Ἐὰν μελετήσουμε τὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων καὶ μάλιστα τὰ κεφάλαια στ΄ καὶ ζ΄ βλέπουμε ἐκεῖ νὰ ζωγραφίζεται μὲ παραστατικότητα καὶ ἐνάργεια τὸ πνευματικὸ πορτρέτο τοῦ ἁγίου Στεφάνου. Ἃς δοῦμε τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς προσωπικότητάς του. Ὁ ἅγιος Στέφανος ἦταν·
Ἅ΄ ἄνδρας(6,5). Ἡ λέξη αὐτὴ δὲ δείχνει μόνο τὸ φῦλο του ἣ τὴν ἡλικία του, ἀλλά, δείχνει καὶ τὸ φρόνημά του. Δείχνει ὅτι ἦταν γενναῖος, ἀνδρεῖος, θαρραλέος, παλληκάρι, λεβέντης. Καὶ ὅτι ἦταν τέτοιος τὸ ἀποδεικνύουν ἡ παρρησία, τὸ θάρρος, ἡ ἀγωνιστικότητά του. Ὁ ἀπολογητικὸς λόγος τοῦ ἁγίου Στεφάνου μπροστὰ στὸ συνέδριο τῶν Ἰουδαίων ἀποδεικνύει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Ἡ ἀπολογία τοῦ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐλεγκτικὰ καὶ τολμηρὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ θυμίζει κείμενα τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Σ’ αὐτὸν τὸν ἀπολογητικὸ λόγο του ποὺ εἶναι ἀληθινὸς καταπέλτης, ὁ Στέφανος, χωρὶς πάθος, μῖσος, κακία, χωρὶς φανατισμὸ καὶ προκατάληψη, χτυπᾷ ἀμείλικτα, ὅπως ἄλλοτε καὶ ὁ Κύριος του, τὸν φαρισαϊσμό, τὴν ὑποκρισία, καὶ τὴν κακία τῆς ἄρχουσας καὶ καθεστηκυίας τάξεως. Ἀντικρούει μὲ ἁγιογραφικὰ καὶ λογικὰ ἐπιχειρήματα τὶς ψεύτικες καὶ συκοφαντικὲς κατηγορίες ἐναντίον του. Τοὺς καταγγέλλει δημόσια, στὸ λαό, ὅτι εἶναι «σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι τὴ καρδία», ὅτι πᾶνε κόντρα στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καὶ ὅτι εἶναι φονιάδες τῶν προφητῶν-ὅπως καὶ οἱ πρόγονοί τους- καὶ σταυρωτὲς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἦταν ὁ Μεσσίας καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Β΄ πλήρης πίστεως (6,5·8).Πίστευε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Μέσα στὴν καρδιά του δὲν ὑπῆρχε οὔτε ἐλάχιστος χῶρος γιὰ ὀλιγοπιστία. Πίστευε σ’ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός· «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τᾶς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμὴν(Μάτθ. 28,20). Πίστευε ἀκράδαντα καὶ ἀταλάντευτα καὶ διακήρυττε πρὸς κάθε κατεύθυνση τὴν πίστη του, ἀδιαφορώντας γιὰ τὶς συνέπειες, ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἦταν μαζί του. Ἡ ὁμιλία τοῦ πρὸς τὸ συνέδριο τῶν Ἰουδαίων, ὅπου κινδύνευε ὁλοφάνερα καὶ σίγουρα, ὅπως καὶ τὰ θαύματα ποὺ τελοῦσε δείχνουν τὸ μέγεθος τῆς πίστεώς του.
