Α΄. Μέγας Βασίλειος.
Φοβερός λιμός παρουσιάσθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, κατά το 368 μ.Χ. (πρβλ, Γρηγορίου Θεολόγου, Επιτάφιος εις Μ. Βασίλειο & 34-36). Ο λιμός αυτός δημιουργήθηκε λόγω της φοβερής παγωνιάς που επικράτησε το χειμώνα εκείνο και λόγω της ασυνήθιστης ξηρασίας που εμφανίσθηκε κατά τις άλλες εποχές, με αποτέλεσμα να γίνει σκληρή και να ξεραθεί εντελώς η γη και έτσι να καταστραφούν όλες οι καλλιέργειες.
Ο λιμός αυτός ήταν ο φοβερώτερος απ’ όσους είχαν εμφανισθεί μέχρι τότε στην Καισάρεια.Υπέφερε η πόλη και βοήθεια δεν ερχόταν από πουθενά, διότι η Καισάρεια ήταν απομονωμένη γεωγραφικά, μακριά από λιμάνια και άλλα εμπορικά κέντρα. Και το χειρότερο, αυτοί που είχαν μεγάλες ποσότητες ειδών διατροφής στις αποθήκες τους από προηγούμενες χρονιές ήταν εντελώς ανάλγητοι κι αφιλάδελφοι και κοιτούσαν πώς να εκμεταλλευθούν οικονομικά την φοβερή πείνα που είχε ενσκήψει. Εμπορευόταν την έλλειψη και καλλιεργούσαν τις συμφορές. Η στάση τους αυτή, επιδεινούμενης της ασιτίας, πιθανόν να δημιουργούσε ανεξέλεγκτους κοινωνικούς αναβρασμούς και αναστατώσεις.
Ο Μ. Βασίλειος, ως πρεσβύτερος τότε και κύριος βοηθός του επισκόπου Καισαρείας Ευσεβίου, βρέθηκε αντιμέτωπος με το φρικτό αυτό φαινόμενο και έπρεπε σαν υπεύθυνος εκκλησιαστικός ηγέτης να δώσει διέξοδο και λύση στην πείνα που αποδεκάτιζε το ποίμνιό του και να προλάβει τυχόν ανεπιθύμητες κοινωνικές εκρήξεις και βιαιοπραγίες, που θα επιδείνωναν την κοινωνική δυστυχία της πόλεως. Κι αυτό το κατόρθωσε με εντελώς θεοφιλή, ιερατικό και χριστιανικό τρόπο· με τις συμβουλές του, τις προτροπές του, τα κηρύγματα του, το προσωπικό του παράδειγμα θρυμμάτισε τις πέτρινες και αναίσθητες καρδιές των πλουσίων και διόρθωσε το ανάλγητο και άπονο συναίσθημα που τις διακατείχε· άνοιξαν τις αποθήκες τους και προσέφεραν δωρεάν τ’ αγαθά τους. Διασώθηκε έτσι η κοινωνική ευημερία, συνοχή και ειρήνη. Οι ομιλίες του Μ. Βασιλείου «Εν λιμώ και αυχμώ», «Προς τους πλουτούντας» και «Εις το ‘καθελώ μου τας αποθήκας’» διασώζουν τα κηρύγματα του την εποχή εκείνη. Φοβερό επίτευγμα και φοβερό θαύμα ν’ αλλάξεις τις διαθέσεις των ανθρώπων με την πειθώ και μόνο. Να σπάσεις την πέτρινη καρδιά και να βγάλεις το συναίσθημα της αγάπης, της αλληλεγγύης, της αδελφωσύνης. Μόνο ένας άξιος και άγιος ηγέτης μπορεί να το κάνει.
Υπάρχει κι ένα άλλο σημείο της κοινωνικής προσφοράς του Μ. Βασιλείου άξιο μνημονεύσεως. Αφού συνέλεξε τους εξουθενωμένους από το λιμό κι αυτούς που μόλις ανέπνεαν σ’ ένα μέρος, τους προσέφερε έτοιμο μαγειρεμένο φαγητό, διακονών ο ίδιος στα συσσίτια. Επίσης τους έπλυνε τα πόδια τους, τους περιποιούνταν τις σωματικές πληγές τους, και το σπουδαιότερο, τους παρείχε πνευματική και συναισθηματική στήριξη με τα λόγια του. Έτσι έτρεφε και τα σώματα αλλά και τις ψυχές τους.
