Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος, ὁ Θεοφόρος, ἀνήκει στοὺς λεγομένους ἀποστολικοὺς πατέρες, δηλαδή, στοὺς πατέρες ποὺ γνώρισαν καὶ διαδέχθηκαν τοὺς ἀποστόλους τοῦ Κυρίου μας. Συνεπῶς ἔδρασαν τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ πρώτου αἰῶνα μ.Χ. καὶ τὶς μετέπειτα τοῦ δευτέρου αἰῶνα μ.Χ.
Τὸ ὄνομά του εἶναι λατινογενὲς-ἀπὸ τὸignis ποὺ σημαίνει πῦρ- καὶ συνεπῶς θὰ μπορούσαμε νὰ τὸν ὀνομάσουμε Πυρφόρο, ποὺ ταιριάζει ἀπόλυτα μὲ τὸν χαρακτῆρα του, ἀφοῦ ἡ φωτιὰ ποὺ ἔκαιγε μέσα τοῦ γιὰ τὸν Κύριό μας ἦταν ἄνευ προηγουμένου. Ἐπίσης ἐπονομάσθηκε καὶΘεοφόρος, προφανῶς γιὰ τὸν ζῆλο ποὺ ὑπηρέτησε τὸν Κύριο καὶ γιὰ τὸν ἔρωτα ποὺ εἶχε νὰ βρίσκεται συνεχῶς ἑνωμένος μ’ αὐτόν.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὑπῆρξεἐπίσκοπος Ἀντιοχείαςκαὶ μάλιστα, ὅπως αὐτοχαρακτηρίζεται ὁ ἴδιος στὶς ἐπιστολές του, ἐπίσκοπος Συρίας(Ρώμ. 2,2). Ἀπὸ αὐτὸ φαίνεται ὅτι ἡ δικαιοδοσία τοῦ ὑπῆρξε εὐρεῖα καὶ δὲν περιοριζόταν μόνο στὴν περιοχὴ τῆς Ἀντιοχείας.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὑπῆρξε καὶ ἱερομάρτυρας.
Μαρτύρησε γύρω στὸ113, κατὰ τὸ Ἀντιοχειανὸ Μαρτυρολόγιο, ὅταν αὐτοκράτωρ στὴ Ρώμη ἦταν ὁ Τραϊανός. Ἐὰν δὲν μαρτυροῦσε καὶ πέθαινε εἰρηνικὰ σὰν ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, θὰ ἦταν ἄγνωστος καὶ ἄσημος. Οὔτε κὰν θὰ τὸν τιμούσαμε σὰν ἅγιο. Θὰ γνωρίζαμε μόνο τὸ ὄνομά του ἀπὸ τοὺς ξηροὺς ἐπισκοπικοὺς καταλόγους τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας. Οὔτε οἱ περίφημες, γιὰ τὸ θεολογικὸ περιεχόμενό τους, ἐπιστολὲς πρὸς Ἐφεσίους, Μαγνησιεῖς, Τραλλιανούς, Φιλαδελφεῖς, Σμυρναίους, Ρωμαίους, καὶ πρὸς Πολύκαρπον, ποὺ ἔγραψε κατὰ τὸν καιρὸ τῆς συλλήψεώς του θὰ ἦταν γνωστές· καὶ συνεπῶς ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ ἦταν πιὸ φτωχή. Πόσο μεγάλη ἡ εὐλογία τοῦ μαρτυρικοῦ του τέλους καὶ γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὁλόκληρη!
