«Νῦν ζητεῖτε μὲ ἀποκτείναι ἄνθρωπον ὃς τὴν ἀλήθειαν ὑμὶν λελάληκα, ἣν ἤκουσα παρὰ τοῦ Θεοῦ»(Ἰω.8,40) λέγει ὁ Χριστὸς στοὺς Ἰουδαίους. Καὶ ἀπὸ τὸ χωρίο αὐτὸ φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸςἔγινε μισητὸς καὶ ἐν τέλει σταυρώθηκε διότι κήρυξε τὴν ἀλήθεια.«Ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγένημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἶνα μαρτυρήσω τὴ ἀληθεῖα. Πᾶς ὁ ὧν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς»(Ἰω.18,37)? εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πιλᾶτο ὅταν τὸν ἀνέκρινε καὶ ζητοῦσε νὰ μάθει γιατί θέλουν νὰ τὸν θανατώσουν οἱ συμπατριῶτες Του. Δηλαδὴ θέλουν νὰ μὲ σταυρώσουν γιατί ἀγαποῦν τὸ ψεῦδος καὶ μισοῦν τὴν ἀλήθεια.
Τὸ ἴδιο καὶ οἱ ἅγιοι μάρτυρες μαρτύρησαν διότι πιστεῦσαν καὶ κηρύξανε τὴν ἀλήθεια. Λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος? «Μάρτυρα δὲ λέγω νῦν, οὐ μόνον τὸν διὰ παθῶν τελειούμενον, ἀλλὰ καὶ τὸν τῷ λόγῳ μαρτυροῦντα τῆς χάριτος. Πᾶς γὰρ κῆρυξ ἀληθείας μάρτυς ἐστὶ Θεοῦ.Διὸ περὶ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ λέγει τὸ εὐαγγέλιον? ‘Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης τὴ ἀληθεῖα λέγων, ὅτι οὖτος ἔστιν ὁ Χριστός’. Μαρτυρεῖ δὲ οὐ τὸ πάσχειν, ἀλλὰ τῷ βοᾶν»(Ε.Π.Ε.36,245). Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει κανεὶς μάρτυρας, εἴτε λόγου εἴτε θυσίας, ἐὰν δὲν ἔχει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ποὺ εἶναι«πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἔθεσε ἀπαραίτητο ὄρο στοὺς μαθητές του νὰ μὴ ἐξέλθουν γιὰ τὴ διακονία τοῦ κηρύγματος πρὶν λάβουν Πνεῦμα Ἅγιο. «Ὑμεῖς δὲ μείνατε ἐν τὴ πόλει Ἱερουσαλὴμ ἕως ἂν ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους»(Λκ24 ,29).
Συνεπῶς ὀρθοδοξία καὶ μαρτύριο πρέπει νὰ εἶναι ἀλληλένδετα. Ὁ Κύριος δὲν δέχεται μαρτυρία κηρύγματος ἢ θυσία ζωῆς, ἐὰν δὲν ὑπάρχει ὀρθόδοξη πίστη ἢ ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Οὔτε δέχεται συνύπαρξη ἀλήθειας καὶ ψεύδους, ὀρθοδοξίας καὶ εἰδωλολατρείας ἢ ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως. Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ ἐπεισόδιο κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ Παῦλος δὲν δέχθηκε, τὴν διαφήμιση θὰ λέγαμε, ποὺ τοῦ ἔκανε ἕνα μέντιουμ λέγοντας? «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, καὶ σᾶς ἀναγγέλλουν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας»(Πράξ.16,17). Γεμάτος ὀργή, διέταξε τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴ γυναῖκα ποὺ τὸν διαφήμιζε, καὶ μάλιστα ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν ἀκράδαντη ἡ πίστη του, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἤθελε ἐπ’ οὐδενὶ νὰ τὸν κηρύττουν ἢ νὰ τὸν ὑποστηρίζουν δαίμονες ἢ ὑποχείρια τῶν δαιμόνων. Δὲν δέχεται ὑποστήριξη τῆς ἀληθείας ἀπὸ τὸ ψεῦδος. Ὁ Χριστὸς οὔτε κὰν ἐνδιαφέρεται νὰ διαφωτίσει τὸν διάβολο περὶ τῆς θεότητάς του. Αὐτὸ φαίνεται ξεκάθαρα στοὺς πειρασμοὺς τοῦ Χριστοῦ στὴν ἔρημο, ποὺ ὁ Χριστὸς ἀποστομώνει μὲν τὸν διάβολο δὲν ἀπαντᾷ ὅμως στὴν ἐρώτησή του ἐὰν εἶναι υἱὸς Θεοῦ.