Οργανωμένη φιλανθρωπία παρείχε ο Μ. Βασίλειος -ως επίσκοπος πλέον- και στη Βασιλειάδα του, την καινούργια αυτή και πρωτότυπη πόλη, την οποίαν περιγράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος στον Επιτάφιό του, ο ιστορικός Σωζομενός και ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος (επιστολή 94 προς διοικητήν Ηλίαν). Το μεγάλο αυτό φιλανθρωπικό συγκρότημα διέθετε μεγαλοπρεπή ναό, νοσοκομείο, λεπροκομείο, πτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και οικήματα για φιλοξενία. Ο Μ. Βασίλειος υπηρετούσε ο ίδιος και φρόντιζε τους αναξιοπαθούντες, μάλιστα δε ασπαζόταν τους λεπρούς, τους οποίους όλοι απέφευγαν, για να τους δείξει την αγάπη του και να τους στηρίξει ψυχολογικά. Έτσι ο Μ. Βασίλειος απορροφούσε τους κοινωνικούς κραδασμούς που δημιουργούσε η φτώχεια, η ασθένεια, η πλήρη έλλειψη κοινωνικής προνοίας, που σιγά-σιγά θα υποδαύλιζαν και θα δημιουργούσαν κοινωνικές συγκρούσεις και αναστατώσεις, οι οποίες θα κατέληγαν σε αιματηρές επαναστάσεις και βιαιοπραγίες. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (Επιτάφιος & 63) θεωρεί την Βασιλειάδα ανώτερη από όλα τα θαύματα του αρχαίου κόσμου (Θήβες Αιγύπτου, τείχη Βαβυλώνος, τάφος Μαυσώλου, πυραμίδες Αιγύπτου, κολοσσός της Ρόδου και άλλα αξιοθέατα που θαυμάζουν οι άνθρωποι). Όλα αυτά δώσανε προσωρινή δόξα και απόλαυση στους δημιουργούς τους χωρίς να προσφέρουν τίποτα στους αναξιοπαθούντες και εν γένει στο ευρύτερο σύνολο της ανθρωπότητας. Αντίθετα δημιουργήθηκαν με φοβερή οικονομική καταπίεση του λαού, με εξαντλητική και απάνθρωπη και θανατηφόρα -πολλές φορές- απασχόληση των εργατών και των δούλων.
*****
Β΄. Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Μια πολύ σημαντική πλευρά της δράσεως του Γρηγορίου του Θεολόγου, εκτός από την αντιμετώπιση των αιρετικών της εποχής του και την προβολή της θεότητάς του Χριστού, είναι και οι αγώνες του για την επικράτηση της ειρήνης και τον τερματισμό των σχισμάτων που αναστάτωναν τότε την Εκκλησία και δημιουργούσαν φοβερές κοινωνικές πολώσεις και συγκρούσεις. Οι ιδεολογικές και θρησκευτικές αντιθέσεις δημιουργούν κοινωνικές αναστατώσεις, πολύ πιο έντονες απ’ ότι τα οικονομικά και βιοτικά προβλήματα.
Ο Γρηγόριος αγωνιζόμενος για την ειρήνη εκφώνησε μία σειρά τριών λόγων περί ειρήνης (ΣΤ΄, ΚΒ΄, ΚΓ΄ ή Α΄ ειρηνικός, Β΄ ειρηνικός, Γ΄ ειρηνικός). Το σπουδαιότερο είναι ότι δεν περιορίσθηκε στη θεωρητική διατύπωση και προσπάθεια για ειρήνη, αλλά όταν ήταν αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως και τέθηκε θέμα κανονικότητάς του και ταρασσόταν η Β΄ Οικουμενική σύνοδος εξ αιτίας του θέματος αυτού, ο Γρηγόριος θυσίασε το θρόνο του, και το προσωπικό του γόητρο και συμφέρον, για να ειρηνεύσει η σύναξη των επισκόπων. «Αν εγώ είμαι ο Ιωνάς», είπε, «ρίξτε με στη θάλασσα να γίνει γαλήνη».
Οι λόγοι του Γρηγορίου περί ειρήνης έχουν το εξής περιεχόμενο.