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος δικάσθηκε στὴν Ἀντιόχεια καὶ καταδικάσθηκε νὰ φαγωθεῖ ἀπὸ τὰ λιοντάρια μέσα στὸ ἀμφιθέατρο τῆς Ρώμης. Οἱ Ρωμαῖοι, προφανῶς θέλανε νὰ τρομοκρατήσουν τοὺς λαοὺς τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἑλλάδας, ποὺ πρόθυμα δεχόταν τὸν χριστιανισμό, καὶ γι’ αὐτὸ διοργανῶσαν τὴν πανηγυρικὴ μεταγωγή του στὴ Ρώμη-συνοδεία στρατιωτῶν καὶ ἄλλων συλληφθέντων- μὲ πολύμηνη πορεία στὴν Μ. Ἀσία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Τὸ μήνυμα ἦταν προφανές· προσέξτε δὲν ἀστειευόμαστε ἡ τιμωρία σας θὰ εἶναι παραδειγματική, σκληρή, καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸντόπο σας. Κι ὅμως τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ τῶν Ρωμαίων ἔγινεboomerang καὶ στράφηκε ἐναντίον τους. Τὸ θάρρος τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, ἡ αὐτοθυσία του, ὁ πόθος γιὰ μαρτύριο, οἱ ἐπιστολὲς ποὺ ἔγραψε καὶ μάλιστα ἡ πρὸς Ρωμαίους-ὅπου παρακαλεῖ τοὺς χριστιανοὺς τῆς Ρώμης, ποὺ εἶχαν ἀρχίσει νὰ κάνουν ἐνέργειες γιὰ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν, νὰ μὴ τοῦ κάνουν τὸ κακὸ καὶ δὲν τὸν ἀφήσουν νὰ πεθάνει ὡς μάρτυρας- συντελέσαν νὰ ἀναζωογονηθεῖ τὸ φρόνημα τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ καταισχυνθοῦν οἱ εἰδωλολάτρες.
Ἂς ἀφήσουμε ὅμως, τὸν Ἀντιοχειανὸ ἅγιο Χρυσόστομο, νὰ μᾶς περιγράψει μὲ τὴ χρυσὴ τοῦ γλῶσσα τὴν ἐξέλιξη τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, ὅπως παρουσιάζεται σὲ σχετικὴ ὁμιλία του. «Διωγμὸς μέγας ξέσπασε. Αὐτοὺς ποὺ ἔπρεπε νὰ ἐπαινοῦν, γιατί ἀφῆσαν τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων, τὶς ἀνθρωποθυσίες, τὴν ἀνηθικότητα, αὐτοὺς κυνηγοῦσαν. Καὶ εἰδικώτερα κυνηγοῦσαν τοὺς ποιμένες. Πίστευαν ὅτι ἂν τοὺς ἐξοντώσουν θὰ ἐξοντωθοῦν καὶ τὰ ποίμνια. Δὲν γνώριζαν ὅτι ὁ Θεὸς διοικεῖ τὴν Ἐκκλησία. Δὲν τοὺς ἔσφαζε ὁ διάβολος στὶς πόλεις τοὺς ἀλλὰ ἐκτὸς ἕδρας, γιὰνὰ τοὺς ταλαιπωρήσει ἐπιπλέον καὶ γιὰ νὰ τοὺς σπάσει τὸ ἠθικό. Δὲν τοὺς ἄφηνε νὰ ἔχουν τὴ συμπαράσταση τοῦ ποιμνίου τους, οὔτε καὶ τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἐπευφημία. Κι ὅμως αὐτὸ τοὺς ἔκανε δυνατοὺς καὶ διάσημους. Δυνατούς, γιατί συνοδοιπόρο εἶχαν τὸν Χριστὸ καὶτὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες. Διάσημους, γιατί τοὺς γνώριζαν καὶ ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ γιατί γινόταν ἱεραπόστολοι παγκόσμιοι. Ὅταν ἔστελναν τὸν Παῦλο στὴ Ρώμη πίστευαν ὅτι τὸν ἐξόντωναν. Κι ὅμως στὴν πραγματικότητα ὁ Θεὸς τὸν ἔστελνε ἐκεῖ γιὰ νὰ τοὺς κατηχήσει. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο. Ἡ αὐτοθυσία του καὶ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἄφησαν ἔκπληκτους καὶ ἄφωνούς τους πάντες. Ὁ Ἰγνάτιος ἀνέτειλε ὡς ὁ ἥλιος στὴν ἀνατολὴ(Ἀντιόχεια) καὶ ἔδυσε στὴ δύση(Ρώμη). Μᾶλλον ἀνώτερος ἀπὸ ἥλιος, διότι δὲν ἔδινε φῶςαἰσθητὸ ἀλλὰ τὸ νοητὸ φῶς τῆς διδασκαλίας. Καὶ ὅταν «ἔδυσε» δὲν ᾖρθε νύχτα ἀλλὰ ὁλόλαμπρη πνευματικὴ ἡμέρα. Ὁ Πέτρος, ὁ Παῦλος, ὁ Ἰγνάτιος, θυσιάστηκαν στὴ Ρώμη γιὰ νὰ καθαρίσουν μὲ τὸ αἷμα τοὺς τὴ πόλη ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν εἰδώλων καὶ γιὰ ν’ ἀποδείξουν ἔμπρακτα τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ὅταν ζοῦσε ὁ Χριστὸς οἱ μαθητὲς τοῦ φοβόταν τὸν θάνατο· ὅταν ὅμως πέθανε δὲν τὸν φοβόταν ἀλλὰ ἀντίθετα ἐπιζητοῦσαν τὸ μαρτύριο. Ἡ θεία πρόνοια τὸν ἔφερε νὰ μαρτυρήσει στὸ μέσο του θεάτρου μπροστὰ σ’ ὅλη τὴ Ρώμη. Πέθανε ὄχι μόνο γενναία ἀλλὰ καὶ μὲ εὐχαρίστηση, διότι πήγαινε σὲ κάτι καλύτερο. Τέτοιοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἐρωτευμένοι. Ὅ,τι κι ἂν πάθουν ὑπὲρ ἐκείνων ποὺ ἀγαποῦν τὸ δέχονται μὲ ἡδονή. Ὁ Ἰγνάτιος μιμήθηκε τοὺς ἀποστόλους ὄχι μόνο στὴν προθυμία ἀλλὰκαὶ στὴ χαρὰ ποὺ νοιώθανε μετὰ τὰ μαρτύρια(Πράξ. 5,41). Ἡ Ρώμη δέχθηκε τὸ αἷμα του καὶ ἡ Ἀντιόχεια τὰ λείψανά του. Γύρισε τὸ ποσὸ μὲ τόκο στὸν κάτοχό του. Τὸν ἀποστείλατε ἐπίσκοπο καὶ τὸν δεχθήκατε ὡς μάρτυρα. Τὸν προπέμψατε μὲ εὐχὲς καὶ τὸν δεχθήκατε μὲστεφάνια. Ἃς ἐρχόμαστε καθημερινὰ ἐδῶ στὰ λείψανά του κι ὄχι μόνο στὴ γιορτή του. Ὅταν ἔχουμε λῦπες γιὰ νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτὲς κι ὅταν ἔχουμε χαρὲς γιὰ νὰ τὶς διατηρήσουμε. Ὄχι μόνο τὸ λείψανο τοῦ ἔχει χάρη ἀλλὰ καὶ ἡ λάρνακά του. Ἐὰν τὸ σῶμα τοῦ Ἐλισσαίου ἀνέστησε νεκρὸ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη(Δ΄ Βάσ. 13.21) πολὺ περισσότερο αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβεῖ στὸ καιρὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀφήνει τὰ λείψανα τῶν ἁγίων γιὰ ν’ ἀποκτήσουμε τὸ ζῆλο τους. Νὰ ἔχουμε λιμάνι γιὰ τὰ κακὰ πού μας συμβαίνουν. Ἃςπροτιμᾶμε ἀπὸ κάθε εὐχαρίστηση καὶ ἡδονὴ τὴν προσέλευση στὰ ἅγια λείψανα».
Ἀναφέραμε προηγουμένως, ὅτι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἂν δὲν μαρτυροῦσε θὰ πέθαινε ἄγνωστος καὶ ἄσημος. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὅμως τὸν ἐξυμνεῖ καὶ πρὶν γίνει μάρτυρας. Ἃς ἀκούσουμε τὸ σκεπτικό του.