Γ΄ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου(6,5·7,55).Εἶχε Πνεῦμα Ἅγιο πρὶν τὴ χειροτονία του ἀπὸ τὸ βάπτισμα καὶ τὸ χρῖσμα καὶ πῆρε καὶ προσθήκη Ἁγίου Πνεύματος μετὰ τὴ χειροτονία του. Διότι, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἡ χειροτονία δὲν καθιστᾷ ἕναν ἐντελῶς ἀπνευμάτιστο πνευματικὸ καὶ χαρισματοῦχο, ἀλλὰ προσθέτει ἅγιο Πνεῦμα καὶ δίνει ἕνα εἰδικὸ χάρισμα ἀνάλογα μὲ τὸ ἔργο ποὺ ἐπιφορτίζεται ὁ χειροτονούμενος. Ἔτσι ὁ ἅγιος Στέφανος μετὰ τὴ χειροτονία τοῦ παρουσιάζεται νὰ κάνει θαύματα ἐνῷ πρίν, ἂν καὶ εἶχε Πνεῦμα Ἅγιο, δὲν ἔκανε. Καὶ ἐδῶ φαίνεται ὅτι δὲν ἀρκεῖ ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος γιὰ κάθε ἔργο ἐκκλησιαστικό, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἰδιαίτερη χειροτονία. Καὶ μάλιστα, ὅσο τὸ ἔργο εἶναι ὑψηλότερο τόσο χρειάζεται καὶ νέα χειροτονία. Χειροτονεῖται ὁ διάκονος, χειροτονεῖται ξανὰ ὁ ἱερεύς, χειροτονεῖται καὶ πάλι ὁ ἐπίσκοπος, γιὰνὰ ἐπαρκέσουν καὶ νὰ εἶναι ἱκανοὶ νὰ τελέσουν τὰ καθήκοντα τῆς διακονίας τους.
Πάντως ὁ μέλλων νὰ χειροτονηθεῖ πρέπει νὰ διατηρεῖ, μὲ δική του ἄσκηση νήψη καὶ βίωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἀπέκτησε ἀπὸ τὴ βάπτιση καὶ φυσικὰ νὰ τὸ ἐπαυξάνει ἀνάλογα μὲ τὴν προθυμία, τὴ σπουδὴ καὶ τὴ ζέση ποὺ ἐπιδεικνύει. Διότι φαίνεται ξεκάθαρα στὸ κείμενο τῶν Πράξεων, ὅτι ἐνῷ οἱ ἑπτὰ διάκονοι ἦταν πλήρεις «Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας»(6,3) καὶ ἐνῷ ἡ χειροτονία ἦταν ἡ ἴδια γιὰ ὅλους, ἐν τέλει κάποιος ἢ κάποιοι ἀποσποῦν περισσότερη χάρη. Ἔτσι μεταξὺ τῶν διακόνων ὑπῆρχε ὁ ἅγιος Στέφανος ποὺ προεξεῖχε στὴ χάρη καὶ στὰ χαρίσματα φυσικά. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴ χάρη τῶν μυστηρίων· ὅλοι βαπτίζονται, χρίονται, κοινωνοῦν, ἐξομολογοῦνται, ἀλλὰ ἡ χάρη ποὺ παίρνουν εἶναι διαφορετική· ἀνάλογα μὲ τὴ διάθεση, τὸ ζῆλο, τὴν προθυμία τὴν ἄσκηση, τὴ μετάνοια τοῦ καθενός. Εἰδικὰ στὴ θεία κοινωνία, ποὺ πολλὲς φορὲς σπρώχνονται καὶ μαλώνουν οἱ χριστιανοί μας ποιὸς νὰ κοινωνήσει πρῶτος, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι αὐτοὶποὺ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἡσυχία περιμένουν νὰ κοινωνήσουν τελευταῖοι, ἐπιδεικνύουν μεγαλύτερη ἀρετὴ καὶ παίρνουν περισσότερη χάρη.