Α΄ ειρηνικός (364). Έχει ως αφορμή και θέμα το σχίσμα στην εκκλησία της Ναζιανζού. Αιτία του σχίσματος ήταν ο πατέρας του Γρηγόριος. Υπέγραψε φιλοαρειανικό σύμβολο πίστεως, λόγω αγνοίας των δογματικών διαφορών. Λαός και μοναχοί εξηγέρθησαν. Το σύμβολο λεγόταν «Τόπος ειρήνης». Ο πατέρας του με μεσολάβηση του Γρηγορίου και του Μ. Βασιλείου, υπέγραψε ορθόδοξη ομολογία και έτσι επήλθε η ειρήνη.
Β΄ ειρηνικός και Γ΄ ειρηνικός (379). Εκφωνήθηκαν στην Κων/πολη την ίδια εποχή με αφορμή το σχίσμα της Αντιοχείας, που είχε αναστατώσει την τότε Εκκλησία αλλά και την κοινωνία της Αντιόχειας και είχε διαιρέσει ακόμη και πατέρες της Εκκλησίας. Το σχίσμα αυτό κράτησε 40 χρόνια έχοντας στο επίκεντρό του το ποιος θα είναι ο επίσκοπος των ορθοδόξων της Αντιοχείας, ο Μελέτιος ή ο Παυλίνος. Η Αίγυπτος με αρχηγό τον Μ. Αθανάσιο και η Δύση αναγνώριζε τον Παυλίνο. Η Ανατολή με το Μ. Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και άλλους αναγνώριζε ως επίσκοπο τον Μελέτιο, ενώ το Ιλλυρικό κυμαινόταν. Μετά το θάνατο του αγίου Μελετίου, αρχικού προέδρου της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο Γρηγόριος πρότεινε να μη εκλεγεί νέος επίσκοπος, αλλά να παραμείνει ο Παυλίνος για να λήξει το σχίσμα. Αυτό δυσαρέστησε τους φίλους του αγίου Μελετίου χωρίς όμως να φέρει προς το μέρος του Γρηγορίου τους εχθρούς του Μελετίου. Και ήταν το επιπρόσθετο αίτιο αυτοί να θέσουν θέμα κανονικότητάς του. Έτσι το σχίσμα της Αντιοχείας είχε, συν τοις άλλοις, αποτέλεσμα την φυγή του Γρηγορίου από το θρόνο της Κων/πόλεως. Πλήρωσε με την προσωπική του θυσία τις προσπάθειες του για ειρήνευση. Εφάρμοσε έτσι πρώτος το θεολογικό αξίωμα που εκείνος διατύπωσε· «Πράξις θεωρίας επίβασις». Κι όπως ονομάσθηκε Θεολόγος εξ αιτίας των πέντε θεολογικών λόγων που εκφώνησε, κατά ανάλογο τρόπο, μπορεί να χαρακτηρισθεί και ως Γρηγόριος ο Ειρηνοποιός. Η χρονική διάρκεια του σχίσματος, 40 ολόκληρα έτη, δείχνει πόσο ταλαιπωρήθηκε η Εκκλησία σε τοπικό και οικουμενικό επίπεδο, αλλά και η τοπική κοινωνία της Αντιόχειας που βίωνε όλα αυτά τα έτη μια κόλαση συγκρούσεων και παροξυσμών.
Υπάρχει και ο 32ος λόγος «Περί της εν διαλέξεσι ευταξίας και ότι ου παντός ανθρώπου, ούτε παντός καιρού το περί Θεού διαλέγεσθαι». Και σ’ αυτό το λόγο μιλάει για την ειρήνη.
Ο Γρηγόριος προσπάθησε επίσης να ειρηνεύσει τον Μ. Βασίλειο, ως πρεσβύτερο με τον Ευσέβιο Καισαρείας και ως επίσκοπο Καισαρείας με τον επίσκοπο Τυάνων Άνθιμο. Πίστευε ότι η διακοπή των διαπροσωπικών σχέσεων θα είχε αντίκτυπο στην εν γένει ενότητα της Εκκλησίας αλλά και της κοινωνίας.
*****
Γ΄. Ιωάννης Χρυσόστομος.