Καὶ στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ποὺ μιλᾷ ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἅγιο Ἀντίπα, λέγει γεμάτος τρυφερότητα? «ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός»(Ἀποκ.2,13). Εἶναι σὰν νὰ λέγειεἶναι μάρτυρας, ἔχυσε τὸ αἷμα του, μένοντας πιστὸς σὲ μένα καὶ στὴν ἀλήθεια ποὺ ἀπεκάλυψα. Καὶ στὸν ἐπίσκοπό της Ἐκκλησίας τῆς Περγάμου λέγει, ἐπαινώντας τὸν, ὅτι ἂν καὶ κατοικεῖ ἐκεῖ ὅπου εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Σατανᾶ, δηλαδὴ ἡ ἕδρα τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ὅλωντῶν κακῶν ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτήν, ἐν τούτοις δὲν φοβήθηκε, δὲν ἐπηρεάσθηκε, δὲν ὑπέστειλε τὴ σημαία τοῦ ἀγῶνα, δὲν συνεργάσθηκε μὲ τὶς δυνάμεις τοῦ σκότουςδῆθεν γιὰ κοινωνικοὺς λόγους ἢ γιὰ ἄλλους λόγους σκοπιμότητας. Ἀλλὰ κρατᾷ ἀνόθευτο τὸ δόγμα καὶ δὲν ἀρνήθηκε τὴν πίστη πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ μάλιστα σὲ μέρες ποὺ μαινόταν ὁ διωγμὸς καὶ θῦμα τοῦ διωγμοῦ αὐτοῦ ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Ἀντίπας. Κι ἐνῷ τὸν ἐπαινεῖ συγχρόνως τὸν μαλώνει, γιατί ἀνέχθηκε κάπως, τοὺς Νικολαϊτες.Αἱρετικοὺς οἱ ὁποῖοι δεχόταν ὅτι ἡ ἀσυδοσίασὲ θέματα ἠθικῆς ἦταν ἐπιτρεπτὴ ἢ καὶ ἐπιβεβλημένη.
Οἱ αἱρετικοὶ «μόνον τοῦ ὀνόματος κοινωνοὶ εἶναι»? γράφει ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς. Δηλαδὴ λένε ὅτι εἶναι χριστιανοί. Πεθαίνουν «ἁμαρτύρως…κὰν δημόσια κολάζονται? οὐ γὰρ τὸν χαρακτῆρα σώζουσι τοῦ μαρτυρίουτοῦ πιστοῦ, τὸν ὄντως Θεὸν μὴ γνωρίσαντες, θανάτω δὲ ἑαυτὸν ἐπιδιδόασι κενῶ…»(ΒΕΠΕΣ8,56.57). Καὶ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος στὸ Πανάριόν του –σύγγραμμα ποὺ ἀντιμετωπίζει ὅλες τὶς αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς του- γράφει ὅτι ὁ θάνατος τῶν αἱρετικῶν ὡς ματαῖα θυσία παραμένει«ἄμισθος»(PG41,313Δ). Οἱ ὀπαδοὶ τοῦ αἱρεσιάρχου Μαρκίωνος ἰσχυριζόταν ὅτι ἔχουν πολλοὺς μάρτυρες καὶ τὸ θεωροῦσαν αὐτὸ τεκμήριο τοῦ προφητικοῦ πνεύματος ποὺ ἰσχυριζόταν ὅτι κατέχουν(ΒΕΠΕΣ19,335). Κι ὅμως ὁ ἅγιος Πολύκαρπος ὀνόμασε τὸν Μαρκίωνα «πρωτότοκό του Σατανᾶ»(ΒΕΠΕΣ5,144).
