Ένα από τα πιο λαμπρά συγγραφικά έργα του Μ. Αθανασίου είναι το «Περί των διαβαλλόντων την εν τω διωγμώ φυγήν» (Ε.Π.Ε., έργα Μ. Αθανασίου, τόμ. 8, σσ. 338-389). Το έγραψε το 357 ή το 358 και σ' αυτό εξηγεί γιατί αναγκάστηκε να απομακρυνθεί από την έδρα του την Αλεξάνδρεια το 356, μετά από φρικαλεότητες που συνέβησαν εκ μέρους των αρειανών εναντίον των ορθοδόξων χριστιανών. Το έκανε όχι από δειλία αλλά από ποιμαντική ανάγκη και από προσήλωση στην διδασκαλία της Γραφής αλλά και της ζωής των αγίων. Το έργο αυτό αποκαλύπτει την λιπαρή γνώση των Γραφών, την ερμηνευτική του δεινότητα και το χαλκέντερο του ανδρός, αφού ζώντας μέσα σε συνεχείς διωγμούς, ποικίλους περισπασμούς και ανίερες συκοφαντικές επιθέσεις, είχε το κουράγιο όχι μόνο να διοικεί την Εκκλησία, να ποιμαίνει τον λαό του Θεού, να διοργανώνει ιεραποστολές στην Αφρική, να επιτελεί συνεχές αντιαιρετικό έργο, αλλά και να συγγράφει θεολογικά έργα που απαιτούν ησυχία, ηρεμία, ακαδημαϊκό σπουδαστήριο και βιβλιοθήκες. Θα παραθέσουμε το έργο αυτό σε περιληπτική διασκευή, αποφεύγοντας επαναλήψεις και απλοποιώντας το, για να είναι εύληπτο.
Με κατηγορούν οι αρειανοί για πολλά, αλλά και συγκεκριμένα ότι είμαι δειλός, διότι δεν τους προσέφερα τον εαυτό μου για να τον φονεύσουν, όταν αυτοί με εδίωκαν πολύ πρόστυχα και ανίερα.
Αν και μπορώ να απολογηθώ για όσα με κατηγορούν, δεν θα το κάνω· αλλά θα τους πω μόνο ότι το «ψεύδος προέρχεται από τον Διάβολο» (Ιω. 8,44) και ότι «οι υβριστές δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία του Θεού (Α´Κορ. 6,10). Και ότι οι ίδιοι δεν θεωρούν σωστά αυτά που λέγει το ευαγγέλιο, αλλά αυτά που είναι σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Αλλά για το θέμα της δειλίας είναι αναγκαίο να γράψω κάτι, διότι είναι μία κατηγορία που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σωστή.
Οι αρειανοί μοιάζουν με τους Ιουδαίους. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
Α´. Ο Κύριος έδωσε την εντολή «τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου» και «όποιος κακολογεί τον πατέρα του ή την μητέρα του να τιμωρείται με θάνατο» και οι Ιουδαίοι ακύρωσαν την εντολή του Κυρίου με τις δικές τους ερμηνείες και διατάξεις (Ματθ. 15,4-6).
Β´. Διάβαζαν την Παλαιά Διαθήκη και γνώριζαν ότι ο Δαυΐδ, που τόσο τιμούσαν, κάποτε που τον κυνηγούσε ο Σαούλ και δεν είχε τίποτα να φάει αυτός και οι άνδρες του, έφαγαν τους άρτους της προθέσεως που μόνο οι ιερείς τους έτρωγαν. Εν τούτοις κάποτε που οι μαθητές του Χριστού, κατά την ημέρα του Σαββάτου, έκοψαν στάχυα και έτρωγαν τους σπόρους του σιταριού λόγω ανυπόφορης πείνας, αντί να τους λυπηθούν και να τους δώσουν κάτι να φάνε, αυτοί τους κατηγόρησαν ότι καταργούν την αργία του Σαββάτου!
