Ο ι. Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου και φθάνοντας στο χωρίο 10,24, το οποίο λέγει «Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος», αναφέρει τα εξής αξιοπρόσεκτα και σημαντικά για την κατά Χριστόν τελείωση·
«Η πιο τέλεια και μεγάλη εντολή του Χριστού, η πιο ψηλή κορυφή που μπορεί να φθάσει ο άνθρωπος, η πιο σωστή μέθοδος για επιτύχουμε το «καθ’ ομοίωση» είναι το να ενδιαφερόμαστε όχι για το συμφέρον το δικό μας αλλά για το συμφέρον των άλλων».
Και συνεχίζει ο ι. πατήρ λέγοντας· «Τίποτε δεν είναι τόσο σπουδαίο και σημαντικό ούτε σε αναδεικνύει άξιο μιμητή του Χριστού, όσο το να φροντίζεις για τον πλησίον σου και να ενδιαφέρεσαι πρώτα για κείνον και μετά για σένα. Κι αν ακόμη νηστεύεις ή κοιμάσαι κάτω για άσκηση, ή τρως στάχτη, ή θρηνείς συνεχώς για τις αμαρτίες σου, για τον πλησίον όμως δεν φροντίσεις, τίποτα μεγάλο δεν έκανες και είσαι πολύ μακριά της κατά Χριστόν τελειώσεως».
Και ο ι. πατήρ δεν αρκείται να τονίσει θεωρητικά μόνο αυτή την αλήθεια, αλλά προχωρεί, και παρουσιάζοντας την ζωή των βιβλικών προσώπων, δείχνει μέσα από την πράξη της ζωής το πόσο σωστή είναι η διδαχή του.
Ο Λώτ, σκεπτόμενος αποκλειστικά και μόνο το δικό του συμφέρον, εγκαταλείπει τον θείο και προστάτη Αβραάμ, μετοικεί στα Σόδομα και στο τέλος καταστρέφεται. Το ίδιο και ο Ιωνάς, ο οποίος κόντεψε να πνιγεί, επειδή αδιαφόρησε για τη σωτηρία της Νινευή.
Αντιθέτως ο Μωυσής απορρίπτει τη βασιλική αυλή της Αιγύπτου, τα πλούτη, τις τιμές και τη δόξα, χάριν των βασανισμένων συμπατριωτών του, και ο Θεός τον αναδεικνύει προφήτη και αρχηγό και νομοθέτη των Ισραηλιτών και τον δοξάζει αιώνια. Ο δε Παύλος υπομένει τα πάντα, γίνεται τοις πάσι τα πάντα, δεν παίρνει δεκάρα τσακιστή από κανένα, υποδουλώνεται σ’ όλους, συμμορφώνεται πολλές φορές με τα καπρίτσια και τις ιδιορρυθμίες των ανθρώπων, εφ’ όσον βέβαια δεν είναι αμαρτωλές, φθάνει στο σημείο να ζητάει να γίνει «ανάθεμα» (Ρωμ. 9,3), αρκεί να σωθούν οι συγγενείς του κατά σάρκα, οι αδελφοί του Ιουδαίοι. Και ο Θεός τον καθιστά ουρανοβάμονα, πρώτο μετά τον Ένα, τον αναδεικνύει στόμα Του και πρώτο των αποστόλων.
* * *
Αυτό λοιπόν το χωρίο του Παύλου «Μηδείς το εαυτού ζητήτω, αλλά το του ετέρου έκαστος», που τόσο λαμπρά και ωραία το ερμηνεύει ο ι. Χρυσόστομος, προξένησε μεγάλη εντύπωση στον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, την ιερά μνήμη του οποίου γιορτάζουμε την 24η Αυγούστου· το διάβασε, το μελέτησε στη μονή Φιλοθέου στο Άγιο Όρος, όπου βρισκόταν, και άρχισε να τον τρώγει «όπως το σαράκι τρώγει το ξύλο» λέγει ο ίδιος χαρακτηριστικά. Στο Όρος είχε ησυχία, ακολουθίες, μελέτη, πνευματική θαλπωρή, θαβώρεια ατμόσφαιρα. Δεν του έλειπε τίποτα. Κι όμως ο λόγος της Γραφής και τα παραδείγματα των αγίων, που αναφέραμε, καθώς και άλλων, που προφανώς είχε υπ’ όψη του ο άγιος Κοσμάς, τον κεντούσαν, τον βασάνιζαν. Βέβαια προσευχόταν για τον κόσμο, αλλά η προσευχή δεν είναι πανάκεια. Χρειάζεται προσωπική επαφή, κήρυγμα, νουθεσία, καθοδήγηση. Αν αρκούσε η προσευχή μόνο, τότε ο Κύριος δεν θα κατερχόταν στον κόσμο· απλώς θα προσευχόταν από τα ουράνια. Έπειτα, εκτός από την προσφυγή στο Θεό δια της προσευχής, χρειάζεται και η ανθρώπινη προσπάθεια. Ας μη γινόμαστε μονοφυσίτες…
Έτσι στο τέλος ο άγιος Κοσμάς, αφού βέβαια πήρε την ευχή και την άδεια των προϊσταμένων, ώστε να βεβαιωθεί για την γνησιότητα της κλήσεώς του και ότι πράγματι έχει τα προσόντα γι’ αυτή την υπεύθυνη διακονία, φεύγει από το Όρος και αρχίζει να ενδιαφέρεται για τους αδελφούς του.