Το 387μ.Χ. εξερράγη μεγάλη ανταρσία των κατοίκων της Αντιοχείας, εναντίον του Μ. Θεοδοσίου του Α΄ (347-395), αυτοκράτορα του ενιαίου ανατολικού και δυτικού ρωμαϊκού κράτους (379-395), ο οποίος επέβαλε νέους και υπερβολικούς φόρους. Η ανταρσία ήταν καθολική. Ο λαός έγινε ανάστατος. Οι άνεργοι και όλα τα παράσιτα στοιχεία εξερέθισαν περισσότερο την κατάσταση, με αποτέλεσμα, η αντίδραση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο και σύνεση. Ο διοικητής της πόλεως μόλις ξέφυγε το θάνατο, τα δε αγάλματα της αυτοκρατορικής οικογενείας συνετρίβησαν από τον αφηνιάσαντα λαό και με βρισιές και με κατάρες ρίχτηκαν στον ποταμό Ορόντη. Οι βιαιοπραγίες άρχισαν να αυξάνονται και η κατάσταση να επιδεινώνεται προς το χειρότερο.
Η απάντηση της εξουσίας ήταν άμεση. Αυτοκρατορικός στρατός έφθασε στην Αντιόχεια και άρχισαν μαζικές συλλήψεις, φυλακίσεις και ανακρίσεις. Οι δε ανακρίσεις τότε γινόταν με βασανιστήρια1 και άνευ ελέους. Επακολούθησαν δημεύσεις2 περιουσιών και σφραγίσματα σπιτιών και καταδίκες σε θάνατο. Επιπλέον κλείσανε με απόφαση του αυτοκράτορα τα λουτρά3, τα θέατρα4, ο ιππόδρομος· η Αντιόχεια έχασε το αξίωμα της Μητροπόλεως5 και η έδρα της διοικήσεως πήγε στη Λαοδίκεια. Η κατάσταση απέβη φρικτή. Το πλήθος, έξαλλο από αγωνία και φόβο για την τύχη του, άρχισε να φεύγει στα όρη και τις ερημιές. Η Αντιόχεια, που έσφυζε από κίνηση και βομβούσε όπως μία πολυάριθμη κυψέλη, νεκρώθηκε6. Παντού σιωπή7 βασίλευε γεμάτη από φρίκη και ερημιά.
Στην Αντιόχεια τότε, ζούσε και δρούσε ως ιερεύς ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος· επίσκοπος δε ήταν ο Φλαβιανός, που ένα χρόνο πριν τον είχε χειροτονήσει ιερέα. Αφού άφησε, ο Χρυσόστομος, να περάσει μία βδομάδα9 παρακολουθώντας τις ραγδαίες και αναπάντεχες και άνευ προηγουμένου εξελίξεις, ανέβηκε στον άμβωνα και είπε· «Τι να πω και τι να μιλήσω; Η παρούσα κατάσταση είναι για δάκρυα και όχι για λόγια· για θρήνους και όχι για ομιλίες· για προσευχή και όχι για δημηγορίες. Ποιος μας βάσκανε και έγινε αυτό το κακό…Τίποτα δεν είναι πιο γλυκύ από την γενέτειρα πατρίδα μας· τώρα όμως έγινε ό,τι πιο πικρό. Όλοι την εγκαταλείπουν, όπως φεύγουν κάποιοι από καταστροφική παγίδα, και όλοι απομακρύνονται έξαλλοι και αλλόφρονες, όπως όταν κινδυνεύουν να καούν».
Ο Χρυσόστομος προσπάθησε να τους δώσει κουράγιο, τους κατήχησε με πλούσια ηθικά διδάγματα επωφελούμενος την ψυχολογική τους κατάσταση, και τους προέτρεψε να ελπίζουν στο Θεό και στην πρόνοιά του. Τους είπε, και αυτό το επαναλάμβανε σ’ όλη τη διάρκεια της κρίσεως, ότι όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή των ανθρώπων -ευχάριστα ή λυπηρά- είναι εντεταγμένα μέσα στο σχέδιο του Θεού και αποβλέπουν στο να μας εξασκήσουν, ώστε να γίνουμε κατά το δυνατόν άγιοι και τέλειοι. Οφείλουμε λοιπόν να ευχαριστούμε το Θεό όχι μόνο για τα ευχάριστα, αλλά και για τα δυσάρεστα γεγονότα που συναντούμε στη ζωή μας, και μάλιστα περισσότερο γι’ αυτά, γιατί μας κρατούν σε μία διαρκή νήψη και εγρήγορση. Αντίθετα τα ευχάριστα αν δεν προσέξουμε μας κοιμίζουν και μας οδηγούν στην πνευματική χαλάρωση και αδράνεια. Επίσης τόνισε ότι δεν είναι η φύση των πραγμάτων που μας λυπεί ή μας ευχαριστεί αλλά η διάθεση. Αν λοιπόν έχουμε τη σωστή διάθεση θα είμαστε πάντοτε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι ασχέτως της φύσεως των γεγονότων.
