Οἱ βασιλεῖς οἱ κραταιοὶ καὶ σπουδαῖοι ἔχουν πεθάνει καὶ τὰ ἐπιτεύγματά τους ἔχουν καταστραφεῖ.
Ὁ ἐσταυρωμένος ὅμως ζεῖ καὶ βασιλεύει.
Τὸ ἴδιο καὶ οἱ ἅγιοί του Θεοῦ. Τὸ ὅτι ζοῦν φαίνεται ἀπὸ τὴν ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ τὴδιατήρησή του μέχρι σήμερα. Οἱ βασιλεῖς ζῶντες πέτυχαν ὅτι πέτυχαν. Ὁ Χριστὸς καὶ ὅταν ζοῦσε ἔκανε θαύματα καὶ νεκρὸς κάνει περισσότερα καὶ νικᾷ τοὺς διῶκτες του καὶ βασιλεύει σ’ ὅλο τὸν κόσμο.
Μετὰ τὸ θάνατο τῶν βασιλέων διασπαστῆκαν τὰ βασίλειά τους καὶ ἔπεσαν σὲ παρακμή.
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων του ἰσχυροποιεῖται περισσότερο ὁ χριστιανισμός.
Ποῦ εἶναι τὸ μνῆμα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου; Ποιὰ μέρα πέθανε, ποιοὶ γιορτάζουν τὸ θάνατό του; Κανεὶς δὲν γνωρίζει καὶ κανεὶς δὲν γιορτάζει. Ἐνῷ τῶν ἁγίων γνωρίζουμε τὰ μνήματα, φυλάσσουμε τὰ λείψανα, ἔχουμε γι’ αὐτοὺς ὡς λαμπρὰ μαυσωλεῖα τοὺς ναοὺς καὶ ἡ μέρα τῆς θανῆς τοὺς εἶναι πανηγύρι καὶ ὁ σεβασμὸς σ’ αὐτοὺς τεράστιος καὶ ἀνεξάλειπτος.
Οἱ βασιλεῖς πηγαίνουν καὶ προσκυνοῦν τοὺς ἁγίους καὶ ζητοῦν τὶς μεσιτεῖες τους. Ἀκόμη καὶ τοὺς τάφους τοὺς βασιλικούς τους ἔβαλλαν στὰ πρόθυρα τῶν θυρῶν τῶν ναῶν. Καὶ οἱ κτητορικὲς «ἁγιογραφίες» τοὺς εἶναι μόνο στοὺς νάρθηκες τῶν ναῶν ποὺ αὐτοὶ κατασκεύασαν. Ἔτσι μοιάζουν νὰ εἶναι φρουροὶ καὶ θαλαμηπόλοι τῶν ἁγίων.
Ἐν τέλει οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ ἀληθινοὶ βασιλεῖς καὶ τῆς γῆς καὶ τοῦ παραδείσου.
Κι ἂν ἐδῶ στὴ γῆ ὑπερέχουν τόσο, στὸν οὐρανὸ ὑπερέχουν ἀφάνταστα περισσότερο. Καὶ βλέπουμε νὰ ἔχει ἀναστραφεῖ ἡ τάξη· οἱ μὲν βασιλεῖς νὰ ἔχουν περιβληθεῖ τὴν ἀξία δούλων καὶ ὑπηρετῶν ἐνῷ οἱ ὑπήκοοι τὴν ἀξία τῶν βασιλέων ἢ μᾶλλον ἀξία ἀνωτέρα τῶν βασιλέων.
Σύγκρινε τὶς βασιλικὲς αὐλὲς μὲ τοὺς τάφους τῶν ἁγίων.
Στὶς αὐλὲς τῶν βασιλέων δὲν ἐπιτρέπεται νὰ προσεγγίσει ὁ ὁποιοσδήποτε.
Ἐδῶ προσεγγίζουν οἱ πάντες· πλούσιοι καὶ πτωχοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, γέροι καὶ νέοι, κύριοι καὶ ὑπηρέτες. Ἐκεῖ ἐπικρατεῖ φόβος, ἐδῶ ἀπερίγραπτη ἱλαρότητα καὶ γλυκύτητα.
Μὰ θὰ μοῦ πεῖ κανεὶς ὑπάρχει μεγαλοπρέπεια στὶς ἐκδηλώσεις τῆς βασιλικῆς αὐλῆς καὶ τὸ θέαμα εἶναιἐπιβλητικὸ καὶ εὐχάριστο. Ὁ βασιλεὺς χρυσοστόλιστος καὶ στεφανωμένος μὲ στέμμα γεμάτο ἀπὸ πολύτιμες πέτρες, φορτωμένος παράσημα καὶ διάσημα, πάνω σὲ ἀγέρωχο ἄτι ἢ χρυσοστόλιστη ἅμαξα, νὰ περιτριγυρίζεται ἀπὸ ἄρχοντες, στρατηγούς, χιλίαρχους, ταξίαρχους, φύλαρχους, ὕπαρχους, ποικίλους δορυφόρους. Ναὶ ἀλλὰ στοὺς τάφους τῶν ἁγίων τὰ πράγματα εἶναι σεβαστότερα καὶ φρικωδέστερα. Ἐδῶ ἀμέσως σκέπτεσαι τὸν οὐράνιο βασιλέα, τὸ στρατόπεδο τῶν ἀγγέλων, τὸ ὑψηλὸ θρόνο, τὴν δόξα τὴν ἀπρόσιτη καὶ ἀπλησίαστη. Οἱ ἐπίγειοι βασιλεῖς ἔχουν ἐξουσία ἐπὶ τῶν ὑπηκόων τοὺς· οἱ ἅγιοι ἔχουν ἐξουσία ἐπὶ τῶν δαιμόνων. Τοὺς ὑποτάσσουν καὶ τοὺς σκλαβώνουν καὶ ἐλευθερώνουν ὅσους ἔχουν δεθεῖ ἀπὸ τὰ πικρότατα ἐκεῖνα δεσμά.
Οἱ ἅγιοι ποὺ φόρεσαν σώματα ἐπικρατοῦν τῶν ἀσωμάτων δυνάμεων. Ἡ σκόνη καὶ τὰ ὀστὰ καὶ τὰ ροῦχα καὶ ἡ σκιὰ καὶ ἡ τέφρα ἀπὸ τὰ σώματά τους, ἂν τοὺς ἔκαψαν, διασκορπίζουν τὶς ἀόρατες ἐκεῖνες φύσεις. Τί φοβερώτερο καὶ μεγαλοπρεπέστατο ἀπ’ αὐτὸ τὸ θέαμα.
Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, Ε.Π.Ε. 20,51-57, περιληπτικὴ διασκευὴ·
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