Ο ΣΙΤΟΔΟΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

grigorios_theologos.jpg agios_basileios.jpg

 

   Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον επιτάφιο λόγο του (& 35 και 36) για τον αδελφικό του φίλο τον Μ. Βασίλειο, γράφει ότι το μέγεθος της προσωπικότητας του Μ. Βασιλείου και η ανεπανάληπτη αγιότητά του φαίνεται, ανάμεσα στ’ άλλα, και στην αντιμετώπιση ενός φοβερού λιμού που παρουσιάσθηκε στην εποχή του.

  Ο λιμός αυτός ήταν ο φοβερώτερος απ’ όσους είχαν εμφανισθεί μέχρι τότε στην Καισάρεια. Υπέφερε η πόλη και βοήθεια δεν υπήρχε πουθενά ούτε φάρμακο για την ταλαιπωρία των κατοίκων. Η Καισάρεια ήταν απομονωμένη γεωγραφικά, μακριά από λιμάνια, και ήταν αδύνατο να δοθεί βοήθεια από άλλο μέρος. Και το χειρότερο, αυτοί που είχαν μεγάλες ποσότητες ειδών διατροφής στις αποθήκες τους ήταν εντελώς ανάλγητοι κι αφιλάδελφοι και κοιτούσαν πώς να εκμεταλλευθούν οικονομικά την φοβερή πείνα που είχε ενσκήψει. Εμπορευόταν την έλλειψη και καλλιεργούσαν τις συμφορές. Το μόνο που δεν κοιτούσαν ήταν να εκμεταλλευθούν πνευματικά την κατάσταση. Να ελεήσουν δηλαδή τους πτωχούς και τους ενδεείς και έτσι να δανείσουν στο Θεό, με απερίγραπτο και αιώνιο τόκο, τ’ αγαθά που τους περισσεύανε. Ούτε στις αμοιβές, που δίνει ο Θεός κατά τη Γραφή στους φιλανθρώπους, δίνανε σημασία ούτε στις απειλές και στις τιμωρίες του για όσους είναι απάνθρωποι. Δεν προσφέρανε ευσπλαχνία· με αποτέλεσμα να χάνουν την ευσπλαχνία του Θεού, την οποίαν είχαν μεγαλύτερη ανάγκη απ’ ότι είχαν ανάγκη οι πτωχοί τ’ αγαθά τους. Ξεχνούσαν ότι ο πιο μεγάλος και ο πιο φοβερός και φρικτός λιμός είναι να μη υπάρχει το έλεος του Θεού· να μη μπορούμε ν’ αποκτήσουμε τη χάρη του τηρώντας το νόμο του και υπακούοντας στο θέλημά του.

  Ο Μ. Βασίλειος βρέθηκε αντιμέτωπος με το φρικτό αυτό φαινόμενο και έπρεπε σαν εκκλησιαστικός ηγέτης να δώσει διέξοδο και λύση στην πείνα που αποδεκάτιζε το ποίμνιό του. Δεν μπορούσε να προσευχηθεί και να ρίξει ο Θεός από τον ουρανό το μάννα, αυτόν τον ουράνιο άρτο, όπως έκανε παλιά ο Μωυσής στην έρημο. Ούτε μπορούσε θαυματουργικά ν’ ανανεώνει συνεχώς το ελάχιστο λάδι και αλεύρι που απέμεινε σε κάποιους, όπως παλιά ο προφήτης Ηλίας στο σπίτι της χήρας που τον φιλοξενούσε. Ούτε μπορούσε με πέντε άρτους και δύο ιχθείς να θρέψει χιλιάδες και να μείνουν απομεινάρια και για άλλα τραπέζια όπως ο Χριστός. Και δεν μπορούσε, όχι γιατί του έλειπε η αγιότητα και η συμμαχία με το Θεό, αλλά ίσως, γιατί τα θαύματα δίνονται κυρίως για τους απίστους και όχι για τους πιστούς και σε πολύ κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Εξάλλου, όταν θαυματούργησαν οι δύο προφήτες και ο Χριστός, δεν υπήρχαν πλούσιοι και πτωχοί για να μπορέσουν να βοηθήσει ο ένας τον άλλον, αλλά όλοι ήταν εντελώς ενδεείς. Γι’ αυτό ενήργησε ο Θεός θαυματουργικά.

  Λοιπόν δεν έκανε κάτι παρόμοιο ο Μ. Βασίλειος, αλλά έκανε κάτι άλλο εξ ίσου μεγάλο και σπουδαίο και εκπληκτικό. Με τις συμβουλές του, τις προτροπές του, τα κηρύγματα του θρυμμάτισε τις πέτρινες και αναίσθητες καρδιές των πλουσίων και διόρθωσε το ανάλγητο και άπονο συναίσθημα που τις διακατείχε κι έτσι άνοιξαν τις αποθήκες τους και προσέφεραν τ’ αγαθά τους. Έτσι οι συνέπειες του λιμού αντιμετωπίστηκαν και οι άνθρωποι σώθηκαν. Φοβερό επίτευγμα και φοβερό θαύμα ν’ αλλάξεις τις διαθέσεις των ανθρώπων με την πειθώ και μόνο. Να σπάσεις την πέτρινη καρδιά και να βγάλεις το συναίσθημα της αγάπης, της αλληλεγγύης, της αδελφωσύνης. Μόνο ένας άξιος και άγιος ηγέτης μπορεί να το κάνει. Έτσι στο Μ. Βασίλειο βρήκαν εφαρμογή τα όσα λέγει η αγία Γραφή για το Θεό. «Τους πτωχούς αυτής (της Σιών) χορτάσω άρτον» (Ψαλ. 131,15). «Ρύσασθαι εκ θανάτου τας ψυχάς αυτών και διαθρέψαι αυτούς εν λιμώ» (Ψαλ. 32, 19). «Πεινώντας ενέπλησε αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλε κενούς» (Λουκ. 1,59). Τι φοβερό εγκώμιο για τον σιτοδότη της Εκκλησίας μας.