Α΄ Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν ἀνέγκλητος, χωρὶς αὐθάδεια, ὀργή, μέθη, αἰσχροκέρδεια. Δὲν ἦταν πλήκτης, ἀλλὰ φιλόξενος, φιλάγαθος, σώφρων, δίκαιος, ὅσιος, ἐγκρατής, διδακτικός, ἀντιαιρετικός, ἀπολογητής, ἐπιεικὴς ἄμαχος. Ἀπὸ ποῦ τὸ ξέρουμε αὐτό; Ἀπὸτὶς ἀρετὲς ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ Παῦλος γιὰ νὰ ἔχουν οἱ ἐπίσκοποι(Ἅ΄ Τῖμ. 3,1-3 καὶ Τίτ. 1,7-9). Ἀναφέραμε ὅτι ὁ Ἰγνάτιος ἦταν ἀποστολικὸς πατέρας καὶ συνεπῶς τὸν χειροτόνησαν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ φυσικὸ ἦταν νὰ τηρήσουν τὶς προδιαγραφὲς ποὺ οἱ ἴδιοι ἔβαλαν(πρβλ. Ἅ΄Τῖμ.5,22 «χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις). Ὅταν χειροτονεῖς ἐπίσκοπο ἕνα ἀνάξιο, εἶναι σὰν νὰ δίδεις ἕνα ξίφος σ’ ἕνα παράφρονα. Ὅτι φόνους κάνει ἐκεῖνος, ὑπεύθυνος εἶναι αὐτὸς ποὺ τοῦ τὸ ἔδωσε.
Β΄Χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος σὲ καιρὸ διωγμῶν καὶ πολέμου ἀνηλεοῦς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης ἦταν ἡ περίοδος ποὺ οἱ χριστιανοὶ ἦταν νεόφυτοι στὴ πίστη καὶ γι’ αὐτὸ πλήρεις ἀτελειῶν καὶ χρειαζόταν οἱ ἀπόστολοι νὰ ἔχουν πολὺ ὑπομονὴ καὶ νὰ δείχνουν μεγάλη συγκατάβαση. Κι αὐτὸ τοὺς κούραζε περισσότερο ἀπὸ τοὺς διωγμούς. «Τὶς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τὶς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι(Β΄Κόρ.11,29); Πόσο θάρρος καὶ γενναιότητα ἀλλὰ καὶ ὑπομονὴ καὶ ὑποχωρητικότητα ἔπρεπε νὰ ἔχει ἕνας ἐπίσκοπος ἐκείνης τῆς περιόδου.
Γ΄ Ἀνέλαβετὴν διαποίμανση τῆς Ἀντιοχείας, μιᾶς ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες πόλεις τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας. Εἶχε, ὅπως ἀναφέρει ὁ Χρυσόστομος, 200.000 κατοίκους καὶ μαζὶ μὲ τοὺς δούλους, ὑπολογίζουν οἱ ἱστορικοί, ἔφθανε τὶς500.000. Πόσο ἱκανὸς καὶ ἅγιος ἐπίσκοπος χρειαζόταν γι’ αὐτὴ τὴ πόλη;
Δ΄Διαδέχθηκε τὸν ἀπόστολο Πέτρο, ποὺ κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, ἦταν ὁ πρῶτος ἐπίσκοπός της Ἀντιοχείας. Ὅταν βγάζεις ἕνα μεγάλο λίθο ἀπὸ τὰ θεμέλια ἐνὸς οἰκοδομήματος, φροντίζεις νὰ τὸν ἀντικαταστήσεις μὲ ἄλλον ἰσοδύναμο. Λοιπὸν ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν ἰσοδύναμος μὲ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, στὸν ὁποῖο-ὡς ἐκπρόσωπο ὅλων τῶν μαθητῶν- ὁ Θεὸς ἔδωσε τὰ κλειδιὰ τὴ βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Πόσο μέγας λοιπὸν ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος, ὁ Θεοφόρος, ὁ ἀποστολικὸς πατήρ, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ μάρτυρας!
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