Έτσι και οι αρειανοί, αφού έκαναν φοβερά μαρτύρια σε όσους χριστιανούς έπεσαν στα χέρια τους και κανένα δεν λυπηθήκαν, τώρα με κατηγορούν για δειλία που σώζομαι δια της φυγής. Και το κάνουν αυτό για να εκφράσουν τον πόνο τους, που δεν κατορθώσανε να με συλλάβουν. Η κατηγορία όμως επιστρέφει σε αυτούς. Γιατί αν είναι κακό να φεύγεις από τον κίνδυνο, πολύ χειρότερο είναι να καταδιώκεις κάποιον. Διότι ο πρώτος αποφεύγει τον κίνδυνο, πράγμα που είναι σύμφωνο με την αγία Γραφή (πρβλ. Ματθ. 10,23), ενώ ο δεύτερος παραβαίνει τον νόμο που λέγει «ου φονεύσεις» (Εξ. 20,15) και κάνει πράγμα που είναι απάνθρωπο και ασεβές. Συνεπώς ο διώκτης είναι υπεύθυνος και για την φυγή και για το ότι προσπαθεί να φονεύσει τον συνάνθρωπό του που πρέπει να τον αγαπά ως τον εαυτό του. Στην εποχή του Δαυΐδ όλοι οι δυσαρεστημένοι και οι χρεοφειλέτες έφευγαν από τον Σαούλ και πήγαιναν στον Δαυΐδ, αλλά γι’ αυτό έφταιγε ο Σαούλ και όχι ο Δαυϊδ. Έτσι το πλήθος αυτών που διώκονται και εξορίζονται και φονεύονται είναι η μεγάλη κατηγορία των αρειανών και όχι αυτών που καταδιώκονται από αυτούς.
Οι αρειανοί με την ανοησία που τους έχει κυριεύσει μπορεί σε λίγο να κατηγορήσουν και την θεία πρόνοια, που δεν τους παραδίδει στα χέρια τους χριστιανούς. Διότι σύμφωνα με τα λόγια του Σωτήρα μας και Θεού μας ούτε ένα σπουργίτι δεν μπορεί να εξολοθρευθεί η να παγιδευτεί, αν δεν τον επιτρέψει ο Θεός (Ματθ. 10,19). Οι αρειανοί λοιπόν νομίζουν ότι αδικούνται, όταν βλέπουν να σώζονται αυτοί που εκείνοι δεν θέλουν να ζουν.
Στην κακία τους μοιάζουν με τους Βαβυλώνιους οι οποίοι «στους γέροντες επέβαλαν βαρύτερο ζυγό» (Ησ. 47, 6) και «στον πόνο των τραυμάτων προσέθεταν πόνο» (Ψαλμ. 68,27). Στην συμπεριφορά τους δε είναι πιο άγριοι από τα θηρία.
Οι αρειανοί με αυτά που μας κατηγορούν ουσιαστικά κατηγορούν τους αγίους. Διότι, αν διαβάσουν την αγία Γραφή, θα δουν στην Παλαιά Διαθήκη τον Ιακώβ να φεύγει από τον αδελφό του Ησαύ, τον Μωυσή από τον Φαραώ, τον Δαυΐδ από τον Σαούλ, τον Ηλία από τον Αχαάβ και την Ιεζάβελ, τους προφήτες από τον Αβδιού, τον αυλάρχη του βασιλιά Αχαάβ. Θα δουν να υπάρχουν πόλεις καταφύγια, διά να μπορούν να βρίσκουν άσυλο όσοι καταδιώκονται και μάλιστα για σοβαρούς ποινικούς λόγους (Αριθμ. 35,12).
Και στην Καινή Διαθήκη θα δουν τους μαθητές να φεύγουν «διά τον φόβο των Ιουδαίων» (Ιω. 20,19), τον Παύλο να φεύγει για να μη τον συλλάβει ο Αρέτας (Β´Κορ. 11,32-33).