  Έτσι ο Μέγας Βασίλειος υπήρξε ο δεύτερος μεγάλος σιτοδότης λαού μετά τον πάγκαλο και ενάρετο Ιωσήφ στην Παλαιά Διαθήκη. Εκείνος εξήγησε τα όνειρα του Φαραώ με τις επτά παχιές και τις επτά αδύνατες αγελάδες, και τα επτά καρπερά και θαλερά στάχια με τα επτά αδύνατα και άκαρπα. Εκείνος τον συμβούλευσε να γεμίσει τις αποθήκες του τον καιρό της αφθονίας, ώστε να έχει να διαθέσει τρόφιμα στο λαό του τον καιρό του λιμού. Ο Φαραώ όμως, διά του Ιωσήφ, εκμεταλλεύτηκε προς όφελος του το δόσιμο των τροφών, διότι ανάγκασε τους υπηκόους του εις αντιστάθμισμα να του δώσουν την περιουσία τους και στο τέλος τον εαυτό τους και να γίνουν δούλοι του (Γεν. 47,13-26). Ο Μ. Βασίλειος όμως με το κήρυγμά του άνοιξε τις αποθήκες των πλουσίων και παρέδωσε εντελώς αφιλοκερδώς τα είδη τους.

  Υπάρχει κι ένα άλλο σημείο της προσφοράς του Μ. Βασιλείου άξιο μνημονεύσεως. Αφού συνέλεξε τους εξουθενωμένους από το λιμό κι αυτούς που μόλις ανέπνεαν σ’ ένα μέρος, τους προσέφερε έτοιμο μαγειρεμένο φαγητό, διακονών ο ίδιος στα συσσίτια. Επίσης τους έπλυνε τα πόδια τους, τους περιποιούνταν τις σωματικές πληγές τους, και το σπουδαιότερο, τους παρείχε πνευματική και συναισθηματική στήριξη με τα λόγια του. Έτσι έτρεφε και τα σώματα αλλά και τις ψυχές τους.

  Οργανωμένη φιλανθρωπία παρείχε ο Μ. Βασίλειος και στη Βασιλειάδα του, την καινούργια αυτή και πρωτότυπη πόλη, όπως την περιγράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο ιστορικός Σωζομενός και ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος (επιστολή 94 προς διοικητήν Ηλίαν). Το μεγάλο αυτό φιλανθρωπικό συγκρότημα διέθετε μεγαλοπρεπή ναό, νοσοκομείο, λεπροκομείο, πτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και οικήματα για φιλοξενία. Ο Μ. Βασίλειος υπηρετούσε ο ίδιος και φρόντιζε τους αναξιοπαθούντες, μάλιστα δε ασπαζόταν τους λεπρούς, τους οποίους όλοι απέφευγαν, για να τους δείξει την αγάπη του και να τους στηρίξει ψυχολογικά. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (επιτάφιος & 63) θεωρεί την Βασιλειάδα ανώτερη από όλα τα θαύματα του αρχαίου κόσμου (Θήβες Αιγύπτου, τείχη Βαβυλώνος, τάφος Μαυσώλου, πυραμίδες, κολοσσός της Ρόδου και άλλα αξιοθέατα που θαυμάζουν οι άνθρωποι). Όλα αυτά δώσανε προσωρινή δόξα και απόλαυση στους δημιουργούς τους χωρίς να προσφέρουν τίποτα στους αναξιοπαθούντες και εν γένει στο ευρύτερο σύνολο της ανθρωπότητας.

  Αλλά ο Μ. Βασίλειος δεν υπήρξε σιτοδότης μόνο στις υλικές και ψυχολογικές ανάγκες των ανθρώπων αλλά και στις πνευματικές που είναι και οι πιο σπουδαίες, οι πιο ζωτικές και οι πιο αναγκαίες. Διότι «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται ο άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Δευτ. 8,3). Και όπως λέγει η Γραφή ο φοβερώτερος λιμός δεν είναι ο λιμός της υλικής τροφής αλλά «ο λιμός του ακούσαι τον λόγον Κυρίου» (Αμώς 8,11). Έδωσε λοιπόν ο Μ. Βασίλειος σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του στους ανθρώπους την τροφή του θείου λόγου με το κήρυγμα και την τροφή του Ευχαριστιακού άρτου, που είναι ο επουράνιος άρτος ή ο άρτος των αγγέλων. Αυτή είναι η μεγαλύτερη προσφορά των κληρικών της Εκκλησίας μας, χάριν της οποίας εγκαταλείπουν την υλική σιτοδοσία και φιλανθρωπία σε ειδικούς διακόνους (Πραξ. 5,2-4), ώστε αυτοί να είναι απερίσπαστοι στο έργο το πνευματικό. Το δε σπουδαιότερο, τα πολυπληθή και σπουδαία σε νοήματα και σοφία συγγράμματα του Μ. Βασιλείου τον αναδεικνύουν αιώνιο σιτοδότη των πνευματικών αναγκών της Εκκλησίας μας και ολόκληρης της οικουμένης.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

 
 
Κορυφή