Δ΄ εἶχε ἄφθονο καὶ ἀσυνήθιστο ζῆλο. Ἦταν ἀπὸ ἐκείνους τοὺς σπάνιους ἀνθρώπους, τοὺς πολυσχιδεῖς καὶ πληθωρικούς, ποὺ καταγίνονται μὲ πολλὰ καὶ τέλεια. Ἡ πολυμέρειά τους δὲν ἔχει ἀρνητικὴ ἐπίπτωση στὴν ποιότητα τῶν ἔργων τους, λόγω τοῦ χαρισματικοῦ χαρακτῆρος τους, τῶν πολλαπλῶν καὶ ἀσυνήθιστων ταλάντων τους, καὶ τοῦ θεϊκοῦ καὶ ὑπερφυσικοῦ τους ζήλου. Ἐνῷ χειροτονήθηκε νὰ διακονεῖτὸ φιλανθρωπικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ἐκεῖνος-χωρὶς νὰ τὸ ἐγκαταλείπει- ἐπέκτεινε τὴν δραστηριότητά του καὶ στὴν ἱεραποστολή, τὴν ἀπολογητική, τὴ διαλεκτικὴ μὲ τοὺς φανατικοὺς ἰουδαίζοντες. Τοῦ ἀνέθεσαν τὴν φροντίδα τῶν χηρῶν καὶ αὐτὸς καταγινόταν καὶ μὲ τὴ φροντίδα τῶν ψυχῶν. Τὶς πρῶτες τὶς ἔτρεφε μὲ τροφὴ ὑλικὴ τὶς δεύτερες μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἑτοίμαζε τραπέζι ὑλικὸ ἀλλὰ καὶ τραπέζι πνευματικό. Κι αὐτὸ ποὺ τὸ ἄφησαν οἱ ἀπόστολοι, γιὰ νὰ καταγίνονται μὲ τὴ προσευχὴ καὶ τὸ κήρυγμα ἐλεύθερα, τὸπῆρε ὁ ἅγιος Στέφανος καὶ ἀσχολήθηκε σὰν νὰ ἦταν τὸ κύριο τοῦ ἔργο. «Οὐ παύεται ρήματα βλάσφημα λαλῶν»(6,13) τὸν κατηγόρησαν οἱ συκοφάντες ἐχθροί του. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ συναξάρι τοῦ μηναίου τοῦ Δεκεμβρίου προτάσσει τὴν ἰδιότητα τοῦ ἀποστόλου καὶ μάρτυρος στὸν ἅγιο Στέφανο· «Τὴ27η τοῦ μηνὸς(Δεκεμβρίου), μνήμη τοῦ ἁγίου ἀποστόλου πρωτομάρτυρος, καὶ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ἑνὸς τῶν ἑπτὰ διακόνων».
Ἔ΄ δεινὸς συζητητὴς καὶ θεολόγος(6,10).Κονιορτοποιεῖ τὶς ἀπόψεις τους μὲ τὴ θεολογική του συγκρότηση ἀλλὰ καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος, σὲ ἀνύποπτο χρόνο, εἶχε πεῖ στοὺς μαθητές του ὅτι ὅταν ὁδηγηθοῦν ἐνώπιον βασιλέων καὶ ἡγεμόνων διὰ τὸ ὄνομά του νὰ μὴ ἔχουν ἄγχος καὶ ἀγωνία τί θὰ ποῦν. «Θέσθε ἐν ταὶς καρδίαις ὑμῶν μὴ προμελετᾶν ἀπολογηθήναι· ἐγὼ γὰρδώσω ὑμὶν στόμα καὶ σοφίαν, ἡ οὐ δυνήσονται ἀντειπεὶν οὐδὲ ἀντιστήναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμὶν(Λούκ. 21,15). Καὶ ἀλλοῦ λέγει· «Ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τᾶς συναγωγᾶς καὶ τᾶς ἀρχὰς καὶ τᾶς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πὼς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε· τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς(Λούκ.12, 11-12). Ἔτσι ὁ Στέφανος γεμάτος ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο καὶ ἔχοντας τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ τὴ γνώση τῆς Γραφῆς