Ο ίδιος ο Χριστός σαν παιδί φεύγει για την Αίγυπτο για να σωθεί από τον Ηρώδη και μάλιστα κατόπιν διαταγής αγγέλου προς τον Ιωσήφ (Ματθ. 2,13). Σαν ώριμος άνδρας κατά την επί γης δράση του το ίδιο κάνει πολλές φορές (Ματθ. 12,14-15 · Ιω. 8, 58-59 · Ιω. 11,54). Ελπίζω οι αρειανοί να μη κατηγορήσουν και τον Κύριο για δειλία. Όχι μόνο γιατί βίωσε την φυγή, αλλά και γιατί την δίδαξε και την συνέστησε στους μαθητές του. «Όταν σας διώχνουν από μια πόλη να φεύγετε και να πηγαίνετε σε άλλη» (Ματθ. 10,23). «Όταν δείτε το βδέλυγμα που θα προκαλέσει την ερήμωση, αυτό που προφήτευσε ο προφήτης Δανιήλ να στέκεται στον άγιο τόπο –ο κάθε αναγνώστης ας καταλάβει γιατί μιλάει– εκείνοι που θα κατοικούν στις πόλεις της Ιουδαίας, ας φεύγουν στα βουνά για να κρυφτούν· και κείνος που θα βρίσκεται στον κοιτώνα του σπιτιού του, ας μη κατεβεί να πάρει τα πράγματα του από το σπίτι του· και κείνος που βρίσκεται στον αγρό του, ας μη γυρίσει πίσω για να παραλάβει τα ρούχα του (Ματθ. 24, 15-18).
Οι άγιοι λοιπόν, που γνωρίζουν αυτά, φροντίζουν να έχουν και ανάλογη συμπεριφορά και έτσι οδηγείται κανείς στην τελειότητα, όταν τηρεί όσα προστάζει ο Κύριος με το λόγο του αλλά και με τη ζωή του.
Ο Κύριος πριν έρθει η ώρα του για να μαρτυρήσει και μη έχοντας τελειώσει το έργο του στο βαθμό που εκείνος ήθελε, φρόντιζε να ξεφεύγει. Αλλά και οι εχθροί του εμποδιζόταν με διάφορες αιτίες για να εκτελέσουν τον άνομο σκοπό τους. «Ζητούσαν να τον συλλάβουν και κανείς δεν έβαλε το χέρι πάνω του, διότι δεν είχε έρθει ακόμη η ώρα του (Ιω. 7,30). Ο ίδιος έλεγε εις μεν την μητέρα του· «δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου» (Ιω. 2,4), εις δε τους ονομαζομένους αδελφούς του· «ο ιδικός μου χρόνος δεν ήρθε ακόμη» ((Ιω. 7,6). Όταν όμως ήρθε ο καιρός του και προετοίμασε τους μαθητές του για το γεγονός και ο ίδιος δεν κρύφτηκε. «Ακόμη λοιπόν κοιμάστε και αναπαύεστε! Διότι να πλησίασε η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται σε χέρια αμαρτωλών» (Ματθ. 26,45). «Ποιόν ζητείτε» ρώτησε τους στρατιώτες που ήρθαν να τον συλλάβουν και όταν εκείνοι είπαν Ιησού τον Ναζωραίο εκείνος τους απάντησε· «Εγώ είμαι» (Ιω. 18,5). Με την στάση του αυτή θέλησε να δείξει ότι η ζωή και ο θάνατος των ανθρώπων εξαρτάται από την άνωθεν κρίση κι ότι χωρίς την θέληση του Θεού ούτε τρίχα του ανθρώπου μπορεί να γίνει λευκή ή μαύρη ούτε σπουργίτι μπορεί να πέσει στην παγίδα και να συλληφθεί (Ματθ. 5,36 · 10,29).