Πάντως δεν περιορίσθηκε στην λεκτική από άμβωνος παρηγορία, αλλά προχώρησε -απ’ ότι φαίνεται στις ομιλίες του- σε εκπόνηση ολοκλήρου επιτελικού σχεδίου με ποικίλες φάσεις και δυναμικές ενέργειες, για την αντιμετώπιση της τραγικής καταστάσεως. Έτσι, την επόμενη μέρα, τους ανάγγειλε ότι ο επίσκοπος Φλαβιανός αποφάσισε να μεταβεί στην Κων/πολη, για να συναντήσει τον αυτοκράτορα και να τον εξευμενίσει. Ο επίσκοπος αν και ήταν γέροντας και είχε αδελφή ετοιμοθάνατη, και ενώ ήταν περίοδος χειμώνος και πλησίαζε η γιορτή του Πάσχα, εν τούτοις ανέλαβε αυτή την επικίνδυνη προσπάθεια10. Δεν υπολόγισε τίποτα παρά μόνο τη σωτηρία του ποιμνίου του· αλλά και τη σωτηρία των αλλοεθνών και αλλοθρήσκων και αιρετικών και σχισματικών κατοίκων της Αντιοχείας. Η Αντιόχεια, κατά την εποχή του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, είχε 200.000 κατοίκους -όπως αναφέρει ο ιερός Χρυσόστομος11- όχι μόνο χριστιανούς, αλλά και ειδωλολάτρες και Ιουδαίους και αιρετικούς και σχισματικούς. Μαζί δε με τους δούλους ήταν, κατά τον Παναγιώτη Χρήστου12, περίπου 500.000. Συνεπώς κατά την χρονική στιγμή που έγινε η στάση, το 387 μ.Χ., δηλαδή 300 χρόνια περίπου αργότερα, ο πληθυσμός της θα ήταν πολύ μεγαλύτερος.
Στο μέσον του δρόμου ο επίσκοπος συνάντησε τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα Ελέβιχο13 τον στρατηλάτη και Καισάριο τον μάγιστρο να κατευθύνονται στην Αντιόχεια για να πρωτοστατήσουν στην διενέργεια ανακρίσεων και επιβολή των αναλόγων κυρώσεων και αναλύθηκε σε δάκρυα14. Ο αυτοκράτωρ, που είχε μάθει τα συμβάντα, έδωσε αυστηρές διαταγές να τιμωρηθούν αμείλικτα οι δράστες που στασίασαν και συνέτριψαν τους ανδριάντες της οικογενείας του. Μη ξεχνάμε, ότι στάση που έγινε τρία χρόνια αργότερα, το 390 μ.Χ., στον ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης -για άλλη αιτία βέβαια- ο Μ. Θεοδόσιος την κατέστειλε φονεύοντας 7.000 ή κατ’ άλλους 15.000 στασιαστές. Ήταν αδίστακτος και αποφασισμένος για όλα κατά την αντιμετώπιση στάσεων στο βασίλειό του.
Οι αυτοκρατορικοί επίτροποι έφθασαν στην Αντιόχεια και άρχισαν με φοβερά βίαιες και αυστηρές ενέργειες το κατασταλτικό και τιμωρητικό τους έργο που ήρθε να προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα και εν εξελίξει ευρισκόμενα έργα των τοπικών αρχών. Στην άνευ αντιστάσεως και εντελώς παθητική αντιμετώπιση των διώξεων, φυλακίσεων και βασανισμών των αρχών κατά των Αντιοχέων ήρθε εντελώς απροσδόκητα και ανέλπιστα η ηρωική αντίδραση των μοναχών και ιερέων της Αντιοχείας υποκινουμένων βέβαια από τον ιερό Χρυσόστομο. Έχει διαφημισθεί ποικιλοτρόπως και παντοιοτρόπως η γαλλική επανάσταση του1789, που ξεκίνησε με τα συνθήματα ισότητα-ελευθερία-αδελφωσύνη, αλλά που κόντεψε να πνίξει στο αίμα ολόκληρη τη Γαλλία, με την τρομοκρατία που επακολούθησε και την άνευ προηγουμένου αιματοχυσία πάντων εναντίον πάντων. Λίγοι όμως γνωρίζουν την υπέροχη αναίμακτη εξέγερση των μοναχών και ιερέων της Αντιοχείας εναντίον των κρατικών αρχών, τη στιγμή που οι τοπικοί άρχοντες και οι επώνυμοι των πολιτών, όπως και οι εθνικοί φιλόσοφοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη και το λαό στη τύχη της15.
Ο επίσκοπος Φλαβιανός, εν τέλει, έφθασε στην Κων/πολη, συνάντησε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο και με υπέροχη ομιλία του τον έπεισε να δώσει χάρη στην Αντιόχεια και το λαό της.
Έτσι έληξε η μεγάλη αυτή δοκιμασία της Αντιοχείας, η οποία κράτησε περίπου επί δίμηνο και συντάραξε κυριολεκτικά την πολυάνθρωπη αυτή πόλη. Κατά το γεγονός αυτό, φάνηκε η μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας και η κοινωνική της προσφορά. Η προσωπικότητα του Χρυσοστόμου κυριάρχησε, αφού αυτός -με τις 21 ομιλίες που εκφώνησε «εις τους ανδριάντας»- δεν παραμύθησε μόνο το λαό, ούτε και φρόντισε μόνο για την αίσια αντιμετώπιση του γεγονότος, αλλά επωφελούμενος την ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων καταπολέμησε αποτελεσματικά διάφορες κακίες των Αντιοχέων και μάλιστα τη βλασφημία και τη ροπή προς τους όρκους. Μελετώντας κανείς τις ομιλίες αυτές, βλέπει λεπτομερώς την εξέλιξη της επαναστάσεως της Αντιοχείας, τον ηρωισμό του επισκόπου Φλαβιανού, του Χρυσοστόμου, των μοναχών, και των ιερέων της πόλεως.
Από τα όσα εκθέσαμε για την κοινωνική δράση των Τριών Ιεραρχών, φαίνεται ξεκάθαρα ότι, όταν παρουσιάζονται κοινωνικές αναστατώσεις και κοσμογονικές μεταβολές, τότε είναι ο κατ’ εξοχήν καιρός της δράσεως της Εκκλησίας. Τις αναστατώσεις αυτές τις επιτρέπει ο Θεός για να ταρακουνήσει σωτηριολογικά την ανθρωπότητα. Η Εκκλησία πρέπει να τις εκμεταλλευτεί για να έρθει κοντά στο λαό, να τον παρηγορήσει, να τον στηρίξει, να τον κατηχήσει, και το σπουδαιότερο να τον ανυψώσει ψυχικά και ηθικά.
Επιπλέον, πρέπει να ορθώσει το ανάστημά της ενώπιον των ισχυρών της γης, των αμαρτωλών κατεστημένων και να βρεθεί στο πλευρό των αδυνάτων και κατατρεγμένων. Αλλοίμονο αν οι κοινωνικές αναστατώσεις βρουν την Εκκλησία αδρανή και αδιάφορη ή το χειρότερο με το μέρος των ισχυρών και δυνατών. Τότε καταντά, κατ’ άνθρωπον βέβαια, το «όπιο του λαού», το άλας που εμωράνθη και δεν είναι χρήσιμο για τίποτα πλέον, με αποτέλεσμα να πετιέται στα σκουπίδια και να καταπατείται από τους ανθρώπους.
1 Ε.Π.Ε. Έργα Χρυσοστόμου, τόμ. 32, σσ. 374·376
2 ένθ’ ανωτ. σ. 380
3 ένθ’ ανωτ. σσ. 430·528
4 ένθ’ ανωτ. σ. 526
5 ένθ’ ανωτ. σ. 528
6 ένθ’ ανωτ. τόμ. 31, σσ. 630-634 και τόμ. 32, σσ. 58·372
7 ένθ’ ανωτ. τόμ. 31, σ. 636
8 ένθ’ ανωτ. τόμ. 32, σ.372
9 ένθ’ ανωτ. τόμ. 31, σ. 628
10 ένθ’ ανωτ. τόμ. 32, σ. 8
11 ένθ’ ανωτ. τόμ. 37, σ. 114
12 ένθ’ ανωτ. τόμ. 1, σ.13 πρβλ. και τόμ. 32, σ. 14
13 ένθ’ ανωτ. τόμ. 32, σ. 510
14 αυτόθι σ. 672
15 αυτόθι σσ. 514·518·520·569
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