τοὺς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ ναὸς καὶ οἱ θυσίες ποὺ τελοῦνται σ’ αὐτὸν δὲν ὑπῆρχε ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ(2000 π. Χ) ἕωςκαὶ τὸν Δαυίδ. (1000 π. Χ). Ἡ θυσία, στὴν ὁμαδική-ἐθνική της μορφή, ἀρχίζει ἀπὸ τὸ μόσχο ποὺ κάνανε καὶ τὸν λατρεύσανε σὰν εἴδωλο στὸ Σινά. Συνεπῶς εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν εἰδωλολατρεία. Ἀκόμη κι ὅταν ὁ Θεὸς τοὺς ἐπέτρεψε τὶς θυσίες τὸ ἔκανε κατὰ παραχώρηση, ἐπειδὴ ἐπηρεαζότανε ἀπὸ τὴ λατρεία τῶν ἄλλων θρησκειῶν καὶ ζητοῦσαν παρόμοιους λατρευτικοὺς θεσμούς. Κι ἂν φύγουμε ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ ἁγίου Στεφάνου καὶ πᾶμε σὲ ἄλλα κείμενα τὴ Παλαιᾶς Διαθήκης, θὰ δοῦμε συνταρακτικὲς ἀποκαλύψεις γιὰ τὸ θέμα τῆς θυσίας. Ἔτσι στὸν49ο ψαλμὸ ὁ Θεὸς λέγει στοὺς Ἰσραηλῖτες· «Δὲν θὰ σᾶς ἐλέγξω γιὰ τὶς θυσίες σας, τὰ ὁλοκαυτώματά σας εἶναι μπροστά μου συνεχῶς. Δὲν θὰ δεχθῶ ἀπὸ τὸν οἶκο σας μόσχους οὔτε ἀπὸ τὰ κοπάδια σας κατσίκια, διότι ὅλα τὰ ζῷα τῆς γῆς εἶναι δικά μου. Μήπως ἐγὼ τρέφομαι μὲ κρέας ταύρων ἢ πίνω αἷμα τράγων; Ἐγὼ θέλω μόνον θυσία αἰνέσεως». Καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς Γραφῆς ὁ Θεὸς λέγει ὅτι θυσία ἀρεστὴ στὸ Θεὸ εἶναι ἡ ὑπακοή, ἡ πίστη, τὸ συντετριμμένο καὶ τεταπεινωμένο πνεῦμα, ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ πάνω ἀπ’ ὅλα, καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ὅσο τουλάχιστον ἀγαποῦμε τὸν ἑαυτό μας.
Ἐπιπλέον οἱ μεγάλοι πρόγονοι τοὺς ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ, ὁ Ἰωσήφ, ὁ Μωυσῆς-ποὺ τόσο λέγανε οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι τὸν τιμοῦν καὶ τὸν σέβονται- εἶδαν τὸν Θεό, κάνανε θαύματα, γίνανε ἅγιοι, χωρὶς νὰ ἔχουν ναὸ οὔτε θυσίες. Ὁ Δαυίδ, ὁ τελευταῖος ποὺ ἔζησε στὴν περίοδο ποὺ δὲν ὑπῆρχε ναός, ἦταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὁ Θεὸς τὸν βρῆκε νὰ εἶναι ὅπως τὸν ἤθελε ἡ καρδιά του. Τὴν ἐποχὴ δὲ ποὺ ζήσανε ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Μωυσῆς κυνηγηθῆκαν ἀμείλικτα ἀχάριστα καὶ χωρὶς καμμία δικαιολογία ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συμπατριῶτες τους. Κι αὐτοὶ τὸ ἴδιο κάνουν· γιατί ἀντὶ ν’ ἀκούσουν τὸν Μωυσῆ ὁ ὁποῖος προφήτεψε τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς διέταξε νὰ τὸν ὑπακούουν ὅταν ἔρθει, αὐτοὶ τὸν φόνευσαν. Συνεπῶς ὄχι μόνο δὲν σέβονται τὸν Μωυσῆ καὶ τὸ Θεὸ ἀλλὰ ἀντίθετα εἶναι ἀσεβεῖς ἀνόσιοι καὶ θρασεῖς.
