«ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ» - του πατρός Μελετίου Βαδραχάνη

   «ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ» τιτλοφορείται το βιβλίο του Δημητρίου Αποστολίδη, οικονομολόγου και νομικού, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Καβάλα. Εξεδόθη από τον «Όμιλο επιχειρήσεων, πολιτισμού και επικοινωνίας, Alfa media group» στην Καβάλα το Μάρτιο του 2009.

  Στο βιβλίο του αυτό ο Δημήτριος Αποστολίδης παρουσιάζει είκοσι ιστορίες παρμένες από την ιστορία του Βυζαντίου. Οι τέσσερεις από αυτές αφορούν εκκλησιαστικούς ηγέτες (τις χαρακτηρίζω σαν λογοτεχνικό Συναξάρι ή σαν Αγιοδρόμιο, αφού μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως ομιλητικό βοήθημα από τους διακόνους του κηρύγματος) και οι δέκα τέσσερεις βασιλείς και βασίλισσες. Από τις υπόλοιπες δύο, η προτελευταία –«Τα κατά συνθήκη ψεύδη»– ασχολείται με το πρόσωπο του Μωάμεθ Β΄, τον τρόμο που ενέπνεε, και τις κολακείες με τις οποίες προσπάθησαν να τον εξευμενίσουν διάφοροι Έλληνες· και η τελευταία περιγράφει την άλωση της Κων/πόλεως με όλα τα τραγικά και φρικιαστικά επακόλουθα.

  Ο συγγραφεύς στην τελευταία αυτή ιστορία παρατηρεί ότι «η βασιλεύουσα μπορεί να χάθηκε στις συμπληγάδες της φρίκης και του τρόμου μα έμεινε όρθιος ο λαός της, η πίστη των πατεράδων μας και ο πολιτισμός τους. Έμεινε η ιστορία της, να φωτίζει, να διδάσκει, να εμπνέει, να οδηγεί» (σ. 276). Και πιο κάτω σημειώνει τα εξής αξιοπρόσεκτα. «Αν όμως η απώλεια των πατρίδων καταγράφει το τραγικό, η απώλεια της συλλογικής μνήμης ενσαρκώνει το τραγικότερο, μιας και η ευθύνη της δεύτερης είναι αποκλειστικά δική μας. Χάσαμε τις πατρίδες μα –ίσαμε σήμερα– έλαμπε η ανάμνησή τους.

  Όμως καθώς η ιστορική συνείδηση ξεθωριάζει και το βιωματικό παρελθόν της φυλής μας δεν ενδιαφέρει σχεδόν κανένα παρά μονάχα τους ειδικούς της επιστήμης κι όχι την κοινωνία, το αύριο με ακρίβεια μαθηματικού υπολογισμού θα είναι ακόμη φτωχότερο». Κι εδώ είναι η ευθύνη των τωρινών Ελλήνων. Η διατήρηση της πνευματικής κληρονομιάς «που μας πρόσφεραν οι πρόγονοι μας απλόχερα και χωρίς κανένα αντάλλαγμα». Δυστυχώς όμως η κοινωνία μας παρουσιάζεται σήμερα «θλιβερά ανήμπορη να σηκώσει το βάρος της ιστορίας της» (σσ. 278-279).

  Έχει ευθύνη σήμερα και ο λαός, γράφει στον επίλογό του ο συγγραφεύς, για ό,τι συμβαίνει «όχι μόνο στα πλαίσια της συλλογικής, και πάντως απρόσωπης, πολιτικής του ευθύνης» αλλά και ο καθένας μας χωριστά σαν πρόσωπο για την συμπεριφορά του, τον αγώνα του τη δράση του ν’ αλλάξει προς το καλύτερο η κοινωνία μας. Δυστυχώς σήμερα η συνολική αντίδραση μας για όσα συμβαίνουν είναι «η καθολική αδράνεια της μάζας». Αλλά και σαν πρόσωπα, ο καθένας μας, «κινούμαστε σαν άψυχα καρτούν με πλαστικό χαμόγελο μέσα στις άναρθρες κραυγές της βιομηχανικής κατανάλωσης» (σσ. 282·284·285).

  Τι φταίει γι’ αυτό το κατάντημα; Χάσαμε την πίστη μας. «Όπως έγραφε κάποτε ο Μίλοβαν Τζίλας, ‘χωρίς πίστη οι άνθρωποι δεν μπορούν να μετακινήσουν ούτε σωρούς από άχυρα, όχι βουνά. Όσοι δεν έχουν καμμιά πίστη, καμμιά αφοσίωση σε τίποτα, δεν έχουν ελπίδα και είναι καταδικασμένοι να μη κάνουν το παραμικρό’» (σ.285).

* * *

  Οι ιστορίες που περιγράφει ο συγγραφεύς, αν εξαιρέσουμε ελάχιστες που παρουσιάζουν άξια πρότυπα, κυρίως εκκλησιαστικών ηγετών, εκθέτουν –εν πολλοίς– την παράδοση των ανθρώπων της εξουσίας στο δέλεαρ της κατά κόσμον δόξας, του σεξ και του πλούτου και την με κάθε μέσο προσπάθεια τους για να το πετύχουν. Είναι το αιώνιο τραγικό του μεταπτωτικού ανθρώπου που συνεχώς ακολουθεί τον σατανά και όχι τον Χριστό για να γίνει ευτυχισμένος. Είναι η λήθη του αξιώματος ότι αυτός που κυβερνά ένα λαό πρέπει, προ παντός και προ πάντων, να κυβερνά τον εαυτό του και να μη είναι υπόδουλος στα πάθη του. Αυτή η παράδοση των ηγετών στα πάθη τους καταστρέφει και τους ίδιους αλλά, το χειρότερο, και τους λαούς που ηγούνται. Έχει ως αποτέλεσμα το σώμα της κοινωνίας να είναι γεμάτο έλκη που συνεχώς πυορροούν και το δηλητηριάζουν.