Όπως ο Χριστός είχε τον καθορισμένο χρόνο της ζωής του, έτσι έχει και ο καθένας από εμάς τον χρόνο του. Και βέβαια δεν γνωρίζει ο άνθρωπος τον χρόνο αυτόν (Εκκλ. 9,12). Ο Ισαάκ έλεγε στον υιό του Ησαύ· «Γέρασα και δεν γνωρίζω την ημέρα του θανάτου μου» (Γεν. 27,2). Γι’ αυτό ο Δαυίδ λέγει· «Ανάγγειλε μου πόσο λίγες είναι οι μέρες μου» και παρακαλούσε «να μη τον πάρει στο μέσο των ημερών του (Ψαλμ. 101,24-25). Αλλά γνωρίζει ότι «υπάρχει χρόνος για να ζει και χρόνος για να πεθάνει» (Εκκλ. 3,2). Στην εποχή του Νώε ο χρόνος για την έναρξη του κατακλυσμού περιορίστηκε, γιατί είδε ο Θεός ότι δεν επρόκειτο να μετανοήσουν (Γεν. 6,13), στον Εζεκία όμως προστέθηκαν δέκα πέντε έτη (Ησ. 38,5).
Ο Θεός σε αυτούς που τον λατρεύουν αληθινά υπόσχεται ότι θα συμπληρώσει τον αριθμό των ημερών τους (Εξ. 23,26) και ο Αβραάμ πεθαίνει πλήρης ημερών (Γεν. 25,8). Ο ένας από τους φίλους του Ιώβ, ο Ελιφάζ, του λέγει· «Θα έρθεις στον τάφο σε βαθύ γήρας, όπως ακριβώς ο ώριμος σίτος που θερίζεται στον καιρό του, ή όπως η θημωνιά του αλωνιού που μεταφέρεται στον καιρό της» (Ιώβ 5,26). Ο Σολομών επίσης λέγει· «Αφαιρούνται οι ψυχές των παρανόμων πρόωρα» (Παροιμ. 11,30). Γι’ αυτό και συμβουλεύει· «Μη γίνεσαι πολύ κακός και σκληρός για να μη αποθάνεις πρόωρα» (Εκκλ. 7,17). «Ανόητε, αυτή τη νύχτα ζητούν την ψυχή σου, αυτά δε που ετοίμασες σε ποιόν θα μείνουν» (Λκ. 22,20) λέγει ο Θεός στον άφρονα πλούσιο.
Οι άγιοι λοιπόν ακολούθησαν την διδασκαλία και το παράδειγμα του Κυρίου. Επειδή δεν γνώριζαν τον χρόνο της ζωής τους και το θέλημα του Κυρίου, όταν τους καταδιώκανε, φεύγαν και κρυβόταν. Όταν όμως τους συνελάμβαναν, τότε υπέμειναν με καρτερία μέχρι τέλους. Διότι γνωρίζανε ότι «εις τα χέρια του Θεού είναι οι κλήροι μας» (Ψαλμ. 30,16) και ότι «Κύριος θανατώνει και ζωογονεί» (Α´Βασ. 2,6).
Εάν δε κάποτε, όταν τους καταδιώκαν, παρουσιάστηκαν στους διώκτες τους, δεν το κάνανε από μόνοι τους, αλλά επειδή τους το ζήτησε ο Θεός. Έτσι ο Μωυσής εμφανίστηκε στον Φαραώ (Εξ. 4,19), ο Ηλίας εμφανίστηκε στον Αχαάβ (Γ´Βασ. 18,1), ο προφήτης Μιχαίας κι αυτός στον Αχαάβ (Γ´Βασ. 22,15), ο προφήτης ο οποίος προσευχήθηκε στο θυσιαστήριο της Σαμάρειας και επέπληξε τον Ροβοάμ (Γ´Βασ. 13,2) και άλλοι πολλοί.
Το ότι οι άγιοι, όταν έφευγαν, δεν έκαναν κάτι αμαρτωλό, αλλά αντίθετα ήταν οι εκλεκτοί του Θεού, φαίνεται στα θεία χαρίσματα που ελάμβαναν κατά την διάρκεια της φυγής τους.