ΣΤ΄ ὑπῆρξε θεόπτης(7,55) καὶ μεταμορφωμένος ἀπὸ τὸ ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ(6,15). Οἱ Ἰουδαῖοι τοῦ συνεδρίου ποὺ τὸν δίκαζε «εἶδον τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡσεὶ πρόσωπον ἀγγέλου». Ἦταν ἡ ἔμπρακτη ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στὶς βδελυρὲς συκοφαντίες τους ὅτι βλασφημεῖ τὸν Μωυσῆ καὶ τὸ Θεό. Ὁρίστε κύριοι· λάμπει ὅπως ἔλαμπε ὁ Μωυσῆς, ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὸ Σινὰ ὅπου εἶδε τὸ Θεό. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ βλασφημεῖ τὸ Μωυσῆ καὶ νὰ ἔχει τὴ χάρη του; Πῶς εἶναι δυνατὸνὰ βλασφημεῖ τὸ Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς νὰ μεταμορφώνει τὸ πρόσωπό του σὲ πρόσωπο ἀγγέλου; Οἱ ἀπόστολοι στὰ προηγούμενα κεφάλαια τῶν Πράξεων κατηγορήθηκαν, γιατί κήρυτταν τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν ἀνάστασή του, ἀλλὰ δὲν συκοφαντήθηκαν. Ὁ Στέφανος ὅμως ἐδῶ συκοφαντεῖται. Καὶ κεῖ ποὺ συκοφαντεῖται κάποιος μὲ κακοήθεια καὶ μηχανορραφία ἐκεῖ ἐπεμβαίνει ὁ Θεός. Καὶ ἂν δὲν ἐπέμβει εἶναι γιατί μὲ τὴ συκοφαντία ἐξυπηρετεῖται τὸ σχέδιό του. Π.χ. συκοφάντησε ἡ γυναῖκα τοῦ Πετεφρῆ τὸν πάγκαλο Ἰωσὴφ καὶ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ ὑποστεῖ τὶςσυνέπειες τῆς συκοφαντίας, γιατί ἔτσι ἔγινε ἀντιβασιλέας τῆς Αἰγύπτου. Πάντως αὐτὸ ποὺ φαίνεται ξεκάθαρα σὲ πολλὰ σημεῖα τῆς Γραφῆς εἶναι ὅτι ὅταν συκοφαντούμεθα παίρνουμε ἄφθονη χάρη ἀπὸ τὸ Θεό.
Ἐδῶ ἡ Γραφή μας ἀποκαλύπτει ὅτι κι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν μικρὸ βαθμὸ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία, ἀλλὰ ἔχουν ζῆλο πόθο ἀρετὴ καὶ ἅγιο Πνεῦμα, μποροῦν νὰ φθάσουν στὴ θέωση· μποροῦν νὰ ὑφίστανται μεταμόρφωση κατὰ Θεὸ καὶ νὰ λάμπουν ἀπὸ τὴ χάρη. Καὶ μποροῦν νὰ μὴ ὑπολείπονται σὲ τίποτα ἀπὸ τὴν ἁγιότητα τῶν μεγάλων ἀξιωματούχων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Στέφανος, κατὰ τὴ γνώμη τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, δὲν ὑπολειπόταν σὲ τίποτα τῶν ἀποστόλων καὶ ἦταν ἰσοδύναμος τῶν μεγάλων προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπως ἦταν ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας. Ἦταν θαυματουργός, θεόπτης, οὐρανοβάμων, πιστὸς εἰς τὸ ἔπακρον, ζηλωτής, θαρραλέος, ἀνυποχώρητος στὸ καθῆκον τοῦ κηρύγματος, μάρτυρας ἐκλεκτός, ἐραστὴς τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων ἀνεπανάληπτος, συγχωροῦσε καὶ τοὺς διῶκτες του. Ἦταν ἕνα πολύεδρο διαμάντι, μία πολύπλευρη προσωπικότητα, ἕνας πολυτάλαντος ἀθλητής, ἕνας «ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν» ὅπως ὁ μεγάλος προφήτης Δανιήλ. Τί σημαίνει ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν; Ὅτι ἦταν σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ Θεοῦ ἢ ὅτι τὸν ἐπιθυμοῦσε καὶ τὸν ἀγαποῦσε ὁ Θεὸς λόγω τῶν πολλαπλῶν ἀρετῶν καὶ χαρισμάτων του.