  Ο συγγραφεύς παραθέτει τις ιστορίες αυτές όχι για να προσθέσει κάτι που δεν γνωρίζαμε, αλλά γιατί πιστεύει ότι η ιστορία πρέπει να μας διδάσκει και να μας κατευθύνει να μη επαναλαμβάνουμε τα λάθη των προγόνων μας, αλλά μόνο να μιμούμαστε τα θετικά της ζωής τους. Σύμφωνα με τον Σαράντη Καργάκο, τον οποίο παραθέτει, «Το τραγικό ενυπάρχει στη ζωή. Όλη η ιστορία καλώς εξεταζομένη είναι μια τραγωδία. Γι’ αυτό οφείλουμε να την μελετάμε. Φέρνει την ‘δι’ ελέου κάθαρσιν’. Όσοι νικούν να μη ματαιοδοξούν. Κι όσοι ηττώνται να μη χάνουν την πίστη τους». Και ο συγγραφεύς προσθέτει· «Σήμερα όμως, ο άνθρωπος δεν συγκρούεται με κανέναν. Απλώς αυτοκαταστρέφεται πριονίζοντας την ίδια του την ύπαρξη. Και φυσικά δεν υπάρχουν νικητές. Υπάρχουν όμως οι ματαιόδοξοι που περιφέρονται αυτοφυλακισμένοι, ως θλιβερά και ηλιοκαμένα ανδράποδα μέσα στο κάτεργο της ματαιότητας και που ξέχασαν πως ‘το μόνο φως που μπορεί να συμφιλιώσει το πνεύμα με την παγκόσμια ιστορία και την πραγματικότητα είναι η βεβαιότητα πως εκείνο που συνέβη και συμβαίνει πάντοτε, όχι μόνο δεν γίνεται χωρίς τον Θεό, αλλά είναι κυρίως το έργο του’ (C. Hegel 1770-1831)» σ. 286.

* * *

  Οι ιστορίες που αναφέρονται στο βιβλίο όπως και πολλές άλλες οδήγησαν κάποιους Ευρωπαίους ιστορικούς να γράψουν ότι «το Βυζάντιο είναι η πιο ποταπή μορφή του πολιτισμού μέχρι σήμερα» (William Lecky 1869) και ότι «το Βυζάντιο είναι ο θρίαμβος της βαρβαρότητας και της θρησκείας» (Edward Gibbon 1788). Η διαφθορά όμως των ηγετών, οι καταχρήσεις, οι αγριότητες των ηθών είναι παγκόσμιο και διαχρονικό φαινόμενο και δεν έχει σχέση μόνο με τα ολοκληρωτικά πολιτεύματα του παρελθόντος αλλά και με τα σύγχρονα δημοκρατικά. Δεν εστιάζεται ούτε και ανιχνεύεται μόνο στους χρόνους και το έδαφος του Βυζαντίου, ούτε μόνο στους αυτοκράτορες.

  Τον Οκτώβριο του 2003, από τις εκδόσεις «Φερενίκη» κυκλοφόρησε το βιβλίο, της δημοσιογράφου Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου, «Άτακτοι ηγέτες μοιραίες γυναίκες» και υπότιτλο «όταν η εξουσία υποκύπτει στον πειρασμό». Το αφιερώνει στους πολιτικούς. Η έγκριτη και διάσημη δημοσιογράφος παρουσιάζει τους Φαραώ, τον Δαυίδ, τον Περικλή και την Ασπασία, πρόσωπα της κινέζικης αυτοκρατορίας, πρόσωπα του Βυζαντίου αλλά και πρόσωπα των δυναστειών της Ευρώπης και της Ρωσίας, όπως ο Ερρίκος Β΄ και ο Ερρίκος Γ΄, η Μαρία Στιούαρτ, ο Μ. Πέτρος της Ρωσίας, η τσαρίνα Αικατερίνη η Α΄, ο Ναπολέων και η Ιωσηφίνα. Στον πρόλογό της δε αναφέρεται στον Νέρωνα και τον Καλιγούλα, τον Ιούλιο Καίσαρα και την Κλεοπάτρα, τον Ερρίκο Δ΄, τον Λουδοβίκο ΙΕ΄, τον πολύ Μέγα Κάρολο ή Καρλομάγνο (742 ή 747-814) που είναι για τους Φράγκους ότι ο Μ. Κων/νος για μας τους Ρωμιούς και που στο πρόσωπό του βλέπει η Ενωμένη Ευρώπη την αρχή της ιστορίας της, εξ ου και το βραβείο Καρλομάγνου, «που είχε πέντε νόμιμες συζύγους, συνέζησε με τέσσερεις παλλακίδες, αλλά προσπάθησε και να βιάσει τη νεαρή Αμαλβέργη μέσα σε μια εκκλησιά (!) ». Καταλήγει δε με τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Μπιλ Κλίντον, τον επί 16 χρόνια καγκελλάριο στην Γερμανία Χέλμουτ Κολ, τον Κοσκωτά και το ζεύγος Παπανδρέου-Λιάνη, για να δείξει ότι και η δημοκρατία δεν μειονεκτεί στο να παρουσιάζει ροζ και οικονομικά σκάνδαλα.

  Ας παύσουν λοιπόν οι μονομέρειες για τα αίσχη του Βυζαντίου και ότι δήθεν η Ευρώπη των Φράγκων είναι η αθώα περιστερά.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή