Η αγία Μαρίνα γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Πισιδίας το 270 μ. Χ. Η Αντιόχεια της Πισιδίας ήταν αρχαία πόλη στη Μ. Ασία, κοντά στο Ικόνιο. Την Αντιόχεια της Πισιδίας επισκέφθηκε ο απόστολος Παύλος μαζί με τον απόστολο Βαρνάβα στην πρώτη περιοδεία τους και κήρυξαν το ευαγγέλιο με μεγάλη επιτυχία. Είχαν επιθυμία να το ακούσουν όχι μόνο οι Ιουδαίοι αλλά και οι εθνικοί της πόλεως.
Ο πατέρας της Αιδέσιος και η μητέρας της ήταν ειδωλολάτρες. Ο πατέρας της μάλιστα ήταν και ιερεύς των ειδώλων. Η μητέρα της πέθανε λίγες μέρες μετά την γέννησή της και έτσι η Μαρίνα έμεινε ορφανή. Το φαινόμενο της ορφάνιας εμφανίζεται πολύ συχνά στη ζωή των ανθρώπων και μας κάνει να σκεπτόμαστε τι θα γίνουν τα ορφανά χωρίς τον ένα ή τους δύο γονείς. Πως θα μεγαλώσουν και πως θα προκόψουν; Κι όμως η ιστορία μας αποκαλύπτει ότι ο Θεός για όλους προνοεί και για όλους φροντίζει και ιδιαίτερα για τα ορφανά. Η ορφάνια τους δεν θα επηρεάσει καθόλου την εξέλιξή τους, αν και αυτά προσέξουν και αγωνισθούν.
Ο άγιος Χρυσόστομος έμεινε ορφανός λίγους μήνες μετά τη γέννηση του από πατέρα. Τον μεγάλωσε η μητέρα του και ανεδείχθη με την βοήθεια του Θεού ο μεγάλος άγιος της Εκκλησίας μας.
Ο Μ. Βασίλειος κι αυτός έμεινε ορφανός σε ηλικία 15 ετών από πατέρα.
Χαρακτηριστική περίπτωση ορφάνιας πολύπλευρης υπήρξε ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης.Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 930 από γονείς ευσεβείς, οι οποίοι πέθαναν ο μεν πατέρας πριν γεννηθεί, η δε μητέρα λίγο μετά τη γέννηση, αφού πρόλαβε να τον βαπτίσει δίνοντας του το όνομα Αβραάμιος. Το ορφανό το ανάλαβε μία φίλη της μητέρας του, που ήταν μοναχή. Κι αυτή όμως πέθανε, όταν ο Αθανάσιος έγινε επτά ετών. Έτσι ο Αθανάσιος παρέμεινε πεντάρφανος. Ο Θεός όμως κανένα δεν χάνει και το πνευματικό κενό πάντοτε το αναπληρώνει. Στην Τραπεζούντα έφθασε ένας κρατικός υπάλληλος υπεύθυνος δια την είσπραξη φόρων, ο οποίος, όταν γνώρισε τον μικρό Αβραάμιο, τον αγάπησε και τον πήρε μαζί του στην Κων/πολη και κει του παρείχε όλα τα απαραίτητα για τη ζωή του αλλά και για τη μόρφωσή του. Εκεί στην Κων/πολη τον γνώρισε ένας στρατηγός, που η γυναίκα του υιού του ήταν συγγενής με τον Αβραάμιο, και τον πήρε έτσι οριστικά αυτός στο σπίτι του και έγινε έκτοτε ο κηδεμόνας του.
Έτσι και η ορφάνια της αγίας Μαρίνας όχι μόνο δεν την έβλαψε, αλλά και συνετέλεσε στο να γίνει χριστιανή. Ο πατέρας της την έδωσε σε μια γυναίκα για να τη μεγαλώσει, η γυναίκα αυτή ήταν χριστιανή και έτσι η Μαρίνα έγινε χριστιανή.
Όταν έγινε δέκα πέντε χρονών η αγία Μαρίνα αποκάλυψε στον πατέρα της ότι είναι χριστιανή και εκείνος ταράχθηκε, ως ήταν φυσικό. Ιερέας των ειδώλων και το παιδί του να ασπάζεται άλλη θρησκεία ήταν κάτι που τον στεναχώρησε, αλλά και τον εξόργισε. Αμέσως την κατήγγειλε στον έπαρχο Ολύβριο, ο οποίος στην αρχή προσπάθησε με θέλγητρα να την αποσπάσει από τον Χριστό. Λέγει ο Μ. Βασίλειος ότι ο Διάβολος πρώτα προσπαθεί να μας φέρει κοντά του με τα θέλγητρα και ύστερα με τα φόβητρα. Ο Αδάμ και η Εύα έπεσαν, όχι γιατί τους βασάνισε ο Διάβολος, αλλά γιατί τους δελέασε με την υπόσχεση ότι θα γίνουν θεοί, αν δεν υπακούσουν στο Θεό. Και ότι δεν χρειάζονται τον Θεό για να φθάσουν στην τελείωση, αλλά μπορούν μόνοι τους να την πετύχουν. Λοιπόν ο Ολύβριος προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να την δελεάσει, αλλά δεν το κατόρθωσε. Έτσι άρχισε τα βασανιστήρια. Την μαστίγωσε σκληρά και αλύπητα. Το μαστίγιο όργωσε το κορμί της και το αίμα της χύθηκε ποτάμι. Έτσι καταματωμένη και καταπληγωμένη την πέταξε στην φυλακή νηστική και εξαθλιωμένη, χωρίς καμμιά φροντίδα και περιποίηση. Η αγία Μαρίνα άρχισε να υμνεί τον Χριστό, όπως ο Παύλος και ο Σίλας στη φυλακή των Φιλίππων. Και η φυλακή έγινε παράδεισος! Έτσι την άλλη μέρα την βρήκαν οι διώκτες της να φέρει μεν «τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί της» (Γαλ. 6,17), αλλά αυτή να είναι χαρούμενη, ειρηνική σαν να μη συνέβη τίποτε. Αυτή είναι η χάρη που δίδει ο Χριστός. Δεν αίρει πάντοτε τις δυσκολίες, αλλά μας δίδει μέσω αυτών την χαρά, την ειρήνη, την άνεση. Είναι το παράλογο μεν, αληθινό δε του χριστιανισμού.
Ο Ολύμβριος την άλλη μέρα ενώ περίμενε να την δει με σπασμένο το ηθικό και χωρίς ψυχικές αντιστάσεις, την είδε αποφασισμένη, θαρραλέα και άκαμπτη να ομολογεί και πάλι την πίστη της στον Χριστό. Διέταξε συνέχιση των βασανισμών. Είπε να πάρουν σιδερένια νύχια και να ξύνουν το σώμα της. Να προσθέσουν πληγές στις πληγές, πόνο στον πόνο, και αίμα στο αίμα. Και, αν τολμά, ας συνεχίσει την μαρτυρική της πορεία με άλλα βασανιστήρια. Στο τέλος την οδήγησαν πάλι στη φυλακή. Εκεί η αγία Μαρία προσευχήθηκε με πιο μεγάλη ένταση. Πονούσε το κορμί της, χυνόταν το αίμα της, είχε ρημάξει όλο της το είναι από τους βασανισμούς, αλλά αυτή, αντί να απελπιστεί, ζητούσε με πόνο και ένταση την βοήθεια του Χριστού. Και ο Χριστός ήλθε, την ασπάσθηκε και την έκανε θαυματουργικά καλά όλο της το σώμα. Όλες οι πληγές της θεραπεύθηκαν. Την είδε ο Ολύβριος την άλλη μέρα και απελπίστηκε. Συγχρόνως όμως φοβήθηκε ότι κινδυνεύει να χάσει το παιχνίδι και αντί να φέρει την Μαρίνα στην ειδωλολατρία, να γίνουν οι ειδωλολάτρες χριστιανοί, βλέποντας τα θαυμάσια του Θεού στο μαρτύριό της. Γι' αυτό διέταξε να την αποκεφαλίσουν και έτσι να απαλλαχθεί από την παρουσία της. Να η αδυναμία του κακού, να η αδυναμία του Διαβόλου και των ανθρώπων του.
Και τίθεται το θέμα· ένα κορίτσι δεκαπέντε ετών πώς άντεξε όλα αυτά τα βασανιστήρια; Και όχι μόνο η αγία Μαρίνα αλλά και άλλοι άγιοι και μάλιστα μικρότεροί της. Ο άγιος Κήρυκος μαρτύρησε ενώ ήταν νήπιο τριών ετών, και άλλοι άγιοι παρομοίως. Λοιπόν πως άντεξαν; Με τη χάρη του Θεού. Στα μαρτύρια των αγίων δεν φαίνεται η δύναμη των αγίων αλλά η δύναμη του Θεού. Όπως όταν λέγει ο Κύριος ότι, «όταν θα σας οδηγήσουν επί βασιλείς και ηγεμόνες, μη σκέπτεσθε τι θα απολογηθείτε, διότι εγώ θα σας δώσω σοφία, που θα τους κατατροπώσετε» (Λουκ. 21,12-15), έτσι θα συμβεί και με το μαρτύριο. Ο Κύριος θα μας δώσει δύναμη και θα αντιμετωπίσουμε το οποιοδήποτε μαρτύριο, όχι με δικά μας εφόδια, αλλά με τη δύναμη και τη χάρη του Κυρίου. Αρκεί καθημερινά να αγωνιζόμαστε να βιώνουμε το ευαγγέλιο και με ευχαρίστηση και χαρά να υπακούμε στις εντολές του Κυρίου μας.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