Έτσι ο Ιακώβ όταν έφυγε για να σωθεί από τον Ησαύ, τότε αξιώθηκε να δει τις περισσότερες θείες οπτασίες και να έχει με το μέρος του τον Κύριον, που ήλεγχε τον Λάβαν, εμπόδιζε δε τον Ησαύ να του κάνει κακό. Ο Ιακώβ είναι ο πατριάρχης που επί των ημερών του αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα η υπόσχεση του Θεού ότι θα γίνουν οι απόγονοι τους ένα μεγάλο έθνος. Από αυτόν δημιουργήθηκε η φυλή του Ιούδα, από την οποίαν προήλθε κατά σάρκα ο Χριστός.
Αλλά και ο Μωυσής, όταν έφυγε από τον Φαραώ, αξιώθηκε να δει την φοβερή και εντυπωσιακή οπτασία της βάτου, που φλεγόταν αλλά δεν καιγόταν. Εκεί έμαθε ότι το όνομα του Θεού είναι ο ων, ο υπάρχων, ο αληθινός και πραγματικός Θεός. Ενώ ήταν φυγάς πήρε την εντολή και την ευλογία να γίνει ο ηγέτης και ελευθερωτής του Ισραήλ και ο κατεξοχήν –μαζί με τον προφήτη Ηλία– θαυματουργός άγιος της Παλαιάς Διαθήκης.
Και ο Δαυίδ, όταν διωκόταν, είπε· «η καρδιά μου ξεχείλισε λόγο αγαθό» (Ψαλμ. 44,2) και «ο Θεός, όταν έρθει, δεν θα μείνει σιωπηλός» (Ψαλμ. 49,3) και «στον Θεό μου ήλπισα και δεν φοβούμαι τι μπορεί να μου κάνει άνθρωπος» (Ψαλμ. 55,12). Όταν δε έφευγε από την καταδίωξη του Σαούλ και κρυβόταν στη σπηλιά τότε είπε· «Έστειλε από τον ουρανό την βοήθεια του και με έσωσε· θα καταντροπιάσει εκείνους που θέλουν να με καταπατήσουν· έστειλε ο Θεός το έλεος του σε μένα και θα φανεί αξιόπιστος και θα σώσει την ζωή μου από ανθρώπους, που μοιάζουν με μικρά άγρια λιονταράκια» (Ψαλμ. 56, 4-5). Και αργότερα, όταν έγινε βασιλιάς, έλαβε την υπόσχεση ότι από το σπέρμα του θα προέλθει ο Κύριος μας.
Ο δε μέγας Ηλίας όταν έφυγε για το όρος Κάρμηλο επικαλούνταν τον Θεό (Γ´ Βασ. 18, 36- 40) και τους μεν προφήτες του Βάαλ που ήταν πάνω από τετρακόσιοι τους εξολόθρευσε τους δε δύο πεντηκοντάρχους που στάλθηκαν εναντίον του, μαζί με τους άνδρες τους τους έκαψε με ουράνιο πυρ (Δ´ Βασ. 1,10-12).
Άρα η φυγή των αγίων δεν είναι ούτε αξιοκατάκριτη ούτε μάταια. Διότι, αν δεν απέφευγαν τους διώκτες τους, πώς θα προερχόταν ο Κύριος από το σπέρμα του Δαυίδ; Πώς θα κήρυτταν το ευαγγέλιο, αν άφηναν τους διώκτες τους αμέσως να τους εξοντώσουν;
Εξ άλλου ο απόστολος Παύλος μας προειδοποιεί όλους ότι αν θέλουμε να ζούμε σύμφωνα με το ευαγγέλιο θα διωχθούμε (Β´Τιμ. 3,12) και φυσικά η Γραφή μας δίνει το δικαίωμα να φεύγουμε, όταν αυτό δεν αποτελεί άρνηση ομολογίας.
