ γίνουμε σὰν κι αὐτούς, δὲν εἶναι τὸ πρότυπό μας. Τοὺς  ἔχουμε αἰχμαλωτίσει μέσα στὴν  Ἐκκλησία καὶ δὲν τοὺς  ἀφήνουμε νὰ βγοῦν  ἔξω στὴν κοινωνία. Κι  ὅμως οἱ  ἅγιοι πρέπει νὰ μποῦν μέσα στὴ ζωή μας. Νὰ πάρουν σάρκα καὶ  ὀστὰ ξανά. Νὰ  ἀναστηθοῦν στὰ πρόσωπά μας, στὸ χαρακτῆρα μας, στὴν προσωπικότητά μας. Τότε θὰ τοὺς τιμήσουμε σωστὰ καὶ  ὄχι τυπικά,  ἐπιφανειακά,  ὑποκριτικά,  ὅπως συνήθως κάνουμε.

 
 
 
 
 
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
 

 

Κορυφή