Ζ΄ εἶχε τὴν ἱερωσύνη τῶν μαρτύρων. Ὁ ἅγιος Στέφανος δὲν χειροτονήθηκε, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, διάκονος μὲ τὴ σημερινὴ ἔννοια καὶ σημασία. Ἦταν διάκονος τραπεζῶν, ἄσχετα ποὺ οἱ ἁγιογράφοι τὸν ζωγραφίζουν μὲ θυμιατὸ καὶ ἄμφια διακόνων. Πολλὰ πράγματα στὴν ἁγιογραφία εἶναι ἀντίθετα μὲ τὴν θεολογικὴ καὶ ἱστορικὴ ἀλήθεια· π.χ. στὴν εἰκόνα τῆς ἀναλήψεως παρουσιάζεται καὶ ὁ Παῦλος, ἐνῷ ὁ Παῦλος τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ἦταν φανατικὸς Ἰουδαῖος καὶ δὲν μετεῖχε τῶν συνάξεων τῶν χριστιανῶν. Οὔτε ἱερεὺς χειροτονήθηκε ὁ ἅγιος Στέφανος. Κι ὅμως κατὰ τὸν Γρηγόριο Νύσσης, τὸν ἀδελφό του Μεγάλου Βασιλείου, εἶχε μία ἰδιότυπη ἱερωσύνη. Εἶχε τὴν ἱερωσύνη τῶν μαρτύρων. Τί εἶναι αὐτό; Οἱ ἱερεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης θυσίαζαν ζῷα γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τὸ Θεὸ καὶ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες τους. Οἱ ἱερεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης προσφέρουν τὴν ἀναίμακτο θυσία τῆς θείας λειτουργίας. Οἱ μάρτυρες, λέγει ὁ Γρηγόριος Νύσσης, προσφέρουν θυσία τὸ σῶμα τους, τὸν ἑαυτό τους. Δίνουν λύτρωση μὲ τὸ αἷμα τους καὶ τὴ συγγνώμη ποὺ παρέχουν. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος γράφει σὲ ἐγκώμιό του στοὺς ἁγίους Πάντες τὰ ἑξῆς μὲ τὸ θέμα ποὺ ἐξετάζουμε· «Τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων δὲν εἶναι ἁπλὸ αἷμα, ἀλλὰ αἷμα σωτήριο, ἅγιο, ἄξιο τῶν οὐρανῶν· τὸ βλέπει ὁ διάβολος καὶ φρίττει».
Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ὑπῆρξε ἱερεὺς ὁ Στέφανος. Καὶ ὅπως ὁ ἱερεὺς-προτοῦ προσφέρει τὴν ἁγία ἀναφορά- προσφέρει συγγνώμη εἰς πάντας ἀκόμη καὶ τοὺς ἐχθρούς του καὶ ζητεῖ καὶ ὁ ἴδιος συγγνώμη, ἔτσι καὶ ὁ ἅγιος Στέφανος πῆρε στάση εὐλαβική, γονάτισε, καὶ εἶπε τὴν μεγαλειώδη προσευχὴ τοῦ· «Κύριε μὴ στήσης αὐτοὶς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην». Ἐκεῖνοι τὸν λιθοβολοῦσαν καὶ ὠρύονταν ἀπὸ μῖσος καὶ θυμὸ καὶ ἐκεῖνος τοὺς συγχωροῦσε καὶ προσευχόταν γιὰ τὴν ἄφεσή τους. Μ’ αὐτὴ τοῦ τὴν προσευχὴ τοὺς δείχνει ὅτι, ὅταν τοὺς ἔλεγε σκληροτράχηλους καὶ ἀπερίτμητους, δὲν τὸ ἔκανε ἀπὸ θυμὸ ἢ πάθος, ἀλλὰ ἀπὸ ἱερὰ ἀγανάκτηση. Καί, ἀφοῦ τοὺς ἀφήσει νὰ ξεθυμάνουν μὲ τὸ λιθοβολισμὸ ποὺ διαπράττανε, προσπαθεῖ νὰ τοὺς συγκινήσει μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀνεξικακία ποὺ τοὺς δείχνει καὶ νὰ τοὺς προσελκύσει στὸ Χριστό. Πόσο θαυμάσιος ὁ ἅγιος Στέφανος! Ταυτίστηκε πλήρως μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.