Βέβαια η έξοδός του αυτή τον αναγκάζει πολλές φορές ν’ ασχολείται με πράγματα που δεν αρμόζουν στη μοναχική του ιδιότητα. Αλλά το πνευματικό συμφέρον των αδελφών του προέχει. Έτσι κάποτε, αφού μίλησε για το γάμο και για τις συζυγικές σχέσεις, είπε τα εξής. «Ωσάν παιδιά μου πνευματικά σας συμβουλεύω· σας το είπα πως σε λόγου μου είναι άπρεπον να τα λέγω αυτά, μα τι να κάμω πάλιν; Βλέποντας το γένος μας εις ποίαν κατάστασιν ευρίσκεται, εστενεύτηκα και σας είπα αυτά δια να ωφεληθείτε τίποτες». Και αλλού πάλι λέγει· «Μα θέλετε ειπεί· Και συ καλόγηρος είσαι, διατί συναναστρέφεσαι εις τον κόσμον; Κι εγώ, αδελφοί μου, κακά το κάμνω. Μα επειδή το γένος μας έπεσε εις αμάθειαν, είπα· Ας χάσει ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατον, και ας κερδίσει τα άλλα. Ίσως η ευσπλαχνία ου Θεού και η ευχή σας σώσει και μένα». Σ’ αυτό το σημείο ο άγιος Κοσμάς ακολουθεί τον άγιο Χρυσόστομο, ο οποίος κάποτε σε ομιλία του, στενάζοντας γιατί ευσεβείς νέοι, που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στο δυσχερές ποιμαντικό έργο, έφευγαν εις τα όρη, είπε τα εξής. «Φεύγετε, και λέτε ότι το κάνετε για να μη χάσετε την πνευματικότητά σας. Κι όμως θα ήταν καλύτερα να χάσεις κάτι από την πνευματικότητά σου και να κερδίσεις τους άλλους, παρά να φύγεις».
* * *
Και τη διδασκαλία της αγίας Γραφής, που λέγει να μη επιζητούμε το δικό μας συμφέρον αλλά το συμφέρον των άλλων, δεν την εφήρμοσε ο άγιος Κοσμάς μόνο στον εαυτό του, αλλά την δίδαξε και στους σκλαβωμένους Έλληνες και προσπάθησε να γίνει βίωμά τους. Στις διδαχές του, που διεσώθησαν και είναι μικρές και ως εκ τούτου θίγουν λίγα θέματα, το θέμα που κυριαρχεί και επαναλαμβάνεται κατά πιεστικό θα έλεγε κανείς τρόπο είναι το θέμα της αγάπης. Της αγάπης που «ου ζητεί τα εαυτής» (Α΄ Κορ. 13,5), αλλά αναλίσκεται στην υπηρεσία των άλλων και ενδιαφέρεται πρώτα και πάνω απ’ όλα για τους άλλους.
Έτσι αναφέρει κάπου ένα παράδειγμα για κάποιον δεσπότη, που επιδρομείς πήραν εκατό αιχμαλώτους από την περιοχή του και τους έκαναν σκλάβους. Κ’ εκείνος, μόλις το έμαθε, πούλησε όσα είχε και δεν είχε, και με εράνους που έκανε μάζεψε χρήματα και πήγε, τους αγόρασε και τους ελευθέρωσε. Αλλά έμεινε το παιδί μιας χήρας σκλαβωμένο. Χρήματα άλλα δεν υπήρχαν. Πηγαίνει ο δεσπότης στο αφεντικό του και παρακαλεί να πάρει εκείνον για σκλάβο και να ελευθερώσει το παιδί, πράγμα που έγινε.
Αλλού πάλι λέγει. «Και να αγαπάς τα πτωχά παιδιά καλύτερα από τα δικά σου· ει δε και να ζητείς πώς να δίνεις του παιδιού σου να τρώγει και να πίνει καλά, να έχει εύμορφα φορέματα, και δι’ εκείνο το πτωχό να μη σε μέλει, αύριο βλέπεις το παιδί σου αποθαμένο και καίγεται η καρδιά σου».
Αλλού πάλι λέγει ότι· «Χρέος έχουν εκείνοι που σπουδάζουν να μη θέλουν να τρέχουν στις αυλές των μεγάλων και σε αρχοντικά για να αποκτήσουν πλούτο και αξιώματα, αλλά να διδάσκουν το λαό που βρίσκεται μέσα στην απαιδευσία και τη βαρβαρότητα, για να αποκτήσουν έτσι μισθόν ουράνιον και δόξαν αμάραντον».