Ο δε Ησαΐας συμβουλεύει· «Προχώρα λαέ μου, μπες στα ιδιαίτερα δωμάτια σου, κλείσε την θύρα σου και κρύψου όσο μπορείς για λίγο μέχρις ότου παρέλθει η οργή του Κυρίου» (Ησ. 26,20).
Κι αφού έτσι έχει το θέμα βάσει της Γραφής, ας μας πούνε οι αρειανοί από πού διδάχτηκαν να διώκουν; Ο Κύριος και οι άγιοι δεν τους το δίδαξαν, άρα ο Διάβολος είναι ο δάσκαλός τους, αυτός που ενέπνευσε τον φαραώ και είπε «αφού τους καταδιώξω, θα τους συλλάβω» (Εξ. 15,9). Συνεπώς η φυγή είναι θέλημα Θεού, η καταδίωξη όμως είναι θέλημα του Διαβόλου. Ποιον ακολουθούμε και ποιον ακολουθούν αυτοί κατέστη φανερό. Από χριστομάχοι έγιναν και χριστιανομάχοι και επιθυμούν να γίνουν και χριστιανοκτόνοι. Ας προσέξουν όμως τι λέγει ο Ησαΐας «αλίμονο σε αυτούς που λένε ότι το πικρό είναι γλυκό και το φως σκότος» (Ησ. 5,20).
Να δώσω εξηγήσεις και για ένα περιστατικό για να γνωρίζετε την αλήθεια. Τελούσαμε ολονύχτιο αγρυπνία κάποτε. Τότε ο στρατηλάτης Συριανός με πέντε χιλιάδες στρατιώτες επιτέθηκε ξαφνικά, αφού περικύκλωσε την Εκκλησία, ώστε να μη μπορεί κανείς να ξεφύγει. Έδωσα εντολή στον διάκονό μου να αναγιγνώσκει ψαλμούς και τους πιστούς να ψάλλουν την υπακοή «ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού αλληλούια» και έτσι πράττοντας να αναχωρήσουν όλοι σιγά-σιγά, χωρίς να χάσουν το ηθικό τους και πανικοβληθούν. Όταν όμως ο στρατηλάτης εισήλθε βίαια στο ναό και οι στρατιώτες περικύκλωσαν το ιερατείο με σκοπό να μας συλλάβουν, τότε οι πιστοί απαίτησαν να φύγω. Εγώ ζήτησα να φύγουν πρώτα οι πιστοί και μετά να φύγω κι εγώ. Αφού λοιπόν οι περισσότεροι εξήλθαν και οι υπόλοιποι φεύγανε, κληρικοί και μοναχοί που ήταν μαζί μου με έσυραν έξω αναγκαστικά, επειδή φοβόταν για την τύχη μου. Έτσι, μάρτυς μου η αλήθεια, κατορθώσαμε να φύγουμε δοξάζοντας τον Θεό, διότι ούτε τον λαό προδώσαμε, αλλά επιπλέον κατορθώσαμε να φύγουν κι αυτοί σώοι και αβλαβείς. Σωθήκαμε κυριολεκτικά από την θεία πρόνοια και μάλιστα κατά τρόπο που δεν είχαμε σχεδιάσει εμείς.
Εάν κάποιος μας κατηγορήσει, πρέπει να κατηγορήσει και τον απόστολο Πέτρο που ακολούθησε τον άγγελο που τον έβγαλε από την φυλακή (Πρξ. 12 κεφ.) και μετά δεν γύρισε για να παραδοθεί ξανά στον Ηρώδη.
Επίσης ας κατηγορήσουν οι έξαλλοι αρειανοί και τον απόστολο Παύλο τον οποίον αφού τον κατέβασαν με δίχτυ από το τείχος (Β´ Κορ. 11,33), δεν γύρισε πίσω ξανά για να παραδοθεί στους διώκτες του.