Εἶχε ἀποτέλεσμα ἡ προσευχὴ αὐτὴ τοῦ ἁγίου Στεφάνου; Εἶχε καὶ συγκλονιστικὸ μάλιστα. Οἱ προσευχὲς τῶν ἱερέων ποὺ γίνονται ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ προσευχὲς τῶν μαρτύρων ποὺ γίνονται ἐν ὀνόματι τοῦ μαρτυρίου ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ πάντοτε εἰσακούονται ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν μᾶς λέγει ἡ Γραφὴ πόσοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ λιθοβολοῦσαν τὸν Στέφανο μετανόησαν καὶ πίστευσαν, ἀλλά μας λέγει ὅτι ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν φονιάδων, ὁ Παῦλος, ἔγινε ἀπόστολος.
Ὁ Παῦλος ποὺ ὄχι μόνο δὲν πίστευε στὸ Χριστὸ στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς τοῦ ἀλλὰ καὶ λιθοβόλησε κι αὐτὸς μὲ τὰ χέρια τῶν φονιάδων τὸν Στέφανο· ὁ Παῦλος ποὺ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Στεφάνου ἐξαγριώθηκε πλήρως καὶ λεηλατοῦσε καὶ κατάστρεφε τὴν Ἐκκλησία· ὁ Παῦλος, ποὺ ἀπὸ δική του καθαρὰ πρωτοβουλία χωρὶς νὰ τὸν ἀναγκάζεικανένας, ὁρμοῦσε στὰ σπίτια τῶν χριστιανῶν καὶ ἔσερνε διὰ τῆς βίας ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε στὴ φυλακή· ὁ Παῦλος ποὺ δὲν ἀρκέσθηκε νὰ διώκει στὴν Ἱερουσαλὴμ χριστιανούς, ἀλλὰ μένεα πνέων θέλησε νὰ ἐπεκτείνει τοὺς διωγμούς του καὶ στὴν Δαμασκό, νὰ συλλάβει τοὺς χριστιανοὺς ποὺ ξέφυγαν ἐκεῖ καὶ νὰ τοὺς φέρει θριαμβευτικὰ σιδηροδέσμιους στὰ Ἱεροσόλυμα· ὁ Παῦλος τὸ φοβερὸ αὐτὸ λιοντάρι τοῦ ἰουδαϊσμοῦ θὰ συλληφθεῖ ἀπὸ τὴ προσευχὴ τοῦ ἁγίου Στεφάνου καὶ ἀπὸ τὴν προσωπικὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ γίνει ἀπόστολος. Θὰ ξεπλύνει δὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ στὸ λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου ὅταν λιθοβολήθηκε ὁ ἴδιος στὰ Λύστρα τῆς Μ. Ἀσίας(Πράξ. 14,19), κατὰ τὴν πρώτη του περιοδεία, καὶ μέσα ἀπὸ τὸ λιθοβολισμό του θὰ θηρεύσει μὲ τὴ σειρὰ τοῦ τὸν ἀπόστολο Τιμόθεο. Σίγουρα, ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι διῶκτες τοῦ Στεφάνου οἱ ὁποῖοι μετανόησαν καὶ δὲν τοὺς γνωρίζουμε, ὅπως μετανόησαν πλεῖστοι τῶν διωκτῶν τοῦ Χριστοῦ(Πράξ. 2,37).
Αὐτὰ εἶναι τὰ βασικὰ χαρακτηριστικά του ἁγίου Στεφάνου περιληπτικὰ καὶ λακωνικὰ δοσμένα. Εἶναι γιγαντιαῖο πνευματικὸ ἀνάστημα καὶ ἡ προσωπικότητα τοῦ πολύπλευρη καὶ πολυτάλαντη ἄφησε ἀνεξίτηλο τὸ πέρασμα τῆς μέσα στὴν ἱστορικὴ βιβλικὴ κονίστρα. Μακάρι ὁ Θεὸς νὰ χαρίζει συνεχῶς στὴν Ἐκκλησία τοῦ παρόμοιους ἁγίους. ...
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