Αλλού πάλι, αναφερόμενος στο ίδιο θέμα, λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα· «Και να έχετε αγάπην ο ένας τον άλλον, πλούσιοι και πτωχοί. Και εις ξένην κρίσιν να μη κριθείτε· και προδοθείτε εις κρίσεις Τούρκων· ότι δώδεκα χρόνους να μείνει ακοινώνητος ο προδότης. Και αν σου πταίσει ο αδελφός σου ή άλλος χριστιανός πήγαινέ τον στον δεσπότην και μην τον πηγαίνεις εις κρίσιν των Τούρκων, ότι μεγάλην αμαρτίαν έχεις και θέλεις κολασθεί αιώνια».
Τι εννοεί μ’ αυτές τις παραινέσεις ο άγιος Κοσμάς, το αντιλαμβανόμαστε εάν διαβάσουμε αυτά που λέγει ο απόστολος Παύλος στο 6ο κεφ. της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής του. Αναφερόμενος ο Παύλος σ’ ένα φαινόμενο που παρουσιάσθηκε στην Εκκλησία της Κορίνθου, κατά το οποίο οι χριστιανοί για να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές, προσέφευγαν σε κοσμικά δικαστήρια γράφει τα εξής. «Πως τολμάτε να πηγαίνετε να σας κρίνουν οι άδικοι ειδωλολάτρες; Όσοι δεν έχουν τη χάρη του Θεού, την αγιότητα, όσο καλοί κι αν είναι, είναι άδικοι. Δεν ξέρετε ότι με κριτήριο εμάς ο Θεός θα κρίνει τον κόσμο; Εμείς δηλαδή με την πίστη μας και τη ζωή μας θα κρίνουμε τους απίστους. Και τώρα δέχεστε να σας δικάζουν αυτοί με κοσμικά πράγματα; Αδιάφορο ποιος έχει δίκαιο ή ποιος έχει άδικο, είναι αμαρτία να πάτε στο δικαστήριο. Ο μεν γιατί δεν υποφέρει την αδικία, ο δε άλλος, το φοβερώτερο, γιατί αδικεί».
Ο ι. Χρυσόστομος πάνω σ’ αυτό λέγει, ότι στην πραγματικότητα, εάν δούμε το θέμα με πνευματικά κριτήρια, δεν υπάρχουν αδικούμενοι και αδικούντες. Πολλοί είναι οι αδικούντες σ’ αυτόν τον κόσμο ουδείς όμως ο αδικούμενος. Αφού η αδικία που γίνεται εις βάρος μας έχει ως αποτέλεσμα να κερδίσουμε τον παράδεισο, δεν είναι πράγματι αδικία αλλά ευεργεσία. Και «τον εαυτόν μη αδικούντα, ουδείς παραβλάψαι δύναται». Και ο απόστολος Παύλος λέγει στη συνέχεια του κειμένου της Α΄ Κορινθίους· «Και γιατί δεν προτιμάτε να αδικηθείτε, να χάσετε το δίκαιό σας, παρά να φθάσετε στο κατάντημα να σέρνεστε στα δικαστήρια;».
Ας προσέξουμε αυτά τα θεόπνευστα λόγια του αποστόλου. Όποτε βρεθούμε σε διαφορές Χριστιανών, παρατηρούμε το πάθος που έχουν οι Χριστιανοί να τονίζουν, ότι το δίκαιο είναι με το μέρος τους, και νομίζουν έτσι ότι είναι δικαιωμένοι, ότι δεν αμαρτάνουν, εάν επιμένουν να βρουν το δίκαιό τους. Έρχεται όμως η Γραφή και υπενθυμίζει· «Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος». Και η παράδοση της Εκκλησίας μας διακηρύττει δια στόματος των αγίων της· «Όσο πιο πνευματικός και άγιος θέλεις να είσαι, να ξέρεις ότι τόσο λιγώτερα δικαιώματα θα έχεις στη ζωή».
Τις θεόσοφες αυτές διδαχές της Γραφής, των αγίων της Εκκλησίας μας και μάλιστα του Κοσμά του Αιτωλού για το θέμα μας, που είναι ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα στην πνευματική ζωή είναι να ενδιαφερόμαστε για τους άλλους και όχι για τον εαυτό μας, θα τις κλείσουμε με σκέψεις του αειμνήστου πατρός Παϊσίου του Αγιορείτου που έχουν ως εξής.
«Παλιά οι άνθρωποι μπόλιαζαν άγρια δένδρα στο μονοπάτι, για να τρώνε οι ερχόμενες γενιές και να συγχωρούν τα πεθαμένα τους. Σήμερα όλοι κοιτάζουν να βολευτούν προσωπικά και τελικά δεν βολεύεται κανείς. Επειδή δεν υπάρχει το ενδιαφέρον για τον άλλον, σκοτώνουμε τον εαυτό μας. Ο εγωισμός είναι ο φοβερώτερος εχθρός μας. Πότε θα καταλάβουμε, ότι η μεγαλύτερη χαρά είναι η διακονία και να συγχωρούμε το σφάλμα του άλλου; Αυτός, που δέχεται κάποια ευεργεσία, νιώθει την ανθρώπινη χαρά· ενώ αυτός, που την προσφέρει, νιώθει την θεϊκή χαρά». Αμήν.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