Ας κατηγορήσουν και τον Μωυσή ο οποίος δεν επέστρεψε από την Μαδιάμ στην Αίγυπτο (Εξ. 2,15).
Ας κατηγορήσουν τον Δαυΐδ που κρυβόταν στο σπήλαιο και δεν φανερώθηκε στον Σαούλ που τον καταδίωκε (Α´ Βασ. 24,4).
Ας κατηγορήσουν τους υιούς των προφητών που κρύφτηκαν στα σπήλαια και δεν παραδόθηκαν στον Αχαάβ.(Γ´ Βασ. 18,4).
Αυτοί ας μας κατηγορούν· εμείς όμως θα έχουμε πάντα μπροστά μας το ρητό του Κυρίου «δεν θα εκθέσεις εις κίνδυνο τον εαυτό σου, για να δοκιμάσεις, εάν ο Κύριος θα σε προστατεύσει» (Ματθ. 4,7). Κι εγώ σεβόμενος το ρητό αυτό του Κυρίου δεν απορρίπτω την χάρη και την βοήθεια που μου παρέχει, έστω κι αν αυτοί, κατεχόμενοι από μανία, τρίζουν τα δόντια τους εναντίον μας (πρβλ. Μαρκ. 9,18).
Ας κοιτάξουν τα χάλια τους κι ας μη ψάχνουν να βρουν σε μας λάθη και αμαρτίες. Ο Λεόντιος ο δικός τους, επειδή κατηγορήθηκε και εμποδίστηκε από το να συζεί με νεαρή γυναίκα, αποκόπηκε από την Εκκλησία, για να έχει την άνεση να διαμένει μαζί της. Γι' αυτό ακριβώς, ενώ ήταν πρεσβύτερος, καθαιρέθηκε. Το ίδιο και ο Νάρκισσος, επειδή είχε πολλές κατηγορίες, καθαιρέθηκε από τρεις συνόδους. Ο Γεώργιος και ως πρεσβύτερος καθαιρέθηκε και, όταν ονόμασε ο ίδιος τον εαυτό του επίσκοπο, καθαιρέθηκε από την σύνοδο της Σαρδικής.
Ο καθένας τους λοιπόν συναγωνίζεται με τους άλλους για το πως θα τους ξεπεράσει σε αμαρτίες. Κοινό δε ηθικό στίγμα σ' αυτούς είναι ότι δεν ονομάζονται πλέον χριστιανοί αλλά αρειανοί. Κι ενώ έπρεπε να τους κατηγορούμε εμείς γι' αυτά τους τα φρονήματα, μας κατηγορούν αυτοί και μας διώκουν, επειδή δεν υποστηρίζουμε την ασεβέστατη τους αίρεση. Κι όταν μεν θανατώνουν χαίρονται, όταν δε δεν επιτυγχάνουν αυτά που θέλουν νομίζουν ότι αδικούνται.
Μακάρι αυτοί έτσι να αδικούνται, ώστε να ασθενούν με τις αδικίες τους, εμείς δε με χαρά και αγαλλίαση να λέμε στον Κύριο· «Ο Κύριος είναι ο φωτισμός και Σωτήρ μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος είναι υπερασπιστής της ζωής μου, από ποιόν θα δειλιάσω; Ενώ οι κακοποιοί με πλησίασαν ορμητικοί, για να καταφάγουν τις σάρκες μου, εκείνοι που με προξένησαν θλίψεις και οι εχθροί μου κλονίστηκαν, έχασαν την δύναμή τους και έπεσαν κάτω (Ψαλμ. 26,1-2).
«Κύριε έσωσες από τους κινδύνους και τις ανάγκες την ψυχή μου και δεν επέτρεψες να αιχμαλωτιστώ από τους εχθρούς μου, αλλά στήριξες τα πόδια μου εις τόπον ευρύχωρο» (Ψαλμ. 30,8-9).
για την διασκευή· αρχιμ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