Οὔτε στὴν ταφὴ δεχόταν ἡ Ἐκκλησία νὰ ταφοῦν ὀρθόδοξοι μὲ αἱρετικούς. Ἂν αὐτὸ γινόταν, λόγω λάθους ἢ βιασύνης, φροντίζανε νὰ κάνουν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τῶν ὀρθοδόξων. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σὲ κήρυγμά του ποὺ ἔκανε στὸ ναὸ τῆς Ρωμανησίας, κοντὰ σὲ τάφους μαρτύρων, ἐπαινεῖ τὸν ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Φλαβιανὸ ποὺ μερίμνησε, λείψανα μαρτύρων ποὺ ἦταν θαμμένα μαζὶ μὲ λείψανα αἱρετικῶν νὰ χωρισθοῦν καὶ νὰ ταφοῦν χωριστά. Εἶπε χαρακτηριστικά? «ἀπαλλάχτηκαν τὰ πρόβατα ἀπὸ τοὺς λύκους, οἱ ζῶντες ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Μείνανε οἱ μαργαρῖτες τῆς πίστεώς μας μόνοι τους, ἀνέπαφοι ἀπὸ τὴ δυσωδία τῶν αἱρετικῶν λειψάνων. Ὁ λαὸς τώρα δὲν ὑποφέρει ὅταν πηγαίνει νὰ προσκυνήσει τοὺς τάφους τῶν μαρτύρων»(Ε.Π.Ε.36,201-203).
Ο ΛΔ΄ κανόνας τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου ἀναθεματίζει αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ αὐτοὺς ποὺ τιμοῦν ψευδομάρτυρες. Δηλαδὴ αἱρετικοὺς ποὺ μαρτύρησαν.
Στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀναφέρεται, ὅτι μερικοὶ ἐκμεταλλευόμενοι τὴν φυλάκισή του, βρῆκαν τὴν εὐκαιρία καὶ κηρύττουν μὲ ζῆλο τὸ εὐαγγέλιο ὄχι ὅμως ἀπὸ ἁγνὸ σκοπό, ἀλλὰ ἀπὸ φθόνο καὶ ἐχθρικὴ διάθεση πρὸς αὐτόν, ἐπιθυμώντας νὰ τὸν ὑποσκελίσουν καὶ νὰ ἐπικρατήσουν αὐτοί. Καὶ ἐνῷ ὁ Παῦλος χαίρει, διότι «παντὶ τρόπω εἴτε προφάσει εἴτε ἀληθεῖα, Χριστὸς καταγγέλλεται»(Φιλιπ.1,18), ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐρμηνεύοντας τὸ σημεῖο αὐτὸ λέγει, ὅτι μετὰ τὴν συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ Παύλου καὶ τῶν ψευδαδέλφων, αὐτοὶ μὲν θὰ κερδίσουν τὴν κόλαση ὡς ἀμοιβὴ τῶν κόπων τους, ὁ δὲ Παῦλος ὄχι μόνο θὰ κερδίσει τὸν παράδεισο ἀλλὰ θὰ ἀμειφθεῖ καὶ γιὰ τοὺς κόπους τῶν ψευδαδέλφων! Πόσο δίκαια ἡ λογική του Θεοῦ! Ἀμείβει ὄχι κατὰ τὰ ἔργα καὶ κατὰ τὸ φαινόμενο ἀλλὰ κατὰ τὴν πρόθεση καὶ τὸ κρυπτόμενο. Ἐὰν τώρα οἱ ὀρθόδοξοι ψευδάδελφοι τιμωροῦνται τόσο σκληρὰ ἀπὸ τὸ Θεό, οἱ αἱρετικοὶ μάρτυρες οἱ ὁποῖοι πέθαναν μαρτυρικά, κηρύττοντας ὅμως τὴν αἵρεση ἢ στὴν καλύτερη περίπτωση δεχόμενοι τὸν συγκρητισμό, δηλαδὴ τὴν μείξη καὶ παραδοχὴ ὅλων τῶν θρησκευτικῶν καὶ φιλοσοφικῶν δοξασιῶνχωρὶς νὰ δέχονται τὸ ἀπόλυτό της Ὀρθοδοξίας, πόσο πιὸ σκληρὰ θὰ κριθοῦν;
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